Τη διττή προσέγγιση έναντι της Τουρκίας που είχε επιδιώξει ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και περιλαμβάνει θετικά μέτρα, αλλά και περιοριστικά μέτρα-κυρώσεις εφόσον η Τουρκία επαναλάβει μονομερείς ενέργειες και παραβατική συμπεριφορά έναντι κρατών-μελών, επιβεβαιώνει η Κοινή Δήλωση των 27 της ΕΕ.
Κυβερνητικές πηγές εκφράζουν την ικανοποίησή τους για το περιεχόμενο της κοινής δήλωσης των 27.
Η Κοινή Δήλωση «πατά» πάνω στην Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ύπατου Εκπροσώπου για την Εξωτερική Πολιτική της ΕΕ, αλλά και στις προηγούμενες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που αφορούν την Τουρκία και τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο.
Με τρεις σημαντικές αλλαγές -έπειτα από παρεμβάσεις της Λευκωσίας και της Αθήνας- φαίνεται να έχουν καταλήξει οι 27 ηγέτες των κρατών – μελών στο κείμενο των συμπερασμάτων για την Τουρκία, στο πλαίσιο της τηλεδιάσκεψης κορυφής.
Το νέο κείμενο περιγράφει πολύ πιο αναλυτικά από τα προσχέδια τις προϋποθέσεις και τους όρους με τους οποίους θα πρέπει να συμμορφωθεί η Τουρκία προκειμένου να ενεργοποιηθεί η θετική ατζέντα, ενώ εμπεριέχεται ο όρος ότι η όποια πρόοδος με την Τουρκία είναι αναστρέψιμη.
Τι προβλέπουν οι αποφάσεις
Ειδικότερα, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρόκειται να επαναλάβουν την υπόσχεση του 2016 για εμβάθυνση των εμπορικών δεσμών με την Τουρκία, αλλά θα προειδοποιήσουν την Άγκυρα με κυρώσεις, εάν ξεκινήσει εκ νέου τις έρευνες στην Ανατολική Μεσόγειο.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έτοιμη να εμβαθύνει τη συνεργασία της με την Τουρκία με τρόπο «σταδιακό, αναλογικό και αντιστρέψιμο». Με λίγα λόγια, θα μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξει ανάλογα με τη συμπεριφορά της Τουρκίας.
Στην αναφορά στην τελωνειακή ένωση, σύμφωνα με το προσχέδιο, οι ηγέτες της ΕΕ αναμένεται να ξεκινήσουν προετοιμασίες για βαθύτερη (σ.σ. τελωνειακή ένωση) με την Άγκυρα. Οι ηγέτες της ΕΕ θα πουν ότι οι εμπειρογνώμονές τους μπορούν «να εργαστούν σε εντολή εκσυγχρονισμού της τελωνειακής ένωσης», επιτρέποντας την επέκταση της εμπορικής συμφωνίας της δεκαετίας του 1990 σε υπηρεσίες, αγροτικά αγαθά και δημόσιες συμβάσεις.
Πάντως, στο σημείο αυτό γίνεται ρητή αναφορά στην ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι «τρέχουσες δυσκολίες» στην υλοποίησή της, «διασφαλίζοντας την αποτελεσματική εφαρμογή της σε όλα τα κράτη-μέλη» (εννοώντας και την Κύπρο, την οποία η Άγκυρα δεν αναγνωρίζει).
Η επέκταση της τελωνειακής ένωσης θα φέρει την Τουρκία υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ, πλήρως στην εσωτερική αγορά του μεγαλύτερου εμπορικού μπλοκ στον κόσμο, επιτρέποντας σχεδόν όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες να ρέουν ανεμπόδιστα.
Την ίδια στιγμή, ενισχυμένη φαίνεται πως είναι και η παράγραφος που αφορά την κατάσταση στο εσωτερικό της Τουρκίας. Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά «το κράτος Δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα παραμένουν ζωτική ανησυχία. Η στοχοποίηση πολιτικών κομμάτων και μέσων ενημέρωσης και άλλες πρόσφατες αποφάσεις αποτελούν μείζονες οπισθοδρομήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και αντιβαίνουν στις υποχρεώσεις της Τουρκίας για σεβασμό στη Δημοκρατία, το κράτος Δικαίου και τα δικαιώματα των γυναικών. Ο διάλογος για τα ζητήματα αυτά παραμένει αναπόσπαστο μέρος της σχέσης ΕΕ – Τουρκίας».
Σε ό,τι αφορά δε στο προσφυγικό – μεταναστευτικό και τις επιστροφές στην Τουρκία μεταναστών και αιτούντων άσυλο των οποίων οι αιτήσεις απορρίφθηκαν, έχει προστεθεί ότι θα διενεργούνται «σύμφωνα με την Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας, χωρίς διακρίσεις».
Οι αλλαγές ικανοποιούν Αθήνα και Λευκωσία και πλέον η συζήτηση για το κείμενο των Ευρωπαίων σχετικά με την Τουρκία φαίνεται πως έχει κλείσει.
Η αντίδραση της Τουρκίας και το «δώρο» της Μέρκελ
Εν αναμονή των συμπερασμάτων των ευρωπαίων ηγετών, η Άγκυρα περιμένει θετικά αποτελέσματα από τη Σύνοδο Κορυφής, θεωρώντας πως έχει μπει το «νερό στο αυλάκι» με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την τελωνειακή ένωση και το προσφυγικό.
Σε θετικό κλίμα πάντως συνέβαλε και η δήλωση της γερμανίδας καγκελαρίου, Άνγκελα Μέρκελ, η οποία χαρακτήρισε «καλή είδηση» το γεγονός ότι η Τουρκία «μετά τις προκλητικές δραστηριότητες στα κυπριακά και στα ελληνικά ύδατα» έδειξε τους τελευταίους μήνες δείγμα αποκλιμάκωσης, και τόνισε την ανάγκη να συνεχιστεί ο διάλογος ΕΕ – Τουρκίας και για την περαιτέρω ανάπτυξη της προσφυγικής συμφωνίας.
«Η ευημερία μας στην Ευρώπη είναι εφικτή μόνο με καλές σχέσεις με τους γείτονές μας και εκτός ΕΕ. Και αυτό ισχύει κυρίως για την εταίρο στο ΝΑΤΟ, Τουρκία», με την οποία οι σχέσεις είναι πολύπλευρες, δήλωσε η κ. Μέρκελ, μιλώντας στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο.
«Αποτελεί καλή είδηση το γεγονός ότι η Τουρκία, μετά τις προκλητικές δραστηριότητες σε κυπριακά και ελληνικά ύδατα, έδειξε τους τελευταίους μήνες ένα δείγμα αποκλιμάκωσης στην Ανατολική Μεσόγειο, μπήκε και πάλι σε διάλογο με την Ελλάδα και θα συνεχιστούν και οι συνομιλίες για το μέλλον της Κύπρου στο σχήμα 5+1 υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών» είπε χαρακτηριστικά η καγκελάριος.
Επίσης, υπενθύμισε ότι στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «συμφωνήσαμε ότι, σε περίπτωση αποκλιμάκωσης της έντασης από την πλευρά της Τουρκίας, θα προσφέρουμε επιπλέον επιλογές για την συνεργασία μας. Και τώρα σε αυτό το Συμβούλιο θα συζητήσουμε πώς θα προχωρήσουμε σε αυτό το δρόμο».
Δεν θα είναι εύκολες συνομιλίες, παραδέχτηκε η κ. Μέρκελ, και εξέφρασε την ελπίδα «να καταλήξουμε σε αποτέλεσμα», ενώ αναφέρθηκε στις ιδιαίτερα στενές σχέσεις της χώρας της με την Τουρκία, καθώς στη Γερμανία ζουν εδώ και γενιές άνθρωποι τουρκικής καταγωγής.
Από την άλλη πλευρά, τόνισε η καγκελάριος, πρέπει να στρέψουμε το βλέμμα μας και στην εσωτερική κατάσταση στην Τουρκία. «Αναμένουμε η Τουρκία να τηρήσει τα κριτήρια του κράτους δικαίου και αυτό σε πολλές περιπτώσεις δεν συμβαίνει – σε πολλές περιπτώσεις δεν γίνονται σεβαστά ανθρώπινα δικαιώματα και η αποχώρηση της Τουρκίας από την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι ένα πάρα πολύ λυπηρό μήνυμα. Θα ευχόμασταν η Τουρκία να είχε παραμείνει» είπε χαρακτηριστικά η κ. Μέρκελ, επισημαίνοντας παράλληλα ότι η ίδια θεωρεί ότι δεν βοηθάει το να μην συζητά η ΕΕ με την Τουρκία.
«Για αυτό θέλουμε τώρα να διαβουλευτούμε για το πώς θα επαναληφθεί υψηλού επιπέδου διάλογος ΕΕ – Τουρκίας. Έχουμε κοινά συμφέροντα. Και σε αυτά περιλαμβάνεται και η ιδιαίτερη πρόκληση της μετανάστευσης. Αυτήν μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε μόνο από κοινού με την Τουρκία» πρόσθεσε και αναφέρθηκε στα επιτεύγματα της προσφυγικής συμφωνίας του 2016, η οποία, όπως είπε, κατέστησε δυνατό να αντιμετωπιστούν οι παράνομοι διακινητές προσφύγων, να μειωθεί ο αριθμός εκείνων που φθάνουν παρανόμως στην Ελλάδα, καθώς και ο αριθμός των θανάτων στο Αιγαίο.
Η καγκελάριος έκανε ακόμη λόγο για την «αναγνώριση» που αξίζει στην Τουρκία για την προσφορά της στην υποδοχή 3,6 εκατομμυρίων προσφύγων, διαβεβαίωσε ότι τα χρήματα που διαθέτει η ΕΕ σε έργα και οργανώσεις που υποστηρίζουν τους πρόσφυγες στην Τουρκία ελέγχονται και χρησιμοποιούνται σωστά και υπογράμμισε ότι η συμφωνία πρέπει τώρα να αναζωογονηθεί και να αναπτυχθεί περαιτέρω.