Για τα βασικά χαρακτηριστικά του νομοσχεδίου για τις πορείες ενημέρωσε κατά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης.
Ο υπουργός υπογράμμισε την ανάγκη να «προσφέρουμε στην Ελληνική Κοινωνία, στον πολίτη, εκείνο που δικαιούται και απαιτεί: (α) το δικαίωμα να συναθροίζεται, να διαδηλώνει και να διεκδικεί, στο πλαίσιο της νομιμότητας και της συνταγματικής τάξης, και (β) το δικαίωμα στην ασφάλεια, στην προστασία, στην ομαλότητα της καθημερινής κοινωνικοοικονομικής του ζωής».
Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σημείωσε ότι «το βασικό μήνυμα με το οποίο πρέπει να μπολιάσουμε την κοινωνία είναι ότι δεν μπορεί να κλείνει ο δρόμος από 50 άτομα. Η ταλαιπωρία ή η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης είναι το ζητούμενο των διοργανωτών μιας διαμαρτυρίας; Εάν είναι το δεύτερο, τότε η σημερινή κυβερνητική πρωτοβουλία τυγχάνει στήριξης και πέραν των πολιτικών δυνάμεων της ΝΔ. Πάνω από όλα, η κοινωνία στηρίζει αυτές τις πολιτικές. Και για αυτό, το νομοσχέδιο αυτό αφορά τον Σεβασμό στο Δημόσιο Χώρο».
Τι προβλέπει το νομοσχέδιο
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, το σχέδιο νόμου για να μην “νεκρώνει” το κέντρο της Αθήνας λόγω συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας, ιδίως των μικρών σε όγκο, περιλαμβάνει 16-17 άρθρα και κομβικής σημασίας είναι τρεις λέξεις: ο «αστυνομικός διαμεσολαβητής», ο «οργανωτής» και η «ψηφιακή πλατφόρμα».
Ο «οργανωτής»
Ο «οργανωτής» θα είναι το φυσικό πρόσωπο που θα έχει την υποχρέωση της γνωστοποίησης της συγκέντρωσης στη αρμόδια αστυνομική αρχή. Αυξημένη ευθύνη για να λειτουργήσει η νέα λογική θα έχει ο «οργανωτής» της δημόσιας συνάθροισης ο οποίος θα πρέπει να αποδέχεται την ευθύνη για την ειρηνική πραγματοποίησή της σε συνεργασία με τους αξιωματικούς της αστυνομίας. Συγκεκριμένα θεσπίζεται η υποχρέωση έγκαιρης γνωστοποίησης της πορείας-συγκέντρωσης στην αρμόδια αστυνομική αρχή. Εξετάζονται πολλά σενάρια σχετικά με τις υποχρεώσεις του «οργανωτή», όπως το να μεριμνά ο ίδιος για την ομαλή διεξαγωγή της συνάθροισης και να ενημερώνει τους συμμετέχοντες για τις υποχρεώσεις τους ώστε αυτή να είναι ειρηνική. Το σημαντικό είναι η διατύπωση αλλά και αν θα προβλεφθούν ποινές στην περίπτωση που δεν τηρηθούν τα συμφωνηθέντα ή αν ακόμα δεν δηλωθεί «οργανωτής» για κάποια συγκέντρωση.
Ο «αστυνομικός διαμεσολαβητής»
Ο «αστυνομικός διαμεσολαβητής» θα είναι ο άνθρωπος που θα έχει την ευθύνη για τη συνεργασία και την επικοινωνία των οργανωτών της συγκέντρωσης ή της πορείας με τις αστυνομικές δυνάμεις. Κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης θα υπάρχει συγκεκριμένος αξιωματικός ως ο «διαμεσολαβητής» και σύνδεσμος της αστυνομικής αρχής με τον «οργανωτή».
Ξεχωριστό κεφάλαιο αποτελεί η νέα ψηφιακή πλατφόρμα που θα επιτρέπει για πρώτη φορά στους πολίτες να έχουν σε πραγματικό χρόνο και μέσα από τον υπολογιστή τους εικόνα από τους δρόμους της πόλης. Θα ενημερώνονται σε πραγματικό χρόνο για τις πορείες και τις συγκεντρώσεις που είναι προγραμματισμένες αλλά και για τους δρόμους που είναι κλειστοί, ενώ θα δίνονται πληροφορίες και για εναλλακτικές διαδρομές. Θα είναι και διαδραστική καθώς θα υπάρχει η δυνατότητα να λαμβάνει πληροφορίες από τους πολίτες αλλά και να δίνονται απαντήσεις σε ερωτήματα τους.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η πρόταση νόμου αναμένεται στη δημόσια διαβούλευση αμέσως μετά τις γιορτές.
«Αναλογική κατάληψη οδοστρώματος»
Το επόμενο βήμα είναι «αναλογική κατάληψη οδοστρώματος» δηλαδή για το αν οι διαδηλωτές θα περιορίζονται στο πεζοδρόμιο, στην πλατεία, στη μια λωρίδα κυκλοφορίας ή σε ολόκληρο τον δρόμο, ο μόνος αρμόδιος θα είναι ο κατά τόπο γενικός αστυνομικός διευθυντής ή ο αστυνομικός διευθυντής των διευθύνσεων αστυνομίας με απλή γνώμη των οικείων δημάρχων.
Η ΕΛ.ΑΣ. δηλαδή θα αποτυπώνει αριθμητικά την πορεία, θα επιβάλλει περιορισμούς ακόμα και σε εν εξελίξει πορείες ή θα αποφασίσει τη διάλυσή τους. Όλες οι αποφάσεις θα πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες, ενώ εάν δοθεί προφορική διαταγή, συντάσσεται αμελλητί πρακτικό – και πάλι με ειδική αιτιολογία.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδήλωσης, εξάλλου, θα παρίσταται εισαγγελέας, ο οποίος θα εξασφαλίζει την τήρηση της νομοθεσίας. Ο εισαγγελέας θα έχει τη δυνατότητα να υποδεικνύει εναλλακτικές διαδρομές σε περίπτωση που οι διαδηλωτές δεν υπακούσουν στις οδηγίες του επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης, αλλά κυρίως θα είναι αυτός που θα κρίνει και θα αξιολογεί τα δεδομένα.