Θα είναι ο κ. Κασσελάκης υποψήφιος για την προεδρία στον ΣΥΡΙΖΑ στη νέα εκλογική διαδικασία που κάποια στιγμή σε ένα άδηλο προς το παρόν μέλλον, θα ανοίξει; Με βάση τα σημερινά δεδομένα «το σκέφτεται και ζυγιάζει όλα τις πιθανότητες», με κριτήριο όλα όσα στο επόμενο διάστημα θα προκύψουν «όχι δεν θα είναι υποψήφιος για πρόεδρος στον ΣΥΡΙΖΑ, επειδή δεν θα έχει αυτό το δικαίωμα».
Η κομματική γραφειοκρατία, δηλαδή ένας εσμός άεργων «επαναστατών του κώλου», ιδεοληπτικών ψεκασμένων και εμμονικών της καρέκλας, δεν πρόκειται να επιτρέψει ξανά σε ένα Κασσελάκη (οποιοσδήποτε και αν είναι αυτός) να απειλήσει την αυτοαναφορικότητα της εξουσίας της και να θέσει σε κίνδυνο την αδιατάρακτη αναπαραγωγή της «σε κενό πραγματικότητας», μια φορά ¨την πάτησε», δεύτερη δεν θα επιτρέψει να συμβεί.
Του Χρήστου Υφαντή
Στη διαδικασία περιφρούρησης αυτής της γραφικότητας, να εξουσιάζει, δηλαδή, ένας ανύπαρκτος ένα φαντασιακό «επαναστατικό» μόρφωμα για να ικανοποιήσει τα συγκλονιστικά δομικά ελλείμματα της κατατρεγμένης ζωής του, είναι σαφές πως θα αποφασιστούν από την ετερόκλητη συμμαχία Γεροβασίλη, Πολάκη, Παππά (με ολίγη από Δούρου) διοικητικού χαρακτήρα απαγορεύσεις, που θα κλείνουν την πόρτα της Κουμουνδούρου «σε κάθε τουρίστα», έστω και του δίευρου!
Που προσανατολίζονται άπαντες οι αιώνιοι «αγωνιστές» ( χωρίς κανείς ποτέ να έχει καταλάβει σε τι αγώνισμα διακρίθηκαν ή διακρίνονται); Να εισάγουν στη λίστα των προϋποθέσεων για να είναι κανείς υποψήφιος για τη θέση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ χρονικούς κόφτες σχετικά με την ιδιότητα του μέλους, ώστε κανείς «που δεν έχει συμπληρώσει τουλάχιστον πενταετία ως μέλος του ΣΥΡΙΖΑ να μην έχει το δικαίωμα να είναι υποψήφιος για κομματικά αξιώματα από μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και πάνω».
Αυτός ο χρονικός κόφτης οδηγεί υποψηφιότητες, όπως αυτή του κ. Κασσελάκη, στο χρονοντούλαπο της ιστορίας με την επίκληση μιας νομιμοφανούς προϋπόθεσης ( είχε, εξάλλου, ακουστεί και τότε που ο κ. Κασσελάκης σάρωσε τα πάντα στο πέρασμα του και «αγόρασε» με δύο ευρώ την αξιωματική αντιπολίτευση) που αναφέρεται στην πρώτιστη ιδιότητα καθενός που διεκδικεί ένα κομματικό αξίωμα « να είναι μέλος του κόμματος και να καλύπτει μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο».
Στην προϋπόθεση αυτή συμφωνούν άπαντες οι «νικητές» της τελευταίας μονομαχίας στην Κεντρική Επιτροπή, μερικοί εξ αυτών μάλιστα δεν διστάζουν να «κατηγορήσουν» τον Στέφανο Κασσελάκη πως «δεν είναι καν μέλος του κόμματος», προσδίδοντας μια νέα διάσταση στις εξελίξεις.
Στο βάθος ανάλογων αλλαγών προβάλλει ο τεράστιος φόβος των «ιδιοκτητών της συριζαϊκής κατάντιας και παρακμής» (αν δεν αποκλειστεί διοικητικά από τις νέες εκλογές) ο κ. Κασσελάκης να περιμένει όσο χρειάζεται και να ξανακερδίσει το κόμμα ( πανεύκολο με αυτούς που διαρρέεται ότι θα είναι αντίπαλοι του) με ποσοστό υψηλότερο αυτού του 2023 και να αναγκαστούν οι νυν κομματικά νομιμόφρονες να αναζητήσουν αλλού τη στέγη που με τόσο κόπο, ίντριγκα και πλουσιοπάροχες παραχωρήσεις στους κομματικούς μπράβους του γιου της δρακογενιάς» κατάφεραν να διασώσουν στην ψηφοφορία της Κεντρικής Επιτροπής.
Ο κόφτης που ετοιμάζονται να υιοθετήσουν διασώζει τα άχρηστο πολιτικά σαρκίο τους, τους προσφέρει την ικανοποίηση της ματαιοδοξίας και ξεκαθαρίζει το τοπίο από περαστικούς, μη ελεγχόμενους από την κομματική γραφειοκρατία, που μπορούν, υπό προϋποθέσεις, να απειλήσουν την αυθεντία της νυφίτσας.
Σε αυτό το τοπίο είναι προφανές πως ο κ. Κασσελάκης δεν έχει καμία τύχη, πλην αυτής που του επιφυλάσσει μια δική του πρωτοβουλία να προχωρήσει στην ίδρυση ενός νέου κομματικού μορφώματος και μέσα από αυτό να διεκδικήσει το πολιτικό του μέλλον σε ένα σκηνικό «ενάμισι κόμματος», στο οποίο αναζητείται μανιωδώς «ο δεύτερος της παρέας» και δεν βρίσκεται.
Μια ανάλογη επιλογή θα οδηγήσει στην αναδιάταξη της «κεντροαριστερής» αντιπολίτευσης, θα συνδυαστεί και με τις αλλαγές στο ΠΑΣΟΚ και θα επιτρέψει στον κ. Κασσελάκη να διαμορφώσει έναν καθαρό οδικό άξονα προς το 2027, χωρίς η κομματική παρουσία του να εξαρτάται από μερικές κομματικές σταφιδιασμένες γριές και κάποιους γυρολόγους των πολιτικών αξιωμάτων, επαγγελματίες γεφυρατζήδες «για την σωτηρία του δικού τους τομαριού».
Σε αυτή την αναζήτηση ο κ. Κασσελάκης μπορεί να προσβλέπει και σε ένα αριθμό βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι παραμένουν ( για πόσο ακόμη;) στο πλευρό του και μπορούν, υπό προϋποθέσεις, να στοιχηθούν μαζί του απέναντι στην πολακίζουσα Γεροβασίλη και στον ασπόνδυλο Παππά.
Δυστυχώς ή ευτυχώς ο κ. Κασσελάκης δεν έχει άλλη επιλογή, όσο και αν το σύνδρομο «του Κόμη Μοντεχρήστου» είναι εξαιρετικά ελκυστικό και ηθικά δικαιωμένο. Αν χάσει καιρό και καταναλώσει το όποιο πολιτικό και επικοινωνιακό κεφάλαιο του «για να εκδικηθεί όσους τον ταλαιπώρησαν και τον αδίκησαν» θα χαθεί κι ο ίδιος μέσα στον βούρκο της ανυπαρξίας τους.