Την αισιοδοξία τους ότι η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει τη δυναμική που έχει αναπτύξει παρά τα νέα δεδομένα που έχουν προκύψει από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και τα ζητήματα που προκύπτουν από τον ενεργειακό τομέα και τις ανατιμήσεις σε μια σειρά βασικών αγαθών που επηρεάζουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις, εξέφρασαν τα διοικητικά στελέχη των συστημικών τραπεζών, σε δηλώσεις τους με αφορμή την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων του 2021.
Αναγνώρισαν ταυτόχρονα ότι η διεθνής, η ευρωπαϊκή και κατ’ επέκταση ελληνική οικονομία εισέρχεται σε μια νέα εποχή που χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα που θα έχει αρνητικές συνέπειες στην οικονομία και απαιτεί στενή παρακολούθηση των εξελίξεων.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι και των τεσσάρων τραπεζών τόσο στις δηλώσεις τους όσο και στις παρουσιάσεις των οικονομικών αποτελεσμάτων σε αναλυτές, έδωσαν έμφαση στην ισχυρή κεφαλαιακή βάση των τραπεζών τους καθώς και στην δραστική μείωση των κόκκινων δάνειων που έχει ως αποτέλεσμα πλέον οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων να υποχωρούν σε μονοψήφια ποσοστά. Επισήμαναν ότι δεν ανησυχούν για νέα γενιά κόκκινων δανείων που να δημιουργεί πρόβλημα στο τραπεζικό σύστημα, ενώ και τα τέσσερα διοικητικά στελέχη ανέφεραν ότι η έκθεση τους σε Ουκρανία και Ρωσία είναι είτε μηδενική είτε αμελητέα με αποτέλεσμα να μη δημιουργούνται ανησυχίες. Αναφέρθηκαν επίσης στις χρηματοδοτήσεις προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις καθώς και στις νέες εκταμιεύσεις για το 2022 που θα είναι ακόμη υψηλότερες, δίνοντας ώθηση στην αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου της Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης, ανέφερε ότι η σύρραξη μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας ρίχνει σκιά αβεβαιότητας στις προοπτικές του τρέχοντος έτους, με απρόβλεπτες συνέπειες ως προς το ύψος του πληθωρισμού και τους ρυθμούς ανάπτυξης σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Παρόλα αυτά, είπε, ο υγιής και ισχυρός ισολογισμός της τράπεζας και τα εν εξελίξει έργα μετασχηματισμού, προς όφελος των πελατών και του προσωπικού της, επιτρέπουν στην τράπεζα να εστιάσει στην περαιτέρω ενίσχυση της κερδοφορίας της και στην εμπέδωση της θετικής συμβολής προς τους πελάτες, μετόχους και κοινωνία.
Όπως είπε, μεταξύ άλλων, στους οικονομικούς αναλυτές, είναι ακόμα νωρίς για να γίνουν ακριβείς εκτιμήσεις των επιπτώσεων για την οικονομία, εκτιμώντας, ταυτόχρονα ότι φαίνεται ότι οι επιπτώσεις είναι διαχειρίσιμες. Πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσει η εικόνα και μετά να γίνουν οι εκτιμήσεις, είπε χαρακτηριστικά.
Σε δηλώσεις του ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, εκτίμησε ότι με το βλέμμα στραμμένο στο 2022 και τη μετέπειτα περίοδο, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας εμφανίζονται ιδιαιτέρως ενθαρρυντικές, παρά τις πληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες έχουν αυξηθεί σημαντικά λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας είναι ισχυρά και ακόμη και μέσα στη σημερινή διεθνή συγκυρία, η Ελλάδα αναμένεται να σημειώσει αξιοσημείωτη ανάπτυξη το 2022 και ακόμα καλύτερα αποτελέσματα το 2023 και το 2024, επισήμανε. Ο κ. Μυλωνάς εκτίμησε επίσης ότι η ενεργειακή κρίση και η αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων θα έχουν επίπτωση στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, αλλά το πακέτο μέτρων στήριξης από την κυβέρνηση θα λειτουργήσει αποτρεπτικά για τη δημιουργία νέων κόκκινων δανείων.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου επισήμανε ότι το 2021, η ελληνική οικονομία σημείωσε ισχυρή ανάκαμψη, η έναρξη των έργων στο πλαίσιο του εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και η εφαρμογή σχετικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αναμένεται να διασφαλίσουν τις προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας, ακόμη και εν μέσω της αβεβαιότητας που εξελίσσεται μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι γεωπολιτικές εξελίξεις δημιουργούν κινδύνους, επηρεάζοντας μεταξύ άλλων τις τιμές της ενέργειας και των προϊόντων του αγροτικού τομέα, και έχουν ως αποτέλεσμα, αυξημένες πληθωριστικές πιέσεις, τόσο σε ένταση, όσο και σε διάρκεια, οι οποίες ξεπερνούν τις αρχικές εκτιμήσεις. Οι δευτερογενείς επιπτώσεις ενδέχεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην κατανάλωση και την επιχειρηματική δραστηριότητα, είπε ο κ. Μεγάλου, επισημαίνοντας ότι καθώς η κατάσταση εξακολουθεί να εξελίσσεται, είναι πρόωρο να εκτιμηθεί ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Ωστόσο, με τις προϋποθέσεις για την επίτευξη διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας να έχουν τεθεί, οι επιπτώσεις ενδέχεται να περιοριστούν με μέτρα ανάλογα της πανδημίας που αναμένεται να ληφθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πρόσθεσε.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φωκίωνας Καραβίας μιλώντας για την παγκόσμια οικονομία και το διεθνές εμπόριο εκτίμησε ότι μπαίνουν σε αχαρτογράφητα νερά μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της. Καθώς τα γεγονότα βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, οποιαδήποτε αξιολόγηση των συνεπειών τους είναι πρόωρη. Ωστόσο, για την Ελλάδα, αυτό είναι το τρίτο κύμα μιας δυσμενούς συγκυρίας, μετά από την μακρά οικονομική κρίση και την πανδημία, είπε, επισημαίνοντας ότι είναι νωρίς ακόμη για να εκτιμήσουμε τον αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία. Σε κάθε περίπτωση, τα θεμελιώδη μεγέθη για την επικράτηση του θετικού σεναρίου εξακολουθούν να ισχύουν: η ύπαρξη ενός φιλικού για επενδύσεις επιχειρηματικού περιβάλλοντος, ένας σταθερός οδικός χάρτης με βάση το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0 και επαρκείς πηγές χρηματοδότησης, που περιλαμβάνουν το NextGenEU και λοιπούς πόρους από την ΕΕ. Οι επιπτώσεις της γεωπολιτικής αναταραχής είναι πιθανό να μετριαστούν με συντονισμένα μέτρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως συνέβη και με την πανδημία, τόνισε ο κ. Καραβίας.