Άναψε κερί να βρεις το λύχνο…
Αμέτρητα προβλήματα είχαν να λύσουν οι πρόγονοί μας στα πρώτα κιόλας βήματα της Αθήνας-Πρωτεύουσας (1834) και για πολλές δεκαετίες αργότερα.
Ένα απ’ αυτά ήταν η χάραξη και η κατασκευή δρόμων. Ιδού δύο κείμενα που μας δίδουν μια χαρακτηριστική εικόνα του τι γινόταν …
«Η οδός Πειραιώς, παραμεληθείσα, κατέστη ελεεινή και αδιάβατος. Αι άμαξαι κρημνίζονται κάθ’ εκάστην εις λάκκους και κινδυνεύει η ζωή των πολιτών…
Είνε αίσχος να έρχωνται οι ξένοι και ως πρώτην αθλιότητα ημών, να βλέπουν αυτάς τα οδούς εις τόσω κακήν κατάστασιν. Υπέρ τους δέκα από προχθές επέστρεψαν με θραυσμένας χείρας, πόδας και κρανία, κρημνισθεισών των αμαξών καθ’ οδόν και διά τούτο φοβούνται οι άνθρωποι να καταβώσιν εις Πειραιά».
( «Φως», 1860)
Στην ίδια εφημερίδα διαβάζουμε:
«Αι οδοί Αιόλου και Ερμού κατήντησαν αδιάβατοι, ένεκα των επισκευαζομένων πεζοδρομίων. Εις αμφοτέρας δε βλέπει τις καθ’ όλον το μήκος ή τάφρους ανεωγμένους και λίθους εσωρευμένους και εμποδίζοντας την διάβασιν παντός ανθρώπου, ιδίως των Κυριών, αίτινες δεν δύνανται μετά του κρινολίνου των να εισέλθουν εις εμπορικόν κατάστημα και αναθεματίζουν χιλιάκις την ώραν, τους αιτίους του κακού τούτου. Ουχ ήττον δε και οι έμποροι, των οποίων η ζημιά υπήρξεν εκ τούτου ου μικρά. Και αν εβλέπαμεν τας οδούς αυτάς διορθουμένας σ’ το διάβολο! Δυστυχώς όμως το αριστερόν πεζοδρόμιον κατέστησαν τοιούτο οι μηχανικοί μας, ώστε ούτε ποντικοί δεν δύνανται να διαβώσι. Πάντοτε θα τα κάμνωμεν όλα στραβά και ανάποδα».
Φυσικά η ονομασία των δρόμων ερχόταν σε δεύτερη μοίρα αφού προηγείτο η κατασκευή. Αναγκαστικά λοιπόν οι περισσότερες διευθύνσεις εδίδοντο περιγραφικά! Διαβάζουμε λοιπόν στις «ειδοποιήσεις» όπως αποκαλούντο τα παλιά χρόνια οι διαφημίσεις-αγγελίες:
«Ευρίσκεται εις το γραφείον μας ένα γράμμα, επιγραφόμενον προς τον κύριον Χ. Κεφάλαν, κατοικούντα πλησίον της οικίας του Γρηγορίου κουρέως, όπου πρότερον κατώκει ο Γεώργιος Γλαράκης. Και ο τοιούτος ας έλθη να το λάβη».
(«Ταχύπτερος Φήμη», 1860)
«Το Ζαχαροπωλείον των κυρίων Λελούδη και Συντροφίας, κείμενον κατά την πλατεία του Συντάγματος, υπό την οικίαν του Ανδρέα Χατζή Αναργύρου, αναγγέλλει προς το φιλόκαλλον κοινόν της πρωτευούσης ότι από σήμερον έλαβεν το μέτρον, του να έχη την Μουσικήν του πεζικού στρατού παιανίζουσαν, από της 8ης μέχρι της 11ης ώρας της εσπέρας, προς τέρψην των προσφοιτώντων εις το ειρημένον Ζαχαροπωλείον…».
(«Φως», 1860)
Έ, κάποια στιγμή εδέησε να λυθεί και το θέμα αυτό. Στα «Αθηναϊκά Νέα» του 1931 εντόπισα το σχετικό ρεπορτάζ:
«Υπάρχει μια ημέρα στην ιστορία της Αθήνας την επέτειο της οποίας θα έπρεπε να εορτάζουν οι ταχυδρομικοί διανομείς με τον πιο πανηγυρικό τρόπο. Και υπάρχει ένας άνθρωπος την εικόνα του οποίου θα έπρεπε να αναρτήσουν εις τα γραφεία του σωματείου των, και μάλιστα εις το πιο περίοπτο μέρος.
Η ημέρα είνε η 17 Ιανουαρίου του 1884 και ο άνθρωπος ο Ιωάννης Φιλήμων, ο ακούραστος εκείνος και ρέκτης δήμαρχος, εις τον οποίον τόσα και τόσα οφείλουν αι Αθήναι.
Μέχρι της εποχής εκείνης, μαζί με την σκόνη, τη λάσπη, τα φιλοπόλεμα συλλαλητήρια, τον τύφο και τους υπαιθρίους ρήτορας, τους κηρύσσοντας καθημερινώς πόλεμον εναντίον της Τουρκίας, μία από τας μεγαλυτέρας μάστιγας της πρωτευούσης και των ταχυδρομικών διανομέων ήτο και … η «Οδός Ανωνύμου»
Δεν πρόκειται ούτε περί μιάς ούτε περί δυό, ούτε περί δέκα ή είκοσι οδών, αλλά περί των 2/3 των Αθηναϊκών δρόμων, ούτως ονομαζομένων, ελλείψει οιουδήποτε άλλου βαπτιστικού ονόματος.
Το μικρό παιδί προτού βαπτισθή λέγεται κατά κανόνα μπέμπης εφ’ όσον ανήκει εις το άσχημον και μπεμπέκα εφ’ όσον ανήκει εις το ωραίον φύλον. Έτσι και κάθε δρόμος των Αθηνών, προτού τον αναδεχθή εκ της δημαρχιακής κολυμβήθρας η τριμελής επιτροπή των κουμπάρων, ελέγετο «Ανώνυμος». Άναψε κερί να βρής το λύχνο…
Για να καταλάβετε τι χάβρα επικρατούσε τότε, δεν έχετε παρά να ρίξετε μια ματιά εις ένα θαύμα της ρωμέϊκης εφευρετικότητος, το οποίον θα μείνη εις τα χρονικά της πρωτευούσης ως εύγλωττος μαρτυρία περί του τρόπου με τον οποίον ανευρίσκοντο, μια φορά και ένα καιρό, αι κατοικίαι των πολιτών.
Σε κάποια εφημερίδα του 1880 δημοσιεύεται μια αγγελία με την εξής προσθήκην του ενδιαφερομένου: «Η διεύθυνσίς μου: ανεβαίνει ο αιτών την οδόν Αγχέσμου (σ.σ. μετέπειτα Βουκουρεστίου), μέχρι τέλους σχεδόν αυτής, προς τον Λυκαβηττόν, εκεί ευρίσκεται είς φούρναρης και είς παντοπώλης. Ερωτούν τον ένα ή τον άλλον πού είνε η οικία Κ. και με ευρίσκουν».
Εδώ βέβαια υπάρχει οδός. Αλλά δεν υπάρχει αριθμός. Μέχρι της εποχής εκείνης τα σπίτια ήσαν ακόμη αναρίθμητα.
Η κατάστασις αυτή δεν ήτο δυνατόν να εξακολουθήση και ο Φιλήμων καταρτίσας επιτροπή από τον Δημήτριον Κορομηλά, τον διαπρεπή δημοσιογράφον και θεατρικόν συγγραφέα, τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Νικόλαον Πολίτην και τον δημοτικό σύμβουλο Λάμπρο, της ανέθεσε να βαφτίση τους αβάπτιστους δρόμους των Αθηνών. Σημειώσατε ότι αι οδοί της πόλεως ανήρχοντο τότε εις 440, αι δε πλατείαι εις 23. Ονόματα είχαν μόνον 160 δρόμοι και 12 πλατείαι!
Οι τρείς κουμπάροι επελήφθησαν με ζήλον του έργου των και την 17ην Ιανουαρίου υπέβαλαν εις το δημοτικόν συμβούλιον τον κατάλογον των αναδεξιμιών των. Δεν είνε δυνατόν βέβαια να σας απαριθμήσω τα ονόματα όλων των νεοφωτίστων. Θα περιορισθώ μόνον να σας αναφέρω τα κυριώτερα.
Το δημοτικόν συμβούλιον επέφερε μερικάς τροποποιήσεις εις τον υπό της επιτροπής των νονών υποβληθέντα κατάλογον. Μεταξύ των άλλων διέγραψαν και το όνομα του διαπρεπούς Κερκυραίου Ιστοριογράφου Μουστοξύδη.
Η διαγραφή αυτή προκάλεσε φαιδρά σχόλια και ευτραπέλους υπαινιγμούς. Φαίνεται πως κάποιος δημοτικός σύμβουλος πού είχε αμπέλια και έκανε κρασί ενήργησε υπέρ της διαγραφής διότι «εφοβήθη μήπως όταν διέρχεται από τον δρόμον αυτόν ο μούστος του γίνεται ξύδι».
Και ένα άλλο ακόμη φαιδρόν. Ένας δρόμος είχε ονομασθή οδός Φιλήμονος, από το όνομα του αρχαίου κωμικού, ουδεμίαν σχέσιν έχοντος με την οικογένειαν του δημάρχου. Αλλά μόλις εγνώσθη αυτό εις την πόλιν, μερικοί γκρινιάρηδες, ανίδεοι της αρχαίας φιλολογίας παρεξήγησαν το πράγμα και αρχίζουν την ρωμέϊκη μουρμούρα: «Τι… θα βάνη και ο δήμαρχος το όνομά του»!
Οι ψίθυροι έφθασαν στ’ αυτιά του Φιλήμονος, του λεπτού αυτού και αριστοκρατικού τύπου, ο οποίος δια να μη θεωρηθή, ότι ηγωνίζετο pro domo sua εζήτησε να διαγραφή η ονομασία.
Η ονομασία πράγματι διεγράφη. Οι γκρινιάρηδες έπαυσαν την μουρμούρα. Ο Φιλήμων έμεινε έξω του νυμφώνος. Και το επεισόδιον έληξε!».
Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)