Στην ιστορία έμεινε η λαϊκή εξέγερση που συνέβη στο Βυζάντιο την εποχή του Ιουστινιανού και πνίγηκε στο αίμα από τον αυτοκράτορα.
Η Ρωμαϊκή και η Βυζαντινή αυτοκρατορία είχαν αναπτύξει οργανώσεις φιλάθλων του ιπποδρόμου, ειδικά για τις αρματοδρομίες, μία δημοφιλή ενασχόληση για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.
Υπήρχαν τέσσερις κύριοι σύνδεσμοι, καθορισμένοι ανάλογα με το χρώμα της στολής της αγαπημένης τους αγωνιστικής ομάδας. Αυτοί ήταν οι Βένετοι (Γαλάζιοι), οι Ρούσσοι (Κόκκινοι), οι Πράσινοι και οι Λευκοί, αν και κατά τη Βυζαντινή περίοδο οι μόνες ομάδες που εξακολουθούσαν να διαθέτουν κάποια επιρροή και πολιτική δύναμη ήταν οι Βένετοι και οι Πράσινοι. Οι αυτοκράτορες συχνά υποστήριζαν τη μία έναντι της άλλης ομάδας. Ο Ιουστινιανός ήταν υποστηρικτής των Βένετων, τουλάχιστον μέχρι τη Στάση.
Πρωταγωνιστές της εξέγερσης, που ονομάστηκε «Στάση του Νίκα», ήταν οι δήμοι των «Πράσινων» και «Βένετων» (μπλε), οργανώσεις φιλάθλων με λαϊκή καταγωγή, που ζούσαν για τις αρματοδρομίες στις εξέδρες του Ιππόδρομου της Κωνσταντινούπολης. Οι «Ρούσσοι» και οι «Λευκοί» υπολείπονταν αρκετά σε δημοτικότητα των άλλων δύο δήμων. Οι αρματοδρομίες ήταν ένα ιδιαίτερα δημοφιλές άθλημα εκείνη την περίοδο, όπως σήμερα είναι το ποδόσφαιρο.
Θα λέγαμε ότι οι «Βένετοι» και οι «Πράσινοι» θύμιζαν αρκετά σε πάθος και αφοσίωση τους σημερινούς συνδέσμους φιλάθλων, ιδιαίτερα τη «Θύρα 7» του Ολυμπιακού και τη «Θύρα 13» του Παναθηναϊκού. Οι ιστορικοί χαρακτηρίζουν του δήμους κάτι ανάμεσα σε συμμορία και πολιτικό κόμμα, καθώς συχνά προσπαθούσαν να επηρεάσουν τις πολιτικές αποφάσεις.
Το 531, ένας «βένετος» και ένας «πράσινος» συλλαμβάνονται με την κατηγορία της δολοφονίας και καταδικάζονται σε θάνατο διά απαγχονισμού. Ο Ιουστινιανός, δεδηλωμένος οπαδός των Βένετων, μετατρέπει τη θανατική ποινή σε φυλάκιση. Οι «Πράσινοι» και «Βένετοι» αξιώνουν την πλήρη απαλλαγή τους. Ο αυτοκράτωρ, όμως, τους αγνοεί.
Κάποιοι από τους συγκλητικούς είδαν τη στάση σαν ευκαιρία να ανατρέψουν τον Ιουστινιανό, δυσαρεστημένοι από νέους, βαρείς φόρους που αυτός είχε επιβάλει και τον ψαλιδισμό των δικαιωμάτων των ευγενών γενικότερα. Οι στασιαστές, οπλισμένοι και μάλλον ελεγχόμενοι από τους συμμάχους τους στη Σύγκλητο,πυρπολούν κτίρια, πολιορκούν το παλάτι προξενούν ζημιές ακόμη και στην Αγία Σοφία και απαιτούσαν την αποπομπή του Έπαρχου Ιωάννη του Καππαδόκη, ο οποίος ήταν αρμόδιος για τη συλλογή των φόρων, καθώς και του αυλικού Τριβωνιανού, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την αναθεώρηση του ποινικού κώδικα. Ο Ιουστινιανός υποσχέθηκε να απομακρύνει από τις θέσεις τους τον Τριβωνιανό και τον Ιωάννη Καππαδόκη, αλλά η έκκλησή του στον Ιππόδρομο δεν πέτυχε και ανακηρύχθηκε νέος αυτοκράτορας ο Υπάτιος, ανιψιός του Αυτοκράτορα Αναστάσιου Α’.
Ο Ιουστινιανός ετοιμαζόταν να εγκαταλείψει την Πόλη, αλλά η σύζυγός του Θεοδώρα τον έπεισε να παραμείνει. Ο Ιουστινιανός διέταξε τότε τους στρατηγούς του Βελισάριο και Μούνδο να καταστείλουν την εξέγερση. Αυτοί δωροδοκώντας κάποιους αρχηγούς των στασιαστών τους έφεραν με το μέρος του αυτοκράτορα, προκαλώντας έτσι διχόνoια μεταξύ των στασιαστών. Σε κάθε περίπτωση, οι εξεγερθέντες εγκλωβίστηκαν στον Ιππόδρομο, όπου και σφαγιάστηκαν. Οι πηγές αναφέρουν ως θύματα συνολικά περίπου τριάντα πέντε χιλιάδες στασιαστές. Την επομένη, διατάχθηκε να εκτελεσθούν ο Υπάτιος και ο αδελφός του, ενώ η περιουσία τους δημεύθηκε, όπως και πολλών συγκλητικών που εξορίστηκαν επειδή είχαν υποστηρίξει τη στάση.
Η καταστολή της «Στάσης του Νίκα» στις 18 Ιανουαρίου του 532 άφησε πίσω της 30.000 νεκρούς. Συνέπειες της εξέγερσης υπήρξε η ενίσχυση της αυτοκρατορικής εξουσίας και ο περιορισμός της δύναμης των δήμων.