«Συνεχίζουμε τον αγώνα δικαίωσης της θυσίας των τραγικών θυμάτων της θηριωδίας που συντελέσθηκε, στα Καλάβρυτα στις 13 Δεκεμβρίου 1943, στέλνοντας προς κάθε κατεύθυνση σε όλο τον κόσμο ένα διπλό, ηχηρό, μήνυμα με βάση την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας: Δεν ξεχνάμε. Ποτέ ξανά».
Αυτά τόνισε, μεταξύ άλλων, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, σε δήλωση που έκανε την Κυριακή από τα Καλάβρυτα. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος τιμά με την παρουσία του τις εκδηλώσεις που γίνονται στα Καλάβρυτα, για την 72η επέτειο από το ολοκαύτωμα, «σε αυτόν εδώ τον μαρτυρικό τόπο, συντελέσθηκε, στις 13 Δεκεμβρίου 1943, μέσα από βάρβαρη σφαγή κι ανελέητη καταστροφή, το μεγαλύτερο και απεχθέστερο έγκλημα πολέμου στην Ελλάδα, κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, από τον γερμανικό στρατό κατοχής».
Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων μνήμης, το πρωί τελέστηκε πάνδημο μνημόσυνο στον καθεδρικό ναό των Καλαβρύτων και ακολούθησε επιμνημόσυνη δέηση στο τόπο θυσίας και κατάθεση στεφάνων από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τους εκπροσώπους των πολιτικών και στρατιωτικών αρχών.
1.800 Έλληνες ταγματασφαλίτες με γερμανικές στολές
Η σφαγή των Καλαβρύτων αναφέρεται στην εξολόθρευση του ανδρικού πληθυσμού και την ολική καταστροφή της πόλης των Καλαβρύτων στην Ελλάδα, από στρατιώτες της γερμανικής 117ης Μεραρχίας Καταδρομών, κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου στις 13 Δεκεμβρίου του 1943.
Η πράξη αυτή ήταν μαζικά αντίποινα στην εκτέλεση 77 Γερμανών αιχμαλώτων, οι οποίοι είχαν συλληφθεί από τους αντάρτες κατά τη διάρκεια της επιχείρησης «Καλάβρυτα».
Οι σφαγές ξεκίνησαν από την παράκτια περιοχή της Αχαΐας στη βόρεια Πελοπόννησο, όταν τα στρατεύματα της Βέρμαχτ στην πορεία τους έκαψαν χωριά και δολοφόνησαν τους πολίτες στο δρόμο τους.
Η σφαγή των Καλαβρύτων είναι η πιο βαριά περίπτωση πολεμικού εγκλήματος στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Β” Παγκοσμίου Πολέμου.
Μαζί με το γερμανικό τάγμα που πραγματοποίησε την επιχείρηση των Καλαβρύτων, βρίσκονταν και 300 γερμανοντυμένοι Έλληνες.
Εκτός από τους 300 γερμανοντυμένους Έλληνες προδότες που συνέδραμαν στη σφαγή, ακόμη 1.500 είχαν παραταχθεί περιμετρικά της περιοχής.
Αυτοί οι προδότες προέρχονταν από τα τάγματα «Λεωνίδας» από τη Λακωνία, ομάδες από την Ηλεία και την Κόρινθο, ενώ μεταφέρθηκαν και ομάδες ταγματασφαλιτών από τη Θήβα και τα Μέγαρα.
Ακόμη 300 ταγματασφαλίτες είχαν ακολουθήσει τη μονάδα AA 116 των ποδηλατιστών από τη Μεγαλόπολη.
Στους Έλληνες ταγματασφαλίτες δόθηκε ρουχισμός και οπλισμός από τις αποθήκες της Βέρμαχτ στο Αίγιο και την Πάτρα.
Δεν τους δόθηκαν όμως κράνη, παρά μόνο τζόκεϊ, ώστε να ξεχωρίζουν από τους Γερμανούς στρατιώτες.