Στις 15 Οκτωβρίου 1940 ο Μπενίτο Μουσολίνι συγκάλεσε το Πολεμικό Συμβούλιο στο Παλάτσο Βενέτσια της Ρώμης.
Εκεί καθορίστηκε η ημερομηνία και οι λεπτομέρειες της επίθεσης εναντίον της Ελλάδας.
Την ίδια στιγμή, η ιταλική πρεσβεία στην Αθήνα ξεπέρασε κάθε όριο θεατρικότητας, διαβεβαιώνοντας συνεχώς τα στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης για τις αγαθές ιταλικές προθέσεις. Στις 22 Οκτωβρίου, ο κόμης Τσιάνο συνέταξε το περίφημο τελεσίγραφο που προοριζόταν να επιδοθεί στην ελληνική κυβέρνηση τη νύκτα της 27ης προς 28η Οκτωβρίου.
Την επόμενη ημέρα ο Έλληνας πρεσβευτής στη Ρώμη τηλεγράφησε στην Αθήνα τονίζοντας ότι η εναντίον της Ελλάδας ενέργεια είχε προσδιοριστεί μεταξύ 25 και 28 Οκτωβρίου. Και ενώ οι δύο χώρες προχωρούσαν στις τελευταίες προετοιμασίες για τον πόλεμο, ο Ιταλός πρεσβευτής Εμμανουέλε Γκράτσι έπαιζε το τελευταίο μέρος του θλιβερού του ρόλου (όπως ο ίδιος τον χαρακτήρισε στα απομνημονεύματά του). Το Εθνικό Θέατρο Αθηνών θα ανέβαζε το μελόδραμα του Τζιάκομο Πουτσίνι «Μαντάμ Μπατερφλάi».
Ο Γκράτσι πρότεινε να κληθεί ο γιος του διάσημου συνθέτη να παρακολουθήσει την πρώτη επίσημη παράσταση. Προς τιμήν του η ιταλική πρεσβεία θα έδινε μια μεγάλη δεξίωση όπου θα καλούσε την «αφρόκρεμα» της αθηναϊκής κοινωνίας, όλα τα μέλη της κυβέρνησης και τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Ο Μεταξάς, σε μια προσπάθεια να εξαντλήσει όλες τις πιθανότητες για την εξεύρεση μιας ειρηνικής λύσης, δέχθηκε την έλευση του Πουτσίνι.
Ενημέρωσε όμως ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του δεν θα παρευρίσκονταν και παράλληλα, εξήγησε ότι η αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών θα μπορούσε να επέλθει μόνο αν η Ιταλία το επιθυμούσε ειλικρινά. Με αυτήν του την ενέργεια ήθελε να δείξει την έντονη δυσαρέσκειά του για την ύπουλη πολιτική της γείτονος. Ο ίδιος ο Γκράτσι πάντως αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι δεν είχε καλέσει τον Μεταξά….
Η δεξίωση δόθηκε τη νύκτα της 26ης Οκτωβρίου μέσα σε μεγάλη επισημότητα και σε γενικά θετικό κλίμα. Την ίδια στιγμή, στο γραφείο του Ιταλού πρεσβευτή οι δύο γραμματείς της πρεσβείας αποκρυπτογραφούσαν το τελεσίγραφο που έφτανε, σε τέσσερα μέρη, σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ο Γκράτσι ανησυχούσε ιδιαίτερα μήπως κάποιος προσέξει τη συχνή απουσία των δύο γραμματέων. Γι’ αυτό φρόντιζε να τους υπενθυμίζει να σταματούν για λίγο την αποκρυπτογράφηση και να συνομιλούν με τους καλεσμένους.
Οι συμπληρωματικές οδηγίες του τελεσιγράφου τόνιζαν πως έπρεπε να επιδοθεί χωρίς προειδοποίηση στον Έλληνα πρωθυπουργό στις 3 π.μ. την 28η Οκτωβρίου. Η Ιταλία δρούσε άνανδρα μέχρι την τελευταία στιγμή. Ο Γκράτσι προτίμησε να περάσει το βράδυ της 27ης Οκτωβρίου σε ένα φιλικό σπίτι. Απ’ εκεί ξεκίνησε για την επίδοση του τελεσιγράφου.
Στις 2:50 π.μ. της 28ης Οκτωβρίου ένα αυτοκίνητο του διπλωματικού σώματος σταμάτησε μπροστά από την πρωθυπουργική κατοικία στην Κηφισιά. Ο διερμηνέας ανέφερε στον φρουρό ότι ο πρεσβευτής της Ιταλίας ήθελε να επιδώσει στον πρόεδρο της κυβέρνησης μια επείγουσα ανακοίνωση. Εκείνος άρχισε να κτυπά επίμονα ένα ηλεκτρικό κουδούνι. Έπειτα από λίγα λεπτά ο Μεταξάς εμφανίσθηκε στην είσοδο της υπηρεσίας, αναγνώρισε τον Γκράτσι και διέταξε τον φρουρό να του επιτρέψει την είσοδο. Ο Γκράτσι μπήκε στο σπίτι του Μεταξά ανεμπόδιστα, η Ιταλία όμως έπρεπε να πολεμήσει για κάθε μέτρο ελληνικής γης, που ήθελε να κατακτήσει….