Νέα μαρμάρινα μέλη, κομμάτια από παράσταση που κοσμούσε τη ζωφόρο στο εσωτερικό του τύμβου Καστά στην Αμφίπολη, τα οποία κορυφώνουν τα σενάρια για ενδεχόμενη συσχέτιση με τον Μέγα Αλέξανδρο και τον Ηφαιστίωνα, εντόπισε η ανασκαφική ομάδα της Κατερίνας Περιστέρη εκατό, μόλις, μέτρα μακριά από τον περίβολο του υπερμεγέθους μνημείου.
Αυτό ανακοινώθηκε σήμερα από τα χείλη των επικεφαλής της διεπιστημονικής ομάδας των ανασκαφών στον περίφημο τύμβο, στο πλαίσιο 29ης Επιστημονικής Συνάντησης για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη, που πραγματοποιείται από εχθές στην αίθουσα τελετών του παλαιού κτηρίου της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Συγκεκριμένα, όπως αποκάλυψαν ο αρχιτέκτονας, Μιχάλης Λεφαντζής, και ο διεθνούς φήμης Ιταλός αρχαιολόγος, Αντόνιο Κόρσο, στην περιοχή περιμετρικά του ταφικού μνημείου, η ανασκαφική ομάδα εντόπισε ευμεγέθη μαρμάρινα μέλη, στελέχη παράστασης που απεικονίζουν το προφίλ ένος πολεμιστή, «πιθανού υψηλόβαθμου αξιωματικού». Αυτό κρατά έγχρωμη ασπίδα, η οποία έφερε πάνω της την αιχμή ενός δόρατος, που όπως εκτίμησαν αφορά τη γνωστή μακεδονική Σάρισα. Δίπλα στον στρατιώτη, εμφανίζεται το κεφάλι ενός αλόγου, ενώ διακρίνεται και ένα φίδι τυλιγμένο σε κορμό δένδρου να εφάπτεται στην απόληξη του κράνους του στρατιώτη. Ακόμη, εντοπίστηκαν διάσπαρτα κομμάτια από πόδια αλόγου. Το σωζόμενο μέλος έχει ύψος 1,60 μ. και εκτιμάται ότι έφθανε συνολικά τα 2,70 μ. Εικάζεται ότι τα μέλη αυτά ήταν τοποθετημένα στον χώρο όπου βρισκόταν η κιβωτιόσχημη θήκη.
Σύμφωνα με τον κ. Λεφαντζή, η όλη παράσταση παραπέμπει σε νεκρική πομπή, η οποία «μάλλον», όπως είπε, αποτελείται από πεζεταίρους (μέλη επίλεκτου σώματος του Μακεδονικού στρατού). «Μια πομπή που συνδέει τον κόσμο νεκρών με αυτόν των ζωντανών, μια πομπή που αφορά έναν ήρωα», σημείωσε ο ίδιος. Εξήγησε, δε, ότι το φίδι που διακρίνεται αποτελεί ενδεχομένως αναφορά στον Δία. Το συγκεκριμένο ανάγλυφο εκτιμάται πως βρισκόταν στη βάση του βάθρου επί του οποίου ήταν ο Λέοντας της Αμφίπολης, στην κορυφή του τύμβου.
Από την πλευρά του, ο κ. Κόρσο αποκάλυψε την ανεύρεση μίας ανάγλυφης κεφαλής, που όπως υποστήριξε, απεικονίζει το πορτραίτο του σπουδαίου στρατηλάτη, Μεγάλου Αλεξάνδρου. Παραθέτοντας, μάλιστα, συγκρίσιμα στοιχεία με παρόμοιες, αλλά μεταγενέστερες παραστάσεις, όπως αυτή που βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να υπάρχει άμεση ταύτιση με τον θάνατο του Ηφαιστίωνα, αφού, όπως υπογράμμισε, η πομπή των πολεμιστών μπορεί να καταδεικνύει τη μεταφορά των όπλων του μεγάλου στρατηγού, κατά τη διαδικασία ταφής του.
Παράλληλα, εντός του μνημείου, σύμφωνα με τον Μ. Λεφαντζή, εντοπίστηκε στέλεχος που μοιάζει με χερούλι, το οποίο πιθανολογείται πως ανήκει σε τεφροδόχο, η οποία λεηλατήθηκε.
Επίσης, στο δάπεδο του 2ου θαλάμου του μνημείου διαπιστώθηκε ότι υπήρχε ένα «τετράγωνο αποτύπωμα» και, σύμφωνα με εκτιμήσεις της ανασκαφικής ομάδας, υπήρχε βάση για άγαλμα μπροστά από τις «καρυάτιδες».
Από την κεραμική, η οποία, σύμφωνα με την κα. Περιστέρη, εκτείνεται χρονικά από τον 4ο π.Χ. ως τα ρωμαϊκά χρόνια, προκύπτει ότι γίνονταν τελετές για αφηρωισμό.
Σημειώνεται, πάντως, ότι η στήλη όπου εμφανίζεται το φίδι ενισχύει την ερμηνεία για τελετουργίες (χθόνια λατρεία) στο μνημείο, το οποίο, σύμφωνα με την επικεφαλής των ανασκαφών στον τύμβο της Αμφίπολης, κατασκευάστηκε, τουλάχιστον αρχικά, ως ηρώον προς τιμήν του αφηρωισμένου Ηφαιστίωνα το τελευταίο τέταρτο του 4ου αιώνα. Για τελετουργίες, όμως, έκανε λόγο από την πλευρά του και ο κ. Λεφαντζής.
Οι πρώτες ενδείξεις για τους σκελετούς
Όπως αποκάλυψε με τη σειρά της η κα. Περιστέρη, προλογίζοντας τους προαναφερθέντες, σύμφωνα με τα πρώτα, προκαταρκτικά στοιχεία από την ανθρωπολογική μελέτη των σκελετών που εντοπίστηκαν στον ταφικό θάλαμο, πρόκειται για:
– δύο άνδρες
– μία γυναίκα
– έναν καμένο άνδρα και
– οστά που παραπέμπουν σε μικρό παιδί
Μάλιστα, όπως προκύπτει από τη μελέτη του κ. Λεφαντζή, το νεκρό σώμα της γυναίκας «απλώς ερρίφθη στον τάφο».
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αμφότεροι, Κ. Περιστέρη και Μ. Λεφαντζής, επέμειναν στην απόλυτη ταύτιση του Λέοντα της Αμφίπολης με τον τύμβο Καστά, ενώ ξεκαθάρισαν ότι τα κεφάλια που βρέθηκαν στο εσωτερικό του μνημείου εφάπτουν απολύτως στις δύο περίτεχνες Σφίγγες που βρίσκονται στην είσοδο.
Παράλληλα, αναφερόμενοι στην οικοδομική επιγραφή «Παρέλαβον Ηφαιστιώνος», υποστήριξαν ότι τα επόμενα χρόνια άγνωστοι, πιθανώς τυμβωρύχοι, επιχείρησαν εσκεμμένα να τη σβήσουν, αφού εντοπίζεται αλλοίωση του γράμματος «Π», ενώ κατέστησαν σαφές πως το μονόγραμμα «ΑΝΤ», επιβεβαιώνει την «υπογραφή» του Αντίγονου του Μονόφθαλμου.
Επανέλαβαν, επίσης, ότι το μνημείο χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ.. Τη χρονολόγησή του τεκμηρίωσε η κα. Περιστέρη, αντιστοιχίζοντας τα ευρήματά του (Σφίγγες, Καρυάτιδες, ψηφιδωτό), με έργα της ίδιας περιόδου (325-300 π.Χ.) που φυλάσσονται σε μουσεία του εσωτερικού, αλλά και του εξωτερικού.
Τέλος, εντοπίστηκε κομμάτι ξυλάνθρακα στην επίχωση του τάφου, εξωτερικά, ψηλά και δίπλα στη θολωτή στέγη του ταφικού μνημείου, το οποίο εξέτασαν με σύγχρονες μεθόδους οι επιστήμονες (Γ. Συρίδης, Σ. Παυλίδης, Α. Χατζηπέτρος, Γρ. Τσόκας) και χρονολογεί την κατασκευή στο δεύτερο μισό του 4ου π.Χ. αιώνα.