Στις νέες γενιές και το οξύ πρόβλημα της ανεργίας στην Ελλάδα επικεντρώνεται η βρετανική Telegraph γράφοντας πως μπορεί η συμφωνία να έκλεισε αλλά η Αθήνα συνεχίζει να ζει με τα προβλήματά της.
Όπως τονίζει, δεν είναι καθόλου τυχαίο που στο πρόσφατο δημοψήφισμα το 70% των νεαρών ανδρών ψήφισε «όχι» αφού η πλειονότητα εξ αυτών δεν μπορεί να ενταχθεί στην αγορά εργασίας και βλέπει τη ζωή του να χάνεται.
Το πρόβλημα φυσικά επεκτείνεται και στις μεγαλύτερες ηλικίες, των 30-40 ετών, άνδρες που ζουν υπό τον κίνδυνο απώλειες της εργασίας τους.
Κάποιοι από αυτούς είχαν καταφέρει προ κρίσης να μπουν στην αγορά εργασίας, να βιώσουν τον… πρώτο αέρα ανεξαρτησίας και τώρα βρίσκονται πάλι στην αρχή.
Η ανεργία στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι ένα κοινωνικό στίγμα. Οι άνδρες που αναγκάζονται να απαρνηθούν την αυτοβουλία τους και να επιστρέψουν στο πατρικό τους σπίτι, στην πραγματικότητα επιστρέφουν στην παιδική τους ηλικία – εξαρτώνται και πάλι από τους γονείς τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνονται τα διαζύγια και να μειώνονται οι γεννήσεις.
Η αλήθεια είναι ότι η πυρηνική οικογένεια είναι το τελευταίο δίχτυ ασφαλείας στην Ελλάδα – υπό άλλες συνθήκες η κρίση θα είχε προκαλέσει μεγαλύτερες ζημιές.
Η κατάσταση αυτή έχει προκαλέσει αύξηση των καρδιακών νοσημάτων κατά 74,5% για τους άνδρες κάτω των 45 ετών, ενώ στις γυναίκες η αύξηση είναι ακόμα πιο μεγάλη (86,5%).
Επικίνδυνα αυξημένα είναι και τα κρούσματα του HIV μέσα στο 2014 (802 ασθενείς, το 86,8% αυτών ήταν άνδρες).
Επίσης, το 12,3% του πληθυσμού της Ελλάδας εμφανίζει συμπτώματα κλινικής κατάθλιψης. Ως εκ τούτου, μπορεί να εξηγεί η αύξηση των αυτοκτονιών κατά 35%. Οι πιο «ευπαθείς» ομάδες είναι αυτές των ανδρών νεαρής ηλικίας (κάτω από τα 34 χρόνια). Δύο στους τρεις άνδρες αυτής της ηλικιακής ομάδας συνεχίζουν να ζουν με τους γονείς του, λόγω οικονομικών δυσκολιών.
Μια ακόμη παράπλευρη απώλεια της κρίσης και της ανεργίας στους νέους είναι η απόφαση κάποιων να φύγουν από την Ελλάδα και να αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη σε άλλες χώρες (περίπου 200.000 νέοι έχουν φύγει μέχρι τώρα από τη χώρα).
Σε αντίθεση με τη μετανάστευση του ’50 και του ’60, αυτοί που φεύγουν τώρα δεν προτίθεται να εργαστούν στο εξωτερικό ως ανειδίκευτοι εργάτες – τουναντίον.
Κουβαλώντας πολύ καλές σπουδές και μια σχετική εμπειρία, ενδιαφέρονται για δουλειές που προσφέρουν προοπτικές για το μέλλον.
Δεν πρέπει να προκαλεί, απορία, λοιπόν, ότι αυτοί οι νέοι άνδρες (αλλά και γυναίκες) απέρριψαν το σχέδιο των δανειστών στο δημοψήφισμα.
Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα, μπορεί κάλλιστα να είναι ο προάγγελος αυτών που θα συμβούν (ή ενδέχεται) να συμβούν και σε άλλες χώρες της Ευρώπης τα επόμενα χρόνια.