Συνέντευξη στη δημοσιογράφο Ειρήνη Θεοδωροπούλου
Τον συναντούμε καθημερινά στους δρόμους της πόλης του Βόλου. Ρακένδυτος και συνάμα αξιοπρεπής, είναι πάντα έτοιμος να σε καλημερίσει χαρίζοντάς σου το πιο ζεστό χαμόγελο. Ο «Φώτης ο τρελός» όπως πολλοί τον αποκαλούν νιώθει ευτυχισμένος για την επιλογή της μοναξιάς του και πλούσιος.
Πολύ πλούσιος, αφού έχει κερδίσει όπως λέει το πολυτιμότερο δώρο, την ίδια την ζωή, αλλά και την καλημέρα στον συνάνθρωπο.
Πάντα έχεις να πεις κάτι με τον Φώτη. Κυρίως όμως, έχεις να ακούσεις από τον «φιλόσοφο του δρόμου» ή τον «δια Χριστόν σαλό» πώς βλέπει την ελληνική πραγματικότητα ένας άνθρωπος που κατ’ επιλογήν ζει μόνος του, παρατηρώντας τους χιλιάδες συνανθρώπους του να τον προσπερνούν στους δρόμους και τις πλατείες του Βόλου.
Ο λαός λέει συχνά τη ρήση «από τρελό και από μικρό μαθαίνεις την αλήθεια» και ο Φώτης μιλάει στο TheNewspaper.gr σε μία ξεχωριστή συνάντηση μαζί του, κάπου εκεί στην Ιωλκού για τις δικές του αλήθειες, που πραγματικά φαντάζουν ως μαθήματα αισιοδοξίας στην εποχή της τρέλας που εμείς οι «λογικοί» ζούμε…
-Πού γεννήθηκες;
– Γεννήθηκα εδώ, στη συνοικία της Ανάληψη. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, δεν θυμάμαι. Σημασία έχει ότι δεν είμαι φτωχός, είμαι πλούσιος. Όχι σαν χρήμα, σαν άνθρωπος είμαι πλούσιος. Όλοι είναι πλούσιοι οι άνθρωποι. Αν ψαχτούν καλά, θα δουν ότι τα χρήματα δεν έχουν καμία αξία στα χέρια τους. Αν ο άνθρωπος εξασφαλίσει το καθημερινό του φαγητό, δεν χρειάζεται κάτι άλλο. Τα χρήματα τον άνθρωπο τον κάνουν αντικείμενο. Ο πλούτος είναι να αγαπάει ο άνθρωπος τον Θεό και να σέβεται την παρουσία του, γιατί τίποτα δεν είναι δικό μας τελικά. Ο άνθρωπος άλλωστε είναι το τέλειο δώρο Θεού, δεν έχει ατέλειες. Επομένως λοιπόν τις τέλειες δωρεές πρέπει να τις γνωρίσουμε για να μας πάνε όλα καλά. Δεν έχουμε ανάγκη ούτε από πολλά λεφτά, ούτε από πολλά πλούτη. Έχουμε ανάγκη να γνωρίζουμε το πρωί που σηκωνόμαστε την παρουσία μας, να δοξάσουμε τον Θεό και να προχωρήσουμε στην μέρα, ελέγχοντας τον εαυτό μας.
-Πόσο χρονών είσαι;
-Δεν θέλω να σου πω. Έχει σημασία; Σημασία έχει η ίδια η ζωή όχι τα χρόνια.
– Τι δουλειά έκαναν οι γονείς σου;
– Ο μπαμπάς ήταν μάγειρας σε εστιατόριο του Βόλου, η μαμά πάλι οικιακά. Εκείνα τα χρόνια οι γυναίκες δεν δούλευαν.
-Καλός μαθητής στο σχολείο;
-Έχω μία σχετική μόρφωση. Θυμάμαι ότι από την Α’ τάξη του Δημοτικού που πήγαινα σχολείο, η δασκάλα μας μάθαινε καλλιγραφία στον πίνακα με την κιμωλία. Εγώ λοιπόν με ένα άλλο παιδί, όταν χτυπούσε το κουδούνι για να σχολάσουμε, αντί να φύγουμε, με έπαιρνε από το χέρι ο φίλος μου και πηγαίναμε κοντά στον πίνακα και γράφαμε με την κιμωλία. Είχαμε δίψα για μάθηση και αυτό μας το είχε εμπνεύσει η δασκάλα μας, η κ. Βικτώρια.
-Συνέχισες και για πανεπιστήμιο;
-Κάποια πράγματα εξαρτώνται και από την ζωή. Αλλά και πάλι, όλοι είμαστε πανεπιστημιούχοι. Αν οι άνθρωποι διψούν να μάθουν και να δώσουν στον εαυτό τους κάτι καλύτερο, μπορούν να κάνουν πολλά.
-Η οικογένεια μεγάλη;
-Ήμασταν μεγάλη οικογένεια, εφτά παιδιά, τώρα όμως ζούμε μόνο οι τέσσερις. Η αδερφή μου είναι μοδίστρα, και τα άλλα κορίτσια σε δουλειές για το μεροκάματο. Με τα αδέρφια μου βλεπόμαστε, διαδοχικά, αλλά η επιλογή μου είναι να μένω μόνος μου.
– Γιατί αυτή η επιλογή;
– Οι άνθρωποι πρέπει να γνωρίζουν ότι είναι ελεύθεροι να κάνουν τις επιλογές στη ζωή τους. Εγώ είδα ότι και μόνος μου μπορώ να τα καταφέρω και να επιτελέσω το έργο μου, που δεν είναι και μικρής αξίας.
-Τι εννοείς;
-Η παρουσία του κάθε ανθρώπου, εμένα με γεμίζει κι ας μην μου λένε ούτε καλημέρα. Εγώ προσπαθώ να τους καλημερίζω όλους όσους συναντώ στον δρόμο μου.
-Δουλειά είχες ποτέ σου;
– Ναι, νέος δούλευα στην οικοδομή εφτά χρόνια και σε άλλα αφεντικά μάστορας σε σοβατίσματα.
-Είχες καλά αφεντικά;
-Ξέρεις τι γίνεται; Αν αποκτήσεις πολλά λεφτά χάνεις τον έλεγχο. Ένας εξ αυτών, σκοτώθηκε ο καημένος. Εργολάβος ήταν και τα λεφτά τον κατέστρεψαν. Το μυαλό σαλεύει και τα βλέπεις όλα δικά σου. Δεν μπορείς να δεις την πραγματικότητα, το ότι μπορείς να δώσεις πάρα πολλά.
-Τώρα που μένεις; Έχεις φύγει από την Γορίτσα;
– Τώρα στην Γορίτσα, μένουν άλλοι άνθρωποι, να ‘ναι καλά. Εχω φύγει από εκεί και είμαι στα Μελισσάτικα. Μου έχουν παραχωρήσει εκεί κάποιο χώρο και μένω. Είμαι ευχαριστημένος και η επιλογή μου νομίζω είναι καλή.
-Στους δρόμους της πόλης που τριγυρνάς, τί παρατηρείς;
-Δεν έχω πρόβλημα με τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι είναι όλοι καλοί, αλλά πρέπει να ψαχτούν μέσα τους. Να γίνουμε μία οικογένεια, να πιαστούμε κάποια στιγμή χέρι-χέρι. Αν γίνει κάποτε αυτό, ο άνθρωπος από εκεί και μετά θα γνωρίσει την τέλεια ζωή. Μαθαίνεις πολλά από αυτό, δίνεις πολλά, και όταν βραδιάζει και πας για ξεκούραση νιώθεις ένας πλούσιος και ευτυχισμένος άνθρωπος.
-Για τους ανθρώπους που σε συναντούν στο δρόμο και σε χλευάζουν τι λες;
-Η ζωή του κάθε ανθρώπου είναι προσωπικό θέμα και εγώ δεν μπορώ να επέμβω. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι έναν διάλογο μαζί τους.
-Δεν σε ενοχλεί όμως αυτό;
-Καθόλου. Ο καθένας έχει μία προσωπικότητα, το είπαμε. Ο καθένας είναι κάτι το ξεχωριστό, είτε άνδρας είναι, είτε γυναίκα. Αλλά καλό θα είναι ο κάθε άνθρωπος πριν ξεκινήσει για το φτωχό του παλατάκι, όπου κι αν ζει, όπου και αν μένει, να κάνει μία αναθεώρηση. Πού μπαίνει, ποια η αποστολή του, και έτσι ο καθένας μας μπορεί να δώσει πολλά.
– Μια και αναφέρθηκες στην γυναίκα, υπήρξε μία γυναίκα στη ζωή σου κάποια στιγμή που να την ομόρφυνε;
– Γεγονός είναι πώς ναι. Η γυναίκα καταρχήν, αν αγαπάει έναν άντρα μπορεί να τον ανεβάσει πολύ ψηλά. Κι εκείνος όμως πρέπει να δώσει τον καλύτερο του εαυτό. Η γυναίκα πάντως είναι αυτή που ανεβάζει τον άντρα γιατί έχει άλλες αξίες. Πιστεύω ότι επιτελεί μεγαλύτερης αξίας έργο από έναν άνδρα. Για παράδειγμα η εγκυμοσύνη. Εννιά μήνες βρίσκεσαι μέσα στην αγκαλιά της. Εγώ ένα κουπάκι κρατώ στα χέρια μου, και σκέφτομαι να το αφήσω κάτω για να ξεκουραστώ. Πρέπει να αναγνωρίζουμε το έργο της και να μην είμαστε εγωιστές. Να αναγνωρίζουμε το έργο του καθενός, και να μπορούμε να αισθανόμαστε ότι είμαστε όλοι πλούσιοι. Επίσης, αν θέλουν οι άνθρωποι να αναγνωρίζουν τον εαυτό τους, να μην κουβαλούν τα προβλήματά τους μέσα στην πόλη, να τα αφήνουν πίσω στο σπίτι τους.
-Την αγαπάς την πόλη σου;
– Καταρχήν ο Βόλος δεν είναι μία όμορφη πόλη, ας μην ξεχνούμε ότι είναι μία ολυμπιακή πόλη. Το Πήλιο και ο Βόλος είναι ένα ωραίο φυσικό παλατάκι, δώρο Θεού.
– Οι βολιώτες όμως αγαπούν την πόλη τους, τι εκτιμάς;
– Αν κουβαλούν προβλήματα δεν μπορούν να δουν την αξία της πόλης, όπου και αν βρεθούν. Οι άνθρωποι πρέπει να απελευθερωθούν από τα προβλήματα για να χαρούν την πόλη τους, να δουν τι μπορούν να προσφέρουν. Ο καθένας είναι και μία ξεχωριστή προσωπικότητα. Δεν υπάρχει κατώτερος και ανώτερος άνθρωπος.
-Με την οικονομική κρίση πώς τα βλέπεις τα πράγματα;
– Όσο πιο λίγα λεφτά έχεις, τόσο περισσότερο αισθάνεσαι την ανάγκη να πεις καλημέρα κάποιον ή κάποια. Τα χρήματα δεσμεύουν τις αξίες των ανθρώπων, τον περιορίζουν. Ακόμη και πέντε προβλήματα να έχουμε, να αφήσουμε τα τέσσερα στο φτωχό μας παλατάκι, να κατέβουμε στην πόλη με το ένα και να έχουμε στόχο να το λύσουμε. Αν ο άνθρωπος κατέβει με όλα τα προβλήματα μαζί, δεν πρόκειται να κάνει τίποτα. Έρχεται και φεύγει άδειος. Ενώ ο άνθρωπος είναι γεμάτος από υγεία και χαρά.
-Σε όλους τους ανθρώπους που τρέχουμε σαν τρελοί από το πρωί ως το βράδυ και αγχωνόμαστε με την κρίση, ποιο μήνυμα δίνεις;
– Οι άνθρωποι πρέπει να κρατούν μία σιωπή και να κάνουν αναθεωρήσεις του εαυτού τους. Αναθεώρηση για να μπορούμε να αναγνωρίσουμε και την παρουσία μας και την παρουσία του άλλου.
-Το μεσημέρι που θα φας Φώτη;
– Προς το παρόν θεωρώ ότι είμαι εντάξει. Μου προσφέρουν. Υπάρχουν πολλοί καλοί άνθρωποι που δεν τους γνωρίζουμε. Όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί. Ο καθένας έχει κάτι καλό να δώσει, κάτι ωραίο. Εξαρτάται όμως από την ψυχολογία που κουβαλάει ο καθένας. Αν είναι ελεύθερος, γίνεται βασιλιάς.
– Αναφέρεσαι πολλές φορές στον Θεό. Τους εκπροσώπους της Εκκλησίας πώς τους κρίνεις;
– Οι πατέρες είναι οι φορείς της αγάπης του Θεού προς το γένος. Το έργο που επιτελούν οι πατέρες δεν το ξέρουμε και καλά θα κάνουμε να κλείνουμε το στόμα για τα όσα παρατράγουδα ακούγονται και για τα οποία δεν είμαστε μάρτυρες. Όσοι αγαπούν τους ρασοφόρους είναι πλούσιοι άνθρωποι.
– Κάποιοι ρασοφόροι όμως είναι πιο πλούσιοι από εμάς…
– Μην κοιτάς αν έχει Mercedes ο ιερέας. Η αποστολή του έργου του είναι πιο πλούσια. Κάνε και εσύ ως άνθρωπος προσπάθειες για να το αποκτήσεις το αυτοκίνητο. Άλλωστε δεν κάνει το αυτοκίνητο τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος κάνει τα πάντα. Δεν πρέπει να δίνουμε αξία σε ένα καλό αυτοκίνητο, σε μία Πόρσε. Αυτό είναι μέταλλο. Ο άνθρωπος όμως δεν είναι από μέταλλο, είναι το τέλειο δώρο του Θεού, γι’ αυτό πρέπει να κάνει συνεχώς προσπάθειες να γνωρίσει τα δώρα Του.
Την τέλεια δωρεά ο άνθρωπος την λαβαίνει στο βάπτισμα. Ένα μωράκι που γεννιέται, το παίρνει αγκαλιά η νονά για να το πάει στην εκκλησιά να το βαφτίσει. Ας μην ξεχνούμε ότι μόλις το χρίσει ο ιερέας με το Άγιο μύρο το παιδάκι γίνεται αμέσως αγγελούδι, για τότε και για πάντα. Αλλά όλα αυτά πρέπει να έχεις καθαρούς τους φακούς των ματιών σου για να τα δεις.
-Δικά σου παιδιά, θα ήθελες να έχεις;
-Ναι, αλλά η επιλογή της ζωής μου δεν μου το επέτρεψε. Συνεχώς το ανέβαλα κι έτσι δεν έγινε.
-Η επιλογή του να είσαι μόνος όμως ανήκει σε σένα.
-Κοίτα, η μοίρα του κάθε ανθρώπου γράφεται στο βάφτισμα. Ίσως λοιπόν να είναι αυτό, να ήταν γραφτό μου που λένε. Υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν πολλά παιδιά, υπάρχουν άνθρωποι που ζευγαρώνουν και δεν κάνουν κανένα. Αυτό δεν είναι στο χέρι κανενός. Όλα είναι γραμμένα στη μοίρα μας από τον Θεό. Επομένως Αυτός είναι που θα μας δώσει ότι κι αν έχουμε ανάγκη, ό,τι και να γίνει.
-Η έκφραση «τρελός» σε ενοχλεί; Ορισμένοι σε αποκαλούν κι έτσι. – Όχι καθόλου. Οι άνθρωποι δεν ψάχτηκαν καλύτερα μέσα τους, για να πουν κάτι άλλο, αλλά δεν με πειράζει αυτό.
-Μη μου πεις ότι σ’ αρέσει κιόλας…
-Να σου πω… Μ’ αρέσει κιόλας, γιατί όχι;
Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Κατσαμπέκας, K_ ART