Στο στόχαστρο των φοροελεγκτικών Αρχών βρίσκεται για ακόμα μία φορά ο γνωστός καλλιτέχνης Μιχάλης Χατζηγιάννης για εισοδήματα των προηγούμενων ετών που η Εφορία εκλαμβάνει ως αδήλωτα, δίνοντάς του… ραντεβού στο δημόσιο ταμείο.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Παραπολιτικά», ο γνωστός τραγουδιστής καλείται να πληρώσει το ποσό των 500.000 ευρώ για αδήλωτα εισοδήματα προηγούμενων ετών.
Όπως αναφέρει έγγραφο που φέρνει στο φως της δημοσιότητας η εφημερίδα, ο Μ. Χατζηγιάννης αμφισβητεί τον καταλογισμό και αποφάσισε να ακολουθήσει τη δικαστική οδό, καθώς διαφωνεί με το Υπουργείο Οικονομικών για το πώς ερμηνεύεται το γράμμα του νόμου στη δική του περίπτωση και σε άλλες αντίστοιχα.
Συγκεκριμένα, προσέφυγε στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών κατά του υπουργείου Οικονομικών αναπτύσσοντας μέσω της δικηγόρου του –που ειδικεύεται σε φορολογικά ζητήματα– τα δικά του επιχειρήματα.
Το Διοικητικό Εφετείο όμως δεν κατάφερε να λύσει τον «γόρδιο δεσμό», με αποτέλεσμα το θέμα να παραπεμφθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπου θα συζητηθεί στις 16 Μαρτίου.
Ένα από τα ερωτήματα που θα πρέπει να απαντήσει το Συμβούλιο Επικρατείας είναι και το αν μπορεί να λογιστεί ως εισόδημα από ελεύθερα επαγγέλματα το ποσό εμβασμάτων που απεστάλησαν στο εξωτερικό. Λόγος γίνεται για δύο εμβάσματα το πρώτο με ημερομηνία 20-4-10 και το δεύτερο λίγες μέρες αργότερα στις 29-4-2010.
Το ερώτημα του τίθεται είναι αν είναι διαδικαστική η διάταξη που μεταφέρει στον φορολογούμενο το βάρος της απόδειξης της πηγής προέλευσης του ποσού εμβάσματος και της φορολόγησης του ή της νόμιμης απαλλαγής από τον φόρο και αν μπορεί να περιλάβει και εμβάσματα προγενέστερα της έναρξης της ισχύος της.
«Εάν αντιθέτως η ως άνω διάταξη είναι ουσιαστική διάταξη και αν μπορούν να φορολογηθούν αυτοτελώς με βάση τη διάταξη αυτή ως εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα, εμβάσματα που απεστάλησαν στο εξωτερικό, θεωρούμενα ως προσαύξηση της περιουσίας που προέρχεται από άγνωστη πηγή και στην περίπτωση που τα εμβάσματα φορολογούνται ως εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα ποιος πρέπει να θεωρηθεί ως κρίσιμος χρόνος για τη φορολόγησή τους» διερωτάται το ΣτΕ.