Τρεις από τους κατηγορουμένους στην δίκη για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής και συγκεκριμένα τους Αν. Μιχάλαρο, Ιωάννη Άγγο και Λέοντα Τσαλίκη ως τους τρεις άνδρες που είδε να κάθονται στην καφετέρια «Κοράλλι» το μοιραίο βράδυ της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, αναγνώρισε σήμερα στο δικαστήριο ο μάρτυρας φίλος του αδικοχαμένου μουσικού Μιχάλης Ξυπόλητος.
Καταθέτοντας στο δικαστήριο, που σήμερα συνεδριάζει στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του Εφετείου της Αθήνας – και ενώ έχουν διαπιστωθεί σοβαρά προβλήματα στην οργάνωση χώρου αλλά και εντάσεις μεταξύ των δυο αντίδικων πλευρών – ο κ. Ξυπόλητος ανέβηκε τελικά στο βήμα του μάρτυρα, επιβεβαιώνοντας με την κατάθεσή του τα όσα είχε αναφέρει σε προηγούμενη συνεδρίαση του δικαστηρίου ο έτερος φίλος του αδικοχαμένου μουσικού και μάρτυρας Νίκος Μαντάς.
Συγκλονιστική ήταν όμως και η περιγραφή του για τα όσα ο ίδιος και η παρέα του μουσικού, έζησαν στο Αστυνομικό Τμήμα Κερατσινίου όπου μεταφέρθηκαν μετά τα γεγονότα, όταν και βρέθηκαν για περίπου δέκα λεπτά της ώρας στον ίδιο χώρο με τον Γ. Ρουπακιά. Τότε δεν γνώριζαν πως ο άνδρας αυτός ήταν ο δολοφόνος του φίλου τους Παύλου Φύσσα.
Ειδικότερα, στη κατάθεσή του μάρτυρας περιέγραψε καρέ-καρέ πως εκείνο το μοιραίο βράδυ που ο Παύλος Φύσσας έπεφτε νεκρός από τις μαχαιριές του Γιώργου Ρουπακιά, μια ομάδα περίπου 10 ατόμων επιχείρησε, όπως είπε, αρχικά να τους εγκλωβίσει έξω από την καφετέρια.
Ανέφερε ο μάρτυρας στην κατάθεσή του: «Φορούσαν κοκάλινα γάντια. Δυο κρατούσαν ξύλα στα χέρια και ήταν κρυμμένοι πίσω από ένα αυτοκίνητο. Νιώσαμε ότι απειλούμαστε». Ο ίδιος τόνισε εκείνος και όλη παρέα τους απομακρύνθηκε προς την οδό Τσαλδάρη σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τη δημιουργία έντασης. Ωστόσο, όπως ανέφερε είδαν ένα ασημί αυτοκίνητο σταμάτησε στη μέση του δρόμο, το οποίο ακολουθούσαν έξι με οχτώ μηχανές. Πάνω στις μηχανές, σύμφωνα με το μάρτυρα, «κάθονταν δυο άτομα και όλοι φορούσαν κράνη».
«Δρούσαν συντεταγμένα»
«Μου έδωσαν την εντύπωση ότι δρούσαν συντεταγμένα όλοι μαζί» επισήμανε ο φίλος του Παύλου Φύσσα και τόνισε στο δικαστήριο πως δεν είδε ποιος ήταν στο αυτοκίνητο.
«Άκουσα την ερώτηση προς τον Παύλο. Τον ρώτησε αν αυτή είναι η Κεφαλληνίας και ο Φύσσας απάντησε θετικά. Του είπε ευχαριστώ και έφυγε» είπε ο μάρτυρας, που πριν από περίπου ένα χρόνο, όταν ξεκίνησε η δίκη είχε δεχθεί επίθεση από αγνώστους οι οποίοι, όπως είπε τον χτύπησαν στο κεφάλι.
Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με το κατηγορητήριο οδηγός του αυτοκινήτου που περιέγραψε ο μάρτυρας ήταν ο Γ. Ρουπακιάς ο οποίος μετά τη σύλληψή του ομολόγησε ότι δολοφόνησε τον Π. Φύσσα.
Στη συνέχεια και σύμφωνα με την κατάθεση του κ. Ξυπόλητου τα 10 άτομα που υπήρχαν στο χώρο έγιναν 40! Ο μάρτυρας ανέφερε πως αμέσως άρχισαν να τους κυνηγούν κρατώντας ρόπαλα, γάντια, και κράνη στα χέρια.
Περιέγραψε χαρακτηριστικά στο δικαστήριο ο μάρτυρας: «Μας κυνηγούσαν και φώναζαν “ελάτε εδώ κότες θα σας σφάξουμε”. Μας απειλούσαν και υπήρχε έντονη φασαρία. Ο Φύσσας φώναξε τρέχουμε – τρέχουμε και αρχίσαμε να τρέχουμε. Εγώ κρύφτηκα με δυο ακόμη παιδιά σε μια πιλοτή. Ο Νίκος (σ.σ. μέλος της παρέας) κάλεσε την αστυνομία. Ακούσαμε διάφορες μηχανές να περνάνε και φώναζαν “βγείτε έξω κότες”. Εμείς ήμασταν κρυμμένοι. Όταν ήρθε το περιπολικό μας έβαλαν χειροπέδες και μας έλαβαν σε ένα περιπολικό το οποίο χάλασε και μετά περιμέναμε να έλθει άλλο. Από τον ασύρματο ακούσαμε πως κάποιος μαχαιρώθηκε στην καρδιά».
Στη συνέχεια της κατάθεσής του ο μάρτυρας μίλησε για το όσα έζησε στο αστυνομικό τμήμα του Κερατσινίου, όπου ο ίδιος και οι φίλοι του βρέθηκαν στον ίδιο χώρο με τον Γ. Ρουπακιά χωρίς τότε να γνωρίζουν πως ήταν ο άνθρωπος που μαχαίρωσε τον Παύλο Φύσσα.
Ανέφερε ο κ Ξυπόλυτος: «Μέσα στο ΑΤ του Κερατσινίου μας πέρασαν από σωματικό έλεγχο και μας έβαλαν σε ένα δωμάτιο για να περιμένουμε. Στο δωμάτιο ήταν και άλλος ένας άνδρας που δεν το είχαμε ξαναδεί… Καθόταν στην πολυθρόνα και εμείς νομίζαμε πως ήταν αστυνομικός. Του ζητήσαμε άδεια να καθίσουμε και να πάρουμε τηλέφωνο και μας την έδωσε. Εκείνος έστελνε συνεχώς μηνύματα. Έδειχνε ότι γνωρίζει ότι κάτι έχει γίνει αλλά ζητούσε να μάθει από εμάς λεπτομέρειες. Μας ρωτούσε να μάθει αν είμαστε πολιτικοποιημένοι. Όταν μας τηλεφώνησαν και μας είπαν ότι ο Παύλος είχε μαχαιρωθεί επικράτησε ένταση και ζήτησε ο άνδρας ζήτησε να τον πάρουν από το γραφείο. Αργότερα τον κατέβασαν από τον τρίτο όροφο και είδαμε πως αυτός που ομολόγησε δηλαδή ο Ρουπακιάς ήταν ο άνδρας που ήταν μαζί μας στο γραφείο».