Δώρα Παντέλη:Είναι όμορφη, ξέρει μπάσκετ και στέκεται με άνεση μπροστά στην κάμερα, αναλύοντας τα παιχνίδια των “αιωνίων” στην EuroLeague. H Δώρα Παντέλη μιλά στο Sport24.gr για την καριέρα της στα παρκέ, την παρουσίαση, τον Γκάλη, τον Σπανούλη και εξηγεί πώς είναι να είσαι γυναίκα σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο.
Είναι αγοροκόριτσο, αλλά φοράει τακούνια. Ήθελε να γίνει γιατρός, όμως την κατέκτησε το μπάσκετ. Ξέρει τι σημαίνουν τα “alley – oop”, “coast to coast” και “pick n’ roll”, έπαιξε στην Αμερική, σπούδασε, εξακολουθεί να σπουδάζει και μάλλον δεν θα σταματήσει ποτέ. Είχε τρέλα με τον Μποντιρόγκα, προσπάθησε να αντιγράψει κινήσεις του -χωρίς επιτυχία- και συγκινείται κάθε φορά που μιλά για τον Νίκο Γκάλη.
Θεωρεί πιο γοητευτικό μπασκετμπολίστα τον αρραβωνιαστικό της και τη βλέπουμε στην εκπομπή “Super EuroLeague” στη NOVA, είτε στο στούντιο πλάι στον Γιώργο Συρίγο να αναλύει ματς και συστήματα, είτε στο… φυσικό περιβάλλον της, το γήπεδο. Όταν δεν παρακολουθεί τα παιχνίδια των “αιωνίων” από κοντά, τα βλέπει, με τα πόδια πάνω στο τραπέζι. Λατρεύει να δοκιμάζει καινούρια πράγματα και να βιώνει νέες εμπειρίες και συνεργάζεται καλύτερα με τους άντρες απ’ ότι με τις γυναίκες
Η Δώρα Παντέλη φωτογραφίζεται στο σπίτι της 24Media, κάνει flash back στην καριέρα της ως μπασκετμπολίστρια, θυμάται τα χρόνια στην Αμερική, εξηγεί πώς είναι να είσαι γυναίκα σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο και μιλά για τους Γκάλη, Aντετοκούνμπο, Σπανούλη, Καλάθη, Γιασικεβίτσιους και για την μέχρι τώρα πορεία Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού στη φετινή EuroLeague.
– Πώς συναντήθηκαν η Δώρα και το μπάσκετ;
“Τελείως τυχαία. Σε σχέση με άλλα παιδιά ήμουν πιο μεγαλόσωμη. Ξεκίνησα το μπάσκετ στα 12. Πήγα να δω τα ξαδέρφια μου που έπαιζαν, γιατί είμαι και λίγο αγοροκόριτσο. Μου άρεσε κι έτσι την επόμενη μέρα πήγα μόνη μου στην προπόνηση του αντίστοιχου τμήματος των κορασίδων. Κάπως έτσι ξεκίνησα να παίζω”.
– Ποια ήταν η καλύτερη και ποια η χειρότερη στιγμή της καριέρας σου;
“Η πιο ωραία στιγμή μου μπασκετικά ήταν πέρυσι. Βγάζω εκτός τα τέσσερα χρόνια στο κολέγιο στην Αμερική που δεν μπορώ να τα συγκρίνω με την Ελλάδα γιατί είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Γι’ αυτό και πήρα την απόφαση να σταματήσω. Γιατί πιστεύω ότι το πιο ωραίο για έναν αθλητή είναι να σταματάει στην καλύτερη χρονιά του. Και όσον αφορά την απόδοσή μου ήταν η καλύτερη χρονιά μου και σε συλλογικό επίπεδο, καθώς βγήκαμε δεύτερες μετά τον Ολυμπιακό. Για εμάς ήταν σαν να βγήκαμε πρώτες γιατί ο Ολυμπιακός είναι σε άλλο επίπεδο στο γυναικείο μπάσκετ. Και το κλίμα ήταν εξαιρετικό, ήταν το ιδανικό πακέτο.
Έχω δύο χειρότερες στιγμές. Τους δύο μεγάλους τραυματισμούς στα πόδια μου. Η πρώτη ήταν όταν ήμουν 17 χρονών που ήταν η πρώτη φορά που έπαθα χιαστό στην Εθνική ομάδα και έχασα την πρώτη υποτροφία στην Αμερική. Έπρεπε να κάτσω έναν χρόνο και να περιμένω να φύγω την επόμενη χρονιά. Η δεύτερη ήταν πάλι όταν τραυματίστηκα, πολλά χρόνια μετά. Έχασα ξανά όλη τη χρονιά και ήταν πολύ δύσκολο γιατί έπαθα τον ίδιο τραυματισμό στο άλλο πόδι. Είχα και τα δύο πόδια μου σε άσχημη κατάσταση. Έπρεπε να τα φτιάξω από την αρχή”.
– Πόσο διαφορετικά ήταν τα πράγματα στην Αμερική σε σχέση με την Ελλάδα;
“Είναι τελείως άλλη εμπειρία από αυτές που έχω βιώσει στην Ελλάδα. Δεν μπορεί να συγκριθεί το ελληνικό γυναικείο μπάσκετ με το κολεγιακό. Είναι άλλη κατηγορία. Από τις εγκαταστάσεις, από την οργάνωση των ομάδων μέχρι την προπόνηση και όλα αυτά που μπορεί να σου προσφέρει το μπάσκετ. Όχι απαραίτητα τα χρήματα ή το να γίνεις καλύτερος παίκτης. Γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος, διευρύνεις τους ορίζοντές σου. Σου δίνουν ένα πολύ μεγάλο δώρο, αυτό των σπουδών, κάνεις δηλαδή δωρεάν σπουδές σε υψηλό επίπεδο. Αυτό αφορά τα κορίτσια με υποτροφία όπως ήμουν εγώ.
Επιπλέον, παίζαμε σε γήπεδα με 10.000 κόσμο. Εδώ στην Ελλάδα πολλές φορές ούτε στο μπάσκετ ανδρών δεν παίζουν σε γήπεδο με 10.000 κόσμο. Μόνο ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός, η ΑΕΚ και τα ντέρμπι ΠΑΟΚ – Άρης μαζεύουν πολλούς φιλάθλους. Στο γυναικείο μπάσκετ το πολύ να υπάρχουν 100-200 άτομα στο γήπεδο. Εκτός απ’ όταν έπαιζα στον Παναθηναϊκό που γέμιζε καμιά φορά ο “Τάφος του Ινδού”. Έζησα τρομερές εμπειρίες στην Αμερική κι αυτό ήταν που με έκανε να σκεφτώ τη ζωή μου αλλιώς, εκτός μπάσκετ”.
– Το αντίθετο θα περίμενε κανείς να ακούσει…
“Κι όμως. Πήγα στην Αμερική γιατί ήθελα πολύ να παίξω μπάσκετ. Αυτό ήταν το όνειρό μου. Έλεγα θα πάω στην Αμερική να παίξω στο WNBA. Εκεί προσγειώθηκα. Γιατί είδα ότι υπάρχουν κι άλλα πράγματα στα οποία μπορώ να είμαι καλή που δεν έχουν να κάνουν με το μπάσκετ. Ήμουν καλή μαθήτρια, μπορούσα να κάνω πολλά πράγματα στο πανεπιστήμιο, μου δόθηκαν ευκαιρίες να δουλέψω εκεί και είδα ότι είμαι καλή στο μπάσκετ αλλά και σε άλλα πράγματα. Δεν μπορώ να ζήσω αποκλειστικά από το μπάσκετ κι αυτό πρέπει να το σκέφτονται όλα τα κορίτσια, ειδικά στην Ελλάδα. Πολύ λίγες είναι αυτές που ζουν απ’ αυτό.
Αν κοιτάξεις σε 10-15 χρόνια στο μέλλον, καμία κοπέλα δεν μπορεί να ζήσει αποκλειστικά από το μπάσκετ. Είδα αυτό και από εκεί που ήμουν 100% στο μπάσκετ αποφάσισα να το… μοιράσω, να δώσω βάρος και στις σπουδές μου. Έτσι άρχισα να βάζω βάσεις για το μέλλον και ήξερα ότι κάποια στιγμή θα αφήσω το μπάσκετ για να κάνω όλα τα υπόλοιπα στα οποία είχα επενδύσει τότε που βρισκόμουν στην Αμερική.
Συνεχίζω να σπουδάζω γιατί είναι κάτι που μ’ αρέσει. Το κομμάτι του “μαθαίνω” για μένα δεν θα σταματήσει ποτέ. Αν μπορούσα κάθε χρόνο να σπουδάζω κάτι θα το έκανα.
Έχω ένα associate’s degree στις επιστήμες και στην προϊατρική. Ήθελα να γίνω γιατρός, γι’ αυτό πήγα στην Αμερική. Μετά όμως, επειδή άλλαξα πανεπιστήμιο, έπρεπε να αλλάξω κατεύθυνση. Τελείωσα τα τέσσερα χρόνια των σπουδών μου με ένα bachelor στην αγγλική φιλολογία και λογοτεχνία, ρητορική και παγκόσμια κουλτούρα με δύο υποειδικότητες. Η μία στο θέατρο και ότι έχει να κάνει με τις τέχνες, από ζωγραφική μέχρι μουσική και η δεύτερη στις πολιτικές επιστήμες, νομική και φιλοσοφία. Επιπλέον, τώρα κάνω το μεταπτυχιακό μου στην κλινική ψυχολογία και παράλληλα είμαι βοηθός καθηγητή στο Πανεπιστήμιο στο τμήμα της ψυχολογίας. Είναι κάτι που μ’ αρέσει πολύ. Τώρα που θα τελειώσω σκέφτομαι πού θα κάνω διδακτορικό και με κοροϊδεύουν! Πάσχω από…ιδρυματισμό! (σ.σ γέλια)”.
– Πώς πήρες την απόφαση να πεις “τέλος το μπάσκετ”;
“Ήταν ο φόρτος εργασίας. Πέρυσι ήταν η πρώτη χρονιά που δούλεψα στη NOVA. Παράλληλα, δουλεύω σε ένα σχολείο ως ακαδημαϊκός σύμβουλος και έπαιζα και μπάσκετ επαγγελματικά. Έκανα ουσιαστικά τρεις δουλειές συν το μεταπτυχιακό μου. Υπήρχαν μέρες που έφευγα από το σπίτι μου στις 6:30 το πρωί και γυρνούσα στις δύο ή τρεις τη νύχτα. Επί τέσσερις – πέντε συνεχόμενες μέρες. Και το Σαββατοκύριακο έπαιζα και παιχνίδι. Πέρασα κατά πολύ τα όρια μου. Ήθελα πολύ να συνεχίσω να παίζω μπάσκετ, έλεγα ότι θα παίζω μέχρι τα 40!
Επειδή είμαι πολύ εγωίστρια, ήθελα αν συνέχιζα να παίζω μπάσκετ να είμαι 100% αφοσιωμένη σε αυτό και δεν θα μπορούσα. Αποφάσισα λοιπόν -όσο κι αν με πόνεσε- ότι θα σταματήσω τώρα που είμαι εκεί που θέλω. Δεν ήθελα να… σέρνομαι στο γήπεδο μόνο και μόνο για να παίζω μπάσκετ. Μου λείπει πολύ. Δεν έχει περάσει μέρα που να μην σκεφτώ “γιατί δεν έχω προπόνηση” ή “γιατί δεν παίζω το Σάββατο;”.
– Τι είναι αυτό που σου λείπει περισσότερο; Τα παιχνίδια; Οι προπονήσεις;
“Δεν μου λείπουν τα παιχνίδια γιατί όταν πάω στο γήπεδο για τους αγώνες και τις συνεντεύξεις το απολαμβάνω. Μου λείπει η καθημερινή τριβή με τις συμπαίκτριές μου. Όσο και να με κούραζε το μπάσκετ, ήταν και το αγχολυτικό μου. Όταν πήγαινα ξέχναγα τα προβλήματά μου, ξέχναγα τις έγνοιες μου, όλα αυτά που μπορεί να με άγχωναν. Αυτό μου λείπει το καθημερινό, τα αποδυτήρια, οι συμπαίκτριές μου, οι σχέσεις που κάνεις και μερικές τις κρατάς για πάντα. Έχω πολύ καλές φίλες από τον χώρο. Τώρα όμως που έχω ξεκινήσει δειλά δειλά βοηθός προπονητή στη σχολική ομάδα, είμαι κοντά σε αυτό. Το βλέπω όμως από την άλλη μεριά και έχω αλλάξει πολύ.
Άλλαξα πολύ τον τρόπο που βλέπω το παιχνίδι από τότε που ξεκίνησα να κάνω ανάλυση και ίσως αυτό να με βοήθησε να κάνω πολύ καλή χρονιά στο μπάσκετ πέρυσι. Άλλαξα και φέτος που προσπαθώ να κάνω τα πρώτα μου βήματα στην προπονητική. Το βλέπω πολύ διαφορετικά. Αν είχα πει ποτέ κάτι για τους προπονητές μου, το παίρνω πίσω. Είναι δύσκολο. Βέβαια με βοηθάει πολύ το γεγονός ότι είμαι εκπαιδευτικός και κάνω ψυχολογία και ξέρω πως να μιλήσω και να μεταδώσω κάτι σε έφηβους. Είναι πολύ δύσκολο το κομμάτι της ψυχολογίας και της μεταδοτικότητας. Είναι το πιο απαραίτητο εφόδιο για έναν προπονητή.
Οι γνώσεις δεν έρχονται μόνο μέσα από την καριέρα που κάνεις αρχικά ως παίκτης και στην πορεία ως προπονητής, αλλά με τα χρόνια, με τις εμπειρίες και με το τι έχεις κάνει, σε ποιες ομάδες έχεις πάει. Δεν μπορώ να πω εγώ ότι έχω γνώσεις, είμαι μόνο 30 χρονών. Έχω πολλά να μάθω. Επειδή είμαι ρεαλίστρια ξέρω ότι είμαι στο μηδέν. Αλλά προσπαθώ. Πιστεύω ότι το πιο βασικό σε έναν προπονητή είναι η μεταδοτικότητα και να μπορεί να ψυχολογεί τους παίκτες. Να μπορεί να χτίσει μια σχέση εμπιστοσύνης. Όσες γνώσεις και να έχεις, αν δεν μπορείς να τις μεταδώσεις κι αν ο παίκτης δεν σου ανοιχτεί για να του δώσεις τις πληροφορίες που θέλει, δεν πρόκειται να καταφέρεις τίποτα”.
– Βλέπεις στα νέα κορίτσια που παίζουν μπάσκετ κάποια στοιχεία του εαυτού σου;
“Παρατηρώ πολλά κορίτσια στα οποία βλέπω τον εαυτό μου και θέλω να τα βοηθήσω. Γιατί είναι πολλά πράγματα που βλέπω πως αν μου τα είχε πει κάποιος, ίσως να είχα κάνει δυο-τρία πράγματα διαφορετικά. Δεν μετανιώνω γιατί ό,τι έχω κάνει, ακόμη και για τα μεγάλα λάθη στην αθλητική καριέρα μου. Έχω μάθει από αυτά. Δεν μαθαίνεις και δεν εξελίσσεσαι σαν άνθρωπος αν δεν κάνεις λάθη. Μ’ αρέσει να βοηθάω, μ’ αρέσει πολύ. Ακαδημαϊκά έχω βοηθήσει πολλά παιδιά να πάνε στην Αμερική, να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα. Συμβούλευα και αυτούς και τους γονείς τους. Είναι πολλά πράγματα που τα παιδιά δεν ξέρουν. Εγώ πάντα τους έλεγα ‘να κάνετε όνειρα, να έχετε τα μάτια στον ουρανό και τα πόδια κάτω, στη γη’.
Εκεί (σ.σ στην Αμερική) είναι ένας άλλος κόσμος. Δεν έχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα να δουλεύουμε τόσο σκληρά. Πρέπει να έχεις γερό στομάχι, υπάρχουν πολλά παιδιά που έχουν πάει και έχουν γυρίσει πίσω το πρώτο τετράμηνο των σπουδών τους γιατί δεν μπορούσαν μακριά από την οικογένειά τους, γιατί είναι δύσκολο να ανταπεξέλθεις ακαδημαϊκά. Είναι πολύ σκληρή η αθλητική νοοτροπία τους. Αυτό στην Ελλάδα δυστυχώς δεν το έχουμε. Κι επειδή σαν λαός είμαστε πιο χαλαροί, δεν ξέρω και αν θα το αποκτήσουμε στο μέλλον”.
– Η προπονητική λοιπόν είναι ένας από τους στόχους σου. Βλέπεις δηλαδή τον εαυτό σου στον πάγκο μιας ομάδας μελλοντικά;
“Ναι, μ’ αρέσει να βοηθάω τα παιδιά, η προπονητική είναι ένας στόχος για το μέλλον. Θα ήθελα να κάνω και αυτό. Έχω μια τρέλα να λέω “θα κάνω αυτό” και θα το κάνω. Θα δοκιμάσω. Θα αποτύχω; Τουλάχιστον θα λέω ότι το έχω κάνει. Ή μπορεί να το κάνω ερασιτεχνικά, δηλαδή να κάνω ατομικές με παιδιά και να τα βοηθάω να πάνε στην Αμερική”.
– Πώς προέκυψε η συνεργασία με τη NOVA;
“Γνωρίστηκα με τον Γιώργο Συρίγο σε μια τηλεοπτική εκπομπή πριν δύο χρόνια. Ήμασταν καλεσμένοι κι εγώ κι αυτός. Ήρθε η σειρά μου να μιλήσω, απ’ ότι κατάλαβα έψαχναν μια κοπέλα, αθλήτρια. να κάνει αυτό που έκανα εγώ στην αρχή, να παρουσιάζει κάποιες κάρτες. Όχι απαραίτητα γι’ αυτό που έκανα εν τέλει, δηλαδή τον σχολιασμό, τη συμμετοχή σε όλη την εκπομπή και τις συνεντεύξεις. Όλα αυτά πιστεύω ότι μου τα ανέθεσαν αφού είδαν τι μπορώ να κάνω, τους έδωσα κι εγώ ερεθίσματα.
Έκανα τα δοκιμαστικά και ξεκίνησα. Δεν είχα εμπειρία, αν και η αλήθεια είναι ότι πριν φύγω από την Ελλάδα, όταν έκανα την πρώτη εγχείρηση και έμεινα εδώ πριν ξεκινήσω τις σπουδές μου, έκανα έναν χρόνο δημοσιογραφία σε μια ιδιωτική σχολή. Πέραν αυτού δεν είχα καμία άλλη επαφή με την τηλεόραση. Είχα επαφή με το θέατρο γιατί ήταν μία από τις υποειδικότητές μου. Με βοήθησε το γεγονός ότι το αντικείμενο που κλήθηκα να σχολιάσω έχει να κάνει με κάτι που ασχολούμαι 17 χρόνια. Οπότε μου ήταν πιο εύκολο. Δεν ήταν καθόλου εύκολο όμως να έχω κάποιον να μιλάει στο αυτί μου και να διαβάζω ένα script.
Τον πρώτο καιρό δεν καταλάβαινα πολλά, τα τεχνικά περισσότερο. Έκανα λάθη. Το καλό με τη δουλειά μου είναι ότι όλοι οι άνθρωποι στη NOVA, είτε ο Γιώργος ο Συρίγος, είτε όλοι οι δημοσιογράφοι που πλαισιώνουν την εκπομπή μας, είτε ο διευθυντής μας ο Γιάννης ο Φουρνάρος, μου συμπεριφέρθηκαν σαν να είμαι μία από αυτούς. Με δέχθηκαν πολύ θερμά, όμως μου έκαναν σκληρή και εποικοδομητική κριτική. Μου μιλούσαν σαν να είμαι άντρας. Δεν μου χρυσώνουν το χάπι. Κι εγώ είμαι τέτοιος άνθρωπος. Μου αρέσει, δεν με πειράζει γιατί είμαι πολύ εγωίστρια και εγώ κρίνω τον εαυτό μου 100 φορές χειρότερα από τους άλλους. Αποσκοπούσα στην κριτική, δηλαδή τους έλεγα ‘πείτε μου τι κάνω λάθος’. Ακόμα και κάτι που θα με προσβάλει μπορούσα να το δεχτώ γιατί ήξερα ότι θα με κάνει καλύτερη. Εννοείται ότι εφόσον με επέλεξαν να είμαι εκεί, θα ήθελαν να γίνω καλύτερη.
Αν θες να προωθήσεις ένα προϊόν όπως η Ευρωλίγκα, θέλεις οι άνθρωποι που το εκπροσωπούν να είναι οι καλύτεροι. Με βοήθησε πολύ αυτό, το ότι ήταν μαζί μου αληθινοί, όσο κι αν με στενοχωρούσε. Ακόμη κάνω λάθη και μακάρι να μαθαίνω μέσα από αυτά, όπως έχει γίνει μέχρι τώρα”.
– Έχεις νιώσει ότι δεν σε αποδέχονται επειδή είσαι γυναίκα; Γιατί ο χώρος είναι κατά βάση ανδροκρατούμενος.
“Έχεις δίκιο. Είναι όμως και το τι βγάζεις εσύ στον άλλο. Στην αρχή μπορεί αρκετοί να είπαν ‘α κοίτα μια ωραία κοπέλα που την έβαλαν να διαβάσει τις κάρτες και αυτά που της έχουν γράψει στο χαρτί’. Αν έχει κάτσει κάποιος σοβαρά να παρακολουθήσει τι έχω κάνει και τι δουλεύω στην εκπομπή, μπορεί εύκολα να δει ότι έχω καταφέρει να μην κοιτούν την εμφάνιση, γιατί είναι πολύ σημαντικά αυτά που έχω να πω.
Μερικές φορές, επειδή το πιο μεγάλο ποσοστό του κοινού μας είναι άνδρες, είναι λίγο προκατειλημμένοι όταν βλέπουν μια ωραία παρουσία, όμως είναι στο χέρι της κάθε κοπέλας να κάνει τον κόσμο να προσέξει τι έχει να πει. Αυτό το κερδίζεις με τη δουλειά σου και με το τι δίνεις εσύ στον άλλον να καταλάβει. Πέρυσι, όταν ξεκίνησα και πήγαινα στο γήπεδο, στην αρχή ντρεπόμουν. Έτσι είμαι γενικά, δεν το έχω με την υπερέκθεση, αισθάνομαι άβολα πολλές φορές. Πλέον, είμαι τόσο συγκεντρωμένη στο να κάνω τη δουλειά μου, να πω αυτά που πρέπει και να παρατηρώ το παιχνίδι.
Όταν βλέπω τα ματς (ευτυχώς δεν με δείχνουν οι κάμερες), γράφω τα στατιστικά μου και είμαι σαν τους βοηθούς προπονητών. Το ζω. Κάθομαι και κοιτάω τι κάνουν λάθος, τι κάνουν σωστά, έχω τις σημειώσεις μου και δεν με απασχολεί ποιος με κοιτάει. Πολλές φορές μου λένε ‘πρόσεχε πως κάθεσαι’, αλλά εγώ ζω το παιχνίδι και πλέον δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Ξέρω ότι θα με κοιτάξουν, μπορεί και κάποιος να πει κάτι, αλλά δεν με ενδιαφέρει καθόλου γιατί είναι σαν να πηγαίνω απλά στη δουλειά μου”.
– Έχεις νιώσει να σε φλερτάρουν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης;
“Όχι. Το μόνο που έχω νιώσει είναι πως δεν καταλαβαίνουν τι λέω, εκεί έχω κομπλάρει. Έχει τύχει να μην έχουν καταλάβει τι ρωτάω, γιατί μπορεί να μην ξέρουν καλά αγγλικά ή εγώ να μιλάω πολύ γρήγορα. Κάποιοι μου έχουν πει ‘εγώ δεν συμφωνώ με αυτό που λες’ κι εκεί λίγο παγώνω. Πρέπει να το ξεπεράσω γιατί λάθη θα κάνω, αλλά το θέμα είναι πως το αντιμετωπίζεις. Είναι και ζωντανή η εκπομπή και είναι πιο δύσκολο.
Δεν μου δίνει κάποιος τα κείμενά μου, ούτε έχω autocue, ούτε μου δίνουν τις ερωτήσεις. Όταν τελειώνει το παιχνίδι έχεις λίγα δευτερόλεπτα να ρωτήσεις δυο-τρεις σημαντικές ερωτήσεις τον προπονητή και τον παίκτη. Οπότε είναι πολλά που πρέπει να έχω στο μυαλό μου. Πρέπει να δω πως θα πω κάτι, να μην προσβάλω τον άλλον. Πρέπει να τα κάνεις όλα μαζί σε λίγα δευτερόλεπτα. Για να το κάνεις αυτό πρέπει να έχεις εμπειρία κι εγώ δεν την έχω. Πάω βήμα βήμα”.
– Αγαπημένος παίκτης ή προπονητής ως συνεντευξιαζόμενος;
Και με τους δύο προπονητές των ελληνικών ομάδων και με τον coach Πασκουάλ και με τον coach Σφαιρόπουλο συνεργάζομαι άψογα. Και με όσους παίκτες έχουν έρθει και από τον Παναθηναϊκό και απ’ τον Ολυμπιακό. Είναι λαλίστατοι!
– Υπήρξε κάποιος που να ήταν περίεργος ή δύστροπος;
Δύστροπος; Όχι. Σε μερικά παιχνίδια, έχω παρατηρήσει ότι ο προπονητής που χάνει στο ημίχρονο είναι κάπως στη συνέντευξη. Εκεί πρέπει να προσέξω τι θα πω. Εκεί συνήθως κάνω πιο απλές ερωτήσεις γιατί δεν θέλω να τσαντίσω κανέναν (σ.σ γέλια). Γενικά, δεν έχω τέτοια προβλήματα πάντως.
– Συνεργάζεσαι καλύτερα με άντρες ή γυναίκες;
“Όταν βρίσκονται πολλές γυναίκες μαζί, υπάρχει πρόβλημα. Είμαστε πολύ δύσκολες οι γυναίκες. Ένα από τα στοιχεία που μ’ αρέσει στη δουλειά που κάνω τώρα είναι ότι βρίσκομαι ανάμεσα σε άντρες. Θα μου ασκήσουν κριτική, θα μου πουν αυτό που τους ενοχλεί έξω απ’ τα δόντια. Μια γυναίκα θα το έλεγε στον έναν, στον άλλον και θα ερχόταν σε εσένα. Δεν υπάρχει αυτό το δράμα με τους άντρες. Είναι πιο straight. Είμαι κι εγώ αντράκι και στη δουλειά και στον τρόπο που μιλάω.
Στο γήπεδο πρέπει να είσαι και λίγο αντράκι, θέλει τσαμπουκά, να έχεις λίγο θράσος με την καλή έννοια. Να μη φοβάσαι, να ρισκάρεις, να λες τη γνώμη σου, αλλά να ξέρεις μέχρι που μπορείς να φτάσεις. Εγώ ξέρω αυτή τη στιγμή ότι μπορώ να πω δυο πράγματα. Θα μπορούσα να πω τέσσερα, αλλά θα πω δύο και θα περιμένω να μου πει τα άλλα δύο κάποιος πιο έμπειρος. Μ’ αρέσει να μιλάω στον άλλον ευθέως και να μην παρεξηγείται. Επειδή είμαι γυναίκα, πολλές φορές κολλάνε να μου πουν κάτι γιατί φοβούνται μήπως παρεξηγηθώ. Πάω λοιπόν μόνη μου και τους ρωτάω αν κάνω κάτι λάθος και πως να το διορθώσω για να είμαστε οκ”.
– Ο αρραβωνιαστικός σου ζηλεύει που βρίσκεσαι ανάμεσα σε τόσους άνδρες;
“Το μόνο που ζηλεύει είναι που δεν τον παίρνω μαζί μου στα γήπεδα γιατί έχει προπόνηση. Δεν ζηλεύει. Ξέρει ότι έχω τρέλα με το μπάσκετ και το έχει αποδεχτεί. Μ’ αρέσει πολύ η δουλειά μου και πιστεύω πως θα μου έλεγε από μόνος του να κάνω ακόμη περισσότερα όσον αφορά αυτό το κομμάτι. Του αρέσει, είναι απ’ τους ανθρώπους που με βοηθάνε, με στηρίζουν. Δεν μου έχει πει ποτέ όχι. Μου λέει ‘πρόσεχε’ όπως μου λένε και οι γονείς μου. Έχω απίστευτη ελευθερία σε αυτό, δεν νομίζω ότι υπάρχουν περιορισμοί. Βλέπει ότι μου αρέσει πάρα πολύ και το αγαπάω και χαίρεται πολύ”.
– Πώς γνωριστήκατε;
“Τον γνώρισα πολύ πριν ασχοληθώ με τη δημοσιογραφία, πριν καν ξεκινήσω να δουλεύω ως καθηγήτρια, πριν σχεδόν τέσσερα χρόνια. Είναι επιχειρηματίας, έχει ένα καφέ μπαρ που ήταν χορηγός στην ομάδα που έπαιζα τότε, στον Αθηναϊκό. Πήγαμε να πιούμε καφέ στο μαγαζί του γιατί ήταν χορηγός μας. Τον ήξερα από πιο παλιά γιατί παίζαμε στην ίδια ομάδα ανδρικό-γυναικείο, αλλά μόνο φατσικά. Και έτσι ξεκινήσαμε να βγαίνουμε”.
– Ποιος είναι ο αγαπημένος σου μπασκτεμπολίστας;
“Θα σου πω προσωπικά ποιος με έχει εμπνεύσει. Θεωρώ ότι είναι πιο σημαντικό ποιον είχες πρότυπο παρά ποιον θεωρείς καλύτερο, γιατί μπορώ να σου πω τον Μάικλ Τζόρνταν, αλλά εμένα προσωπικά δεν με εμπνέει. Εγώ είχα τρέλα με τον Μποντιρόγκα όταν ξεκίνησα να παίζω μπάσκετ. Μάλιστα προσπαθούσα να κάνω μια συγκεκριμένη ντρίμπλα που έκανε και δεν μπορούσα με τίποτα. Ήμουν 14 χρονών και δεν μπορούσα.
Μετά όταν πήγα στην Αμερική μου άρεσε πολύ, ακόμα μ’ αρέσει πάρα πολύ -αν και έχει σταματήσει να παίζει- ο Κέβιν Γκαρνέτ που έχει και μια εκπομπή στην τηλεόραση στην Αμερική. Μου άρεσε το πώς έπαιζε, πώς μίλαγε, η συμπεριφορά του, τον θεωρούσα τρομερό πρότυπο αθλητή από άποψη προσπάθειας και προσόντων και με πολύ μεγάλη ιστορία στο NBA. Τώρα έχει εκπομπή σε ένα κανάλι στην Αμερική για το NBA. Δεν βλέπω NBA, μόνο κάποια παιχνίδια, όσα με ενδιαφέρουν. Δεν κάθομαι να ξενυχτήσω, αλλά μου αρέσουν πολύ τα shows. Βλέπω αυτό με τον Γκαρνέτ. Βλέπω αυτό με τον Σακίλ Ο’Νιλ και τον Τσαρλς Μπάρκλεϊ. Μ’ αρέσουν πολύ, τρελαίνομαι.
Βλέπω τις εκπομπές τους και μου αρέσει αυτή η χαλαρότητα και η αμεσότητα που υπάρχει. Μπορούν να κάνουν ένα σχόλιο, να κοροϊδέψουν, να κάνουν πλάκα σε άλλο επίπεδο από αυτό που κάνουμε εμείς. Εμείς είμαστε πιο συντηρητικοί. Πιο συγκρατημένοι στις αντιδράσεις μας. Ενώ πρέπει να καταλάβουμε ότι το μπάσκετ πρέπει να το ζεις, να έχεις αντιδράσεις σαν να είσαι και με τις δύο ομάδες, να μην φοβάσαι να πεις για τη μία ομάδα γιατί μπορεί να παρεξηγηθεί η άλλη. Εγώ πιστεύω πως αυτό είναι που πουλάει και έχουν ανέβει τόσο πολύ οι εκπομπές εκεί. Είναι σε άλλο επίπεδο. Κι εγώ το ζω το παιχνίδι, αλλά πολλές φορές συγκρατούμαι, λέω ‘μην πεις αυτό’, υπάρχει ένα όριο. Όμως βλέπω αυτούς και ζηλεύω. Και σκέφτομαι γιατί να μην μπορώ κι εγώ να βγω να κάνω πλάκα και να κοροϊδέψω. Έχουμε πολλά ταμπού και οι παίκτες και οι ομάδες και εμείς. Θα ήταν ωραίο κάποια στιγμή να αλλάξει όλο αυτό. Θα ήταν πιο θελκτικό για το κοινό”.
– Τι ομάδα είσαι στο NBA;
“Δεν υποστηρίζω κάποια ομάδα στο NBA. Παλιά λόγω Γκαρνέτ ήμουν Boston Celtics. Μου αρέσει η ομάδα του Αντετοκούνμπο γιατί είναι νεανική. Ο Γιάννης είναι τρομερός παίκτης, πιστεύω πως ταιριάζει απόλυτα εκεί. Ίσως στο ευρωπαϊκό μπάσκετ να μην μπορεί να κάνει όσα κάνει στο NBA, λόγω του τρόπου παιχνιδιού. Αν παίξει με την Εθνική και βάλει 15 πόντους δεν σημαίνει ότι είναι κακός παίκτης. Εκεί που είναι ταιριάζει απόλυτα και γι’ αυτό κάνει αυτά που κάνει. Πιστεύω πως δεν υπάρχει ταβάνι για τον Γιάννη. Του αρέσει πολύ, δουλεύει, έχει ανθρώπους που έχουν επενδύσει πάνω του, όλη η ομάδα των Bucks έχει χτιστεί γύρω του, είναι brand name γι’ αυτούς και πιστεύω πως μόνο μεγάλα πράγματα θα συνεχίσουμε να βλέπουμε”.
– Ποιον θεωρείς τον πιο σέξι μπασκετμπολίστα;
“Τον άντρα μου! (σ.σ γέλια) Δεν έχω κάποιον στο μυαλό μου. Και θα σου πω γιατί. Έρχεται μια στιγμή που βλέπεις το μπάσκετ τόσο αλλιώς που δεν παρατηρείς τίποτε άλλο εκτός από το παιχνίδι. Είναι περίεργο αυτό που λέω, αλλά είναι αλήθεια”.
– Από ποιον παίκτη ή προπονητή έχεις όνειρο να πάρεις συνέντευξη και δεν το έχεις κάνει ακόμη;
“Δύσκολο. Φυσικά και θα ήθελα να πάρω συνέντευξη από τον Νίκο Γκάλη, αλλά έχει δώσει πολλές συνεντεύξεις. Δεν ξέρω τι παραπάνω θα μπορούσε να πει σε εμένα. Θα ήθελα μόνο και μόνο για την εμπειρία γιατί είναι ένας άνθρωπος που είναι τόσο ιδιαίτερη προσωπικότητα και έβλεπε το μπάσκετ τόσο αλλιώς. Έχει επηρεάσει μια ολόκληρη χώρα. Μόνο και μόνο γι’ αυτό, για την εμπειρία.
– Τον είδες στο “Nick Galis Hall of Famous Game”, όπου έδωσες κι εσύ το “παρών”. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία;
Δεν τον είχα δει ποτέ από κοντά, ήταν η πρώτη φορά. Γενικά συγκινούμαι όταν μιλάω για τον Γκάλη. Είναι ένας άνθρωπος που έχει αλλάξει τις ζωές πολλών ανθρώπων κάνοντας αυτό που αγαπάει. Πολλές φορές βέβαια, επειδή μιλάμε για τον Νίκο Γκάλη ξεχνάμε και όλους εκείνους που τον πλαισίωσαν. Όλοι αυτοί σαν σύνολο, παίκτες, προπονητές, η τότε διοίκηση της ΕΟΚ, έχουν βοηθήσει όλους εμάς μετά. Ασχολήθηκαν με το μπάσκετ στον υπέρτατο βαθμό και μας έδωσαν την ευκαιρία να ακολουθήσουμε αυτό το άθλημα.
Από ‘κει και πέρα ήταν μια πολύ ωραία εκδήλωση, ήρθε πολύς κόσμος. Ήταν ο Σπανούλης, ο Διαμαντίδης, ο Παπαλουκάς. Θυμάμαι αυτή τη φωτογραφία που έβγαλαν ο Παπαλουκάς, ο Σπανούλης, ο Διαμαντίδης και ο Γκάλης και κοιτούσα και έλεγα ‘εγώ γιατί θεωρούμαι παίκτρια; που έπαιξα μπάσκετ;’. Όταν σκεφτείς τι έχουν καταφέρει όλοι αυτοί και πώς έχουν βοηθήσει εμάς να έχουμε δουλειά, ξεπερνάει την κοινή λογική. Το να τους ευχαριστούμε πού και πού ίσως είναι λίγο. Πόσα πράγματα γίνανε επειδή κάποιοι άνθρωποι αγάπησαν το μπάσκετ παραπάνω από κάποιους άλλους και προσπάθησαν παραπάνω από κάποιους άλλους”.
– Αγωνιστικά, πώς βλέπεις φέτος τους “αιώνιους”;
“Είναι η πρώτη χρονιά που μπορούμε να πούμε ότι έχουμε μεγάλη ευκαιρία να δούμε και τις δύο ομάδες στο Final 4. Θα είναι πολύ καλό για το ελληνικό μπάσκετ. Είναι δύο ομάδες που έχουν κάνει τρομερή επένδυση στα ρόστερ τους, αλλά πολύ διαφορετικές. Ο Πασκουάλ έχει καταφέρει να “παντρέψει” πολλούς διαφορετικούς παίκτες βγάζοντας ένα πολύ ωραίο αποτέλεσμα.
Μια ομάδα που πέρυσι ήταν καθαρά επιθετική, φέτος έχει την τρίτη καλύτερη άμυνα στην Ευρωλίγκα. Πέρυσι βασιζόταν στο ένας με έναν, φέτος κάνει συνεργασίες, έχει το σουτ τριών πόντων που είναι το βασικό του στοιχείο, αλλά μπορεί και κερδίζει και χωρίς αυτό και είναι πολύ σημαντικό. Έχει καταφέρει ο Ισπανός coach να πάρει από τον κάθε παίκτη αυτό που θέλει και αυτό είναι μεγάλη επιτυχία. Όλο αυτό που βλέπουμε φέτος πιστεύω πως οφείλεται στον προπονητή και στο πώς έχει καταφέρει να διαχειρίζεται τους παίκτες του.
Ο Ολυμπιακός είναι μια ομάδα η οποία έχει έναν βασικό κορμό με πολλές επιτυχίες στο βιογραφικό του, έχει παίκτες με προσωπικότητα, υπάρχει απίστευτη χημεία και ομοιογένεια. Ο Σπανούλης είναι διαφορετικός παίκτης φέτος κι έτσι ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο για τον Ολυμπιακό. Ο Σπανούλης έχει περάσει στη λογική του να είναι πιο πολύ δημιουργός. Συνεισφέρει στην ομάδα με έναν άλλο τρόπο απ’ ότι έκανε τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό μόνο καλό μπορεί να κάνει στον Ολυμπιακό. Ο χρόνος θα δείξει ποια θα είναι η επιλογή του Σπανούλη στο μέλλον. Αν θα συνεχίσει να παίζει ή αν θα σταματήσει. Ο τρόπος που έχει διαλέξει να παίζει φέτος ίσως αφήνει υπονοούμενο ότι θα συνεχίσει να παίζει για λίγα χρόνια ακόμη.
Είμαι πολύ αισιόδοξη για τις ομάδες μας. Έχουν κάνει μερικά πολύ καλά παιχνίδια. Έχουν κάνει και στραβοπατήματα και είναι αναμενόμενο σε ένα τόσο μεγάλο πρωτάθλημα. Το έχω πει και για τους δύο. Δεν χάνεις ποτέ στο μπάσκετ. Ή θα κερδίσεις και όλοι θα είναι χαρούμενοι ή θα μάθεις από μια ήττα. Το χειρότερο είναι να πεις ‘έχασα’, να πέσει η ψυχολογία σου και να μη θες να προσπαθήσεις. Θα γίνεις καλύτερος μόνο αν σκεφτείς πόσα μπορείς να μάθεις από μια ήττα.
Η καταστροφολογία είναι το πιο δυνατό χαρακτηριστικό του Έλληνα. Όταν κάποιος χάνει αρχίζουμε και θέλουμε να φύγει ο προπονητής, να φύγει ο τάδε παίκτης, να πάρουμε άλλον παίκτη. Πρέπει να καταλάβουμε ότι οι παίκτες δεν είναι μηχανές, παίζουν δύο και τρία ματς την εβδομάδα. Οι αθλητές κάνουν κύκλους. Είσαι στην κορυφή, πέφτεις και ξανανεβαίνεις. Έτσι είναι η απόδοση των ομάδων και των παικτών. Τείνουμε να καταστροφολογούμε και να τα τραγικοποιούμε όλα. Έτσι είμαστε σαν λαός. Αν δεν αλλάξει η νοοτροπία μας θα συνεχίσουμε να τα αντιμετωπίζουμε έτσι”.
– Θεωρείς λοιπόν ότι Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός είναι ανάμεσα στα φαβορί;
“Είναι νωρίς, δεν μπορούμε να μιλάμε για φαβορί. Θα ήθελα να είναι και οι δύο ελληνικές ομάδες. Υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες να είναι έστω μία. Θα σου πω αυτό που μου έχει κάνει εντύπωση φέτος και είναι η ομάδα του Γιασικεβίτσιους. Αξίζει κάθε χρόνο να βλέπουμε ποιες ομάδες θα αρχίσουν να ανεβαίνουν, τους προπονητές, τους τοπ παίκτες. Επενδύει εκεί η Ευρωλίγκα. Στις ομάδες που έρχονται από χαμηλά και θα αρχίσουν να πρωταγωνιστούν τα επόμενα χρόνια.
Η Ζάλγκιρις είναι μια τρομερή έκπληξη φέτος, έχει έναν πολύ καλό προπονητή, ο οποίος ήταν και πολύ καλός παίκτης. Αυτό πολλές φορές δεν πάει μαζί γιατί νομίζουν ότι όλοι οι παίκτες μπορούν να παίξουν όπως έπαιζαν αυτοί. Ο Σάρας το έχει ξεπεράσει αυτό. Απ’ ότι φαίνεται έχει καταφέρει να κερδίσει τους παίκτες του. Έχουν εμπιστοσύνη στον προπονητή τους, υπάρχει τρομερή ομοιογένεια, παίζουν αξιοζήλευτο μπάσκετ, έχουν ρόλους, ξέρει τι θα κάνει ο καθένας στο παρκέ, είναι υπάκουοι στον προπονητή τους. Είναι μια ομάδα που χαίρεσαι να την βλέπεις.
Με ρωτούν τι ομάδα είμαι Ολυμπιακός ή Παναθηναϊκός. Πλέον είμαι τόσο ερωτευμένη με το μπάσκετ που υποστηρίζω αυτόν που παίζει καλύτερα, αυτόν που απολαμβάνω να βλέπω. Μπορεί να παίζει η Ζάλγκιρις ή η Ρεάλ ωραίο μπάσκετ. Θα υποστηρίζω αυτές. Εννοείται ότι υποστηρίζω τις ελληνικές ομάδες, αλλά έρχεται μια περίοδος που σ’ αρέσει τόσο πολύ το μπάσκετ που το μόνο που θες είναι να βλέπεις ωραίο μπάσκετ. Η ερώτηση τι ομάδα είσαι είναι η πιο χαζή για έναν άνθρωπο που αγαπά το μπάσκετ”.
– Η Βάσω Μώραλη ήταν η πρώτη γυναίκα που μετέδωσε ποδοσφαιρικό αγώνα. Θα ήθελες να είσαι εσύ η πρώτη που θα το κάνει στο μπάσκετ;
“Θέλω. Είναι μέσα στους στόχους μου να κάνω μετάδοση αγώνα. Θα είμαι στο 3on3 της FIBA στο Challenge στη Λεμεσό 16-17 Ιουνίου η σπίκερ των παιχνιδιών και η παρουσιάστρια του 3on3. Το σπικάρισμα θα γίνει όλο στα αγγλικά. Στη μετάδοση ενός παιχνιδιού και στην περιγραφή των φάσεων είναι δύσκολο γιατί υπάρχει διαφορά στην ορολογία. Υπάρχουν φράσεις που δεν χρησιμοποιούνται με τον ίδιο τρόπο στη μία και στην άλλη γλώσσα. Είμαι ενθουσιασμένη. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα μου το ζητούσαν”.
– Τι είναι αυτό που δεν έχεις κάνει και θα ήθελες να το κάνεις;
“Μεγάλο όνειρό μου όταν τελειώσω το μεταπτυχιακό μου είναι να ανοίξω τον δικό μου χώρο ως ψυχολόγος. Να έχω δηλαδή το δικό μου γραφείο. Έχω ένα εκατομμύριο πράγματα που θέλω να κάνω στο μυαλό μου. Είμαι λίγο… άπληστη αλλά δεν μπορώ να κάνω μόνο ένα πράγμα. Θέλω να κάνω συνέχεια καινούρια πράγματα για να δω τι άλλο μπορώ. Θέλω να είμαι συνέχεια ενεργή γιατί μια ζωή την έχουμε”.
– Δεν υπάρχουν όμως στιγμές που κουράζεσαι, που θες περισσότερο ελεύθερο χρόνο για εσένα, για τους φίλους σου;
“Από 13 χρονών ξεκίνησα να κάνω θυσίες για να παίξω μπάσκετ. Έκανα τρεις προπονήσεις την ημέρα, πήγαινα σχολείο, τα καλοκαίρια ήμουν με την Εθνική ομάδα. Έτσι πορεύτηκα και έμαθα να είμαι πειθαρχημένη και λίγο πιο συντηρητική. Είμαι έτσι σαν άνθρωπος. Με ρωτούν ‘δεν σου λείπει που δεν βγαίνεις, που δεν μπορείς να ξενυχτήσεις και δουλεύεις από το πρωί μέχρι το βράδυ;’. Ναι υπάρχει μία στιγμή μόνο που το σκέφτομαι. Όμως θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, γιατί όλα αυτά που έχω επιλέξει να κάνω με γεμίζουν απόλυτα. Τόσο που δεν θα προτιμούσα να πάω για καφέ από το να σπουδάζω, ούτε θα προτιμούσα να βγω το βράδυ αντί να πάω στο γήπεδο, ούτε να πάω για ψώνια αντί να κάνω εκπομπή. Μου λείπει αυτό πολύ σπάνια. Νιώθω πλήρης”.
– Έχεις σκεφτεί το κομμάτι της οικογένειας;
“Το σκέφτομαι, όμως επειδή θα ήθελα στο παιδί μου να δώσω ένα πολύ καλό πρότυπο, θέλω να κάνω όσα πιο πολλά πράγματα μπορώ μέχρι να έρθει αυτή η στιγμή. Είτε είναι αγόρι είτε κορίτσι, θέλω το παιδί μου να ξέρει από που ξεκίνησε η μαμά του, ότι έκανε πολλά πράγματα. Δεν έχω βασιστεί ποτέ οικονομικά στους γονείς μου απ’ όταν ξεκίνησα να παίζω μπάσκετ στα 14. Πήγα μόνη μου στην Αμερική, δεν είχα συγγενείς εκεί. Γενικά είμαι άνθρωπος που έχω πορευτεί στις επιλογές μου μόνη μου, χωρίς βοήθεια. Ήθελα να σταθώ στα δικά μου πόδια. Θέλω το παιδί μου να είναι πολύ περήφανο για την μαμά του”.
– Πώς είναι η σχέση σου με τον Γιώργο Συρίγο;
“Ο Γιώργος μου μιλάει καμιά φορά λες και είμαι κολλητός του. Μιλάμε λες και είμαστε φιλαράκια. Είναι αστείο το πώς καθόμαστε στο καμαρίνι και βλέπουμε τα παιχνίδια. Είμαι εγώ φτιαγμένη, ντυμένη, βαμμένη με τα πόδια πάνω στο τραπέζι. Ο Γιώργος τρώει σουβλάκια. Είμαστε… αγόρια και οι δύο όταν βλέπουμε παιχνίδι. Φωνάζουμε. Με τον Γιώργο έχω πολύ καλή σχέση, είναι πολύ καλός δάσκαλος. Όλοι είναι έτσι. Όλοι με συμβουλεύουν. Είναι λες και βλέπω το παιχνίδι στον καναπέ του σπιτιού μου, φωνάζω, βρίζω. Εγώ είμαι χειρότερη από αυτούς. Κάνουμε και τις πλάκες μας, έχουμε δέσει, έχουμε χημεία και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Νιώθω άνετα να του πω κάτι κι αντίστοιχα κι αυτός. Θα μου πει αν κάτι δεν πάει καλά. Είναι πολύ σημαντικό να παίρνω feedback από έναν άνθρωπο που είναι στον χώρο τόσα χρόνια και είναι εκεί που είναι”.
– Και για το τέλος, θέλω να μου πεις δυο λόγια και για τον Δημήτρη Καρύδα…
“Ο κύριος Δημήτρης, γιατί τον λέω κύριο. Έχω μάθει τόσα πολλά πράγματα μπασκετικά από αυτόν (και δημοσιογραφικά) που δεν τα είχα φανταστεί ποτέ. Είναι απίστευτος άνθρωπος στο πόσο πολύ αγαπάει τη δουλειά του. Νιώθω λες και είμαι κόρη του. Θα ήθελα να τον είχα μπαμπά. Αγαπά πολύ τη δουλειά του. Δεν το καταλαβαίνεις μέχρι να αρχίσει να σου μιλάει. Τον λέω εγκυκλοπαίδεια. Τα ξέρει όλα! Από κανονισμούς μέχρι ποιος κέρδισε το τάδε παιχνίδι το1987. Είναι τρομερός δάσκαλος. Και μαθαίνω πολλά πλάι του. Στο γήπεδο νιώθω πολύ τυχερή όταν είμαστε μαζί κι ας γελάνε όλοι απ’ έξω για τη διαφορά ύψους (σ.σ γέλια)”.