ΕΕ: “Τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και όλοι οι φορείς που είναι αρμόδιοι για τη διαχείριση των κονδυλίων της ΕΕ αντιμετωπίζουν δυσκολίες με την ψηφιοποίηση”. Αυτό είναι το συμπέρασμα επισκόπησης που δημοσίευσε σήμερα το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ).
«Η πρόοδος είναι αδιαμφισβήτητη, αλλά η βελτίωση της διαλειτουργικότητας μέσω της ευθυγράμμισης των διαφόρων πληροφοριακών συστημάτων και βάσεων δεδομένων αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολη», τονίζει το ΕΕΣ. Δεδομένου ότι υπάρχει πλήθος φορέων που διαχειρίζονται κονδύλια της ΕΕ, όπως υπάρχει και ποικιλία των πληροφοριακών συστημάτων που αυτοί χρησιμοποιούν, είναι επί του παρόντος αδύνατον να διενεργηθούν ελεγκτικές δοκιμασίες μεγάλης κλίμακας. Αυτό θα βοηθούσε στην προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ και θα καθιστούσε αποτελεσματικότερους τους ελέγχους των δαπανών της ΕΕ, διαπιστώνουν οι ελεγκτές του ΕΕΣ.
Υπενθυμίζεται ότι η ψηφιοποίηση αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για τη δημόσια διοίκηση της ΕΕ. Στην ψηφιακή στρατηγική της του 2018, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβεβαίωσε τον στόχο της να καταστεί «πραγματικά ψηφιακή» έως το 2022. Ακολούθησε, στα μέσα του 2022, μια νέα ψηφιακή στρατηγική, στην οποία διατυπώνονταν βασικές δράσεις που πρέπει να ολοκληρωθούν έως το τέλος του 2024.
«Αν και έχει σημειωθεί πρόοδος, ορισμένες βασικές δράσεις καταγράφουν σημαντικές καθυστερήσεις και υπερβάσεις του προϋπολογισμού. Έτσι το σχέδιο της ψηφιοποίησης παραμένει στα σκαριά», δήλωσε η Λ. Αντρικίενε, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδια για την επισκόπηση. «Το πλήθος των πληροφοριακών συστημάτων που χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση των επιχειρησιακών δαπανών από τον προϋπολογισμό της ΕΕ είναι μεγάλο· αν επιθυμούμε δε τη βελτίωση της διαλειτουργικότητας και της διαφάνειας, πρέπει να τα ευθυγραμμίσουμε και να τα απλουστεύσουμε. Η κατάσταση αυτή γίνεται ακόμη χειρότερη, καθώς οι κανόνες της ΕΕ δεν προβλέπουν την ομοιόμορφη χρήση κοινών εργαλείων πληροφορικής για την προστασία των δαπανών της ΕΕ, από όλα τα κράτη μέλη και από όλους τους φορείς διαχείρισης».
Η Επιτροπή έχει ψηφιοποιήσει τις διαδικασίες της για την καταβολή πληρωμών στα κράτη μέλη. Για παράδειγμα, η ψηφιοποίηση χρησιμοποιείται εκτενώς για τις στρεμματικές ενισχύσεις στη γεωργία. Από την άλλη, οι χώρες της ΕΕ χρησιμοποιούν διαφορετικά εργαλεία πληροφορικής για τη διαχείριση της χρηματοδότησης της συνοχής και της αγροτικής ανάπτυξης. Δεδομένου ότι τα εργαλεία αυτά δεν είναι γενικά ενσωματωμένα στα συστήματα της ΕΕ, δεν υπάρχουν αποδοτικά μέσα για την ανταλλαγή χρήσιμων πληροφοριών σχετικά με τους δικαιούχους κονδυλίων της ΕΕ. Η Επιτροπή φιλοξενεί διαδικτυακή πύλη με πληροφορίες σχετικά με τους αναδόχους και τους δικαιούχους χρηματοδότησης της ΕΕ στο πλαίσιο προγραμμάτων που διαχειρίζεται άμεσα και έμμεσα. Ωστόσο, η πύλη αυτή δεν περιέχει πληροφορίες ούτε σχετικά με τους τελικούς πραγματικούς δικαιούχους ούτε σχετικά με τους τελικούς αποδέκτες των κονδυλίων στις περιπτώσεις που η διαχείριση των χρημάτων γίνεται από οργανισμούς-εταίρους ή άλλες αρχές εντός ή εκτός της ΕΕ. Σύμφωνα με το ΕΕΣ, η διαφάνεια και, κατ’ επέκταση, η προστασία του προϋπολογισμού της ΕΕ, θα μπορούσαν να βελτιωθούν σημαντικά, με την καθιέρωση ενός μοναδικού αναγνωριστικού κωδικού για τους αναδόχους και τους δικαιούχους κονδυλίων της ΕΕ, που θα καθιστούσε δυνατή την αναζήτηση στα διάφορα εργαλεία και συστήματα.
Επιπλέον, η εφαρμογή του συστήματος ηλεκτρονικών δημόσιων συμβάσεων εμφανίζει ανομοιογένεια ανάμεσα στα κράτη μέλη. Επίσης, οι εκθέσεις διαφάνειας των χωρών της ΕΕ σχετικά με τους αναδόχους και τους δικαιούχους των δαπανών στον τομέα της συνοχής και της γεωργίας είναι άκρως κατακερματισμένες. Υπάρχει ένα ενιαίο εργαλείο εξόρυξης δεδομένων και βαθμολόγησης κινδύνου για την πρόσβαση και την ανάλυση δεδομένων που σχετίζονται με τη διαχείριση των κονδυλίων της ΕΕ, η χρήση του όμως είναι προς το παρόν προαιρετική και επομένως καθόλου γενικευμένη. Η Επιτροπή πρότεινε το εργαλείο αυτό να γίνει υποχρεωτικό, καθώς και η ισχύς των ρυθμίσεων διαφάνειας να επεκταθεί στη διαχείριση του συνόλου της χρηματοδότησης της ΕΕ. Ωστόσο, αυτό θα αρχίσει να ισχύει το νωρίτερο από την επόμενη περίοδο προγραμματισμού, η οποία ξεκινά το 2028.