Τα μέτρα εξάντλησαν τον δημοσιονομικό χώρο, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Ειδικότερα, Στους υπολογισμούς του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους στηρίζεται το Γραφείο προϋπολογισμού της βουλής για τα μέτρα του 2019 υιοθετώντας ότι η επίπτωση των μέτρων είναι κοντά στο 0,55% του ΑΕΠ και μπορεί να καλυφθεί από τον προβλεπόμενο δημοσιονομικό χώρο.
Ωστόσο, στις εκθέσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ) δεν γίνεται αναφορά για το κόστος ή το όφελος από τις ρυθμίσεις των 120 δόσεων, καθώς και τροπολογιών που κατατέθηκαν από βουλευτές και οι οποίες δεν έχουν τύχη επεξεργασίας από το Γενικό Λογιστήριου του Κράτους.
To γεγονός αυτό μπορεί να ανεβάσει σημαντικά το κόστος των μέτρων και αν ληφθούν υπόψη οι αιτιάσεις των Ευρωπαίων μόνο από τη ρύθμιση το κόστος προσεγγίζει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού κρατά και μία μικρή απόσταση από την κυβέρνηση. Αν και υποστηρίζει ότι η μείωση του ΦΠΑ και η καταβολή της «13ης σύνταξης» θα αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημα, άρα και την κατανάλωση άρα και το ΑΕΠ, το Γραφείο Προϋπολογισμού σημειώνει κατ’ αρχάς ότι όντως τα επεκτατικά μέτρα αναμένεται να επιδράσουν θετικά στην ιδιωτική κατανάλωση η οποία, κατά το μέρος που δεν καταλήξει σε εισαγωγές, θα ενισχύσει τον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης. Συμπληρώνει, όμως: «αυτό θα αντισταθμίσει εν μέρει το δημοσιονομικό τους κόστος, ωστόσο δεν θα πρέπει να υπάρχει η εσφαλμένη εντύπωση ότι η αντιστάθμιση θα είναι πλήρης και τα επεκτατικά μέτρα είναι αυτοχρηματοδοτούμενα».
Το Γραφείο Προϋπολογισμού κρούει για δεύτερη φορά τον κώδωνα του κινδύνου, υπενθυμίζοντας ότι αυτές οι παροχές δεν είναι εφάπαξ. «Με δεδομένο τον μόνιμο χαρακτήρα τους, η επίπτωσή τους θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στην κατάρτιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος και των ετήσιων προϋπολογισμών ώστε να διασφαλιστεί η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα».
Ως προς την κοστολόγηση των συγκεκριμένων μέτρων, το ΓΠΚΒ μένει στις εκτιμήσεις του ΓΛΚ, καθώς δεν έχει τα «εργαλεία» να τις αμφισβητήσει.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές του Γραφείου της Βουλής το Πρόγραμμα Σταθερότητας που κατέθεσε η χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση προβλέπει διατήρηση των πρωτογενών και συνολικών πλεονασμάτων για τα επόμενα χρόνια καθώς και την ύπαρξη δημοσιονομικού χώρου της τάξης του 0,6% του ΑΕΠ για το 2019.
Σημειώνουν δε, ότι οι προβλέψεις αυτές αναθεωρούνται εκ των πραγμάτων μετά την ψήφιση μιας σειράς επεκτατικών μέτρων, που περιλαμβάνουν τη μείωση του ΦΠΑ σε επεξεργασμένα τρόφιμα, εστίαση, ηλεκτρικό ρεύμα και φυσικό αέριο, την αναμόρφωση των συντάξεων χηρείας, την καταβολή ειδικού συνταξιοδοτικού επιδόματος (13η σύνταξη) και τη δυνατότητα ρύθμισης σε 120 δόσεις των οφειλών προς την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Υποστηρίζουν μάλιστα ότι όλες οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις, τόσο οι επεκτατικές όσο και οι περιοριστικές, έχουν αναδιανεμητικές συνέπειες καθώς επιδρούν διαφορετικά σε επιμέρους ομάδες του πληθυσμού.
Οι αναλυτές της Βουλής εκτιμούν ότι ο δημοσιονομικός χώρος είναι εξ’ ορισμού πεπερασμένος, κάθε κυβέρνηση επιλέγει πώς θα κατανείμει το όφελος ή το βάρος μεταξύ των κοινωνικών ομάδων. Τα πρόσφατα επεκτατικά μέτρα ευνοούν κατά κύριο λόγο τους συνταξιούχους αλλά και τους συναλλασσόμενους στις αγορές αγαθών που μειώνεται ο ΦΠΑ.
Ειδικά για το δεύτερο, η κατανομή του οφέλους μεταξύ καταναλωτών και παραγωγών θα εξαρτηθεί από την επίπτωση στις τελικές τιμές των αγαθών, η οποία με τη σειρά της εξαρτάται από τις συνθήκες που επικρατούν σε κάθε αγορά. Θεωρητικά, όσο περισσότερο μειωθούν οι τιμές, τόσο μεγαλύτερο όφελος θα καταλήξει στους καταναλωτές ενώ αντίθετα, αν οι τιμές δεν μειωθούν το όφελος θα καταλήξει στους παραγωγούς.
Ακόμα, να αναφερθεί ότι το ταμειακό πρωτογενές αποτέλεσμα του κρατικού προϋπολογισμού είναι μειωμένο κατά 436 εκατομμύρια ευρώ.