Η μάχη της Κρήτης – Όλο το χρονικό : Με τη μάχη της Κρήτης, όπως επικράτησε να λέγεται η επική αντίσταση των ηρωικών υπερασπιστών της Μεγαλονήσου απέναντι στους Γερμανούς εισβολείς το τελευταίο δεκαήμερο του Μαΐου 1941, θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο.
Βέβαια για τη μάχη της Κρήτης έχουν γραφτεί εκατοντάδες βιβλία και δεκάδες χιλιάδες σελίδες. Είναι πρακτικά αδύνατο σε ένα άρθρο να παραθέσουμε όλα τα γεγονότα τα οποία σχετίζονται με τη μάχη της Κρήτης. Θα αναφερθούμε στα πιο σημαντικά και σε κάποια που πιθανότατα βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας, αναφέρει το protothema.gr.
Η ελληνική κυβέρνηση στην Κρήτη- Οι υπερασπιστές του νησιού
Λίγο πριν την κατάληψη της Αθήνας από τους Γερμανούς, συγκεκριμένα στις 23 Απριλίου 1941 ο βασιλιάς Γεώργιος και η ελληνική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Εμμανουήλ Τσουδερό κατέφυγαν στην Κρήτη, τη μόνη ελεύθερη ακόμα περιοχή της Ελλάδας.
Την άμυνα της Μεγαλονήσου είχαν αναλάβει κυρίως δυνάμεις Άγγλων, Αυστραλών και Νεοζηλανδών που μεταφέρθηκαν εκεί μετά την κατάρρευση του μετώπου στην ηπειρωτική Ελλάδα. Σύμφωνα με τον Δ.Κούκουνα, ήταν: 13.500 Άγγλοι, 7.100 Νεοζηλανδοί, 6.500 Αυστραλοί και 1.000 Κύπριοι και Παλαιστίνιοι. Στην Κρήτη βρίσκονταν επίσης λιγοστές ελληνικές δυνάμεις: οκτώ τάγματα νεοσυλλέκτων που είχαν μεταφερθεί από το Ναύπλιο, την Καλαμάτα και την Τρίπολη και ήταν αγύμναστοι και χωρίς οπλισμό. Αξιόμαχη ήταν η δύναμη της Σχολής Χωροφυλακής και οι πρώτες τάξεις των Σχολών Ευελπίδων και Ικάρων που όμως είχαν ανεπαρκή οπλισμό και ελάχιστα εφόδια. Συνολικά οι ελληνικές δυνάμεις αριθμούσαν γύρω στους 11.500 άνδρες. Κρητικοί στρατιώτες δεν υπήρχαν στο νησί καθώς η VΜεραρχία Κρήτης είχε αποκλειστεί στην ηπειρωτική Ελλάδα. Υπήρχε όμως η Πολιτοφυλακή της Κρήτης, που μόλις είχε ιδρυθεί, με επικεφαλής τον γνωστό από τα χρόνια του Ε.Βενιζέλου, Παύλο Γύπαρη.Την ανώτατη στρατιωτική διοίκηση των συμμαχικών και ελληνικών δυνάμεων είχε αναλάβει ο Στρατηγός Bernard Freyberg, που είχε γεννηθεί στη Μ.Βρετανία, αλλά από 2 ετών ζούσε στη Νέα Ζηλανδία.
Η κατάσταση στην Κρήτη ως την άνοιξη του 1941
Λόγω της μεγάλης γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής αξίας της, η Κρήτη είχε μπει στο στόχαστρο των Μεγάλων Δυνάμεων από τα χρόνια του Μεσοπολέμου. Με πρόσχημα επιστημονικές και πολιτιστικές δραστηριότητες, Βρετανοί και Γερμανοί είχαν στείλει στη Μεγαλόνησο πολλούς κατασκόπους. Τον Απρίλιο του 1940 διπλωματικές πληροφορίες έφερναν την Ιταλία έτοιμη για την κατάληψη της Κρήτης καθώς είχε και ισχυρή στρατιωτική παρουσία στα Δωδεκάνησα. Την ίδια περίπου εποχή άρχισε να μεγαλώνει το βρετανικό ενδιαφέρον για την Κρήτη και στις 29 Οκτωβρίου 1940 ο Τσόρτσιλ τηλεγραφεί στον Υπουργό Εξωτερικών Άντονι Ίντεν, ο οποίος βρισκόταν στο Χαρτούμ του Σουδάν:
‘’Ενταύθα άπαντες είμεθα πεπεισμένοι ότι δέον όπως καταβληθεί προσπάθεια να εγκαταστήσωμεν βάσιν εις Κρήτην και ότι πρέπει να τολμήσωμεν να διακινδυνεύσωμεν διά να αποκτήσωμεν το πολύτιμον αυτό γέρας (βραβείο, έπαθλο).
Πρωταρχικής σημασίας είναι να έχωμεν το καλύτερον δυνατόν αεροδρόμιον και μίαν ναυτικήν βάσιν διά τον ανεφοδιασμόν μας εις καύσιμα και εις τον λιμένα της Σούδας. Επιτυχής υπεράσπισις της Κρήτης είναι ανεκτίμητος βοήθεια διά την άμυναν της Αιγύπτου. Εάν οι Ιταλοί καταλάβουν την Κρήτην αυτό θα εσήμαινε σοβαράν επιδείνωσιν όλων των δυσχερειών μας εις την Μεσόγειον’’.
Στις 31 Οκτωβρίου 1940 έφτασαν στην Κρήτη οι πρώτες βρετανικές δυνάμεις για την άμυνά της. Τα μέσα που διέθεταν όμως, ήταν μόλις 20 αντιαεροπορικά και λίγα επάκτια τηλεβόλα.
Η ελληνική πολιτική ηγεσία είχε επαναπαυτεί, θεωρώντας την άμυνα της Κρήτης εξασφαλισμένη από τους Βρετανούς. Έτσι απέσυρε την V Μεραρχία για το μέτωπο στην Ήπειρο. Ο Βρετανός Ναύαρχος δήλωσε ότι οποιαδήποτε απόβαση στην Κρήτη ήταν αδύνατη όσο ο ίδιος φρουρούσε την περιοχή.
Όπως αναφέραμε ,από τις 23 Απριλίου 1941 η ελληνική κυβέρνηση εγκαταστάθηκε στην Κρήτη ,συγκεκριμένα στα Χανιά. Μαζί της και οι σύμμαχοι πρεσβευτές της Ολλανδίας, της Πολωνίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Μ. Βρετανίας. Στον Βέλγο πρέσβη που εθεωρείτο φιλογερμανός δεν επιτράπηκε να μεταβεί στην Κρήτη. Οι πρεσβευτές των ουδέτερων χωρών δεν ακολούθησαν την κυβέρνηση Τσουδερού στην Κρήτη. Μάλιστα η τουρκική στάση έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης από τις εχθρικές δυνάμεις. Αναφέρει χαρακτηριστικά η ελληνική πρεσβεία στο Λονδίνο (19 Μαΐου 1941): ‘’Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί Βουδαπέστης και Λιόν (ος) μετέδωσαν την είδησιν ότι κατά πληροφορίας του Μεσατζέρο εξ Αγκύρας η τουρκική κυβέρνησις δεν έχει διπλωματικήν αντιπροσωπείαν εις Κρήτην ούτε να διορίσει ταύτην’’. Λίγο αργότερα και η εξόριστη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση από τη Μέση Ανατολή ανακάλεσε τον πρεσβευτή της από την Κρήτη.
Όταν ο Τσουδερός έφτασε στην Κρήτη διαπίστωσε ότι η άμυνα της Κρήτης είναι ανεπαρκέστατη. ‘’Εάν δεν το αντιληφθούν εγκαίρως (οι Βρετανοί) βαίνομεν απλώς προς ένα ένδοξον Αρκάδι. Αλλά τότε αι οδοί προς Σουέζ ανοίγουν ευκόλως’’ τηλεγράφησε στον πρεσβευτή μας στο Λονδίνο στις 28 Απριλίου 1941.
Ο Στρατηγός Φράιμπεργκ κατένειμε τις ελληνοσυμμαχικές δυνάμεις ως εξής:
11.859 αξιωματικοί και άνδρες υπό τον Ταξίαρχο Πάτικ στον τομέα Μάλεμε.
14.882 αξιωματικοί και άνδρες υπό τον Στρατηγό Ουέστον στον τομέα Σούδας. Μεταξύ αυτών ήταν και 2.000 ναύτες.
6.730 αξιωματικοί και άνδρες υπό τον Ταξίαρχο Βάζεϊ στον τομέα Ρεθύμνου και τέλος,
8.024 αξιωματικοί και άνδρες υπό τον Ταξίαρχο Τσάπελ στον τομέα Ηρακλείου.
Οι γερμανικές δυνάμεις-Το σχέδιο ‘’Merkur’’
Για τους Βρετανούς αλλά και για τους Γερμανούς επιτελικούς η μελέτη του χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου το φθινόπωρο του 1940 οδήγησε σε δύο συμπεράσματα:
α) ότι η Κρήτη ήταν η αεροπορική και ναυτική βάση κλειδί της περιοχής και
β) ότι οι δυνάμεις του Άξονα μπορούσαν να την καταλάβουν μόνο με αερομεταφερόμενες δυνάμεις καθώς η ισχύς του Βρετανικού Ναυτικού έκανε επικίνδυνη μια επίθεση από τη θάλασσα.
Καθώς είχαν παραμεριστεί τα σχέδια για εισβολή στη Μ. Βρετανία, ο Στρατηγός Χάλντερ ανέφερε στις 25/10/1940: ‘’Η κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο εξαρτάται από την κατάληψη της Κρήτης και ο καλύτερος τρόπος με τον οποίο αυτό μπορεί να επιτευχθεί είναι με εισβολή από αέρος’’.
Μάλιστα στις 28 Οκτωβρίου 1940, ο Χίτλερ είχε προτείνει στον Μουσολίνι, να διαθέσει μια αερομεταφερόμενη μεραρχία και μια μεραρχία αλεξιπτωτιστών, αν ήθελε να εισβάλει στην Κρήτη. Ο Βρετανός Ταξίαρχος Tidbury που διορίστηκε στις 3 Νοεμβρίου 1940 διοικητής των βρετανικών στρατευμάτων στην Κρήτη, είχε προβλέψει τις τέσσερις ζώνες όπου θα πραγματοποιούνταν οι ρίψεις των αλεξιπτωτιστών στο νησί, έξι και πλέον μήνες πριν την επίθεση. Όπως γράφει ο Antony Beevor: «Η πιθανότητα ότι θα μπορούσαν οι Βρετανοί να το καταλάβουν (ενν. το νησί της Κρήτης) μόνοι τους, δεν φαίνεται να είχε περάσει καθόλου από το μυαλό των Γερμανών».
Πραγματικά, φαίνεται ότι τουλάχιστο σαν σκέψη, είχε περάσει από το μυαλό των Βρετανών (συμμάχων μας!), να καταλάβουν την Κρήτη για λογαριασμό τους, καθώς είχαν αναγνωρίσει την τεράστια στρατηγική σημασία της. Κάτι τέτοιο όμως, δεν φαίνεται ότι πέρασε έστω και το στάδιο του σχεδιασμού.
Την πρόταση για εισβολή από αέρος στην Κρήτη, έκανε στον αρχηγό της Luftwaffe, της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας και δεύτερο στην ιεραρχία των ναζί Goering, ο «αρχιτέκτονας» της μεραρχίας αλεξιπτωτιστών και διοικητής του XI Αεροπορικού Σώματος Kurt Student.
Ο Goering και ο Student, που σώθηκε από θαύμα κατά την επιχείρηση των ναζί στο Ρότερνταμ, επισκέφθηκαν τον Χίτλερ στο Στρατηγείο του στο Moenichkirchen, νότια της Βιέννης, στις 21 Απριλίου 1941, τη μέρα που ο Τσολάκογλου πρότεινε να παραδοθεί στον Στρατηγό Sepp Dietrich. Ο Χίτλερ ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικός στο σχέδιο του Student να χρησιμοποιηθούν η Κρήτη και στη συνέχεια η Κύπρος ως εφαλτήρια στη Μεσόγειο για μια επίθεση αλεξιπτωτιστών στη διώρυγα του Σουέζ, μόλις ο Ρόμελ θα έφτανε στα περίχωρα της Αλεξάνδρειας. Ο Φίρερ, ρώτησε μήπως έπρεπε οι αλεξιπτωτιστές να επικεντρωθούν στην κατάληψη της Μάλτας.
Τελικά, πείστηκε για την ανάγκη της επίθεσης στην Κρήτη και στις 25 Απριλίου 1941, έδωσε εντολή στον Goering για την έναρξη της επιχείρησης, που ονομάστηκε «Merkur» («Ερμής»).
Η οδηγία υπ’ αριθμ. 28 της 25/4/1941 του Φίρερ, άρχιζε ως εξής: «Η κατάληψη της νήσου Κρήτης (επιχείρηση ΕΡΜΗΣ) θα πρέπει να προετοιμαστεί με τον σκοπό να αποκτήσουμε μια βάση για τη διεξαγωγή του από αέρος πολέμου κατά της Αγγλίας στην Ανατολική Μεσόγειο».
Υπήρχε όμως και μια διευκρίνιση: «Η διαδικασία μεταφοράς δεν θα πρέπει επ’ ουδενί λόγο να προκαλέσει καθυστέρηση στη συγκέντρωση στρατευμάτων και υλικού για την Επιχείρηση ΜΠΑΡΜΠΑΡΟΣΑ (εναντίον της ΕΣΣΔ)».
Οι άνδρες της Μεραρχίας Αλεξιπτωτιστών, ήταν όλοι εθελοντές και πολύ νέοι. Ακόμα και δεκαεπτάχρονα παιδιά υπήρχαν ανάμεσά τους. Η εκπαίδευσή τους, ήταν πολύ σκληρή. Η αποφοίτηση και η επιτυχία της πρώτης πτώσης γιορταζόταν με μπίρες και λουκάνικα, καθώς και με τη συντροφιά κοριτσιών που είχαν εντυπωσιαστεί από τη στολή και τη φήμη των αλεξιπτωτιστών. Ωστόσο, η φήμη ότι η Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών στελεχών προερχόταν από το «άνθος της ναζιστικής νεολαίας», είναι παραπλανητική. Ακόμα και οι αξιωματικοί, είχαν τελείως διαφορετικές καταβολές. Ο Συνταγματάρχης Herman Ramcke, για παράδειγμα με πολλές διακρίσεις στο ενεργητικό του, είχε ξεκινήσει την καριέρα του ως μούτσος σε καράβι! Υπήρχαν ωστόσο και άλλοι, όπως ο Λοχαγός Gericke, με πολλά κατορθώματα στην Ολλανδία, που είχε γίνει πραγματικό είδωλο. Πολύ δημοφιλής, παρά το νεαρό της ηλικίας του (24 ετών), ήταν και ο Λοχαγός Wolfgang von Blucher, που έφερε και τον τίτλο του Κόμη. Για τα κατορθώματά του στην Ολλανδία, τιμήθηκε με τον Σταυρό των Ιπποτών. Τα αδέλφια του Leberecht, 19 ετών δεκανέας και Hans Joachim, 17 ετών, Κόμητες επίσης, υπηρετούσαν κι αυτοί στους αλεξιπτωτιστές. Πήραν μέρος στη Μάχη της Κρήτης και οι τρεις. Κανένας τους όμως δεν γύρισε στην πατρίδα του. Σκοτώθηκαν σε μάχες γύρω από το αεροδρόμιο του Ηρακλείου.
Η μάχη της Κρήτης
Το 2ο Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών και το επιτελείο του με επικεφαλής τον Στρατηγό Sussmann, είχε αναχωρήσει για τη Βουλγαρία στις 26 Μαρτίου 1941. Αρχικά, υπήρχε η σκέψη να καταλάβουν τη Λήμνο, κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε. Στις 26 Απριλίου, ενημερώθηκαν ότι πρέπει να καταλάβουν τη διώρυγα της Κορίνθου.
Στις 2 Μαΐου, ακολούθησαν και οι υπόλοιποι αλεξιπτωτιστές. Ήρθαν στην Ελλάδα με τρένο (!). Ξεκίνησαν από τη Βόρεια Γερμανία και μέσω Αυστρίας, Ουγγαρίας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας, έφτασαν στη Θεσσαλονίκη μετά από ταξίδι 13 μερών.
Από εκεί με φορτηγά, έφτασαν στην Αττική και την Κόρινθο όπου παρέμεινε το 2ο Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών μετά την επιχείρηση στον Ισθμό. Οι αλεξιπτωτιστές που έφτασαν από τη Γερμανία, ένιωθαν ότι πήγαιναν «διακοπές παρά σε πόλεμο». Και αυτό ήταν φυσικό, αφού μόνο στην Ελλάδα είδαν κάποια σημάδια που φανέρωναν ότι είχαν γίνει μάχες. Κατεστραμμένα τεθωρακισμένα, διαλυμένα οχήματα και φρεσκοσκαμμένους τάφους στρατιωτών. Ο Πτέραρχος Student, είχε το στρατηγείο του στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία».
Η επιχείρηση «Merkur», καθώς ήταν αεροπορική, τέθηκε υπό τις διαταγές του 4ου Αεροπορικού Στόλου του Πτέραρχου Loehr και όχι υπό το Στρατηγείο της XII Στρατιάς, του Στρατάρχη List. Οι ανώτεροι Γερμανοί αξιωματικοί, ήταν αντίθετοι σ’ αυτή την επιχείρηση. Ο Student, συνάντησε αντιδράσεις και μέσα στη Λουφτβάφε, όπου είχε ισχυρούς «ανταγωνιστές», όπως τον Πτέραρχο Freiherr Wolfram von Richthofen, που είχε γίνει διεθνώς γνωστός ως Διοικητής της Λεγεώνας Condor, που ισοπέδωσε την Γκουέρνικα στην Ισπανία, όταν ο Χίτλερ είχε στείλει βοήθεια στον Φράνκο. Όπως γράφει ο Antony Beevor: «Τα διαβόητα πολεμικά του διαπιστευτήρια, η Γκουέρνικα και πιο πρόσφατα το Βελιγράδι, δεν ήταν καλός οιωνός για τις αρχαίες πόλεις της Κρήτης». Στις 14 Μαΐου 1941, 500 αεροπλάνα Junger 52, συγκεντρώθηκαν σε επτά αεροδρόμια στην Αττική και τη Βοιωτία, έτοιμα για τη μεταφορά των αλεξιπτωτιστών στην Κρήτη. Η επιχείρηση «Ερμής», είχε προγραμματιστεί για τις 17 Μαΐου, ωστόσο καθυστέρησε ώσπου να φτάσει το πετρελαιοφόρο «Rondine» με 5.000 τόνους κηροζίνης, μέσω Αδριατικής.
Σε σύσκεψη στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία», καθορίστηκαν οι τελευταίες λεπτομέρειες της επίθεσης. Στις 19 Μαΐου, οι αλεξιπτωτιστές καθάρισαν τα ατομικά τους όπλα και τα πολυβόλα επί διπόδου τύπου Spandan.
Τοποθέτησαν τα προσωπικά τους είδη σε μικρά κιβώτια και συμπλήρωσαν ένα ειδικό έντυπο, το οποίο θα στελνόταν στον κοντινότερο συγγενή τους, σε περίπτωση θανάτου τους…
Τα ξημερώματα της 20ης Μαΐου 1941, άρχισε η επιχείρηση των Γερμανών για την κατάληψη της Κρήτης.
Να σημειώσουμε εδώ, ότι στους αλεξιπτωτιστές, πριν επιβιβαστούν στα αεροπλάνα, δινόταν ένα χαπάκι, το οποίο είναι άγνωστο τι ακριβώς περιείχε.
Οι πτήσεις των μεταγωγικών ξεκινούσαν με ακρίβεια δευτερολέπτου, μόλις άρχιζε να «χρυσίζει» η αυγή.
Στα σακίδια των Γερμανών αλεξιπτωτιστών που πήραν μέρος στη μάχη της Κρήτης, υπήρχε ένα μπρίκι, ένα μικρό καμινέτο για να βράζουν πάντα το νερό, διάφορα άλλα αντικείμενα (μαχαίρια κλπ.) και… προφυλακτικά (!).
Υπήρχε στους νεαρούς Γερμανούς αλεξιπτωτιστές η εντύπωση ότι θα κατακτήσουν τον κόσμο, ενώ έβλεπαν την επιχείρηση στην Κρήτη, μάλλον ως… πάρτι. «Έχουμε ξετρελαθεί από ενθουσιασμό», έγραφε ένας νεαρός δεκανέας στο ημερολόγιό του. Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να μαθαίναμε τι έγραφε αργότερα στο ημερολόγιό του ο ίδιος δεκανέας, μετά τη μάχη της Κρήτης, αν βέβαια είχε επιζήσει…
Τα ξημερώματα εκείνης της μέρας, οι Γερμανοί μάθαιναν και ότι οι δυνάμεις, ελληνικές και συμμαχικές, που υπεράσπιζαν την Κρήτη, δεν ήταν 12.000, όπως νόμιζαν αλλά 48.000, κάτι που σίγουρα τους προβλημάτισε έντονα. Πλέον όμως ήταν πολύ αργά για ανάκληση της απόφασης. Τα πρώτα Junger 52, είχαν ήδη απογειωθεί για την Κρήτη. Η γενική διοίκηση της επιχείρησης, ανατέθηκε στον Λερ. Σ’ αυτήν μετείχαν 14.000 αλεξιπτωτιστές και 8.000 αλπινιστές. Διατέθηκαν 10 μεταφορικά σμήνη από 53 ανεμόπτερα και ακόμα 328 βομβαρδιστικά, 205 Junkers 87, γνωστότερα ως «Στούκας» και 233 καταδιωκτικά και μαχητικά.
Να σημειώσουμε με την ευκαιρία ότι το Stuka, αποτελεί συντετμημένος τύπος του SturzKampfflugzeng, που σημαίνει «αεροπλάνο καθέτου εφορμήσεως», το οποίο προέρχεται από τις λέξεις Sturz (πτώση, εφόρμηση) + Kampf (αγώνας, μάχη) + Flugzeng (αεροπλάνο).
Το σχέδιο εισβολής και κατάληψης της Κρήτης, προέβλεπε τη γρήγορη κατάληψη των αεροδρομίων και των πόλεων με κεραυνοβόλες ενέργειες αλεξιπτωτιστών και την αποκοπή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων μεταξύ Ηρακλείου, Χανίων και Ρέθυμνου. Στον γερμανικό σχεδιασμό όμως, υπήρχαν πολλές ελλείψεις. Γράφει ο Ρεϊμόν Καρτιέ:
«Ορισμένες υλικές δυσκολίες είχαν υποτιμηθεί. Μία απ’ αυτές είναι η πλήρωση των δεξαμενών βενζίνης των αεροπλάνων, που απαιτεί μεταφορά 3.600 λίτρων βενζίνης την ημέρα. Μια άλλη προέρχεται από τα τρομερά σύννεφα σκόνης που σηκώνουν τόσα αεροπλάνα, καθώς απογειώνονται διαδρόμους στρωμένους με χώμα και δυσχεραίνουν την ορατότητα σαν πυκνή ομίχλη».
Λίγο μετά τις 5 το πρωί, της 20 Μαΐου 1941, αεροπλάνα Stuka και Heinkel σφυροκοπούν με βόμβες 250 και 450 τόνων τα αεροδρόμια του Ηρακλείου και του Μάλεμε. Μια ώρα αργότερα, οι πρώτοι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές, έκαναν την εμφάνισή τους στον ουρανό της Κρήτης. Οι μάχες που δόθηκαν στη Μεγαλόνησο, ήταν συγκλονιστικές. Τα αντιαεροπορικά πυρά Ελλήνων και συμμάχων και ο ηρωισμός τους, είχαν σαν αποτέλεσμα τεράστιες απώλειες από πλευράς Γερμανών και την αδυναμία προώθησής τους. Ενδεικτικά, στο Κολυμπάρι, οι Έλληνες Ευέλπιδες απέκρουσαν με επιτυχία την εχθρική επίθεση, όμως η έλλειψη πυρομαχικών τους ανάγκασε να συμπτυχθούν σε νέα τοποθεσία, ενώ το Τάγμα Οπλιτών Χωροφυλακής, απέκρουσε δύναμη Γερμανών αλεξιπτωτιστών που κατευθύνονταν προς το Ρέθυμνο, ενώ οι αλεξιπτωτιστές οι οποίοι στις 16.00 της 20ης Μαΐου, χωρίς αεροπορική υποστήριξη, επιχείρησαν να καταλάβουν το αεροδρόμιο Ηρακλείου, αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία από Χωροφύλακες, οπλίτες του 7ου Συντάγματος Πεζικού και απλούς πολίτες.
Τη νύχτα της 20ης προς 21η Μαΐου 1941, οι Γερμανοί επιχειρούν να καταλάβουν το ύψωμα 107, που δεσπόζει πάνω από το αεροδρόμιο του Μάλεμε. Ο διοικητής των Νεοζηλανδών που υπερασπιζόταν το ύψωμα 107, Αντισυνταγματάρχης Άντριου, διέταξε την εγκατάλειψή του. Για την ενέργειά του αυτή, ο Άντριου επικρίθηκε σφοδρότατα, καθώς επέτρεψε στους Γερμανούς να καταλάβουν το αεροδρόμιο του Μάλεμε και να προσγειωθούν σ’ αυτό περισσότερα από 500 αεροπλάνα. Έτσι, δημιουργήθηκε μια ισχυρή γερμανική βάση για κατάληψη και άλλων στρατηγικών σημείων.
Παράλληλα, δύο γερμανικές νηοπομπές από επιταγμένα ελληνικά πλοιάρια, με ελληνικά πληρώματα και οι οποίες μετέφεραν 2.331 άνδρες, ξεκίνησαν από τον Πειραιά και τη Χαλκίδα για την Κρήτη. Στις 11.30 π.μ. της 21/5/1941, βρετανικά σκάφη υπό τον Ναύαρχο Γκλίνι, βύθισαν δεκαπέντε από αυτά.
Στις 22 Μαΐου, οι Σύμμαχοι φτάνουν τα ξημερώματα στην ανατολική άκρη του αεροδρομίου του Μάλεμε, αλλά στις 07.30 π.μ. ανακαλούνται. Το Μάλεμε πέφτει οριστικά στα χέρια των Γερμανών. Στον κάμπο των φυλακών της Αγιάς, οι Γερμανοί δεν μπορούσαν να διασπάσουν τις συμμαχικές γραμμές. Το 3ο Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών, στον κάμπο των φυλακών, στέλνει ένα απόσπασμά του υπό τον Ταγματάρχη Χάιλμαν με την ελπίδα να συναντηθεί με τις δυνάμεις που κινούνται από το Μάλεμε προς τα ανατολικά.
Στις 23 Μαΐου, οι Γερμανοί μεταφέρουν αεροπορικές ενισχύσεις στο Μάλεμε, ενώ οι συμμαχικές δυνάμεις αποσύρονται σε μια νέα αμυντική γραμμή κοντά στον Γαλατά.
Στις 24 Μαΐου, νέες γερμανικές ενισχύσεις ρίχνονται νοτιοδυτικά του Ηρακλείου, ενώ το 85ο και το 100ο Ορεινό Σύνταγμα, αρχίζουν επιθέσεις στη συμμαχική μετωπική γραμμή στον Γαλατά
Στις 25 Μαΐου το 1ο Βρετανικό Τάγμα που άρχισε να φτάνει στο Ηράκλειο από το Τυμπάκι, δεν μπόρεσε να προωθηθεί. Το σούρουπο, μια γερμανική επίθεση εκδηλώνεται στον Γαλατά, ωστόσο αντιμετωπίζεται με επιτυχία Αεροσκάφη της RAF επιτίθενται στο αεροδρόμιο του Μάλεμε και καταστρέφουν 24 μεταγωγικά Ju-52, ενώ χάνουν 7 δικά τους.
Στις 26 Μαΐου, οι Γερμανοί διασπούν την αμυντική γραμμή του τομέα Γαλατά-Χανίων και οι συμμαχικές δυνάμεις αποσύρονται προς τη Σούδα. Ο Freyberg, αποφασίζει να κινηθεί προς τα Σφακιά, για να μπορέσουν τα στρατεύματά του να φύγουν διαμέσου της θάλασσας.
Στις 27 Μαΐου, η Layforce των Κομάντος, υπό τον Αντισυνταγματάρχη Λέικοκ, φτάνει στον Κόλπο της Σούδας για να προστατεύσει και να καλύψει ως οπισθοφυλακή την αποχώρηση των συμμαχικών δυνάμεων. Ο Τσόρτσιλ ενημερώνεται ότι η Κρήτη δεν μπορεί πλέον να κρατηθούν και οι αρχηγοί των Επιτελείων (COS), διατάσσουν την εκκένωση της Μεγαλονήσου. Μια νέα αμυντική γραμμή σχηματίζεται ,γνωστή ως «42η Οδός». Οι Γερμανοί προελαύνουν, όμως οι Σύμμαχοι τους σταματούν έξω απ’ τα Χανιά. Οι σύμμαχοι υποχωρούν προς τα Σφακιά.
Στις 28 Μαΐου, γενικεύεται η επιχείρηση εκκένωσης, με τη ναυτική δύναμη «Β» να κατευθύνεται προς το Ηράκλειο και τη ναυτική δύναμη «C» προς τα Σφακιά. Ιταλοί από τα Δωδεκάνησα, καταλαμβάνουν την περιοχή του νομού Λασιθίου.
Στις 29 Μαΐου, το αντιτορπιλικό «Imperial», βυθίστηκε από Stuka βόρεια της Κρήτης. 700 άνδρες επιβιβάζονται σε πλοία από τα Σφακιά και 4.000 από το Ηράκλειο. Η συμμαχική οπισθοφυλακή καταδιώκεται από το 100ο Ορεινό Σύνταγμα. Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν το Ηράκλειο και το Ρέθυμνο.
Στις 30 Μαΐου, η ναυτική δύναμη «D», ερχόμενη από την Αλεξάνδρεια, επιβιβάζει στα πλοία της 6.000 άνδρες από τα Σφακιά, ενώ η δύναμη «C» κατευθύνεται ξανά στην Κρήτη. Το Μάλεμε βομβαρδίζεται εκ νέου από τη RAF.
Στις 31 Μαΐου, άλλοι 1.500 άνδρες επιβιβάζονται σε πλοία της δύναμης «C». Ο Freyberg αναχωρεί για την Αίγυπτο με υδροπλάνο, ενώ ο Υποστράτηγος Weston, αναλαμβάνει επικεφαλής των δυνάμεων που παραμένουν στην Κρήτη
Την 1η Ιουνίου 1941, η δύναμη «D», μεταφέρει από τα Σφακιά 4.000 ακόμα άνδρες. Όσοι έμειναν στην Κρήτη, πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Από τους τελευταίους, αναχώρησε ο Weston με υδροπλάνο για την Αίγυπτο.
Απολογισμός
Έτσι, έπεσε στα χέρια των Γερμανών η Κρήτη. Για τον Student, η Μεγαλόνησος έμεινε πάντα μια πικρή ανάμνηση. Οι ναζί είχαν 3.986 νεκρούς και 2.594 αγνοούμενος, μεταξύ 20ης Μαΐου και 1ης Ιουνίου. 220 αεροσκάφη καταστράφηκαν τελείως και 150 υπέστησαν σοβαρές ζημιές.
Σύμφωνα με τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, 426 Έλληνες σκοτώθηκαν στην Κρήτη, ενώ απροσδιόριστος ήταν ο αριθμός τραυματιών. Κάποιες άλλες πηγές, κάνουν λόγο για 5.256 αιχμαλώτους.
Οι συμμαχικές απώλειες, ήταν 3.570 νεκροί, 1.737 τραυματίες και 11.835 αιχμάλωτοι. Άλλοι 800, υπολογίζεται ότι σκοτώθηκαν κατά τις επιχειρήσεις εκκένωσης.
Επίλογος
Η ευθύνη των Συμμάχων, ιδιαίτερα των Βρετανών, για την τελική έκβαση της Μάχης της Κρήτης ήταν μεγάλη.
Όλο το βάρος είχε δοθεί στη θάλασσα, καθώς περίμεναν ότι από εκεί θα «χτυπούσαν» οι Γερμανοί. Έτσι στο Μάλεμε, βρίσκονταν μόνο μερικές εκατοντάδες Νεοζηλανδοί. Η κατάληψη του Μάλεμε, ήταν καθοριστικής σημασίας, όπως αναφέραμε για τη νίκη των Γερμανών. Συγκλονιστική ήταν και η βοήθεια του άμαχου πληθυσμού της Κρήτης. Αστράτευτοι πολίτες με επικεφαλής πρόκριτους, πήραν μέρος σε μάχες ως εθελοντές. Αλλά και απλοί κάτοικοι, άνδρες και γυναίκες, εξόντωσαν ακόμα και με γεωργικά εργαλεία αλεξιπτωτιστές που μόλις είχαν πέσει στο έδαφος!
Όπως είπε ο Χίτλερ: «Η Κρήτη αποδεικνύει ότι οι αλεξιπτωτισταί ανήκουν πλέον εις το παρελθόν, διότι η επιτυχία του όπλου αυτού εξαρτάται από τον αιφνιδιασμόν, έναν παράγοντα δηλαδή που έχει εκλείψει πλέον. Ο Τσόρτσιλ έγραψε: «Στην Κρήτη, ο Goering επέτυχε μια Πύρρειο νίκη, διότι με τις δυνάμεις που σπατάλησε εκεί θα μπορούσε εύκολα να κατακτήσει την Κύπρο, τη Συρία, το Ιράκ και ίσως ακόμη και την Περσία». Ο Βρετανός ιστορικός Alan Clark, γράφει:
«Πόσο διαφορετικός θα ήταν ο ρους της ιστορίας, εάν ένα χρόνο πριν οι κάτοικοι της Δύσεως είχαν δείξει το ίδιο θάρρος με τους Κρητικούς κατά την εισβολή των Γερμανών στα εδάφη τους;». Και τέλος, η «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα», των Γερμανών προς την Ε.Σ.Σ.Δ., καθυστέρησε σημαντικά χάρη στην Ελλάδα. Βέβαια, παρά τα καλά λόγια, οι Μεγάλες Δυνάμεις, υποστηρίζουν μέχρι σήμερα, διαχρονικά, όχι τη χώρα μας αλλά επιτήδειους ουδέτερους, τυχοδιώκτες και σφετεριστές της ελληνικής ιστορίας…
Πηγές: Antony Beevor , «ΚΡΗΤΗ Η ΜΑΧΗ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΚΟΒΟΣΤΗ
ΗΛΙΑΣ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ, «ΚΡΗΤΗ 1941», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΩΛΚΟΣ
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΟΥΚΟΥΝΑΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ», ΤΟΜΟΣ Β’, ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ
ΘΕΟΧΑΡΗΣ ΔΕΤΟΡΑΚΗΣ. «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΥΣΤΙΣ,1990
Δρ. ΙΩΑΝΝΗΣ Σ.ΠΑΠΑΦΛΩΡΑΤΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ 1833-1949», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ 2014
«ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ»,ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ