Την περασμένη εβδομάδα, δύο ημέρες πριν ο Ντόναλντ Τραμπ βρεθεί θετικός στον ιό, αρκετοί συνάδελφοί μου έγραψαν μια ιστορία για τις πρώτες ημέρες της πανδημίας, και τη συναίνεση που υπήρχε τότε ότι τα ανοιχτά σύνορα και η ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων δεν έπρεπε να ανασταλούν, ακόμη και απέναντι σε μια ταχύτατη διάδοση του ιού.
Του Ross Douthat
Η πολιτική αυτή δεν στηρίχθηκε ποτέ στην επιστήμη. Ηταν μια πολιτική απόφαση που μεταμφιέστηκε σε ιατρική σύσταση. Και υπενθυμίζει κάτι που έχω επισημάνει πολλές φορές: παρά τις αποτυχίες του αμερικανού προέδρου στην καταπολέμηση του ιού που τελικά προσέβαλε και τον ίδιο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ένας άλλος πρόεδρος, που απλώς θα άκουγε την επιστήμη και θα υπάκουε τους ειδικούς, θα είχε λάβει εγκαίρως τα αναγκαία μέτρα που θα σταματούσαν τον ιό. Όταν οι ειδικοί συνειδητοποίησαν την πραγματικότητα της Covid-19, και ετοιμάστηκαν να υιοθετήσουν τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς που αρχικά απέρριπταν και τη χρήση μάσκας που αρχικά αποθάρρυναν, ένα μέρος της καταστροφής είχε ήδη γίνει.
Σε πολλούς μπορεί να μην αρέσει αυτό το επιχείρημα επειδή μοιάζει να απαλλάσσει τον Τραμπ από τις ευθύνες του. Υπάρχει όμως κι ένας άλλος τρόπος να το δει κανείς: ενώ οι πρώτες αποτυχίες του Τραμπ δεν ήταν κατ’ανάγκη χειρότερες από εκείνες που θα σημείωνε ένας υποθετικός πρόεδρος που θα άκουγε τους ειδικούς, ήταν πιο τραγικές – ακριβώς επειδή ο ίδιος ο Τραμπ δεν πίστευε στη «θρησκεία της παγκόσμιας υγείας».
Αντί γι’ αυτό, είχε μια άποψη που η κοσμοπολίτικη κοινότητα θεωρεί αρχαϊκή και επικίνδυνη – μια άποψη που δίνει έμφαση στα σύνορα και αντιμετωπίζει τους περιορισμούς στη μετανάστευση ως βασικά κρατικά εργαλεία. Είχε επίσης ορισμένες προσωπικές τάσεις, όπως η περίφημη μικροβιοφοβία του, που θα τον έκανε υπέρμαχο της μάσκας και της κοινωνικής απόστασης ακόμη κι όταν ο ειδικός των ειδικών, ο Αντονι Φάουτσι, απέρριπτε τη χρήση μάσκας κι έλεγε στους υγιείς Αμερικανούς ότι ήταν ασφαλές να πηγαίνουν κρουαζιέρα.
Με άλλα λόγια, ο Τραμπ ήταν ιδεολογικά και προσωπικά σε καλή θέση για να προλάβει τους ειδικούς και να λάβει μέτρα που τον Φεβρουάριο θα χαρακτηρίζονταν αυταρχικά και τον Μάρτιο σοφά. Στην αρχή πήρε ένα τέτοιο μέτρο, την επιβολή ταξιδιωτικών περιορισμών στην Κίνα, σε μια εποχή που όλοι το θεωρούσαν μια περιττή πράξη ξενοφοβίας. Οι περιορισμοί που επέβαλε στη συνέχεια όμως δεν είχαν συνοχή. Και ο Τραμπ άρχισε να χάνει κάθε ευκαιρία που του παρουσιαζόταν για να παίρνει δρακόντεια μέτρα. Προτίμησε να ακούει τους συντηρητικούς που υποτιμούσαν το πρόβλημα αντί για τη δεξιά πτέρυγα του κόμματός του, όπως τον Πίτερ Ναβάρο, που έκρουσαν από νωρίς τον κώδωνα του κινδύνου.
Μπροστά σε κρίσιμες επιλογές λοιπόν – όπως το να ακούσει τις εθνικιστικές και προστατευτικές του παρορμήσεις ή το ένστικτό του να μην τρομάξει τις αγορές -, πήρε τις λάθος αποφάσεις. Από πρόεδρος που είχε μια ιστορική ευκαιρία να αποδείξει την προσέγγισή του για τον κόσμο, έγινε με τη θέλησή του ένας πρόεδρος που προσβλήθηκε από τον ιό που απειλεί τώρα την επανεκλογή του.
Ο πρόεδρός μας δεν μοιάζει με τους τραγικούς ήρωες του Αισχύλου ή του Σέξπιρ. Εχει όμως κάποια κοινά σημεία με μερικές αλαζονικές φιγούρες της Εβραϊκής Βίβλου – φιγούρες που τους παρουσιάζεται μια ευκαιρία να κάνουν κάτι σημαντικό παρά τις ατέλειές τους, που βρίσκονται σε κρίσιμα σταυροδρόμια της ιστορίας παρά τις αδυναμίες τους, που έχουν τη δυνατότητα να κάνουν πράγματα τα οποία εκπλήσσουν τους ευφυείς και ισχυρούς.
Υπάρχει η άποψη ότι μια ταχεία ανάρρωση του αμερικανού προέδρου μπορεί να τον βοηθήσει να πετύχει την επανεκλογή του αξιοποιώντας ένα κλίμα συμπάθειας. Αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι πολύ πιθανό. Η ασθένειά του μάλλον υπογραμμίζει ότι βρισκόμαστε στην τελευταία πράξη της παράστασης και παρακολουθούμε την εξάντληση των επιλογών και διλημμάτων που υπήρχαν πριν από μερικούς μήνες. Αποδεικνύεται έτσι για μια ακόμη φορά ότι η ζωή είναι μια σειρά ατυχημάτων και ότι οι επιλογές μας υπόκεινται στην τύχη. Η προεδρία Τραμπ μοιάζει να μετατρέπεται από σκοτεινή φάρσα σε τραγωδία.
(*) O Ρος Ντάτχατ είναι αρθρογράφος των New York Times
(Πηγή: New York Times)