ΚΕΔΙΣΑ: Το Κέντρο Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων-ΚΕΔΙΣΑ διοργάνωσε με μεγάλη επιτυχία και πλήθος συμμετεχόντων επετειακή διαδικτυακή εκδήλωση (webinar) με θέμα:
«200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση: Το Στρατηγικό, Πολιτικό και Γεωπολιτικό περιβάλλον της Εθνεγερσίας» την Δευτέρα 22 Μαρτίου 2021.
Συντονίστρια της συζήτησης ήταν η κα Ειρήνη Καρύδη (Δημοσιογράφος). Ομιλητές ήταν οι: κ.Γιώργος Κοντογιώργης (Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης Παντείου Πανεπιστημίου, πρώην Πρύτανης), κ.Φωκίων Ζαΐμης (Αντιπεριφερειάρχης Επιχειρηματικότητας, Έρευνας και Καινοτομίας-Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας), κ.Παναγιώτης Ήφαιστος (Ομότιμος Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων & Στρατηγικών Σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιώς), κ.Διονύσης Τσιριγώτης (Επίκουρος Καθηγητής Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιώς)
Στην εισαγωγική του ομιλία ο Ιδρυτής & Πρόεδρος Δ.Σ. ΚΕΔΙΣΑ Δρ. Ανδρέας Γ. Μπανούτσος τόνισε ότι η Ελλάδα και οι Έλληνες, με τον επαναστατικό τους αγώνα, κατάφεραν να ιδρύσουν το σύγχρονο ελληνικό κράτος κυρίως ως αποτέλεσμα των θυσιών τους. Οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία), για τα δικά τους γεωπολιτικά συμφέροντα, συνέβαλαν αποφασιστικά στην επιτυχία της επανάστασης με τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου το 1827. Διαφορετικά, η επανάσταση κινδύνευε με αποτυχία ως αποτέλεσμα των εμφυλίων διενέξεων και πολέμων των Ελλήνων. Η Επανάσταση του 1821 οδήγησε στην αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού αλλά δημιούργησε εξ αρχής μια σχέση εξάρτησης του νέου ελληνικού κράτους από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδος ο Ιωάννης Καποδίστριας παρ’ότι είχε διατελέσει Υπουργός Εξωτερικών του Τσάρου Αλέξανδρου του Α’ ήταν Έλληνας πατριώτης που προσπάθησε να οικοδομήσει ένα πραγματικά ανεξάρτητο κράτος το οποίο παρά τη συμβολή των Μεγάλων Δυνάμεων στην απελευθέρωση των Ελλήνων από τους Οθωμανούς-Τούρκους δεν θα ήταν προτεκτοράτο τους. Ο πρώτος κυβερνήτης δολοφονήθηκε το 1831 και στη συνέχεια ήρθε η Βαυαροκρατία και η δυναστεία των Γλύξμπουργκ η οποία επιβλήθηκε από τον Βρετανικό παράγοντα το 1864, ο οποίος εν των μεταξύ είχε καταφέρει να εκτοπίσει σε μεγάλο βαθμό την επιρροή της Γαλλίας και της Ρωσίας στο νεοελληνικό κράτος. Ο ρόλος της Βρετανίας στην απελευθέρωση των Ελλήνων από τον Οθωμανικό ζυγό ήταν σημαντικός όπως και αυτός της Γαλλίας και της Ρωσίας. Δυστυχώς όμως σήμερα 200 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση η μετά Brexit Βρετανία επιβεβαιώνοντας στην πράξη τη γνωστή ρήση του Λόρδου Πάλμερστον: «Δεν υπάρχουν ούτε αιώνιοι σύμμαχοι ούτε αιώνιοι εχθροί. Μόνο τα συμφέροντα είναι αιώνια» έχει αναπτύξει στενή συνεργασία με την νέο-Οθωμανικό Τουρκία, συνεργασία η οποία όπως μας έχει διδάξει το σχετικά πρόσφατο ιστορικό παρελθόν μπορεί να αποβεί επιζήμια για τα Ελληνικά εθνικά συμφέροντα τόσο στο Αιγαίο και τη Δυτική Θράκη όσο και κυρίως στην Κύπρο. Κλείνοντας την σύντομη εισαγωγική του ομιλία τόνισε ότι σήμερα 200 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση, η Ελλάδα κινδυνεύει να γίνει κράτος περιορισμένης κυριαρχίας υπό τη διαρκή απειλή μιας αναθεωρητικής και επιθετικής Τουρκίας η οποία ονειρεύεται την ανασύσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Δρ. Μπανούτσος επισήμανε ότι είναι στο χέρι μας ημών των Ελλήνων να αποτρέψουμε αυτή την αρνητική εξέλιξη και πως για να γίνει αυτό θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να θυσιαστούμε για την ελευθερία μας όπως έπραξαν οι πρόγονοί μας.
Ο Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και πρώην Πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου, κ. Γιώργος Κοντογιώργης άνοιξε τη συζήτηση εκφράζοντας σκεπτικισμό ως προς την επιτυχία της Ελληνικής Επανάστασης με βάση τη μέχρι τώρα πορεία του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Αναρωτήθηκε αν όντως οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής ελευθέρωσαν τους Έλληνες ή μήπως είναι αυτές που έβαλαν τη σφραγίδα τους για την οριστική εξαφάνιση των Ελλήνων δημιουργώντας ένα εξαρτημένο κράτος. Ανέλυσε τη γεωπολιτική και εσωτερική πραγματικότητα της Ελληνικής Επανάστασης. Όπως είπε, το διεθνές περιβάλλον της εποχής εστιάζεται στο μεταίχμιο της μετάβασης από την απολυταρχία του Μεσαίωνα σε μια νεωτερική ανθρωποκεντρική κοινωνία με ελευθερία και δημοκρατία. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις της εποχής δεν είχαν πετύχει ακόμα αυτή τη μετάβαση διότι είναι απολυταρχικά κράτη χωρίς εσωτερική ταυτότητα και συνοχή με ηγεσίες μοναρχικές και απολυταρχικές στις οποίες ανήκει και η ιδιοκτησία του κράτους. Οι νεωτερικές δυνάμεις που ωθούν προς την νέα εποχή εκδηλώνουν μεν κάποιες κινήσεις σε ορισμένες χώρες, όπως η Γαλλία, προς την κατεύθυνση της υπέρβασης της μεσαιωνικής απολυταρχίας φεουδαρχικού τύπου αλλά δεν έχουν καταφέρει ακόμα να επικρατήσουν, κάτι πού γίνεται εντέλει τον 20ο αιώνα.
Στην περίοδο αυτή έχουμε έναν ελληνικό κόσμο ο οποίος δεσπόζει οικονομικά και όχι μόνο σε τρεις αυτοκρατορίες, δηλαδή στη Αυστριακή αυτοκρατορία, στην Ρωσική αυτοκρατορία και στην Οθωμανική αυτοκρατορία και συνεπώς και στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Επίσης, το θρησκευτικό στοιχείο παίζει πολύ σημαντικό ρόλο με τη κολοσσιαία δύναμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και βεβαίως με το δίκτυο των εκκλησιών που ασκεί πολύ μεγάλη επιρροή στο σύνολο της Ορθοδοξίας. Η ελληνική κοινωνία είναι η μοναδική ευρωπαϊκή κοινωνία που διαθέτει ένα μοναδικό δίκτυο κοσμικής εκπαίδευσης το οποίο παράγει όλη αυτή την πνευματική πραγματικότητα την οποία έχουμε ήδη πολύ πριν από το Διαφωτισμό αλλά πού βρίσκεται πριν από την επανάσταση σε μια απογείωση που την καθιστά μια από τις πνευματικές δυνάμεις της Ευρώπης. Οι Έλληνες είχαν και πληθυσμιακή υπεροχή, περί τα 9 εκατομμύρια, δηλαδή μεγαλύτερο πληθυσμό από την Αγγλία και, συμφώνα με τον Ντοστογιέφσκι ήταν πολυπληθέστεροι και από τους Γερμανούς. Η Ελληνική Επανάσταση στοιχειοθετεί την τελευταία προσπάθεια να ανασυγκροτηθεί ο ελληνικός κόσμος και να επιβάλει τον ελληνικό δρόμο στη μεγάλη κλίμακα των εθνών-κρατών. Αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Η πρώτη του ήττα το 1204 ή το 1453 δεν έπληξε τον ελληνισμό οριστικά. Το οριστικό πλήγμα σε αυτόν τον δρόμο προς τη νεωτερικότητα επέρχεται με την ήττα της ελληνικής επανάστασης.
Η ελληνική επανάσταση ξεκινάει στην πραγματικότητα από την Μολδοβλαχία όχι γιατί ήταν κοντά στη η Ρωσία αλλά διότι το σχέδιο είχε ως στόχευση την κάθοδο από τη Βαλκανική στην Κωνσταντινούπολη με την πραγματοποίηση ενός κινήματος με στόχο να καταληφθεί το πολιτικό κέντρο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη, και να αλλάξει ηγεσία. Αυτό ήταν το σχέδιο που όπως ομολογούν οι πηγές της εποχής απέβλεπε στο να οικειοποιηθεί ο Ελληνισμός την Οθωμανική αυτοκρατορία στο έδαφός της, δηλαδή να δημιουργήσει ένα κράτος ισάξιο με τις δυνάμεις του Ελληνισμού και της φιλοδοξίας του αλλά δυσανάλογα μεγάλο για τις ηγεμονικές φιλοδοξίες της Δυτικής Ευρώπης. Άρα λοιπόν αυτό που λέγεται Ανατολικό Ζήτημα και που εξαντλείται στο να μην κατέβει η Ρωσία στα στις θερμές θάλασσες δεν είναι στην ορθή κατεύθυνση της ανάγνωσης των γεγονότων ενώ το πραγματικό πρόβλημα για τις Δυτικές Δυνάμεις και ιδίως για την Βρετανία είναι η απειλή που συνιστούσε η πολιτική ανασυγκρότηση των Ελλήνων στο έδαφος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς αυτό θα ανέτρεπε ουσιαστικά ένα μεγάλο μέρος τουλάχιστον της φιλοδοξίας των Δυτικών Δυνάμεων να εγκαθιδρύσουν τη δική τους τάξη στον κόσμο και αυτή είναι η μία γεωπολιτική πολιτική απειλή για τον ευρωπαϊκό δεσποτικό κόσμο της εποχής.
Μια άλλη απειλή και εξίσου σημαντική για τη Δύση ήταν αυτό που έφερνε μαζί του ελληνικός κόσμος, δηλαδή ένα μη απολυταρχικό και δημοκρατικό κράτος που ισοδυναμούσε με οικουμενική κοσμόπολη, ένα κράτος που εγκαθιδρύεται την εποχή του Αλεξάνδρου και εξελίσσεται για να ολοκληρωθεί την περίοδο του Βυζαντίου σε αυτό που αποτελεί μία σύνθεση των πόλεων με την κεντρική μητροπολιτική πολιτική πραγματικότητα η οποία ουσιαστικά διασφαλίζει την ανθρωποκεντρική πραγματικότητα που βιώνουν οι Έλληνες, το καθεστώς δηλαδή της δημοκρατίας μέσα στις πόλεις και στο σύνολο της επικρατείας. Αυτό λοιπόν αποτελεί έναν εξίσου σημαντικό κίνδυνο που συνεπάγεται ένα ελληνικό κράτος σε αυτή τη βάση για την ευρωπαϊκή απολυταρχία διότι θα υπήρχε το άλλο παράδειγμα το οποίο μέχρι τότε δεν υπήρχε στην Ευρώπη. Εάν δεν αποδεχθούμε ότι τα «κοινά» της Τουρκοκρατίας δεν ήταν τριτοκοσμικές κοινότητες που μετακινήθηκαν από το Βυζάντιο στη Δύση αλλά ουσιαστικά είναι οι πόλεις-κράτη όπως μετεξελίχθηκαν και διατήρησαν νομοθετικά τις ίδιες προδιαγραφές με ολοκλήρωση μάλιστα διότι εκλείπει από τις απαρχές ήδη του Βυζαντίου, η δουλεία, δεν θα αντιληφθούμε τι ήταν ο Ελληνικός Κόσμος στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. Αυτές είναι οι θεμελιακές κοινωνίες των Ελλήνων που τους λείπει η οικουμενικότητα και αυτό επιχειρείται από την επανάσταση.
Αυτή την προοπτική φοβόντουσαν οι Δυτικοί, όπως φαίνεται άλλωστε και από το φιλελληνικό κίνημα το όποιο δεν ήταν ένα κίνημα υποστήριξης των Ελλήνων. Αυτό είναι ένα δευτερεύον κεφάλαιο ενός κινήματος μέσα στις ευρωπαϊκές χώρες όπου ακριβώς εμπνέεται ο κόσμος της Ευρώπης από την ελληνική επανάσταση και σε συνδυασμό με την ελληνική γραμματεία αμφισβητεί την απολυταρχία και επιδιώκει να εγκαθιδρύσει το επόμενο κρατικό μόρφωμα που είναι ο διάδοχος της απολυταρχίας δηλαδή τη σημερινή εκλόγιμη μοναρχία. Και είναι εκλόγιμη μοναρχία και όχι δημοκρατία όπως ζούσαν οι Έλληνες της ίδιας εποχής. Έρχεται λοιπόν η στιγμή να αποφασίσουν για την δημιουργία ενός ελληνικού κρατικού μορφώματος και να το υποτάξουν στην οθωμανική εξουσία για να μην μπορέσει να αναπτύξει δυναμική εθνικής ολοκλήρωσης στη συνέχεια όμως επειδή ακριβώς υπάρχουν εσωτερικοί συσχετισμοί μεταξύ των δυνάμεων αυτών έρχονται οι Βρετανοί κυρίως και προτείνουν μία ανεξάρτητη ελλαδική πραγματικότητα η οποία όμως έχει μορφή προτεκτοράτου και είναι μη βιώσιμη και εξαρτημένη οικονομικά ήδη από τη διάρκεια της Επανάστασης και το κυριότερο με εμφύτευση της απολυταρχίας δηλαδή του κράτους της απολυταρχίας στην ελλαδική πραγματικότητα. Το οδήγησαν έτσι στην πλήρη αδυναμία και εξαθλίωση και στη συνέχεια στη δολοφονία του πρώτου κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Και φτάνουμε σήμερα στο σημείο να αναγνωρίζουμε ότι μας διέσωσαν αυτοί οι οποίοι ουσιαστικά συνέβαλαν τα μέγιστα στην αποδόμηση του μείζονος Ελληνισμού για να μας εγκαταστήσουν μέσα σε μία κρατική «σκηνή» η οποία ουσιαστικά δεν ελέγχεται καν από εμάς και δεν μας ανήκει.
Αυτή την πραγματικότητα περιγράφει αυτό που γίνεται σήμερα με τους όρους μιας αντίληψης των πραγμάτων η οποία λέει ότι η επανάσταση ξεκινάει στην Πελοπόννησο στις 25 Μαρτίου και όχι τον Φεβρουάριο στη Μολδοβλαχία και ο ελληνικός κόσμος είναι ο οφειλέτης της έννοιας της δημοκρατίας και της επανασύστασης μας με την ελληνική πραγματικότητα του παρελθόντος διότι ακριβώς όλα πρέπει να εμφανιστούν ότι έγιναν δια χειρός των Δυτικών Δυνάμεων και, σε αυτό το πλαίσιο, είναι αναπόφευκτο να μην γίνεται αποδεκτή οποιαδήποτε απολύτως άλλη αναγωγή σε ένα παρελθόν που θα αποτελεί και το στοιχείο της σύγκρισης του τι επιδίωκε ο Ελληνισμός, τι ήταν πριν και που κατέληξε.
Αυτή λοιπόν είναι η γεωπολιτική και εσωτερική κατανομή της πραγματικότητας την οποία καλούμαστε να γιορτάσουμε σήμερα με βάση την επανάσταση και το ερώτημα που αναφύεται είναι αν ήταν εφικτό ένα άλλο αποτέλεσμα στις γεωπολιτικές συνθήκες της εποχής όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις διέθεταν τέτοια ισχύ που μπορούσαν να αμφισβητήσουν ουσιαστικά και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δεν είναι μόνο η δύναμη που αντιπροσώπευε ο ελληνικός κόσμος αλλά επίσης και η θέλησή του για ανεξαρτησία. Άρα, λοιπόν τι έλειπε για την επιτυχία; Έλειπε μία σοβαρή οργάνωση της Επανάστασης. Στην Πελοπόννησο αντιμετώπισαν την Ελληνική επανάσταση ως εάν επρόκειτο για μία φεουδαλική πραγματικότητα που με ένα σφύριγμα με ένα σύνθημα όλοι θα μαζεύονταν στη Βαστίλη ή οπουδήποτε αλλού και θα ξεσηκώνονταν. Ο ελληνικός κόσμος όμως είχε άλλη δομή άλλη πολιτική, κοινωνική, οικονομική και πνευματική πραγματικότητα που δεν μπορούσε να επιτύχει η επαναστάτη χωρίς στιβαρή ηγεσία και οργάνωση.
Ένα άλλο ερώτημα είναι αν θα μπορούσε αυτό το κρατικό μόρφωμα, στο μέτρο που ήταν ένα προτεκτοράτο, να παίξει ένα ρόλο εθνικής ολοκλήρωσης. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι μπορούσε να το πράξει, μπορούσε να παίξει μεταξύ των στρατηγικών επιλογών των μεγάλων δυνάμεων να διαιτητεύσει δηλαδή η ελληνική πολιτική ηγεσία ανάμεσα στις διάφορες δυνάμεις και να κερδίσει πόντους σε αυτή την δυναμική της εθνικής ολοκλήρωσης. Αλλά δεν ήθελαν οι ηγεσίες. Απόδειξη ότι το μόνο που δεν ενδιέφερε την ελληνική νομενκλατούρα να πραγματοποιήσει ήταν η εθνική ολοκλήρωση το αποκαλύπτει η περίπτωση του 1897 τότε δηλαδή που κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χωρίς να έχουν ούτε στρατόπεδο για την εκπαίδευση των στρατιωτών και χωρίς να έχουν την παραμικρή υποδομή που θα μπορούσε να οδηγήσει ένα τέτοιο εγχείρημα στην επιτυχία.
Στα 200 χρόνια αυτού του κράτους όλες οι μεγάλες και οι μικρές ήττες οργανώνονται στην Αθήνα όχι στο μέτωπο και αν δεν υπήρχε το κίνημα στο Γουδί την δεκαετία των μεγάλων γεγονότων για τον ελληνικό κόσμο με τους πολέμους του 1912 – 1913, σήμερα η Ελλάδα θα ήταν ακόμα στη Θεσσαλία. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήρθε ως παρένθετος από το εξωτερικό και δεν ήταν προϊόν αυτής της κομματοκρατίας και σε δύο χρόνια κατάφερε να ανασυγκροτήσει την Ελλάδα και να πραγματοποιήσει αυτούς τους νικηφόρους πολέμους. Χρειάζεται δίκην συμπεράσματος να πούμε ότι όλοι, από τους αγωνιστές της Επανάστασης έως και οποιασδήποτε άλλης εθνικής παρουσίας Ελλήνων στην ηγεσία του τόπου, εδιώχθησαν απηνώς μέχρι τις μέρες μας και μπαίνουν στο περιθώριο από πολιτικές δυνάμεις που είναι έτοιμες να υπηρετήσουν ένα καθεστώς το οποίο είναι ξένο σώμα προς την ελληνική κοινωνία γιατί εν τέλει το πρόβλημα δεν είναι ότι έστω και με αυτούς τους όρους συγκροτήσαμε ένα ελλαδικό κράτος, μία στέγη για τους Έλληνες για τα απομεινάρια του μείζονος Ελληνισμού, είναι ότι αυτό το κράτος ήταν απολυταρχικό και εξακολουθεί να έχει όλα τα χαρακτηριστικά ιδιώματα της απολυταρχίας.
Αυτό το κράτος είναι ανέφικτο να λειτουργήσει με πολιτικές δημοσίου συμφέροντος και επομένως εθνικής αναφοράς. Αυτό είναι το κεντρικό ζήτημα το οποίο δικαιολογεί αυτή την καταστροφική παρουσία αυτού του κράτους στη μήτρα του Ελληνισμού και είναι και αυτό που θα εξηγήσει το κεντρικό ελληνικό πρόβλημα που ζούμε σήμερα, δηλαδή το γεγονός ότι η κοινωνία είναι σε αναντιστοιχία με την πολιτική ηγεσία. Το πολίτικο σύστημα στην χώρα μας πρέπει να αλλάξει και να αντιστοιχηθούν οι πολιτικές υποχρεωτικά με το δημόσιο συμφέρον. Αυτό δεν μπαίνει στο τραπέζι του διαλόγου και αυτό αποτελεί και το κεντρικό πρόβλημα που θέτει ένα μεγάλο ερώτημα αν και κατά πόσο πρέπει να συνεχίσουμε να θεωρούμε την επέτειο των 200 ετών ως εορτασμό ή θρήνο, όπως αυτόν που διατύπωσε ο μεγάλος μας ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης: «Όταν ο Ελληνισμός χάνεται, εμείς γιορτάζουμε το γεγονός ότι βρισκόμαστε στο κατάρτι και δεν έχουμε πνιγεί ακόμα».
Ο Αντιπεριφερειάρχης Επιχειρηματικότητας, Έρευνας και Καινοτομίας στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, κ. Φωκίων Ζαΐμης τόνισε ότι ως απόγονος του Ανδρέα και του Ασημάκη Ζαΐμη το βάρος της ευθύνης να υπηρετείς την πατρίδα και το έθνος σε μπολιάζουν. Μπορείς να ξεφύγεις από την Πάτρα, τα Καλάβρυτα ή ακόμα και από την Ελλάδα αλλά από αυτό που δεν ξεφεύγεις εύκολα είναι από την Πατρίδα που έχει πολλά χαρακτηριστικά όπως την πανέμορφη φύση, τον ωραίο και ευμετάβλητο καιρό όπως και η διάθεση των ανθρώπων στην Ελλάδα. Ακόμα και στην πιο απόμακρη περιοχή να πας δεν ξεφεύγεις από τον ελληνικό πολιτισμό. Οι Έλληνες έχουν κάτι μοναδικό που δεν βρίσκεις εύκολα σε άλλους λαούς, έχουν μία εθνική ταυτότητα με προσδιορισμό στην ιστορία, τα ήθη και τα έθιμά, τη θρησκεία και την γλώσσα. Όλα αυτά μαζί με έναν καταλύτη από πνεύμα ελευθερίας και αυτοπροσδιορισμό καταγωγής αποτελούν ένα μήνυμα μοναδικό παγκοσμίως.
Αναφέρθηκε στον μεγαλύτερο θρύλο του Ελληνισμού, τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, ο οποίος αν και εύκολα μπορούσε ακόμα και τελευταία στιγμή να συμβιβαστεί και να έχει αρκετά προνόμια μπροστά στις ορδές των βαρβάρων, έμεινε εκεί και αντιστάθηκε μέχρι τέλους. Η ήττα του 1453 ήταν ένα αναπόφευκτο γεγονός. Από το Μάιο του 1453 όμως άρχισε η αντίστροφη μέτρηση με στάσεις, κινήματα και επαναστάσεις που όμως δεν πέτυχαν. Τι ήταν το 1821 λοιπόν; Ήταν η τελευταία απέλπιδα προσπάθεια με τον αέρα των επαναστάσεων της Δύσης; ήταν μία γεωστρατηγική συγκυρία με τις εσωτερικές έριδες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας; Ήταν εκδίκηση για τα Ορλοφικά; Όλα έπαιξαν ρόλο κατά τη γνώμη του άλλα ένα ήταν το κυρίαρχο στοιχειό στην επανάσταση του 1821, ότι η ζωή δεν αξίζει χωρίς ελευθερία.
Κατά την άποψη του, η Φιλική Εταιρεία ήταν το τρίτο πρόσωπο στη συζήτηση για την απελευθέρωση, ήταν το επιχείρημα ότι δεν είμαστε μόνοι, ήταν ο κρυφός άσσος ενός αόρατου απροσδιόριστου συμμάχου που θα ερχόταν την κατάλληλη στιγμή να συνδράμει τον αγώνα της ελευθερίας ήταν αυτό που λέγανε και οι αρχαίοι Έλληνες «ο από μηχανής θεός». Όπως τόνισε, ήταν η πίστη που οδήγησε στον ξεσηκωμό και λειτούργησε μαγικά, ενωτικά και παθιασμένα. Διεκόπη για λίγο για λίγο στα χρόνια του εμφυλίου, τελικά όμως την ύστατη ώρα μόνιασαν οι Έλληνες και συνέχισαν ενωμένοι μπροστά στον κοινό εχθρό.
Ένα νέο κράτος γεννήθηκε με συστατικά την ελευθερία, τον ελληνικό πολιτισμό την ελληνική ιδιοσυγκρασία με τα καλά και τα άσχημα της. Έχουμε κερδίσει πολλά αλλά έχουμε πολλά ακόμα να κάνουμε για να έχουμε μια πραγματική ελεύθερη και ανεξάρτητη χώρα χωρίς δεσμεύσεις και μνημόνια. Ας κάνουμε ότι και οι πρόγονοί μας και δεν θα χάσουμε. Έχουμε άλλωστε να κερδίσουμε την ανάβαση, τη διαδρομή την εμπειρία το ταξίδι, ο ρεαλιστικό όνειρο.
Αν προσπαθούμε να τα βάλουμε όλα σε ένα πλαίσιο μιας ορθολογικής ανάλυσης έτσι όπως καταλαβαίνουμε αυτή τη στιγμή την εξέλιξη των πραγμάτων, νομίζω δεν θα μπορούσαμε να καταλάβουμε τι έγινε το 1821 ή τι έγινε στα Ορλοφικά ή τι έγινε στις προηγούμενες επαναστάσεις Η επανάσταση επέτυχε τελικά έστω και αν έγινε με όρους εξάρτησης. Δεν έχουμε τους ίδιους βαθμούς ανελευθερίας που είχαμε πριν από την επανάσταση με αυτούς που έχουμε και μετά την επανάσταση. Έκλεισε με τους στίχους του εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά: «Ένα λόγο θα σας πω δεν έχω άλλο κανέναν μεθύστε με το αθάνατο κρασί του 21».
Ο Ομότιμος Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων & Στρατηγικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς κ. Παναγιώτης Ήφαιστος τόνισε ότι η ελληνική επανάσταση έλαβε χώρα και εξελίχθηκε σε ένα εξαιρετικά δυσμενές διεθνές περιβάλλον καθώς οι ηγεμονικές δυνάμεις ήταν πολύ αρνητικές απέναντι στο ενδεχόμενο να αναδειχθεί εδώ στην περιοχή μας ένα ελληνικό κράτος όπως το οραματίστηκε η επανάσταση δηλαδή με απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης. Το 1815 στην Βιέννη, οι μεγάλες ηγεμονικές και δεσποτικές δυνάμεις της εποχής αποφάσισαν να μην επιτρέψουν επαναστάσεις και δημοκρατικές αξιώσεις. Τόνισε ότι η Ελληνική επανάσταση ήταν ίσως το μεγαλύτερο κόσμο-ιστορικό φαινόμενο της σύγχρονης εποχής και της ιστορίας διότι ήταν μια συγκυρία όπου είχε πέσει η θεοκρατία του Μεσαίωνα και το ερώτημα ήταν αν θα είχαμε μετάβαση σε ένα ανθρωποκεντρικό πολιτισμό της ελευθερίας με δημοκρατικό προσανατολισμό. Οι Μεγάλες Δυνάμεις που είχαν απολυταρχικά καθεστώτα φοβόντουσαν την δημιουργία ενός δημοκρατικού ανθρωποκεντρικού ελληνικού κράτους που θα έθετε σε αμφισβήτηση τα καθεστώτα τους. Αναρωτήθηκε μάλιστα ποια θα ήταν η έκβαση των πραγμάτων αν είχε πετύχει η επανάσταση τον αρχικό της στόχο δηλαδή την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης και τη δημιουργία μιας οικουμενικής κοσμόπολης. Επίσης, κατέκρινε το γεγονός ότι κάποιοι υποβιβάζουν τους αγωνιστές του 1821 αναφερόμενοι στην προσωπική ζωή των ηρώων πράγμα απαράδεκτο. Καταδίκασε επίσης το γεγονός ότι αμφισβητείται η ύπαρξη του ελληνικού έθνους και του εθνικού χαρακτήρα της εξέγερσης του 1821.
Ο Επίκουρος Καθηγητής Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς κ. Διονύσης Τσιριγώτης έθεσε τον απελευθερωτικό αγώνα στο ιστορικό πλαίσιο του Ανατολικού Ζητήματος που είχε ξεκινήσει το 1774 με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή. Τόνισε συγκεκριμένα ότι η οικονομική πολιτιστική και θρησκευτική παρουσία του Ελληνισμού εντός Οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν ισχυρή ενώ το ανθρωποκεντρικό ελληνικό κοσμο-σύστημα κατάφερε να επιβιώσει ανά τους αιώνες. Όπως είπε, από το 1774 και μετά ο ελληνικός εμπορικός στόλος ήλεγχε το εμπόριο στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτή η οικονομική ευημερία και συσσώρευση κεφαλαίου μεταφράστηκε σε πολιτική ισχύ για το Ελληνισμό στην Οθωμανική αυτοκρατορία με αποτέλεσμα την δημιουργία μιας μικρής αλλά ισχυρής ελληνικής αστικής τάξης ενώ οι Φαναριώτες κατείχαν θέσεις κλειδιά στην Οθωμανική διοίκηση.
Στη συνέχεια ανέλυσε όλες τις φάσεις της ελληνικής επανάστασης. Στην πρώτη φάση (Φεβρουάριος – Δεκέμβριος 1821) έχουμε την έναρξη και τοπική επικράτηση της Επανάστασης. Στα τέλη Μαρτίου με αρχές Απριλίου έχει δημιουργηθεί ένα σύνολο τοπικών διοικήσεων με ένα πολυαρχικό και αποκεντρωμένο σύστημα εξουσίας που δεν προκρίνει μια ενιαία διοικητική αρχή. Το προκρινόμενο πολιτικό σύστημα είναι πολιτειακό με μία χαλαρή κεντρική εξουσία κυβερνητική και κοινοβουλευτική.
Στη δεύτερη φάση (Ιανουάριος 1822 – Δεκέμβριος 1823) έχουμε τη σταθεροποίηση της επανάστασης και τη συγκρότηση μιας ενιαίας πολιτικής αρχής καθώς και τη διοικητική οργάνωση των επαναστατημένων περιοχών μέσα από το θεσμό του έπαρχου, καταργούνται όλες οι τοπικές γερουσίες. Αυτό συμβαίνει στη Δεύτερη Εθνοσυνέλευση του Άστρους. Παραχωρείται το δικαίωμα εκλογής του εκτελεστικού ενώ καταργείται ο βαθμός του αρχιστρατήγου ούτως ώστε να αποδυναμωθεί η ισχύς του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη ενώ δημιουργούνται τα υπουργεία πολεμικών και ναυτικών που αναπτύσσονται σε τριμελείς επιτροπές.
Η τρίτη φάση (Ιανουάριος 1824 – Δεκέμβριος του 1827) είναι η περίοδος εξασθένησης και υποχώρησης της επανάστασης και έχουμε εμφύλιες διαμάχες. Επίσης έχουμε την παραχώρηση της ανεξαρτησίας μας (Πράξη Υποτέλειας) στη Βρετανία για το λόγο ότι οι Έλληνες κατανοούν ότι δεν μπορούν πλέον να συντηρήσουν την επανάσταση ακόμα και στην Πελοπόννησο. Το 1827 έχουμε τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου που είναι το αποτέλεσμα του ανταγωνισμού ισχύος μεταξύ Γαλλίας και Βρετανίας και Ρωσίας για το ποιος θα κυριαρχήσει και το ποιος θα ελέγξει το ελλαδικό αυτό κρατίδιο που δημιουργήθηκε στη συνέχεια.
Η τέταρτη και τελευταία φάση (Ιανουάριος 1828 – Φεβρουάριος 1830) είναι η φάση αναζωπύρωσης της επανάστασης και εγκαθίδρυσης της πολιτείας που συστήνει ο Καποδίστριας και αλλάζει και η κατανομή ισχύος. Σε διπλωματικό επίπεδο, κατά τη διάρκεια της επανάστασης, ο Καποδίστριας είχε καταφέρει σε πολλά Ευρωπαϊκά συνέδρια να αποσοβήσει τις προσπάθειες της Ιεράς Συμμαχίας να καταπνίξουν την επανάσταση.
Ακολούθησαν ερωτήσεις και συζήτηση με το κοινό. Ο Ιδρυτής & Πρόεδρος Δ.Σ. του ΚΕΔΙΣΑ Δρ. Ανδρέας Μπανούτσος ρώτησε αν και κατά ποσό η Φιλική Εταιρεία ήταν μία πρωτοβουλία καθαρά ελληνική των Ελλήνων της διασποράς όπου θέλανε να ευαισθητοποιήσουν το ελληνικό έθνος το οποίο ήταν υπό τον Οθωμανικό ζυγό ή ήταν κάποια οργάνωση που είχε σχέσεις με τον ξένο παράγοντα και τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής που ήθελαν να αποσταθεροποιήσουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ο κ. Ήφαιστος απάντησε λέγοντας ότι η Φιλική Εταιρεία ήταν λίγο από όλα όσα ανέφερε ο Δρ. Μπανούτσος. Όντως η συγκρότηση της διπλωματίας συμπεριλαμβάνει και αξιόπιστες διαβουλεύσεις συνήθως αθέατες. Ο κ. Τσιριγώτης είπε ότι υπήρχε ένας μυστικός εταιρισμός στις διεργασίες της επανάστασης και ήρθε στην επιφάνεια με τη Φιλική Εταιρεία. Υπήρχε όντως ένα δίκτυο εταιρειών που διενεργούσαν μυστική διπλωματία. Ο κ. Ζαΐμης συμφώνησε με τους προλαλήσαντες και παρέμεινε στη θέση του ότι η Φιλική Εταιρεία ήταν το τρίτο πρόσωπο στη συζήτηση. Σίγουρα αυτές οι μυστικές οργανώσεις έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο όμως δεν μπορούμε να τους χρεώνουμε παραπάνω από αυτό που πραγματικά συνεισφέρουν.
kedisa.gr