Η Sandra von Ruffin είναι ηθοποιός και υποδιευθύντρια του μεγαλύτερου ελληνικού κινηματογραφικού φεστιβάλ στη Γερμανία.
Αν και ζει στο Βερολίνο, στην καρδιά της «ζει» τα ελληνικά καλοκαίρια της, καθώς έχει λατρεία για τη χώρα καταγωγής της.
Με αφορμή το κινηματογραφικό φεστιβάλ Hellas Filmbox, που πραγματοποιείται στο Βερολίνο, έκανες μια ιδιαίτερη φωτογράφιση. Με την τεχνική του body painting, ζωγραφίστηκε στο γυμνό κορμί σου η ελληνική σημαία.
Τι μήνυμα ήθελες να περάσεις; Αυτή η φωτογράφιση ήταν αποτέλεσμα της συνεργασίας μιας ομάδας διάσημων καλλιτεχνών και αποτελούσε ένα προφεστιβαλικό event. Θέλαμε να δείξουμε τη «γυμνή αλήθεια της Ελλάδας» – μάλιστα αυτό είναι το σλόγκαν του φεστιβάλ μας. Από τις 21 έως τις 24 Ιανουαρίου θα προβληθούν στο Βερολίνο 71 ελληνικές ταινίες που θα δείχνουν αυτή την αλήθεια, μακριά από στερεότυπα και κλισέ που υπήρχαν έως τώρα για την Ελλάδα στα γερμανικά Μέσα. Όπως έγραψε το περιοδικό Stern «μέχρι χτες μιλούσαμε όλοι για την Ελλάδα, τώρα ήρθε η ώρα να μιλήσει η ίδια η Ελλάδα» και συμφωνώ απόλυτα με αυτό.
Η φωτογράφισή σου βρήκε αντίθετο τον Σταμάτη Κραουνάκη. Έγραψε οργισμένος στο facebook ότι «προσβάλλει τα εθνικά σύμβολα». Σέβομαι τη γνώμη του. Αγαπάμε και οι δύο την Ελλάδα, αλλά φαίνεται πως αυτή την αγάπη την αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά. Η ελληνική σημαία είναι κομμάτι μου, κομμάτι των ελληνικών ριζών μου και όχι ένα αφηρημένο σύμβολο. Θέλω να είναι στη ζωή μου με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους.
Πώς αντέδρασαν οι δικοί σου για την έκθεση της «γυμνής σου αλήθειας»; Σοκαρίστηκαν; Όχι μόνο αντέδρασαν θετικά στην πρωτοβουλία αυτή του Φεστιβάλ, αλλά και χαίρονται που διοργανώνουμε το μεγαλύτερο ελληνικό φεστιβάλ στη Γερμανία. Πριν κάνεις τη φωτογράφιση, ζήτησες τη γνώμη τους; Τι να σου πω; Είμαι 29 χρόνων! (γελάει)
Τι απαντάς σε εκείνους που υποστηρίζουν ότι οι Έλληνες είναι τεμπέληδες και ότι τους αξίζει η κρίση που ζουν; Ποιος λέει ότι «οι Έλληνες αξίζουν την κρίση που ζουν»; Δεν έχω συναντήσει κανέναν Γερμανό που να ισχυρίζεται ότι οι Έλληνες αξίζουν κάτι τέτοιο ή ότι είναι τεμπέληδες. Δεν πιστεύω στις γενικολογίες και μπορούμε να τις «εξαφανίσουμε» με παραδείγματα, επιχειρήματα και γνώση της πραγματικότητας.
Τι αγαπάς περισσότερο από την Ελλάδα; Κάθε καλοκαίρι ερχόμουν και συνεχίζω να έρχομαι για διακοπές στα νησιά: στην Κρήτη, στην Πάρο, στη Ζάκυνθο. Μου αρέσει όταν βρίσκομαι με τους Έλληνες φίλους μου και έχω μεγάλη αδυναμία στο ελληνικό φαγητό. Τρελαίνομαι για το μουσακά και την ελληνική τυρόπιτα. Δυστυχώς, δεν μιλάω καλά ελληνικά, αλλά είναι στο πρόγραμμά μου να αρχίσω μαθήματα, γιατί πολύ θα ήθελα να παίξω κάποτε και στα ελληνικά.
Ποιες θα έλεγες πως είναι οι ελληνικές πλευρές του χαρακτήρα σου; Είναι πραγματικά δύσκολο να σου πω, γιατί είμαι ένα μείγμα 50% Ελληνίδα και 50% Γερμανίδα. Εγώ, όπως και οι περισσότεροι Έλληνες, αγαπάμε το «ανοιχτό» σπίτι. Μου αρέσει πολύ το ότι στην Ελλάδα συχνά κάνουν επισκέψεις οι φίλοι χωρίς πρόσκληση και νιώθουν άνετα. Στη Γερμανία δεν είναι πάντα έτσι. Χαίρομαι που είμαι μισή Γερμανίδα και μισή Ελληνίδα – είναι ένας καλός συνδυασμός.
Γιατί η κόρη της Βίκυς Λέανδρος αποφασίζει να γίνει ηθοποιός και όχι τραγουδίστρια; Δεν έχω κληρονομήσει το ταλέντο της μητέρας μου στο τραγούδι. Αντίθετα, από μικρή έπαιζα σε θεατρικά έργα. Στα 15 μου έφυγα από τη Γερμανία και πήγα στο Λονδίνο, όπου τελείωσα το σχολείο. Μετά σπούδασα ιστορία και ιστορία της τέχνης στο Βερολίνο, και τότε ήταν που αποφάσισα να σπουδάσω υποκριτική στο Λονδίνο.
Τι ρόλους ονειρεύεσαι να παίξεις; Θα ήθελα να παίξω σε ιστορικές ταινίες, όπως, π.χ., το Μαρία Αντουανέτα. Μου αρέσουν πάρα πολύ τα ρούχα εκείνης της εποχής, οι περούκες και τα απίστευτα settings! Φαντάζομαι ότι θα είναι φοβερή εμπειρία να «ταξιδεύεις» πίσω στο χρόνο, σε μια εποχή με άλλους κανόνες, κώδικες συμπεριφοράς και κοσμοθεωρίες.
Πότε συνειδητοποίησες ότι η μητέρα σου είναι διάσημη; Μόλις γεννήθηκα, η μητέρα μου αποφάσισε να κάνει ένα διάλειμμα στην καριέρα της. Αυτό το διάλειμμα κράτησε για δέκα χρόνια. Το 1995 επέστρεψε στο τραγούδι με μια μεγάλη συναυλία. Μέχρι τότε δεν την είχα δει να τραγουδάει μπροστά σε πολύ κόσμο και θυμάμαι ότι με συγκίνησε. Όταν την πρωτοείδα στη σκηνή, ενθουσιάστηκα και ήμουν πολύ περήφανη!
Συχνά πολλά παιδιά διάσημων λένε πως το φορτωμένο πρόγραμμα των γονιών τους αναγκαστικά τους στέρησε τη φυσική παρουσία τους. Εσύ ένιωσες ποτέ την έλλειψη της μητέρας σου; Η απόφαση της να κάνει αυτό το δεκαετές διάλειμμα από την καριέρα της για εμένα και τα δύο μου αδέλφια ήταν κάτι πολύ σημαντικό για το μεγάλωμά μας, την ανατροφή μας. Ήταν πάντα παρούσα, δεν μου έλειψε ποτέ.
Το όνομα της μητέρας σου άνοιξε πόρτες στην καριέρα σου; Είναι δύσκολο να σου απαντήσω. Κάποιες φορές οπωσδήποτε μου άνοιξε πόρτες, κάποιες άλλες φορές πάλι μπορεί οι πόρτες να έκλεισαν. Κάποιοι, πριν με γνωρίσουν, μπορεί να με φαντάζονται διαφορετική απ’ ό,τι είμαι. Αλλά, από τη στιγμή που δεν με λένε Λέανδρος, μπορώ να είμαι ο εαυτός μου νομίζω!
Έχετε σκεφτεί να συνεργαστείτε με τη μητέρα σου; Για παράδειγμα, να συμπρωταγωνιστήσετε σε ένα μιούζικαλ, εκείνη στο τραγούδι κι εσύ ως ηθοποιός; Ποιος ξέρει; Ίσως κάνουμε κάτι τέτοιο στο μέλλον. Η Βίκυ Λέανδρος έγινε παγκοσμίως γνωστή χάρη στην πρωτιά της στη Eurovision. Είχε εκπροσωπήσει το 1972 το Λουξεμβούργο με το τραγούδι «Après toi» Εσύ παρακολουθείς το διαγωνισμό; Όχι, δεν βλέπω Eurovision. Ακούω εντελώς διαφορετικό στιλ μουσικής. Μου αρέσουν πολύ οι μελωδίες των LeonardCohen, Bob Dylan, The Kings. Αν και δεν έχεις κάνει ακόμη τα δικά σου ελληνικά καλλιτεχνικά βήματα, έχεις ήδη συνυπάρξει στον κινηματογράφο με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη. Όντως. Παίζουμε με τον Κωνσταντίνο στη μικρού μήκους ταινία The Penal Colony που είναι βασισμένη στην αληθινή ιστορία της φυλάκισης της Νάντια Τολοκονίκοβα, μέλους των Pussy Riot, του ρωσικού ακτιβιστικού μουσικού συγκροτήματος. Ο ρόλος μου είναι μιας φυλακισμένης στα κάτεργα, που γίνεται φίλη και συμπαραστάτρια της Νάντια. Ήταν ιδιαίτερη η χαρά μου που έπαιξα πλάι στον Κωνσταντίνο, έναν τόσο έμπειρο ηθοποιό.
Πρόσφατα συμμετείχες σε ένα φιλμ που είναι αφιερωμένο στο μεγάλο Έλληνα Μίκη Θεοδωράκη. Είναι η ταινία Ταξιδεύοντας με τον Μίκη, η οποία συνδυάζει στοιχεία μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ και την υπογράφει ο Αστέρης Κούτουλας. Βασίζεται σε ένα πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό του Αστέρη, που είναι παραγωγός συναυλιών του Θεοδωράκη στο εξωτερικό αλλά και διευθυντής του Hellas Filmbox Berlin . Με την κάμερά του είχε καταγράψει άγνωστες στιγμές από τη ζωή και την καριέρα του σπουδαίου αυτού συνθέτη. Ποια συμβουλή της μητέρας σου κρατάς; Μου είχε πει «Ό,τι και να σου λένε, εσύ να πιστεύεις στον εαυτό σου και να μη παραδίδεις τα όπλα». Αυτά είναι τα λόγια που δεν ξεχνάω ποτέ.