“Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του περασμένου Ιουλίου καταφέραμε και πετύχαμε να αποτρέψουμε τον κίνδυνο της εξωτερικής σύγκλισης και να διασφαλίσουμε για τη χώρα μας ουσιαστικά τους ίδιους πόρους με την προηγούμενη προγραμματική περίοδο, για την ακρίβεια 19,3 δισεκατομμύρια ευρώ, προκειμένου να μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε αυτό το πολύ φιλόδοξο σχέδιο”, δήλωσε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την εκδήλωση σχετικά με τη νέα ΚΑΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έγινε απόψε στην Τρίπολη.
“Στους πόρους αυτούς προστέθηκαν και οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, ένα σημαντικό τμήμα των οποίων θα κατευθυνθεί προς τον πρωτογενή τομέα, ειδικά σε ζητήματα υποδομών, και προφανώς συμπληρωματικά πόροι από το νέο ΕΣΠΑ”, προσέθεσε ο Πρωθυπουργός, σημειώνοντας ότι συνεπώς “έχουμε στη διάθεσή μας σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία”.
Στην ομιλία του ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις ευεργετικές αλλαγές που μπορεί να επιφέρει η νέα ΚΑΠ στη λειτουργία του πρωτογενούς τομέα, στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής παραγωγής, στις οικονομικές προοπτικές της περιφέρειας αλλά και στο brand name της χώρας, υπογραμμίζοντας ότι τα τελικά οφέλη θα ευνοήσουν ολόκληρη την κοινωνία.
“Θα παίξουμε και θα κερδίσουμε στο παιχνίδι της ποιότητας”, τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. “Η ποιότητα είναι λέξη αδιαπραγμάτευτη. Έχει πολλές διαφορετικές πτυχές. Δεν είναι μόνο η γεύση του προϊόντος. Είναι το πώς παράγεται, εάν η παραγωγή αυτή είναι μία παραγωγή η οποία είναι φιλική προς το περιβάλλον”.
Ο Πρωθυπουργός επισήμανε πως “δεν θα είμαστε ανταγωνιστικοί αν πάμε να παίξουμε το παιχνίδι του χαμηλού κόστους”, εξηγώντας ότι η ποιότητα του μοναδικού ελληνικού διατροφικού προϊόντος μπορεί να βρει συνέργειες στον τουρισμό, αποτελώντας πολύτιμο μέρος της όλης εμπειρίας των επισκεπτών, οι οποίοι στη συνέχεια θα επιζητούν ελληνικά αγαθά.
“Έχουν γίνει -και μέσα στην πανδημία έγιναν- σημαντικά βήματα και μπορούν να γίνουν ακόμα πολλά περισσότερα. Το πώς θα πρέπει να συνδέσουμε τον πρωτογενή μας τομέα με τον τουρισμό μας. Το πώς ο κάθε επισκέπτης ο οποίος έρχεται στη χώρα θα πρέπει να φεύγει με μια εμπειρία μέσα στην οποία θα βρίσκεται και το ελληνικό φαγητό, με ελληνικά προϊόντα και ελληνική γαστρονομία, έτσι ώστε όταν επιστρέψει στον τόπο του να αναζητήσει ποιοτικά και προστατευμένα -όπου υπάρχει προστασία- ελληνικά προϊόντα, τα οποία θα είναι διατεθειμένος να τα πληρώσει ανάλογα με την αξία που ο ίδιος ή η ίδια τους αποδίδει”, είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Πρωθυπουργός σημείωσε πως πλέον δεν πρέπει πλέον να μιλάμε για μεσογειακή αλλά για ελληνική διατροφή. “Ελληνική διατροφή. Με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, με υψηλή προστιθέμενη αξία, με προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας τα οποία θα πρέπει όχι απλά να αποτελούν τον πυρήνα της εγχώριας, της εθνικής μας διατροφής, αλλά να διεκδικήσουν και τη θέση που τους αξίζει στις αγορές του εξωτερικού”, δήλωσε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά την κοινωνική πτυχή της ΚΑΠ και την σύνδεσή της με την ανταγωνιστικότητα, ο Πρωθυπουργός στάθηκε στη σημασία της συνεργασίας στην πρωτογενή παραγωγή και στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων που αντιμετωπίζουν οι αγρότες και κτηνοτρόφοι.
“Το ποσοστό των αγροτών, των κτηνοτρόφων που συνεργάζονται στη χώρα μας, αυτό το οποίο αποκαλούμε σχήματα συνεργασίας, εξακολουθεί να είναι σχετικά μικρό σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και πολύ πιο μικρό σε σχέση με τις χώρες εκείνες που έχουν πολύ υψηλότερη παραγωγικότητα στον πρωτογενή τομέα”, σημείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
“Αυτό πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να αλλάξει αφενός μέσα από μια πολιτική κινήτρων φορολογικών και όχι μόνο που ήδη το κράτος δίνει, αλλά πρέπει να αλλάξει και μέσα από την ίδια την αντίληψη των παραγωγών, οι οποίοι πρέπει να αντιληφθούν -και πάρα πολλοί ήδη το κάνουν και αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα- ότι μέσα από τη συνεργασία έρχονται οι απαραίτητες οικονομίες κλίμακος προκειμένου να μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί. Ανταγωνιστικοί. Η λέξη αυτή είναι λέξη-κλειδί για τον πρωτογενή τομέα”, προσέθεσε.
“Δεν μπορούμε πια να ανεχτούμε αυτές τις πολύ μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ των πόλεων και της υπαίθρου. Κατά συνέπεια προτεραιότητες που έχουν να κάνουν όχι απλά με τη στήριξη του εισοδήματος του αγρότη, αλλά με τον τρόπο με τον οποίο θα γεφυρώσουμε αυτές τις ανισότητες, προσωπικά για εμένα όλες αυτές οι πολιτικές έχουν πολύ μεγάλη σημασία” συμπλήρωσε ο Πρωθυπουργός.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι αυτή είναι μία πρόκληση που μπορεί να κερδηθεί, προς όφελος όλων. “Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι αυτήν την ευκαιρία δεν θα την αφήσουμε να πάει αναξιοποίητη και ότι η Κοινή Αγροτική Πολιτική 2021-27, όπως λέει και το εύστοχο σύνθημα του Υπουργείου, θα είναι μια πολιτική που θα τη δουλέψουμε όλοι μαζί για να την εφαρμόσουμε, αλλά τελικά θα κερδίσουμε όλοι. Όχι μόνο οι αγρότες, οι κτηνοτρόφοι, οι ψαράδες μας αλλά και οι καταναλωτές των καταπληκτικών προϊόντων της ελληνικής γης”, είπε, προσθέτοντας ότι “και αυτό το στοίχημα θα έχει την προσωπική μου φροντίδα”
“Έχω μεγάλο μεράκι να μπορέσω να υλοποιήσουμε συνολικά αυτές τις πολιτικές. Ένα στοίχημα μεγάλο το οποίο, όπως και άλλα στοιχήματα τα οποία βάλαμε με τους εαυτούς μας αυτά τα τρία χρόνια, μην έχετε καμία αμφιβολία ότι θα το κερδίσουμε”, σημείωσε ο Πρωθυπουργός, ενώ υπογράμμισε ότι είναι “απολύτως αποφασισμένος να μην επαναλάβουμε, αυτή τη φορά, με τη νέα ΚΑΠ, τα ίδια λάθη του παρελθόντος”, εξαιτίας των οποίων κάποιες ευκαιρίες έμειναν αναξιοποίητες.
“Σε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια χρειαζόμαστε τον αγροτικό κόσμο σύμμαχο. Και δεν έχω καμία αμφιβολία ότι αυτό θα συμβεί. Διότι συνολικά πια διαθέτουμε ένα συγκροτημένο σχέδιο το οποίο πατάει πάνω στις προτεραιότητες της νέας ΚΑΠ, εξειδικεύεται όμως με έναν τέτοιο τρόπο ώστε να μπορέσει ο πρωτογενής τομέας πραγματικά να γίνει τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα για τη χώρα”, επισήμανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Σπ. Λιβανός: Ώθηση στην αγροτική οικονομία με ενισχύσεις 22 δισ.
Τις μεγάλες τομές και μεταρρυθμίσεις που θα δώσουν τη δυνατότητα στον πρωτογενή τομέα να αποτελέσει κεντρικό μοχλό οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας, αξιοποιώντας τα 22 δισ. ευρώ από την ΚΑΠ και το Ταμείο Ανάκαμψης, ανέπτυξε στην ομιλία του ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σπήλιος Λιβανός.
Όπως επισήμανε ο κ. Λιβανός, η παρουσία του Πρωθυπουργού στη Συνδιάσκεψη για την ΚΑΠ αποδεικνύει το ενδιαφέρον και την αγάπη του για τους Έλληνες αγρότες και αγρότισσες και δείχνει “το ενδιαφέρον και την προσήλωσή του στην ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα και τη διασύνδεσή του με τη μεταποίηση, την εμπορία και τις υπηρεσίες”.
Διαμορφώνοντας μια συγκροτημένη και συνεκτική Εθνική Στρατηγική για τον αγροδιατροφικό τομέα, ο κ. Λιβανός ανακοίνωσε μια σειρά στοχευμένων μεταρρυθμίσεων:
– Αναδιαρθρώνονται οι ελεγκτικοί μηχανισμοί με στόχο την αποτελεσματικότερη προστασία καταναλωτών και παραγωγών από νοθείες και παράνομες ελληνοποιήσεις, αλλά και την τιμωρία όσων παρανομούν
– Καταργούνται αδικίες και διορθώνονται στρεβλώσεις που αφορούν σε κακοδιαχείριση επιδοτήσεων, ανισοκατανομή δικαιωμάτων, αυθαιρεσίες και ανομίες του παρελθόντος.
– Συνδέονται οι ενισχύσεις με την παραγωγή και την καινοτομία.
– Εντάσσονται στο Ταμείο Ανάκαμψης έργα φραγμάτων νερού και δικτύων άρδευσης ύψους 1 δισ. ευρώ.
– Προχωρά ο ψηφιακός μετασχηματισμός του ελληνικού αγροτικού τομέα, εντάσσοντας στο Ταμείο Ανάκαμψης έργα για την έξυπνη γεωργία, τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό και τη διασύνδεση των πληροφοριακών συστημάτων.
– Το ΥΠΑΑΤ επενδύει στην εξωστρέφεια για την αύξηση των εξαγωγών χτίζοντας μια δυναμική αγροτική εξωτερική πολιτική για τα ελληνικά προϊόντα και διαμορφώνοντας ένα ισχυρό εθνικό brand name για τις παγκόσμιες αγορές.
Βασικά εργαλεία στην άσκηση της πολιτικής των μεταρρυθμίσεων που εξήγγειλε ο κ. Λιβανός θα είναι το Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο, όπως σημείωσε, “κινητοποιεί πάνω από 2 δισεκ. ευρώ στον αγροτικό τομέα” και η νέα ΚΑΠ από την οποία για την προγραμματική περίοδο 2021- 2027, η κυβέρνηση και προσωπικά ο Πρωθυπουργός, με τις διαπραγματεύσεις που έκανε, πέτυχε να παραμείνει ίδια στη νέα περίοδο, δηλαδή στα 19,3 δισεκ. ευρώ, τη στιγμή που στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ υπήρξε μείωση κατά 10%, ενώ ως χώρα αποφύγαμε την εξωτερική σύγκλιση.
Για τα επόμενα χρόνια, όπως είπε ο κ. Λιβανός, το ΥΠΑΑΤ εκπονεί “ένα φιλόδοξο αναπτυξιακό πρόγραμμα ενίσχυσης της αγροτικής μας οικονομίας ύψους 22 δισεκ. ευρώ”. Και σημείωσε ότι η ΚΑΠ “αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα μας, που θα καθορίσει την αγροτική μας οικονομία τα επόμενα 10 χρόνια”.
Ο κ. Λιβανός ανακοίνωσε στο πλαίσιο εφαρμογής της ΚΑΠ τις εξής αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις:
Πρώτον: Καταργούνται τα ιστορικά δικαιώματα. Καταργούνται οι ανισότητες των ιστορικών δικαιωμάτων, με στρατηγικό σχεδιασμό, σταδιακά από το 2022 με συγκεκριμένα βήματα έως το 2026.
Δεύτερον: Ενισχύονται οι μικρές και μεσαίες εκμεταλλεύσεις μέσω της αναδιανεμητικής ενίσχυσης. Από το 2023 εφαρμόζεται η αναδιανεμητική ενίσχυση, δηλαδή η δίκαιη ενίσχυση των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων με πόρους που προέρχονται από τον περιορισμό των ενισχύσεων που λαμβάνουν οι μεγάλες γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
Τρίτον: Στηρίζονται στοχευμένα σημαντικοί τομείς παραγωγής που αντιμετωπίζουν προβλήματα ανταγωνιστικότητας και βιωσιμότητας
Τέταρτον: Ενσωματώνονται στο Στρατηγικό Σχέδιο γεωργικές πρακτικές επωφελείς για το κλίμα και το περιβάλλον.
Πέμπτον: Προωθείται η ηλικιακή ανανέωση του αγροτικού μας πληθυσμού μέσω της προσέλκυσης νέων ανθρώπων στον πρωτογενή τομέα.
Έκτον: Στηρίζονται οι βιολογικές καλλιέργειες με βάση τη Στρατηγική “Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο”.
Έβδομον: Ενδυναμώνεται η αγροτική εκπαίδευση και κατάρτιση.
Όπως επισήμανε ο κ. Λιβανός, “εφαρμόζοντας αυτή τη στρατηγική, κάνοντας πράξη αυτές τις ξεκάθαρες πολιτικές μεταρρυθμίσεις, έχουμε μετρήσιμα οφέλη για όλους: Στηρίζουμε τους Έλληνες παραγωγούς, ενισχύουμε το νέους αγρότες, προστατεύουμε το περιβάλλον, παράγουμε πιο ποιοτικά προϊόντα, δίνουμε ασφάλεια στον καταναλωτή, ανοίγουμε νέους δρόμους ανάπτυξης. “Σε αυτήν την προσπάθεια είμαστε όλοι μαζί. Όπως λέει και το σύνθημά μας: Δουλεύουμε μαζί, κερδίζουμε όλοι.”, κατέληξε ο κ. Λιβανός.
Η νέα ΚΑΠ
Η Ελλάδα έχει ήδη εξασφαλίσει πόρους 19,362 δισεκατομμυρίων ευρώ για την προγραμματική περίοδο 2021-2027, χωρίς μειώσεις σε σύγκριση με άλλα κράτη-μέλη για την περίοδο 2014-2020, παρά το γεγονός ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι πόροι μειώθηκαν κατά 10%. Εξ αυτών, περισσότερα από 14,5 δισεκ. ευρώ προορίζονται για άμεσες ενισχύσεις.
Αρχής γενομένης από το 2023 η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΚΑΠ) θα αναμορφωθεί, προκειμένου να διασφαλιστούν η δικαιότερη ενίσχυση των αγροτών, η στήριξη για μικρομεσαίες εκμεταλλεύσεις, η είσοδος νέων παραγωγών που θέλουν να ασχοληθούν με τον αγροδιατροφικό κλάδο, η προστασία του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας, η καλύτερη υγεία των ζώων και μέριμνα για τους εργαζόμενους.
Στο πλαίσιο αυτό, η οικονομική ενίσχυση μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα θα αυξηθεί κατά 190 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, μέσω της αναδιανεμητικής ενίσχυσης. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 10% των χορηγούμενων άμεσων ενισχύσεων, με εξαίρεση την ειδική καλλιεργητική ενίσχυση για το βαμβάκι.
Παράλληλα, στηρίζονται οι νέοι παραγωγοί, καθώς οι πόροι που διατίθενται για τις ανάγκες τους αυξάνονται στο 3% του εθνικού φακέλου ενώ δρομολογείται, και θα έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2026, η κατάργηση των ιστορικών δικαιωμάτων.
Όσον αφορά την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της, η Ελλάδα θα διαθέσει 440 εκατομμύρια ετησίως σε οικολογικά προγράμματα. Η νέα ΚΑΠ έχει ως στρατηγικό στόχο την πράσινη ανάπτυξη -σε σύμπλευση με τους ευρύτερους περιβαλλοντικούς στόχους της ΕΕ- καθιερώνοντας περισσότερους κανόνες και πρότυπα που θα πρέπει να τηρούν οι ωφελούμενοι.
Το Στρατηγικό Σχέδιο της Ελλάδας για την νέα ΚΑΠ, που οφείλουν να καταθέσουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή όλα τα κράτη-μέλη έως την 1η Ιανουαρίου 2022, θα καταρτιστεί λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις και τα προβλήματα των ελλήνων παραγωγών.
Ολόκληρη η ομιλία του πρωθυπουργού
Κύριε Περιφερειάρχα, κύριοι Δήμαρχοι, Υπουργέ, Υφυπουργοί, Γενικοί Γραμματείς, κυρίες και κύριοι, είχα ετοιμάσει μία ομιλία αλλά επιτρέψτε μου να μιλήσω από στήθους, έχοντας πάρει εξαιρετικά χρήσιμα ερεθίσματα από τις παρουσιάσεις τις οποίες άκουσα, αλλά και από την εμπειρία την οποία είχα σήμερα σε ένα πολύ ενδιαφέρον και δημιουργικό οδοιπορικό το οποίο κάναμε μαζί με τον Υπουργό, τους Υφυπουργούς, τους Γενικούς Γραμματείς, τον Περιφερειάρχη, στις περιοχές της δυτικής Μεσσηνίας.
Θα ήθελα καταρχάς να σταθώ στην καταληκτική παρατήρηση την οποία έκανε ο κ. Λιανός (σύμβουλος στρατηγικού σχεδιασμού του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για την ΚΑΠ) σχετικά με τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις που μας παρουσιάζει η νέα ΚΑΠ. Όταν βρεθήκαμε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του περασμένου Ιουλίου καταφέραμε και πετύχαμε να αποτρέψουμε τον κίνδυνο της εξωτερικής σύγκλισης και να διασφαλίσουμε για τη χώρα μας ουσιαστικά τους ίδιους πόρους με την προηγούμενη προγραμματική περίοδο, για την ακρίβεια 19,3 δισεκατομμύρια ευρώ, προκειμένου να μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε αυτό το πολύ φιλόδοξο σχέδιο για το οποίο σας μίλησαν οι προλαλήσαντες.
Ταυτόχρονα, στους πόρους αυτούς προστέθηκαν και οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, ένα σημαντικό τμήμα των οποίων θα κατευθυνθεί προς τον πρωτογενή τομέα, ειδικά σε ζητήματα υποδομών, και προφανώς συμπληρωματικά πόροι από το νέο ΕΣΠΑ, το σχέδιο του οποίου υπεβλήθη ήδη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Είμαστε μία από τις πρώτες χώρες που το υπέβαλε και εκτιμώ ότι θα είμαστε και μία από τις πρώτες χώρες η οποία θα πάρει την έγκριση των ευρωπαϊκών θεσμών.
Έχουμε, λοιπόν, στη διάθεσή μας σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση όμως ότι η αποστολή μας είναι εύκολη. Διότι, όπως ανέφεραν και οι προηγούμενοι ομιλητές, η νέα ΚΑΠ επιβάλει μία σημαντική προσαρμογή στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε συνολικά την αγροτική παραγωγή, με μία σειρά από άξονες τους οποίους προσωπικά τους θεωρώ όλους σωστούς. Όμως σημαίνουν ότι ορισμένα πράγματα θα πρέπει να αρχίσουμε να τα κάνουμε διαφορετικά από ό,τι τα κάναμε μέχρι σήμερα.
Είναι λάθος να βλέπουμε την Κοινή Αγροτική Πολιτική αποκλειστικά και μόνο ως έναν “κουμπαρά” ενίσχυσης του εισοδήματος των αγροτών. Πιστεύω ότι αν είμαστε ειλικρινείς και κάνουμε την αυτοκριτική μας όλα αυτά τα χρόνια από τότε που η χώρα μπήκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση -καθώς φέτος συμπληρώνονται και 40 χρόνια από την εμβληματική απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή να εντάξει τη χώρα στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα- πιστεύω ότι αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι και αυτοκριτικοί θα διαπιστώσουμε ότι από τη μία καταφέραμε και ενισχύσαμε σίγουρα το εισόδημα των αγροτών μας, από την άλλη αφήσαμε αναξιοποίητες σημαντικές ευκαιρίες προκειμένου να εκσυγχρονίσουμε την αγροτική μας παραγωγή και να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του παρόντος αλλά και του μέλλοντος.
Είμαι απολύτως αποφασισμένος να μην επαναλάβουμε, αυτή τη φορά, με τη νέα ΚΑΠ, τα ίδια λάθη του παρελθόντος. Και σε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια χρειαζόμαστε τον αγροτικό κόσμο σύμμαχο. Και δεν έχω καμία αμφιβολία ότι αυτό θα συμβεί. Διότι συνολικά πια διαθέτουμε ένα συγκροτημένο σχέδιο το οποίο πατάει πάνω στις προτεραιότητες της νέας ΚΑΠ, εξειδικεύεται όμως με έναν τέτοιο τρόπο ώστε να μπορέσει ο πρωτογενής τομέας πραγματικά να γίνει τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα για τη χώρα.
Γύρισα όλη την Ελλάδα προεκλογικά -η Φωτεινή θυμήθηκε μία πολύ ωραία συνάντηση που είχαμε στη Σαμαρίνα με τους κτηνοτρόφους μας αλλά δεν ήταν η μόνη- μιλώντας για την πολύ μεγάλη σημασία την οποία αποδίδω στον πρωτογενή τομέα. Όχι μόνο διότι στην πατρίδα μας απασχολούμε περισσότερους αγρότες και κτηνοτρόφους, περισσότεροι άνθρωποι ασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα από ό,τι σε άλλες χώρες. Όπως είπε και ο Υφυπουργός, σε 9 από τις 13 περιφέρειες ο πρωτογενής τομέας είναι η πρώτη πηγή απασχόλησης. Αλλά και για την πολύ μεγάλη σημασία που αποδίδω και αποδίδει και η Κοινή Αγροτική Πολιτική σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την κοινωνική σύγκλιση.
Δεν μπορούμε πια να ανεχτούμε αυτές τις πολύ μεγάλες διαφοροποιήσεις μεταξύ των πόλεων και της υπαίθρου. Κατά συνέπεια προτεραιότητες που έχουν να κάνουν όχι απλά με τη στήριξη του εισοδήματος του αγρότη, αλλά με τον τρόπο με τον οποίο θα γεφυρώσουμε αυτές τις ανισότητες, προσωπικά για εμένα όλες αυτές οι πολιτικές έχουν πολύ μεγάλη σημασία.
Σήμερα, λοιπόν, σε αυτό το οδοιπορικό που κάναμε στη δυτική Μεσσηνία τι είδα; Και επιτρέψτε μου να επιχειρήσω να συνδέσω αυτά τα οποία είδα με τις προτεραιότητες της αγροτικής μας πολιτικής.
Το πρώτο το οποίο είδα είναι υποδομές στις οποίες το κράτος έχει δαπανήσει σημαντικότατους πόρους, οι οποίες αυτή τη στιγμή είναι ουσιαστικά κουτσουρεμένες. Ένα μεγάλο φράγμα γεμάτο, χωρίς όμως αρδευτικά δίκτυα. Δεν είναι το μόνο, το φράγμα πάνω από τα Φιλιατρά, το οποίο επισκέφτηκα το οποία βρίσκεται σε αντίστοιχη κατάσταση.
Και γι’ αυτό και η ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και ειδικά ο Υφυπουργός ο οποίος έχει αναλάβει αυτό το έργο γνωρίζει το πόσο μεγάλη σημασία αποδίδω στην ωρίμανση των σχετικών μελετών και στην εκπόνηση των έργων που θα καταστήσουν αυτά τα φράγματα όχι απλά σημαντικά αντιπλημμυρικά έργα, αλλά πηγή σωστής διαχείρισης του νερού για περιοχές οι οποίες είναι ευλογημένες από το Θεό, των οποίων η παραγωγικότητα όμως -όπως μου έλεγαν και στα χωράφια τα οποία επισκέφτηκα- μπορεί να αυξηθεί ακόμα πολύ περισσότερο υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλίσουμε σωστή άρδευση.
Τα ζητήματα, λοιπόν, των υποδομών, για τα οποία έχουμε σημαντικότατους πόρους και από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα βρεθούν σίγουρα στην πρώτη προτεραιότητα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής έτσι όπως την οραματίζομαι.
Τι άλλο είδα σε αυτό το οδοιπορικό: είδα νέα συνεργατικά σχήματα στο νέο συνεταιρισμό -νέος δεν είναι, νέος ως προς τις υποδομές του- τον οποίο επισκέφτηκα πάνω από τους Γαργαλιάνους.
Γιατί στέκομαι ειδικά σε αυτό το ζήτημα; Το ανέφερε ο κ. Λιανός και έχει απολύτως δίκιο. Το ποσοστό των αγροτών, των κτηνοτρόφων που συνεργάζονται στη χώρα μας, αυτό το οποίο αποκαλούμε σχήματα συνεργασίας, εξακολουθεί να είναι σχετικά μικρό σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και πολύ πιο μικρό σε σχέση με τις χώρες εκείνες που έχουν πολύ υψηλότερη παραγωγικότητα στον πρωτογενή τομέα.
Αυτό πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να αλλάξει αφενός μέσα από μια πολιτική κινήτρων φορολογικών και όχι μόνο που ήδη το κράτος δίνει, αλλά πρέπει να αλλάξει και μέσα από την ίδια την αντίληψη των παραγωγών, οι οποίοι πρέπει να αντιληφθούν -και πάρα πολλοί ήδη το κάνουν και αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα- ότι μέσα από τη συνεργασία έρχονται οι απαραίτητες οικονομίες κλίμακος προκειμένου να μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί. Ανταγωνιστικοί. Η λέξη αυτή είναι λέξη-κλειδί για τον πρωτογενή τομέα.
Ειπώθηκε και από τους προλαλήσαντες, προφανώς εξακολουθεί για αρκετά χρόνια η Ευρωπαϊκή Ένωση να στηρίζει το εισόδημα των αγροτών, όμως ένα ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματος θα έρχεται από την πώληση των προϊόντων, από την ίδια δηλαδή την ανάγκη του αγρότη, του κτηνοτρόφου, του αλιέα μας, να ανταποκριθεί στις ανάγκες των αγορών και να μπορέσει να καλύψει με αυτόν τον τρόπο ένα ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός του.
Γι’ αυτό και υπάρχει τόσο σημαντική πρόβλεψη στη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική για την ενίσχυση τέτοιων συνεργατικών σχημάτων, τα οποία δεν θα μπορούν πια να είναι μόνο η εξαίρεση, θα πρέπει να είναι ο κανόνας. Και, βέβαια, αυτό σημαίνει ότι ο αγρότης από παραγωγός γίνεται επιχειρηματίας, δεν πρέπει να τη φοβόμαστε αυτήν τη λέξη, με τις ευκαιρίες αλλά και τις ευθύνες που αυτό σημαίνει.
Ευθύνες ως προς τους εργαζόμενους, ευθύνες ως προς την περιβαλλοντική συμμόρφωση, η οποία πια αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Αλλά κι αν δεν μας το επέβαλε η Ευρώπη, θα έπρεπε πρώτοι εμείς οι ίδιοι να την ενστερνιστούμε, καθώς γύρω μας βλέπουμε παντού τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Μία πολιτική, λοιπόν, η οποία θα είναι φιλική προς το περιβάλλον, η οποία θα διαχειρίζεται με φειδώ τους κρίσιμους φυσικούς πόρους, πρώτα και πάνω απ’ όλα το νερό και αμέσως μετά τα εδάφη μας -δεν μιλάμε, δυστυχώς, αρκετά για τα ζητήματα της διάβρωσης των εδαφών, θα πρέπει κι αυτά να μας απασχολήσουν περισσότερο- βρίσκεται εκ των πραγμάτων στον πυρήνα της Εθνικής Στρατηγικής αλλά και της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Είδα επίσης αγρότες οι οποίοι πραγματικά καινοτομούν. Καινοτομούν ως προς τα προϊόντα τα οποία καλλιεργούν. Είδα ανθρώπους με πολλές δεκαετίες εμπειρία στο χωράφι, οι οποίοι είχαν το θάρρος κάποια στιγμή να τολμήσουν να καλλιεργήσουν καινούρια προϊόντα, να ξεφύγουν δηλαδή από τις συνήθειές τους, να αντιληφθούν πού είναι οι πραγματικές ευκαιρίες στην αγορά. Και μέσα από τη σωστή καθοδήγηση φωτισμένων ανθρώπων να μπορούν να κάνουν αυτό το βήμα, να ανανεώσουν ουσιαστικά το πεδίο της γνώσης τους και να προσαρμοστούν σε συνθήκες αγοράς. Και η αγορά έχει αυτή την ιδιαιτερότητα ότι, ευτυχώς ή δυστυχώς, πάντα αλλάζει.
Είδα νέους γεωπόνους, νέα παιδιά, δεύτερη γενιά, τρίτη γενιά, από αγροτικές οικογένειες, παιδιά μορφωμένα, σπουδαγμένα, τα οποία συνδυάζουν την αγάπη για τη γη με καλές γνώσεις οικονομικής επιστήμης. Τους είδα με διάθεση και με όρεξη να μπουν στο χωράφι, να σηκώσουν τα μανίκια και να συνεχίσουν με αγάπη να καλλιεργούν τη γη. Και με αισιοδοξία, όμως, ότι μπορούν να το κάνουν ακόμα καλύτερα από ότι το έκαναν οι πατεράδες και οι παππούδες τους.
Αυτό για μένα είναι ίσως το πιο ενθαρρυντικό, διότι όπως αναφέρθηκε και από τον Υπουργό και από τους Υφυπουργούς και από τους τεχνικούς μας συμβούλους, ένα ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, των πόρων, θα πηγαίνει προς νέους αγρότες, προς νέους ανθρώπους, τους οποίους θέλουμε να προσελκύσουμε στο χωράφι, έτσι ώστε να μπορέσουν με αυτό τον τρόπο να έχουν μια καλή επαγγελματική εξασφάλιση.
Και βέβαια μέσα από αυτή την πολιτική αντιμετωπίζουμε στρεβλώσεις και αδικίες του παρελθόντος. Η νέα ΚΑΠ και η Εθνική Στρατηγική που απορρέει από αυτήν είναι πολύ πιο δίκαιη.
Ζητήματα που έχουν να κάνουν με ιστορικά δικαιώματα αντιμετωπίζονται σε έναν ορίζοντα χρόνου, προκειμένου αυτή η μετάβαση να γίνει όσο το δυνατόν πιο ήπια, αλλά πάντα με ένα αίσθημα δικαιοσύνης: ότι δεν πρέπει να υπάρχουν ευνοημένοι και αδικημένοι όταν μιλάμε για μια Εθνική Στρατηγική για τον πρωτογενή τομέα.
Είδα, λοιπόν, παραγωγούς οι οποίοι αντιλαμβάνονται την έννοια της ποιότητας και της σημασίας που πια πρέπει να αποδίδουμε σε αυτό που θέλω και σας ζητώ όλους να αποκαλούμε όχι μεσογειακή αλλά ελληνική διατροφή.
Ελληνική διατροφή. Με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, με υψηλή προστιθέμενη αξία, με προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας τα οποία θα πρέπει όχι απλά να αποτελούν τον πυρήνα της εγχώριας, της εθνικής μας διατροφής, αλλά να διεκδικήσουν και τη θέση που τους αξίζει στις αγορές του εξωτερικού.
Όπως έχει ήδη αρχίσει και συμβαίνει. Αναφέρθηκε και ο Υπουργός και η Φωτεινή στο πως έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια το αγροτικό μας ισοζύγιο. Έχουν γίνει -και μέσα στην πανδημία έγιναν- σημαντικά βήματα και μπορούν να γίνουν ακόμα πολλά περισσότερα.
Το πώς θα πρέπει να συνδέσουμε τον πρωτογενή μας τομέα με τον τουρισμό μας. Το πώς ο κάθε επισκέπτης ο οποίος έρχεται στη χώρα θα πρέπει να φεύγει με μια εμπειρία μέσα στην οποία θα βρίσκεται και το ελληνικό φαγητό, με ελληνικά προϊόντα και ελληνική γαστρονομία, έτσι ώστε όταν επιστρέψει στον τόπο του να αναζητήσει ποιοτικά και προστατευμένα -όπου υπάρχει προστασία- ελληνικά προϊόντα, τα οποία θα είναι διατεθειμένος να τα πληρώσει ανάλογα με την αξία που ο ίδιος ή η ίδια τους αποδίδει.
Δεν θα είμαστε, δεν πρέπει ποτέ να είμαστε ανταγωνιστικοί και δεν θα είμαστε ανταγωνιστικοί αν πάμε να παίξουμε το παιχνίδι του χαμηλού κόστους. Αυτό ισχύει συνολικά για την ελληνική οικονομία, ισχύει πρωτίστως για τον πρωτογενή τομέα. Θα παίξουμε και θα κερδίσουμε στο παιχνίδι της ποιότητας.
Η ποιότητα είναι λέξη αδιαπραγμάτευτη. Έχει πολλές διαφορετικές πτυχές. Δεν είναι μόνο η γεύση του προϊόντος. Είναι το πώς παράγεται, εάν η παραγωγή αυτή είναι μία παραγωγή η οποία είναι φιλική προς το περιβάλλον.
Και αυτή είναι η νοοτροπία με την οποία πρέπει να μπολιάσουμε τους αγρότες μας, νέους αλλά και παλαιότερους οι οποίοι έχουν τη διάθεση να εκπαιδευτούν, να μάθουν. Και βέβαια, σε αυτό αποδίδω πολύ μεγάλη σημασία, να αξιοποιήσουν την τεχνολογία την οποία έχουμε στη διάθεσή μας.
Η τεχνολογία αλλάζει τη ζωή όλων μας και αλλάζει ήδη την ζωή των αγροτών και των κτηνοτρόφων μας. Έχουμε σημαντικές δράσεις και μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης, να στηρίξουμε σημαντικές καινοτομίες οι οποίες θα μας βοηθήσουν και να κάνουμε την παραγωγή μας πιο απλή, πιο εύκολη, αλλά και να βελτιώσουμε την παραγωγικότητά μας. Είναι ευκαιρία σε αυτούς τους τομείς, τους σημαντικούς, να μπορούμε πραγματικά να καινοτομήσουμε ως χώρα και γιατί όχι να γίνουμε και εξαγωγείς τέτοιας τεχνογνωσίας. Έχουμε όλη τη δυνατότητα αυτό να το κάνουμε.
Αυτή, λοιπόν, η συγκροτημένη και συνολική αγροτική πολιτική, πτυχές της οποίας μόνο ανέπτυξα σήμερα σε αυτήν την παρέμβασή μου, βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της συνολικής πολιτικής η οποία έχει τη μεγάλη ευθύνη να μεταφέρει ευρωπαϊκές πολιτικές στις οποίες εμείς συμφωνούμε στο επίπεδο του Συμβουλίου στο χωράφι, στο μαντρί, στον κτηνοτρόφο, στον ψαρά μας.
Αυτές είναι οι μεγάλες προκλήσεις, οι δυσκολίες αλλά και η πολύ όμορφη δουλειά την οποία πρέπει να κάνει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, σε συνεργασία με όλους τους φορείς, τα επόμενα χρόνια.
Διότι αυτή η πρόκληση -να τελειώσω όπως ξεκίνησα- αφορά τελικά όλους μας. Και σίγουρα αφορά ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού μας που ζει σε αγροτικές περιοχές και γι’ αυτό και η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδίδει τόσο μεγάλη σημασία σε αυτή την έννοια της σύγκλισης, της κοινωνικής σύγκλισης έτσι ώστε να μην ερημώνουν τα χωριά μας, να μην αισθάνονται οι αγρότες μας ότι είναι παιδιά ενός κατώτερου Θεού.
Να συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Να επιστρέψει νέος κόσμος στην περιφέρεια. Να μπορέσουμε να φέρουμε νέα παιδιά στο χωράφι. Να ξαναδώσουμε στην αγροτική, στην κτηνοτροφική παραγωγή, αυτή την υπερηφάνεια και την αξιοπρέπεια που πάντα συνδεόταν με αυτές τις εργασίες.
Εξάλλου βρίσκομαι, αγαπητέ Περιφερειάρχα, στην Πελοπόννησο και δεν νομίζω ότι υπάρχει τόπος ο οποίος είναι πιο συνδεδεμένος με την αγροτική πολιτική. Τα 200 χρόνια της ελεύθερης ζωής μας ουσιαστικά ήταν βασικός προμηθευτής στα δύο βασικά της ελληνικής διατροφής, στο λάδι και στο κρασί. Έζησε την άνοδο και την πτώση της σταφίδας και η Πελοπόννησος αποτέλεσε ουσιαστικά ένα εργαστήρι αγροτικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν, άλλες επιτυχημένες, άλλες αποτυχημένες.
Αλλά τώρα δεν έχω καμία αμφιβολία ότι αυτήν την ευκαιρία δεν θα την αφήσουμε να πάει αναξιοποίητη και ότι η Κοινή Αγροτική Πολιτική 2021-27, όπως λέει και το εύστοχο σύνθημα του Υπουργείου, θα είναι μια πολιτική που θα τη δουλέψουμε όλοι μαζί για να την εφαρμόσουμε, αλλά τελικά θα κερδίσουμε όλοι. Όχι μόνο οι αγρότες, οι κτηνοτρόφοι, οι ψαράδες μας αλλά και οι καταναλωτές των καταπληκτικών προϊόντων της ελληνικής γης.
Και αυτό το στοίχημα θα έχει την προσωπική μου φροντίδα. Έχω μεγάλο μεράκι να μπορέσω να υλοποιήσουμε συνολικά αυτές τις πολιτικές. Ένα στοίχημα μεγάλο το οποίο, όπως και άλλα στοιχήματα τα οποία βάλαμε με τους εαυτούς μας αυτά τα τρία χρόνια, μην έχετε καμία αμφιβολία ότι θα το κερδίσουμε.