Τους στόχους της νέας Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας για τη μείωση της φορολόγησης, την ανάταξη της οικονομίας και την προστασία του κοινωνικού κράτους παρουσίασε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξη στο BBC.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε για την πρώτη του, εφ’ όλης της ύλης, τηλεοπτική συνέντευξη ως πρωθυπουργός τo HARDtalk του BBC.
Πρόκειται για μια εκπομπή γνωστή για τη σκληρότητα των συντεντεύξεων που διενεργούν οι δημοσιογράφοι και αντιστοίχως υφίστανται κορυφαίες διεθνείς προσωπικότητες.
Απέναντι στον πρωθυπουργό κάθισε η 60χρονη Βρετανο-Σουδανή Ζεϊνάμπ Μπαντάουι, η οποία ήρθε στην Αθήνα ειδικά για τη συγκεκριμένη συνέντευξη, η οποία προβλήθηκε την Πέμπτη στις 17:30 μέσω του δικτύου BBC World News.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντιμετώπισε το «στενό μαρκάρισμα» της Μπαντάουι. Χωρίς μοντάζ και χωρίς προσυμφωνημένη ατζέντα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν φάνηκε να αιφνιδιάζεται ή να δυσφορεί, ακόμη και όταν η δημοσιογράφος προσπαθούσε να εκμαιεύσει ειδήσεις γύρω από τα πιο ακανθώδη ζητήματα, όπως τη μείωση της φορολόγησης και την ανάπτυξη.
«Θα φροντίσω ώστε ο βασικός μισθός να αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό από αυτόν της ανάπτυξης. Έτσι ώστε, όσοι ζουν με τον βασικό μισθό να απολαμβάνουν αναλογικά περισσότερα οφέλη από τη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Πιστεύω ότι ως Κυβέρνηση είμαστε έτοιμοι να επαναφέρουμε την Ελλάδα σε τροχιά ισχυρής ανάπτυξης. Αυτό που θέλω να διασφαλίσω είναι ότι η οικονομική μεγέθυνση θα μοιράζεται με δίκαιο τρόπο. Για εμένα αυτή είναι και η μεγαλύτερη πρόκληση που θα κληθώ να αντιμετωπίσω», πρόσθεσε ο πρωθυπουργός.
Η Ζεϊνάμπ Μπαντάουι ανέφερε στον πρωθυπουργό ότι έχει δεσμευτεί για μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων κατά 20% και του ΕΝΦΙΑ κατά 30% εντός της επόμενης διετίας «αλλά πού θα βρεθούν τα χρήματα;», ρώτησε η δημοσιογράφος του BBC. Και ανέφερε ότι κάποιοι ανησυχούν ότι θα απειληθούν κοινωνικές παροχές, συντάξεις, επιδόματα κ.λπ.
«Εγώ ποτέ δεν ανέφερα οτιδήποτε θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τις κοινωνικές παροχές. Αυτό που λέω πάντα είναι ότι τα προβλήματα οφείλονται στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Πρέπει να κάνουμε την ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί με ταχύ ρυθμό. Κανένας δεν μιλάει για κανενός είδους περικοπή στο ασφαλιστικό μας σύστημα. Ο πρώτος γύρος μείωσης των φόρων και της φορολογίας για τις επιχειρήσεις και τον ΕΝΦΙΑ, θα συμβεί την 1η Ιανουαρίου του 2020. Είμαι βέβαιος ότι έχουμε το δημοσιονομικό χώρο ώστε να γίνει πράξη στον προϋπολογισμό του 2020».
«Και αν δείτε τις αντιδράσεις των αγορών μετά από τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις Ευρωεκλογές, τη μείωση του κόστους δανεισμού κ.λπ. φαίνεται ότι οι αγορές, που είναι και οι τελικοί κριτές της επιτυχίας μιας οικονομικής πολιτικής, φαίνεται πως πιστεύουν στο δικό μας μοντέλο», πρόσθεσε ο πρωθυπουργός.
Περαιτέρω ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγησε ότι «α) τα πρωτογενή πλεονάσματα που έχει συμφωνήσει ο Αλέξης Τσίπρας είναι υπερβολικά υψηλά (3,5% του ΑΕΠ).
Αυτό έγινε ώστε τα έσοδα του κράτους από την υπερφορολόγηση των πολιτών προκειμένου να επιτευχθούν αυτά τα πλεονάσματα, να αποδίδονται στο τέλος του έτους υπό μορφήν επιδομάτων. Αν όμως έχουμε αυξημένο δημοσιονομικό χώρο, τότε το πλεόνασμα είναι καλύτερα να επιστρέφεται στους πολίτες.
«β) Η Κυβέρνησή μας σκοπεύει να ελέγξει την αποτελεσματική διαχείριση του κράτους και να περικόψει περιττές δαπάνες όπου αυτό είναι εφικτό. Και επιπλέον, μια οικονομία που αναπτύσσεται με ρυθμό 4% ετησίως, φέρνει περισσότερα χρήματα στα δημόσια ταμεία από ό,τι εάν κινείται με 2%. Είναι απλό.
«γ) Όταν αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία του ελληνικού κράτους στο εξωτερικό, σκοπεύω να επαναδιαπραγματευτώ το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων με τους δανειστές μας. Αυτό δεν πρόκειται να το κάνω αμέσως, αλλά είναι μέσα στα σχέδιά μου».
Σε ερώτηση της Ζεϊνάμπ Μπαντάουι περί ενδεχόμενων αντιδράσεων στις προωθούμενες μεταρρυθμίσεις της Κυβέρνησής του, διαδηλώσεις κ.λπ. ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε ότι «εγώ δεν βλέπω μια κοινωνία που είναι έτοιμη να βγει στους δρόμους για διαδηλώσεις, όπως γινόταν το 2014. Και, να μην ξεχνάμε ότι πίσω από αυτό που συνέβαινε τότε στην Ελλάδα, υπήρχε πολύ συγκεκριμένη υποκίνηση. Από συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένου και του ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν στην αντιπολίτευση.
«Εγώ έχω παρουσιάσει το πρόγραμμά μου για το τι πιστεύω πως πρέπει να γίνει, το ιστορικό μου είναι γνωστό, πάντα παρουσιάζω τα οφέλη και το κόστος των μεταρρυθμίσεων που προωθώ. Και έχουμε την έγκριση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Σε θεμελιώδη ζητήματα, όπως πχ η αναδιοργάνωση του κράτους, προς όφελος της καθημερινότητας του πολίτη. Το ίδιο και για την παιδεία και για τις υπόλοιπες μακρόπνοες αλλαγές που θέλουμε να εφαρμόσουμε.
«Μαγικό ραβδί δεν έχω. Έχω όμως ένα πολύ καλά μελετημένο σχέδιο για το τι πρέπει να γίνει στην Ελλάδα. Κάποια πράγματα μπορούμε να τα πρωθήσουμε γρήγορα, είναι αυτονόητο όμως ότι δεν υπάρχουν εύκολες και άμεσες λύσεις για τα χρόνια προβλήματα του ελληνικού κράτους».
Η Ζεϊνάμπ Μπαντάουι αναφέρθηκε στο έτος-ορόσημο 2021, όταν και θα έχουν συμπληρωθεί 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας για την εικόνα που θα ήθελε να αντανακλά η Ελλάδα στο εξωτερικό σε τρία χρόνια από σήμερα, τόνισε με έμφαση πως στόχος του είναι η Ελλάδα να αποπνέει «λάμψη, δυναμισμό και αισιοδοξία, με μία ισχυρή ομογένεια που θα στηρίζει τη χώρα.
Θέλω η Ελλάδα να είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στις προκλήσεις ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου κόσμου και να πάψει να θεωρείται φορέας των προβλημάτων που χαρακτηρίζουν την Ευρώπη».
Η έλλειψη χειρογράφων και σημειώσεων δεν είναι κάτι πρωτοφανές για έναν πρωθυπουργό, η άψογη χρήση της αγγλικής όμως είναι -ιδιαίτερα σε σύγκριση με την πρότερη κατάσταση.
Αν μη τι άλλο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε τις εντυπώσεις, επιτέλους όχι σαν κάποιος ημιμαθής ηγετίσκος βαλκανικής επαρχίας που μισοκαταλαβαίνει τις ερωτήσεις και προσπαθεί με βάναυση κακοποίηση της ξένης γλώσσας να απαντήσει, αλλά σαν ένας καλά προετοιμασμένος για το ρόλο του Ευρωπαίος πολιτικός.
Η εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν η αρμόζουσα στο αξίωμά του. Μετέδωσε το μήνυμα ότι, όποιες και εάν είναι οι θέσεις του, δεν μπορεί παρά να αντιμετωπίζεται με τη σοβαρότητα και το σεβασμό που η διεθνής κοινότητα οφείλει στον πρωθυπουργό της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Παρά την περιορισμένη διάρκεια του ημιώρου, τα κύρια θέματα της συζήτησης ήταν όλα «καυτά».
Η Ζεϊνάμπ Μπαντάουι έδειξε από την αρχή αποφασισμένη να στριμώξει τον Κυριάκο Μητσοτάκη, επιμένοντας ιδιαίτερα σε ζητήματα όπως η ισότητα των φύλων και η αντιπροσώπευση των γυναικών στη νέα ελληνική κυβέρνηση.
Όμως, λαμβάνοντας υπόψη την απάντηση που έδωσε για την περιορισμένη παρουσία γυναικών στην κυβέρνησή του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης φάνηκε πρόθυμος να αναγνωρίσει πως, σε ό,τι αφορά στη συμμετοχή των γυναικών στην ενεργό πολιτική, υπάρχουν σαφώς περιθώρια βελτίωσης.