Παπαφλέσσας: Μία από τις πιο φλογερές και ανυπότακτες προσωπικότητες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 ήταν ο αγωνιστής αρχιμανδρίτης, Γρηγόριος Παπαφλέσσας.
Γεννήθηκε το 1788, στην Πολιανή Μεσσηνίας και το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Δικαίος.
Όπως αναφέρει ο ο Αναστάσιος Γούδας, στο οκτάτομο έργο του «Παράλληλοι βίοι των ανδρών του Αγώνος (1869 -1876):
«Δικαίοι ωνομάζοντο όλοι οι απόγονοι της οικογενείας ταύτης και μετωνομάσθησαν Φλεσσαίοι από της λέξεως Εφεσίους, αναφερομένης εις τας πράξεις των Αποστόλων και μη ορθώς προφερομένης εν τη εκκλησία της πατρίδος του ως Εφλεσίους, είτε Φλεσίους και μετά ταύτα Φλεσσαίους»
Όταν το 1816, σε ηλικία 28 ετών, μόνασε στο μοναστήρι της Παναγιάς της Βελανιδιάς στην Καλαμάτα, πήρε το όνομα Γρηγόριος και ξεκίνησαν να τον αποκαλούν παπά – Φλέσσα, απ’ όπου προέκυψε και το Παπαφλέσσας.
Ο εκρηκτικός και επαναστατικός του χαρακτήρας τον οδήγησε σε μια σειρά αποχωρήσεων από τις μονές που κατά καιρούς μόνασε ώσπου το 1817 ερχόμενος σε σύγκρουση με τους Τούρκους άφησε την Πελοπόννησο για την Ζάκυνθο.
«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 4.9.1930, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Όσο βρισκόταν στο μοναστήρι της Ρεκίτσας που, όπως περιγράφει ο Σπύρος Μελάς στο «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» της 1ης Σεπτεμβρίου 1930, «βρίσκεται ανάμεσα στη Λακεδαίμονα και τη Μεγαλόπολι, της επαρχίες τότε Μιστρά και Λιονταρίου» είχε έρθει σε σύγκρουση με τον «βαθύπλουτο τούρκο τσιφλικούχο του Λιονταρίου, Χουσεΐν αγά Σερντάρη».
Τα λόγια του Παπαφλέσσα προς τους άνδρες του πασά της Τριπολιτσάς, λίγο πριν τη αναχώρησή του, μας δίνουν σαφή εικόνα της ιδιοσυγκρασίας του Παπαφλέσσα:
«Βρε κερατάδες Τούρκοι, να πάτε πίσω στον αφέντη σας τον κερατά και να του πήτε ότι εγώ φεύγω για την Πόλι και δεν θα γυρίσω πίσω απλός καλόγερος, μα ή δεσπότης ή πασάς!»
Η περιπέτεια ξεκινά
Στη Ζάκυνθο, ο Παπαφλέσσας γνωρίζει τον Κολοκοτρώνη, ούτε και εκεί όμως παραμένει για πολύ, έναν χρόνο αργότερα, το 181, φεύγει για την Πόλη. Το πάθος του και η ορμή του τον κάνουν ιδιαίτερα δραστήριο τόσο στους κόλπους του Πατριαρχείου, όπου χειροτονείται αρχιμανδρίτης όσο και της Φιλικής Εταιρείας στην οποία μυείται τον Ιούνιο του 1818 με το όνομα Αρμόδιος.
Ο Παπαφλέσσας με φλογερή ορμή πασχίζει για την εδραίωση της Φιλικής Εταιρείας παντού στα Βαλκάνια. Πηγαίνει στο Ισμαήλιο της Βεσαραβίας (που σήμερα βρίσκεται μεταξύ Μολδαβίας και Ουκρανίας), στη Ρουμανία. Γίνεται παράτολμος και ενίοτε απρόσεκτος σε σημειό που κάνει την ιεραρχία της Φιλικής Εταιρείας, να ανησυχεί.
Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1820, μετά από δύο σχεδόν χρόνια μυήσεων, κινδύνων, εντάσεων και συγκρούσεων με άλλους Φιλικούς, ο Παπαφλέσσας, όπως και οι υπόλοιποι Φιλικοί πληροφορούνται ότι την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας αναλαμβάνει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης.
«Το Σεπτέμβριο έρχεται στο Δικαίο το χαροποιό άγγελμα, ότι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης δέχτηκε την αρχηγία. Ο ενθουσιασμός του φουντώνει. Κι η ανυπομονησία του επίσης. Λησμονώντας, για μια στιγμή, παληές έχθρες, γράφει στον Αναγνωστόπουλο και τον Τσακάλωφ πούχουν καταφύγη ασφαλείς στην Ιταλία ότι ο ‘κουλουχέρης’ έγινε αρχηγός και ότι ώρα είνε να κουνηθούν. Είνε τόσο έξυπνοι κι οι δυό τους, και όμως δεν μπορούν να καταλάβουν ποιος είνε αυτός ο ‘κουλουχέρης’»
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε χάσει το δεξί του χέρι σε ηλικία 21 έτους, το 1813, στη μάχη της Δρέσδης, στον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και της Γαλλίας του Ναπολέοντα
Η γνωριμία με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη
Έναν μήνα αργότερα ο Υψηλάντης ζητά από τον Παπαφλέσσα να συναντηθούν και ο αρχιμανδρίτης θέλει να κάνει την καλύτερη δυνατή πρώτη εντύπωση.
«Τώρα που το δράμα πρόκειται να περάση από τον πρόλογο στην αιματηρή περιπλοκή εννοεί ν’ ασφαλίση θέσι που να ταιριάζη στην πραγματική του αξία και τη δύναμι. Δε θέλει να παρουσιασθή μ’ άδεια τα χέρια στον αρχηγό.
»Εφοδιάζεται με γράμμα, όπου οι οχτώ Δεληγιανναίοι, της μεγάλης φαμίλιας του Μωρηά, δηλώνουν πως είναι στο πλευρό του».
Η συνάντηση Υψηλάντη και Παπαφλέσσα έγινε τον Οκτώβριο του 1820 στο Ισμαήλιο. Ο Υψηλάντης ενθουσιάστηκε με τον Παπαφλέσσα, γεγονός που όπως είναι φυσικό αναβαθμίζει την τον ρόλο του στη Φιλική Εταιρεία και την προετοιμασία του αγώνα για την ελευθερία ακόμα περισσότερο.
«Έλαβε μέρος σ’ όλα τα πολυτάραχα πολεμικά συμβούλια, που γινόντουσαν τη νύχτα στο λοιμοκαθαρτήριο.
»Με τη φοβερή του διαίσθησι, που τρυπάει σαν ατσαλένια αιχμή της πιο περίπλοκες και σκοτεινές πραγματικότητες διακρίνει ότι ο αγώνας, αν αναβληθή, θα είνε αύριο πολύ πιο δύσκολος, αν μη αδύνατος:
»Η τώρα ή ποτέ! Απ’ αυτή τη στιγμή, που κρίνεται η τύχη των πάντων, ρίχνεται στο εμπρηστικό του έργο. Απ’ όπου θέλουν ας αρχίσουν, από το Μωρηά, τη Βλαχιά, την Πόλι, από το διάβολο! Φτάνει ν’ αρχίσουν! Η γνώμη για την ώρα, είνε από τον Μωρηά. Αλλά βλέπει να διστάζουν και τρέμει σύγκορμος. Είνε ο πιο θορυβώδης στα συμβούλια.»
Του Φρίντελ Άνταμ
Ο τρόπος του Παπαφλέσσα
Ο Παπαφλέσσας στα συμβούλια αυτά είναι ο Παπαφλέσσας που λατρεύουν και μισούν, όσοι τον γνωρίζουν και συνεργάζονται μαζί του.
«Μαίνεται. Η ανυπομονησία του τον τυφλώνει. Δεν μπορεί να λογαριάση τίποτα, να υποταχθή σε καμμιά λογική. Φτάνει να φαμπρικάρη και να παρουσιάση ψευτικά γράμματα Πελοποννησίων, πώς είνε όλα έτοιμα, ψυχές, αρχηγοί, στρατιώτες πολεμοφόδια!
»Μιλεί τόσο παράφορα, τόσο εύγλωττα, τόσο πειστικά, φαίνεται τόσο βέβαιος γι’ αυτά που λέει, που αν έλειπε από τα συμβούλια ο Περραιβός και προ πάντων ο Παπαδόπουλος, ο λεγόμενος Κορφινός, που είχε γυρίση από το Μωρηά, τώρα κοντά, ο Παπαφλέσσας θα τους είχε παρασύρη όλους και θα τους είχε μπαρκάρη κιόλας στο καράβι για τη Μάνη».
Ο Περραιβός ήταν ο πρώτος που αντέδρασε στα λεγόμενα του Παπαφλέσσα και διαρρηγνύοντας τα ιμάτιά του φώναζε ότι δεν υπήρχε στην Πελοπόννησο οποιαδήποτε προετοιμασία για επανάσταση.
Ο Παπαφλέσσας, αντί να κάνει πίσω, προχώρησε σε επιπλέον ισχυρισμούς για την κατάσταση ετοιμότητας της Πελοποννήσου, προκαλώντας αυτήν τη φορά την έντονη αντίδραση του φιλικού Σπυρίδωνα Παπαδόπουλου Κορφινού
«Κάτσε κάτου, παπά! Και να μου κάνης τη χάρι να κυττάς το ψαλτήρι σου! Πώς μπορείς να ξέρης καλλίτερα κι από μένα τι γίνεται στο Μωρηά; Εσύ λείπεις χρόνια. Εγώ δεν είνε οχτώ μήνες πούμουνα εκεί!»
Η μεγάλη αποστολή
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης μπορεί να μην πείστηκε από τα λόγια του Παπαφλέσσα, αποφάσισε όμως να μην αφήσει την προσωπικότητα και το πάθος του ιερωμένου να πάνε χαμένα για τον Εθνικό Αγώνα.
«Είδε σ’ αυτόν, πολύ σωστά, τον άνθρωπό του. Και η απόφασι να τον στείλη να ξεσηκώση το Μωρηά, είνε από της λίγες εμπνεύσεις που δείχνουν αρχηγό, νου που ξέρει να σταθμίζη και να χρησιμοποιή ανθρώπους.
»Και είνε προς τιμήν της διανοίας του και της καρδιάς του, ότι κατάλαβε τον Παπαφλέσσα κι εμπιστεύτηκε απόλυτα σ’ αυτόν. Τούδωσε χαρτί προς τους Μωραΐτες, όπου τους λέει:
‘Ο Δικαίος είνε άλλος Εγώ’! Και τους συνιστά να βάλουν αμέσως σε πράξι της οδηγίες του»
Κλείνοντας την επιστολή του προς τους Πελοποννήσιους ο Υψηλάντης έγραψε:
«Όταν έλθη η ευτυχέστατη της ζωής μου ώρα να καταφιλήσω το ιερόν της πατρίδος έδαφος και να ευρεθώ εις το μέσον των Πελοποννησίων, να είνε τα πάντα διατεταγμένα διά να κινηθώμεν με την βοήθειαν του Θεού».
Ταυτόχρονα ζήτησε να συγκεντρώσουν οι ταμίες της Φιλικής 300.000 γρόσια για να χρησιμοποιηθούν για την προετοιμασία του Μωρηά.
«Ο Δικαίος, κατεβαίνοντας στην Πόλι, δεν ταξείδευε: Πετούσε. Επι τέλους ζύγωνε η ώρα για τα μεγάλα έργα. Θάρριχναν τον κύβο στο αβάκιο της ιστορίας».
Μετά από χρόνια έντονου αγώνα και αγωνίας, ο Παπαφλέσσας με την υψηλότερη στήριξη την οποία θα μπορούσε να έχει Έλληνας την εποχή εκείνη ξεκινούσε για την επίτευξη του ιερού σκοπού της ζωής τους, την έναρξη του Αγώνα των Ελλήνων για την Ελευθερία.
in.gr