Διαλλακτικός στο θέμα της φορολόγησης της τσικουδιάς και του τσίπουρου εμφανίστηκε ο Επίτροπος Οικονομικών, Πιερ Μοσκοβισί, αφήνοντας «παραθυράκι» διαπραγμάτευσης για το θέμα, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ.
Απαντώντας σε ερώτηση του Αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη, ο Επίτροπος τονίζει ότι προβλέπεται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία «η απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης για τα λοιπά απλά και αφρώδη ποτά τα παρασκευαζόμενα με ζύμωση, που παράγουν ιδιώτες και που καταναλώνονται από τον ίδιο τον παραγωγό, τα μέλη της οικογενείας του ή τους προσκεκλημένους του, υπό την προϋπόθεση ότι δεν μεσολαβεί πώληση».
Παράλληλα, προσθέτει ότι ισχύουν οι μειωμένοι συντελεστές για μικρούς παραγωγούς αιθυλικής αλκοόλης, όχι όμως μικρότερων από το 50% του κανονικού εθνικού συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, σε επιχειρήσεις που παράγουν κάτω από 10 εκατόλιτρα (κάτω από 20 εκατόλιτρα για τα κράτη μέλη που εφήρμοζαν αυτό το όριο πριν από το 1992) κατ’ έτος.
Πάντως, όπως τονίζει, η επίμαχη οδηγία για τους μειωμένους συντελεστές, καθώς και τις διατάξεις για την ιδιωτική παραγωγή/ιδία κατανάλωση θα επανεξεταστεί και τα αποτελέσματά της θα δημοσιευθούν σε συνοπτική έκθεση το πρώτο τρίμηνο του 2016.
Η πλήρης ερώτηση και απάντηση
Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-013322/2015 προς την Επιτροπή
Άρθρο 130 του Κανονισμού
Dimitrios Papadimoulis (GUE/NGL)
Θέμα: Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης τσίπουρου/τσικουδιάς στην Ελλάδα
Σε ανακοίνωσή της στις 25/09/15 η Επιτροπή ζητά από την Ελλάδα να εξισώσει το μειωμένο Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στο τσίπουρο και την τσικουδιά με τον αντίστοιχο που ισχύει για όλα τα αλκοολούχα ποτά. Επίσης, ζητά να καταργηθεί και ο υπερ-μειωμένος συντελεστής που επιβάλλεται σε μικρούς (διήμερους) αποστάκτες.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο, όμως, θα πλήξει σημαντικά τους επαγγελματίες και μικρούς παραγωγούς τσίπουρου και τσικουδιάς, τα οποία, μαζί με το ούζο, αποτελούν εθνικά προϊόντα και μάλιστα Προστατευμένης Προέλευσης.
Με δεδομένες τις διατάξεις της Οδηγίας 92/83/ΕΟΚ, που προβλέπει μειωμένο μέχρι και 50% ΕΦΚ σε μικρά οικογενειακά αποστακτήρια (άρθρο 14), ερωτάται η Επιτροπή:
– Θα λάβει υπόψη της, κατά την αξιολόγηση της απάντησης της Ελλάδας, τις προαν
αφερθείσες, ευεργετικές για τους μικρούς παραγωγούς, διατάξεις των Οδηγιών για τον ΕΦΚ στην αλκοόλη;
– Σκοπεύει να έρθει σε συνεννόηση με τις ελληνικές αρχές για τη θέσπιση ενός νέου καθεστώτος για την επιβολή ΕΦΚ στα αλκοολούχα ποτά που, από τη μια, να σέβεται την κοινοτική νομοθεσία, και από την άλλη, θα παρέχει στην Ελλάδα αντίστοιχες με τα υπόλοιπα κράτη μέλη εξαιρέσεις προστασίας παραδοσιακών εθνικών προϊόντων, όπως το τσίπουρο και η τσικουδιά;
E-013322/2015
Απάντηση του κ. Moscovici εξ ονόματος της Επιτροπής (17.12.2015)
Το άρθρο 14 της οδηγίας 92/83/ΕΟΚ (οδηγία σχετικά με τις διαρθρώσεις), προβλέπει απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης για τα λοιπά απλά και αφρώδη ποτά τα παρασκευαζόμενα με ζύμωση, που παράγουν ιδιώτες και που καταναλώνονται από τον ίδιο τον παραγωγό, τα μέλη της οικογενείας του ή τους προσκεκλημένους του, υπό την προϋπόθεση ότι δεν μεσολαβεί πώληση.
Οι μειωμένοι συντελεστές για μικρούς παραγωγούς αιθυλικής αλκοόλης υπάγονται στο άρθρο 22 και επιτρέπουν την εφαρμογή μειωμένων συντελεστών, όχι μικρότερων από το 50% του κανονικού εθνικού συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, σε επιχειρήσεις που παράγουν κάτω από 10 εκατόλιτρα (κάτω από 20 εκατόλιτρα για τα κράτη μέλη που εφήρμοζαν αυτό το όριο πριν από το 1992) κατ’ έτος.
Η Επιτροπή διεξάγει επί του παρόντος μελέτη σχετικά με την οδηγία 92/83/ΕΟΚ. Η αξιολόγηση θα εξετάσει, μεταξύ άλλων, τους μειωμένους συντελεστές, καθώς και τις διατάξεις για την ιδιωτική παραγωγή/ιδία κατανάλωση. Η περίοδος διαβούλευσης με τους οικονομικούς φορείς, τις διοικήσεις όλων των κρατών μελών και τους πολίτες ολοκληρώθηκε στις 27 Νοεμβρίου 2015.
Τα αποτελέσματα της διαβούλευσης θα συνοψιστούν και θα δημοσιευθούν σε συνοπτική έκθεση για τη διαβούλευση το πρώτο τρίμηνο του 2016. Ωστόσο, κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση στη νομοθεσία της ΕΕ θα πρέπει να εγκριθεί ομόφωνα στο Συμβούλιο κατόπιν πρότασης της Επιτροπής και της κατάλληλης συνοδευτικής εκτίμησης επιπτώσεων.
Η Επιτροπή, κατά την ανάλυση των απαντήσεων που υποβάλλουν τα κράτη μέλη, λαμβάνει πάντα υπόψη το σύνολο της σχετικής και ισχύουσας νομοθεσίας της ΕΕ.