Διατυπώνονται προτάσεις, έτσι ώστε και οι μεγάλες εορτές να τιμηθούν παρουσία πιστών στους ναούς, αλλά και η Εκκλησία να συνεχίσει να τηρεί ευλαβικά τα μέτρα της Πολιτείας για την πρόληψη κατά της διασποράς του κορωνοϊού.
Τον τρόπο με τον οποίο θα εορταστούν οι μεγάλες εορτές Χριστουγέννων, Αγίου Βασιλείου (Πρωτοχρονιάς) και Φώτων, στις ιδιαίτερες φετινές συνθήκες που δημιουργεί η πανδημία, αναζητά η Εκκλησία, στους κόλπους της οποίας υπάρχει έντονος προβληματισμός.
Στις προτάσεις που έχουν πέσει στο τραπέζι, είναι κατά τις «κρίσιμες» ημέρες, δηλαδή παραμονή και ανήμερα Χριστουγέννα, του Αγίου Βασιλείου (Πρωτοχρονιά), και παραμονή και ανήμερα Φώτων, να γίνουν περισσότερες λειτουργίες από τις συνήθεις, ώστε να μπορούν να είναι παρόντες πιστοί στους ναούς, με ανώτερο όριο τους 50 για τους μεγάλους και λιγότερες (ανάλογα με τα τετραγωνικά κάθε ναού) για τους μικρότερους.
Για παράδειγμα, η σκέψη για ανήμερα τα Χριστούγεννα, όπου γίνονται δυο λειτουργίες στις 5 και στις 7 το πρωί, είναι να προστεθεί άλλη μια στις 9. Ο αριθμός των λειτουργιών ωστόσο θα είναι στην ποιμαντική διάκριση κάθε μητροπολίτη αλλά θα εξαρτάται και από τα επιδημιολογικά δεδομένα κάθε περιοχής και αν πρόκειται για ύπαιθρο ή αστικό κέντρο. Έτσι, στη Βόρεια Ελλάδα οι λειτουργίες θα μπορεί να είναι πολλές παραπάνω ενώ σε περιοχές με λιγότερα κρούσματα και πληθυσμό, αντίστοιχα λιγότερες.
Σε ότι αφορά στον εορτασμό των Φώτων και τον Αγιασμό των υδάτων, στην Εκκλησία σκέφτονται να μη γίνει λιτάνευση και η τελετή του αγιασμού να γίνει εντός των ναών με ρίψη του Σταυρού στην κολυμπήθρα.
Παράληλλα, οι ιεράρχες προτείνουν να υπάρχει αγιασμός σε μικρά ατομικά μπουκαλάκια για τους πιστούς, όπως και αντίδωρο στους εξωτερικούς χώρους των ναών, ώστε να μπορούν να τα παραλάβουν με πειθσαρχία και τήρηση των αποστάσεων.
Τέλος, εκτιμάται ότι κατά το δωδεκαήμερο, οι εκκλησίες θα μπορούν να παραμένουν ανοιχτές για ατομική προσευχή, ώστε να μπορεί ο πιστός να ανάψει ένα κερί κλπ.