Σοφία Ζαχαράκη: Πυρήνας της πολιτικής του υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας αποτελεί η υιοθέτηση ενός δομημένου πλέγματος μέτρων με σκοπό την αποϊδρυματοποίηση των παιδιών και των ατόμων με αναπηρία, τα οποία ήδη ζουν σε ιδρύματα και παράλληλα, η λήψη μέτρων για την αποφυγή ένταξης νέων παιδιών σε ιδρύματα.
Ένα πολύπλοκο έργο, με ιδιαίτερες δυσκολίες για ένα τόσο ευαίσθητο ζήτημα, που πολλές φορές μένει αθέατο, όπως οι θετικές εξελίξεις και οι πρωτοβουλίες που λαμβάνονται, καθώς πέρα από τις υιοθεσίες πρέπει να αντιμετωπιστούν και τα προβλήματα με τα μεγαλύτερα παιδιά ή νέους που παραμένουν σε ιδρύματα. Η Σοφία Ζαχαράκη, η οποία, ως υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, ηγείται αυτής της απαιτητικής προσπάθειας, μιλά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τον πρωτόγνωρο στην Ελλάδα θεσμό της επαγγελματικής αναδοχής παιδιών με υψηλό ποσοστό ψυχικής ή σωματικής αναπηρίας, το Πρόγραμμα Ημιαυτόνομης Διαβίωσης για παιδιά άνω των 14 ετών, τις Στέγες Υποστηριζόμενης Διαβίωσης για Άτομα με Αναπηρία, αλλά και για στάση της στη ζοφερή υπόθεση κακοποίησης παιδιών, με πρωταγωνιστή τον αστυνομικό της βουλής.
Αναδοχές και Υιοθεσίες
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου, σήμερα στην Ελλάδα διαβιούν σε δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα 1.206 παιδιά. Συγκεκριμένα, 77 παιδιά είναι ηλικίας έως 2 ετών, τα 81 παιδιά είναι ηλικίας 3 έως 6 ετών, 403 παιδιά είναι ηλικίας 7 έως 12 ετών, 338 παιδιά είναι ηλικίας 13 έως 15 ετών και 307 παιδιά είναι ηλικίας 16 έως 18 ετών. Όπως υποστηρίζει η Σοφία Ζαχαράκη, «βούλησή μας είναι αυτά τα παιδιά να συνδεθούν με μια θετή ή ανάδοχη οικογένεια και να ζήσουν σε ένα ασφαλές περιβάλλον, το οποίο θα τους δώσει την απαραίτητη φροντίδα και αγάπη που κάθε παιδί έχει ανάγκη».
Αύξηση έως και διπλασιασμός των επιδομάτων
Για τα κίνητρα που δίνονται από το κράτος θα πει η κα Ζαχαράκη: «Νομίζω, είναι σημαντικό να γνωρίζουν οι πολίτες οι οποίοι επιθυμούν να γίνουν ανάδοχοι γονείς πως από τον Οκτώβρη του 2024 αυξήθηκε το επίδομα αναδοχής για παιδιά τυπικής ανάπτυξης από 325 ευρώ σε 525 ευρώ το μήνα ενώ για τα παιδιά με αναπηρία το επίδομα διπλασιάστηκε από τα 375 ευρώ στα 750 ευρώ το μήνα. Με την αύξηση του μηνιαίου επιδόματος επιθυμούμε να στηρίξουμε έμπρακτα τους ανθρώπους που προέβησαν σε μια πράξη ανιδιοτελούς αγάπης και έδωσαν σε ένα παιδί που διαβιούσε σε ίδρυμα την ευκαιρία να γίνει μέλος μιας οικογένειας».
Ο θεσμός της επαγγελματικής αναδοχής για παιδιά με αναπηρία
Παράλληλα, για πρώτη φορά στην Ελλάδα υλοποιείται ο θεσμός της επαγγελματικής αναδοχής, η οποία αφορά την αναδοχή παιδιών με υψηλό ποσοστό ψυχικής ή σωματικής αναπηρίας. Στα ιδρύματα ζει ένας μεγάλος αριθμός παιδιών με αναπηρία, συγκεκριμένα σήμερα αριθμούν 181 παιδιά.
«Έχουμε παρατηρήσει πώς οι πιθανότητες να συνδεθεί ένα παιδί με αναπηρία με μια οικογένεια είναι πολύ μικρές. Οι περισσότεροι γονείς επιθυμούν να συνδεθούν με παιδιά τυπικής ανάπτυξης και ηλικίας έως και 4 ετών. Για να δώσουμε, λοιπόν, στα παιδιά με αναπηρία τη δυνατότητα να ζήσουν έκτος ιδρυμάτων ξεκινήσαμε την υλοποίηση του θεσμού της επαγγελματικής αναδοχής», αναφέρει η υπουργός και μας πληροφορεί για την πορεία της υλοποίησης του σχεδίου: «Τον Ιούλιο του 2024 το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας προέβη σε σύναψη προγραμματικής σύμβασης, με το τμήμα Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, με σκοπό την υλοποίηση ειδικών προγραμμάτων εκπαίδευσης των υποψηφίων επαγγελματιών αναδόχων, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες αυξημένης φροντίδας που έχει ένα παιδί με υψηλά ποσοστά αναπηρίας. Στις 30 Νοεμβρίου ολοκληρώθηκε οι εκπαίδευση των πρώτων 11 υποψηφίων επαγγελματιών αναδόχων στην Αττική. Τους επόμενους μήνες η επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής θα μεταβεί και στις 13 περιφέρειες της χώρας ώστε να προβεί στην εκπαίδευση των κατά τόπους φορέων εποπτείας της αναδοχής και να ξεκινήσει έτσι η υλοποίηση του θεσμού σε όλη την επικράτεια. Η αποζημίωση που θα δίνεται στους επαγγελματίες αναδόχους γονείς ανέρχεται σε 1.850 ευρώ το μήνα μεικτά».
Πρόγραμμα Ημιαυτόνομης Διαβίωσης για παιδιά άνω των 14 ετών
«Παράλληλα», όπως επισημαίνει η κα Ζαχαράκη, «κύριο μέλημα μας είναι να προστατέψουμε τα παιδιά που δυστυχώς, δεν μπόρεσαν να συνδεθούν με μια θετή ή ανάδοχη οικογένεια και μετά το 14ο έτος της ηλικίας του συνεχίζουν να ζουν σε ιδρύματα. Έχουμε διαπιστώσει πως τα παιδιά άνω των 14 ετών είναι σχεδόν απίθανο να συνδεθούν με μια οικογένεια. Έτσι, μετά την ενηλικίωση τους πολλές φορές βρίσκονται παντελώς μετέωρα. Για να παρέχουμε ένα δίκτυ προστασίας στη μετεφηβική ηλικία υλοποιούμε τον θεσμό της Ημιαυτόνομης Διαβίωσης όπου παιδιά άνω των 14 ετών που ζουν σε ιδρύματα να ενταχθούν σε διαμερίσματα και να παραμείνουν εκεί έως και το 26ο έτος της ηλικίας τους».
Όπως έχει γίνει γνωστό, τον περασμένο Αύγουστο δημοσιεύθηκε η ΚΥΑ του Προγράμματος και η σχετική αίτηση χρηματοδότησης ώστε πιστοποιημένοι φορείς παιδικής προστασίας να ιδρύσουν Μονάδες Ημιαυτόνομης Διαβίωσης. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα εξασφαλίζει την ασφαλή και άνετη διαμονή στους ωφελούμενους, την καθημερινή τους φροντίδα, την ψυχοκοινωνική́ τους υποστήριξη και διασύνδεση με συμπληρωματικές παροχές και υπηρεσίες, όπως εξωσχολικές δραστηριότητες για τα ανήλικα παιδιά, ενώ στους ενήλικους νέους παρέχονται υπηρεσίες επαγγελματικής καθοδήγησης και εργασιακής συμβουλευτικής.
Ο στόχος του προγράμματος ημιαυτόνομης διαβίωσης είναι να παρέχει όλα τα απαραίτητα εφόδια ώστε να επιτευχθεί η σταδιακή και ομαλή αυτονόμηση των παιδιών και νέων που στο παρελθόν έχουν ζήσει σε ιδρύματα μέσω της πλήρους σχολικής, ακαδημαϊκής και επαγγελματικής τους ένταξης. Μάλιστα, όπως θα μας πει η υπουργός, «σε κάθε διαμέρισμα εργάζεται μια ομάδα επιστημόνων η οποία απαρτίζεται μεταξύ άλλων από κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους και εκπαιδευτικούς με σκοπό να παρέχεται σε κάθε παιδί το κατάλληλο πλαίσιο εξατομικευμένης φροντίδας και υποστήριξης», ενώ σημειώνει: «Το πρόγραμμα καλύπτει όλα τα έξοδα διαμονής των ωφελούμενων στα διαμερίσματα, τα λειτουργικά κόστη των διαμερισμάτων, κόστη για την εκπαίδευση, επιμόρφωση και την επαγγελματική κατάρτιση των ωφελούμενων. Παράλληλα, σε όλους τους ωφελούμενους παρέχεται μηνιαίο οικονομικό βοήθημα ύψους 375 ευρώ για να καλύψουν τα προσωπικά τους έξοδα».
Όπως εκτιμά το υπουργείο, μέχρι το τέλος του 2025 θα ενταχθούν στο Πρόγραμμα Ημιαυτόνομης Διαβίωσης τουλάχιστον 200 παιδιά και νέοι. Ο συνολικός προϋπολογισμός του Προγράμματος ανέρχεται σε 12.655.080,66 ευρώ συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. και θα χρηματοδοτηθεί από τους πόρους του Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Στέγες Υποστηριζόμενης Διαβίωσης για Άτομα με Αναπηρία
Σχετικά με τα ενήλικα παιδιά με αναπηρία η κα Ζαχαράκη σημειώνει: «Φυσικά, πάγια πολιτική μας είναι και η υποστήριξη και η σταθερή χρηματοδότηση των Στεγών Υποστηριζόμενης Διαβίωσης για Άτομα με Αναπηρία. Στις Στέγες Υποστηριζόμενης Διαβίωσης (ΣΥΔ) διαμένουν άτομα με κάθε είδους κινητική, νοητική ή αισθητηριακή αναπηρία, ή πολλαπλές αναπηρίες, εκ γενετής ή επίκτητες, ηλικίας 18 ετών και άνω, τα οποία δεν μπορούν να διαβιώσουν αυτόνομα χωρίς κατάλληλη υποστήριξη».
Επισημαίνει δε ότι «η υποστηριζόμενη Διαβίωση ενισχύει το θεμελιώδες δικαίωμα για ανεξάρτητη διαβίωση των ατόμων με αναπηρία, παρέχοντας αφενός φροντίδα και υποστήριξη, με σεβασμό στα δικαιώματα, τις ανάγκες και τις επιθυμίες του κάθε ατόμου και αφετέρου συνδράμει στην ανάπτυξη στο μέγιστο βαθμό των δεξιοτήτων και ικανοτήτων του, με στόχο τη κοινωνική του ένταξη συμπεριλαμβανόμενης της δυνατότητας πρόσβασης στην εκπαίδευση και την εργασία. Παράλληλα, η Υποστηριζόμενη Διαβίωση συνδράμει στην αποϊδρυματοποίηση των ατόμων με αναπηρία που φιλοξενούνται σε μονάδες κλειστής φροντίδας και έτσι, συμβάλει καθοριστικά στην απόκτηση μιας καλύτερης ποιότητας ζωής με εξατομικευμένη φροντίδα, περισσότερες ευκαιρίες και μεγαλύτερο έλεγχο των επιλογών τους από τα ίδια τα ωφελούμενα άτομα».
Όπως μας γνωστοποιεί η ίδια, «στην Ελλάδα υπάρχουν 117 Στέγες Υποστηριζόμενης Διαβίωσης, στις οποίες διαμένουν 522 άτομα με αναπηρία. Οι Στέγες Υποστηριζόμενης Διαβίωσης χρηματοδοτούνται είτε μέσω τροφείου, το οποίο χρηματοδοτείται από το Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας. Πρόθεση του Υπουργείου μας είναι το αμέσως επόμενο διάστημα να καταβληθεί τροφείο για όλα τα ανασφάλιστα άτομα τα οποία διαμένουν σε ΣΥΔ ενώ παράλληλα, εξετάζουμε τη δυνατότητα αύξησης του ύψους των τροφείων». Για να συμπληρώσει ότι «στο πλαίσιο της στρατηγικής μας για την αποϊδρυματοποίηση, τον τελευταίο έναν χρόνο έχουμε υλοποιήσει δράσεις που συνδράμουν καθοριστικά στο να δημιουργηθεί ένα ασφαλές πλαίσιο για τα πιο ευάλωτα άτομα που ζουν σε ιδρύματα ώστε να επιτύχουμε την σταδιακή και ομαλή τους ένταξη και να τους προσφέρουμε καλύτερες συνθήκες ζωής».
Για τους επόμενους στόχους του υπουργείου, η κ. Ζαχαράκη μας λέει ότι αυτοί θα είναι «η οριζόντια ανασύνταξη των κοινωνικών υπηρεσιών του κράτους, ώστε να υποστηρίζουν ουσιαστικά τις πλέον ευάλωτες οικογένειές και να προλαμβάνεται η ιδρυματοποίηση. Αυτό θα ξεκινήσει με την επιμόρφωση και την ενδυνάμωση των κοινωνικών λειτουργών ώστε να δοθεί έμφαση στην πρόληψη και την στήριξη των ευάλωτων οικογενειών. Παράλληλα, μελετάμε τα κενά που υπάρχουν στη νομοθεσία για να μπορέσουμε στην Ελλάδα να επιτύχουμε μια συνεκτική πολιτική παιδικής προστασίας και να μην υπάρχει κατακερματισμός των αρμοδιοτήτων».
Ο στόχος του επαγγελματία ανάδοχου για εγκαταλελειμμένα βρέφη
Τέλος, όπως επισημαίνει, «επόμενος αμέσως στόχος μας είναι η υλοποίηση του θεσμού της επαγγελματικής αναδοχής για τα εγκαταλελειμμένα βρέφη, ώστε κανένα βρέφος να μην παραμένει εγκαταλελειμμένο σε νοσοκομείο ή σε ίδρυμα. Σκοπός μας είναι τα βρέφη να τοποθετούνται άμεσα με μια ειδικά εκπαιδευμένη επαγγελματία ανάδοχο μητέρα μέχρι να συνδεθούν με μια οικογένεια».
Για τη ζοφερή υπόθεση με πρωταγωνιστή τον αστυνομικό της βουλής
Εξάλλου, με αφορμή τη συζήτηση που έχει πυροδοτήσει η ζοφερή υπόθεση της ενδοοικογενειακής βίας και κακοποίησης, με πρωταγωνιστή τον αστυνομικό της Βουλής, σχετικά με την τύχη των παιδιών και περί αβελτηρίας, η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας είναι απόλυτη:
«Συνειδητά έχω αποφύγει – όπως και σε όλες τις αντίστοιχες περιπτώσεις που λαμβάνουν για προφανείς λόγους μεγάλη δημοσιότητα – να σπεύσω να παρουσιάσω “ευαίσθησία και εγρήγορση”. Δεν είναι το πρώτο μέλημα μου να πω τι κάνω ή τι κάνουμε ως υπουργείο αλλά να κάνω και να κάνουμε όλα όσα πρέπει. Με τον τρόπο που πρέπει. Η μόνη ειλικρινής έγνοια μου είναι η ασφάλεια και την προστασία παιδιών που βρίσκονται ίσως στην πλέον σκληρή στιγμή της ζωής τους. Όταν καταρρέει το οικογενειακό οικοδόμημα – όσο σαθρό και άρρωστο κι αν είναι – και βρίσκονται στο κενό. Όμως, η παιδική προστασία έχει διαδικασίες και πρωτόκολλα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο μόνος αρμόδιος για την απομάκρυνση και την τοποθέτηση των παιδιών σε δομές, είναι ο εισαγγελέας ανηλίκων. Στη φάση όπου τα παιδιά βρίσκονται με εισαγγελική εντολή στο νοσοκομείο δεν υπάρχει περιθώριο παρέμβασης. Ως υπουργείο συνεργαζόμαστε άμεσα με τις κοινωνικές υπηρεσίες, που εισηγούνται στον εισαγγελέα ποια είναι η βέλτιστη λύση για την φροντίδα των παιδιών. Είμαστε σε στενή συνεργασία και επικοινωνία και με την εισαγγελία προκειμένου να βρίσκονται οι κατάλληλοι χώροι φιλοξενίας των παιδιών αυτών. Και μάλιστα, ήδη, στην περίπτωση των πέντε αυτών παιδιών αυτών έχουμε συνδράμει άτυπα στην εξεύρεση καταλλήλων δομών. Αναμετρώμαι καθημερινά με τη συνείδηση μου, όχι με την επικαιρότητα και τις εντυπώσεις που δυστυχώς, πρέπει να πω ότι δημιουργούνται όπως στην προκειμένη περίπτωση, για λόγους κακώς νοούμενου συνδικαλισμού. Η προστασία των παιδιών που έχουν υποστεί αυτή τη βιαιότητα είναι ευθύνη όλων μας».
Εν κατακλείδι, η Σοφία Ζαχαράκη θα υπογραμμίσει:
«Είναι σημαντικό η κοινωνία να γίνεται κοινωνός όσων γίνονται στο κομμάτι της παιδικής προστασίας και της προσπάθειας να βγάλουμε τα παιδιά από τα ιδρύματα. Το έργο μπορεί να μην τραβάει τα φώτα της δημοσιότητας, όμως είναι μετρήσιμο και αποτυπώνεται στην εντυπωσιακή αύξηση στις υιοθεσίες και τις αναδοχές. Από το 2019 έχουν βγει από τα ιδρύματα σχεδόν 1.000 παιδιά. Είναι ορατό στην Ηλεία όπου ήδη λειτουργούν ήδη πέντε Στέγες Υποστηριζόμενης Διαβίωσης, στην Ξάνθη και στην Καβάλα που δημιουργούμε άλλες δυο. Στην Αττική σύντομα θα έχουμε φτιάξει την πρώτη δημόσια Στέγη Βραχυχρόνιας Φιλοξενίας ατόμων με αναπηρία. Μια μαμά χρειάζεται να κάνει μια επέμβαση, μια οικογένεια να πάει ένα ταξίδι. Να μπορούν να αφήσουν σε ένα ασφαλές και λειτουργικό περιβάλλον για λίγες μέρες τον άνθρωπο τους. Αντιλαμβάνομαι το δημοσιογραφικό και κοινωνικό ενδιαφέρον όταν “σκάει” μια πολύ βαριά υπόθεση, όμως, εδώ μιλάμε για έναν τιτάνιο αγώνα. Όχι της υπουργού ή του υπουργείου αλλά πρωτίστως των ανθρώπων στο πεδίο. Θα είμαι η τελευταία που θα ισχυριστώ ότι όλα γίνονται με άψογο τρόπο και δεν υπάρχουν κενά και τρύπες. Ναι, χρειαζόμαστε περισσότερους κοινωνικούς λειτουργούς αλλά χρειαζόμαστε και την επανακατάρτισή τους. Χρειαζόμαστε να μαθαίνει η κοινωνία όσα ήδη γίνονται για την αύξηση των επαγγελματικών αναδοχών, το πρόγραμμα πρώιμης παιδικής παρέμβασης κλπ. Δεν υπάρχει αυτόματος πιλότος για να φτάσουμε εκεί που θέλουμε και υποχρεούμαστε ως κράτος».