Εργαστήριον η Ελλάς: «Η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι είναι ένα κράτος με αρκετές εσωτερικές δυνάμεις και η αποσταθεροποίησή της όποτε συνέβη, προήλθε από εξωτερικούς παράγοντες, μεγάλα διεθνή γεγονότα όπως ένας παγκόσμιος πόλεμος…
και η γερμανική κατοχή της Ευρώπης», ανέφερε μιλώντας κατά την δεύτερη μέρα του συνεδρίου «Εργαστήριον η Ελλάς», το οποίο οργανώνει ο «Κύκλος ιδεών» του Ευάγγελου Βενιζέλου, ο καθηγητής ιστορίας και διεθνών θεμάτων του πανεπιστημίου του Yale, Odd Arne Westad.
Ο κ. Westad, αναφέρθηκε στην πορεία της Ελλάδας και τους στόχους της από τον 19ο αιώνα, στόχους εθνικούς, οικονομικής ανάπτυξης και συμμετοχής στο διεθνές σύστημα και στα μεγάλα γεωπολιτικά προβλήματα, τα οποία ανέκοπταν αυτήν την προσπάθεια.
Αναφέρθηκε στην εξέλιξη ενός εθνικού απελευθερωτικού αγώνα και κοινωνικής επανάστασης ταυτόχρονα κατά την περίοδο του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, παρουσιάζοντας κριτικά τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο μέσα στο πλαίσιο της έναρξης του ψυχρού πολέμου. Στάθηκε τόσο στα λάθη του ΚΚΕ, αλλά και στις έντονα αποσταθεροποιητικές σε κοινωνικό και σε ψυχολογικό επίπεδο επιπτώσεις του εμφυλίου πολέμου και για τους νικητές.
«Η Ελλάδα, μετά από 200 χρόνια προσπάθειας είναι μια περίπτωση επιτυχίας επειδή παρά τα μεγάλα προβλήματα μπόρεσε να παρακολουθήσει την εξέλιξη του διεθνούς συστήματος και να μην μείνει απομονωμένη από αυτό» είπε ο κ. Westad και τόνισε ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να συντελέσει στη μείωση των διεθνών εντάσεων.
Στην πορεία της Ελλάδας στο πλαίσιο του Βορειοατλαντικού Συμφώνου αναφέρθηκε στην τοποθέτησή του ο διδάσκων Ιστορίας, στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, δρ. Διονύσης Χουρχούλης.
«Η ελληνική προσχώρηση στο ΝΑΤΟ, θεωρήθηκε και ήταν σημείο καμπής για τον προσανατολισμό της Ελλάδας προς την Δύση και σημαντική επιτυχία για την ελληνική εξωτερική και αμυντική πολιτική. Πρωτίστως γιατί εξασφαλιζόταν η ένταξη της Ελλάδας σε μια ισχυρή συμμαχία, που αποδείχθηκε ο σημαντικότερος αμυντικός μηχανισμός της Δύσης», ανέφερε ο κ. Χουρχούλης και πρόσθεσε:
«Στο πλαίσιο της στρατιωτικής συνεργασίας εξασφαλίστηκε εμμέσως και η μακροχρόνια δέσμευση των ΗΠΑ για την ελληνική ασφάλεια. Ο διεθνής ρόλος της Ελλάδας αναβαθμιζόταν και εξασφαλίζονταν ο εκσυγχρονισμός και η ενίσχυση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Η πρώτη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, εξασφάλισε την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας και της Τουρκίας. Το ΝΑΤΟ διαδραμάτισε σημαντικό σταθεροποιητικό ρόλο στην περιοχή, κάλυψε ένα κενό ισχύος που είχε δημιουργηθεί μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, και πρόσδεσε την Ελλάδα και την Τουρκία στην Δύση. Σίγουρα η Ελλάδα και η Τουρκία αντιμετώπισαν και κατά τις επόμενες δεκαετίες έντονες πολιτικές και οικονομικές κρίσεις, καθώς και αποτυχίες στους στόχους της εξωτερικής τους πολιτικής, αλλά και τα δυο κράτη απέφυγαν τις εμπλοκές σε μεγάλους πολέμους ή κατακλυσμιαίες κοινωνικές αναταράξεις».
Στην εξέλιξη των αντιλήψεων για την ιθαγένεια αναφέρθηκε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, Ελπίδα Βόγλη.
«Οι αλλαγές του 20ου αιώνα, προσέθεσαν στον ανθρωποχάρτη της Ελλάδας μειονότητες, απειλητικές με πολιτικούς όρους, επειδή διατηρούσαν δεσμούς με ανταγωνιστικά και αναθεωρητικά κράτη, πρόσφυγες και παλιννοστούντες. Είναι προτιμότερη η εθνικοποίηση των πολιτών μέσω της ιθαγένειας; Ή η αποεθνικοποίηση του θεσμού μέσω της φιλελευθεροποίησης της ελληνικής πολιτικής σε θέματα ταυτότητας και μετανάστευσης;», διερωτήθηκε η κ. Βόγλη αναφερόμενη στα σημερινά διλήμματα, για να προσθέσει: «Ή μήπως είναι προτιμότερη η προσπάθεια της επανεθνικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας, μέσω της ενίσχυσης των δεσμών της με τα διεσπαρμένα τμήματά της στην αλλοδαπή. Είναι ένα ερώτημα που απασχολεί όχι μόνο την Ελλάδα, καταδεικνύοντας τις δραστικές μεταβολές που έχει υποστεί έως σήμερα ο θεσμός της ιθαγένειας». Καταλήγοντας έκανε λόγο για αισιόδοξες προοπτικές, «επειδή», όπως είπε, «γνωρίζουμε τα όσα μεσολάβησαν μετά την έξαρση του προσφυγικού προβλήματος, την παγκόσμια οικονομική κρίση ταυτόχρονα με τις επιπτώσεις της τρέχουσας πανδημίας».
«Η Κοινωνία των Εθνών, βοήθησε στην διεθνοποίηση της ελληνικής οικονομίας και επηρέασε την οικονομική εξέλιξη της Ελλάδος», τόνισε στην τοποθέτησή του, ο ομότιμος καθηγητής Οικονομικών, πρώην αναπληρωτής διευθυντής του ΔΝΤ, Μιχάλης Ψαλιδόπουλος.
Ο κ. Ψαλιδόπουλος μίλησε για την Ελλάδα μεταξύ των Βαλκανικών πολέμων και του Β’ παγκοσμίου πολέμου και για την σχέση των Ελλήνων οικονομολόγων με τα διεθνή ρεύματα της εποχής.
Αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην μεσολάβηση της Κοινωνίας των Εθνών για την αποκατάσταση των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής, και την διαχείριση της νομισματικής αναστάτωσης που προκλήθηκε με την έκπτωση της αξίας της δραχμής. Τόνισε τη συμβολή της Κοινωνίας των Εθνών, ώστε να γίνει κρατική η Τράπεζα της Ελλάδος, να κρατηθεί η αξία του νομίσματος σταθερή και να μην είναι στα χέρια των ιδιωτών.
«Η Ελλάδα κατάφερε να ισορροπήσει ανάμεσα στο νέο θεσμό της Κοινωνίας των Εθνών και στις διμερείς συμμαχίες στις οποίες είχε μάθει να επενδύει προκειμένου να επιτύχει τους εθνικούς της στόχους», υποστήριξε η αναπληρώτρια καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Κωνσταντίνα Μπότσιου και πρόσθεσε ότι αποτέλεσε για την Κοινωνία των Εθνών εργαστήριο θεσμών.
«Η ευκαιρία έφθασε στην Ελλάδα με το κραχ του 1929, η οποία οικονομικά την υποβάθμισε αλλά γεωπολιτικά την αναβάθμισε», τόνισε η κ. Μπότσιου.
«Ο προβληματισμός κατά την περίοδο του μεσοπολέμου είναι μεταξύ δικτατορίας και κοινοβουλευτισμού. Οι κυβερνήσεις συνασπισμού που συγκροτήθηκαν μετά τις εκλογές του 1926, συνετέλεσαν με την βοήθεια της Κοινωνίας των Εθνών στην οικονομική σταθεροποίηση. Ωστόσο από τις αρχές του 1928 το δίλημμα επανέρχεται και επιλύεται με την εκλογή Βενιζέλου τον Μάιο του 1928. Ο Βενιζέλος επανέρχεται ως ο σωτήρας, εγκαθιδρύει μια προσωποπαγή εξουσία», υποστήριξε ο διευθυντής Ερευνών ΚΕΙΝΕ, της Ακαδημίας Αθηνών, Σωτήρης Ριζάς.
Στις σημαντικές θεσμικές αλλαγές κατά την περίοδο 1922-30 αναφέρθηκε η διευθύντρια Ερευνών στο Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών, Ελισάβετ Κοντογιώργη
«Οι θεσμοί που εγκαθιδρύθηκαν κατά τη μεσοπολεμική περίοδο για την επίλυση του προσφυγικού προβλήματος ήταν καθοριστικής σημασίας για την συγκρότηση του ελληνικού κράτους στον 20ο αιώνα. Στην περίοδο του Μεσοπολέμου, η διεθνής συνεργασία σε θέματα που αφορούσαν την ανασυγκρότηση του αγροτικού χώρου απέκτησε πρωτοφανή και ισχυρότατο ρόλο, όχι μόνο στα Βαλκάνια, αλλά σε όλη την Ευρώπη. Στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών χωρών ενσωματώθηκαν ιδέες που είχαν εφαρμοστεί στην Ελλάδα στην δεκαετία του 1920. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης πολλές ιδέες οι οποίες είχαν προταθεί, από την Οργάνωση Υγείας της Κοινωνίας των Εθνών σε σχέση με την αντιμετώπιση των προβλημάτων στον τομέα της Υγείας», ανέφερε μεταξύ άλλων η κ. Κοντογιώργη.
Κ. Θεοδωρακάκος