Σοκαρισμένη παρακολουθεί η κοινή γνώμη τις εξελίξεις γύρω από την υπόθεση της δολοφονίας της 20χρονης Καρολάιν από τον σύζυγό της μέσα στο σπίτι τους στα Γλυκά Νερά.
Ένα από τα στοιχεία που συγκλονίζουν την κοινή γνώμη, προκαλώντας ακόμα και συναισθήματα οργής για τον δράστη είναι η στάση του τις 37 ημέρες που πέρασαν μέχρι να ομολογήσει στους αστυνομικούς οτι αυτός σκότωσε την σύζυγό του.
Ο ίδιος όλο αυτό το διάστημα εμφανιζόταν συντετριμμένος ενώ βρισκόταν κοντά στην τραγική μητέρα της Καρολάιν προσπαθώντας μάλιστα να την παρηγορήσει για να ρίξει στάχτη στα μάτια της ίδιας αλλά και των αρχών. Μάλιστα στο μνημόσυνο της άτυχης Καρολάιν όταν αστυνομικοί πήραν τον Μπάμπη για να τον μεταφέρουν στην Αθήνα με την πρόφαση ότι έχουν προκύψει νεά σημαντικά στοιχεία για το έγκλημα στα Γλυκά Νερά, ακόμα και τότε ήταν τέτοιο το θράσος του 32χρονου πιλότου που έφτασε στο σημείο να αγκαλιάζει τη μητέρα της γυναίκας που ο ίδιος είχε σκοτώσει.
Όταν η μητέρα της Καρολάιν είδε τους αστυνομικούς να καταφθάνουν στο μνημόσυνο θορυβήθηκε και τότε ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος την αγκάλιασε και έσπευσε να την καθησυχάσει: «έχουν πιάσει έναν ύποπτο στο αεροδρόμιο και πρέπει να πάω για αναγνώριση».
Η υποκρισία του πιλότου στην κηδεία της Καρολάιν
Στις 14 Μαΐου, την ημέρα της κηδείας της 20χρονης, ο 33χρονος εμφανίστηκε συντετριμμένος, εκφωνώντας έναν συγκινητικό επικήδειο.
«Η Λυδία θα μεγαλώσει και δεν θα θυμάται την υπέροχη μανούλα της», έλεγε ο πιλότος που κρατούσε στην αγκαλιά του την κόρη του και αγκάλιαζε την μητέρα της 20χρονης δίνοντάς της κουράγιο για ένα έγκλημα που είχε κάνει ο ίδιος.
«Είμαι πολύ τυχερός που τη γνώρισα. Πάρα πολύ τυχερός που με αγάπησε κι είναι η μητέρα του παιδιού μου. Είμαι πολύ τυχερός για τις στιγμές που περάσαμε μαζί. Ένα πράγμα με θλίβει περισσότερο απ’ όλα. Δεν είναι πια εδώ και δεν θα ξαναδώ την αγάπη μου. Η κόρη μας θα μεγαλώσει και δεν θα θυμάται πόσο υπέροχη ήταν η μανούλα της. Η Καρολάιν ήταν η χαρά της ζωής, η χαρά για όλο τον κόσμο η χαρά για το σπίτι μας, η χαρά για την κόρη της. Μέσα από τη Λυδία θα είναι για πάντα μαζί μου. Να είστε καλά να προσέχετε τους ανθρώπους που σας αγαπάνε».
Το θέατρο των 37 ημερών
Ο 32χρονος πιλότος μετά από 37 ημέρες, ομολόγησε τελικά ότι εκείνος είναι ο δράστης του στυγερού εγκλήματος, ενώ όλο αυτό τον καιρό προσπαθούσε να πείσει την αστυνομία αλλά και την κοινωνία ότι τρεις ληστές είχαν εισβάλει στο σπίτι τους στα Γλυκά Νερά και είχαν δολοφονήσει τη γυναίκα του μπροστά στην 11μηνών κόρη τους.
Ο 32χρονος προσπαθούσε να περάσει προς τα έξω την εικόνα του απόλυτα σοκαρισμένου συζύγου, που δεν έχει συνειδητοποιήσει το κακό που του έχει συμβεί.
Όλα ξεκίνησαν το πρωί της 11ης Μαΐου, όταν έγινε γνωστή η είδηση για μια υποτιθέμενη ληστεία σε σπίτι στα Γλυκά Νερά με θύμα μια 20χρονή γυναίκα. Ο 32χρονος σύζυγός της, μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας, έκανε λόγο για τρεις άνδρες που μπήκαν μέσα στο σπίτι για να τους ληστέψουν και στην προσπάθειά τους να κάνουν την 20χρονη να σωπάσει την σκότωσαν.
Λίγες μέρες μετά την δολοφονία ο 32χρονος σε ανάρτησή του στον προσωπικό του λογαριασμό στα Instagram δημοσιεύει φωτογραφία από τον γάμο τους, έναν φαινομενικά τέλειο γάμο, και γράφει «Για πάντα μαζί. Καλό ταξίδι αγάπη μου».
Στη συνέχεια βγαίνει στα ΜΜΕ και κάνει δηλώσεις για το έγκλημα προκαλώντας πολλά ερωτήματα για τη στάση του, ενώ επιτίθεται σε όσους διατύπωναν εύλογα ερωτήματα για την εν λόγω στάση και τα όσα είχε πει στις Αρχές. Μάλιστα, προβληματική είναι και η στάση του σώματός του, η οποία έδειχνε ότι κάτι… δεν πάει καλά.
Τριανταεπτά μέρες μετά το ημερολόγια δείχνει Πέμπτη 17 Ιουνίου. Η είδηση ότι οι αρχές βρίσκονται μια ανάσα από την εξιχνίαση της υπόθεσης και στη συνέχεια η ενημέρωση ότι η ΕΛ.ΑΣ στέλνει ελικόπτερο στην Αλόννησο προκειμένουν να συνοδεύσει τον 32χρονο πίσω στην Αθήνα σκάνε ως κεραυνοί εν αιθρία.
Μετά από πολύωρη κατάθεση και τα συντριπτικά εις βάρος του στοιχεία ο 32χρονος πιλότος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος ομολογεί τη δολοφονία της Καρολάιν. Η αστυνομία ανακοινώνει ότι η υπόθεση εξιχνιάστηκε και ότι ο 32χρονος πιλότος είναι αυτός που σκότωσε την άτυχη κοπέλα.
Ολόκληρη η προανακριτική κατάθεση του δολοφόνου
«Για μένα η Λυδία μετά κι από αυτές τις περιπέτειες της υγείας της, είναι κάτι που δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια. Το να σας πω ότι είναι τα πάντα για μένα, νομίζω είναι πολύ λίγο. Όταν χάσαμε το πρώτο παιδάκι, η συμπεριφορά της Καρολάιν άρχισε να αλλάζει. Εκεί που ήταν όλα καλά μεταξύ μας, μπορεί για την οποιαδήποτε σημαντική ή ασήμαντη αφορμή να γινόταν επιθετική απέναντι μου.
» Η Καρολάιν είχε το εξής χαρακτηριστικό. Μπορεί να ήμασταν όλη την εβδομάδα μια χαρά και από τη μία στιγμή στην άλλη μπορεί να γύρναγε ένας διακόπτης και να γινόταν επιθετική απέναντι μου ή απέναντι σε οποιοδήποτε την είχε πειράξει εκείνη τη στιγμή. Μετά από 1 ώρα που θα της περνούσαν τα νεύρα, ήταν όλα μια χαρά, εγώ προσπαθούσα να διαχειριστώ αυτές τις εξάρσεις της. Της πρότεινα να πάμε σε μία ψυχολόγο, εκείνη συμφώνησε και έτσι ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε στην κυρία Μυλωνοπούλου για συνεδρίες.
» Ενώ ήμουν με τη Λυδία και έπαιζα μαζί της στον καναπέ, πήγε να πέσει από τον καναπέ και τότε έκανα μία κίνηση να την αρπάξω για να μην πέσει. Η αλήθεια είναι ότι η κίνηση μου αυτή ήταν λίγο άγαρμπή και η Λυδία φοβήθηκε και άρχισε να κλαίει. Η Καρολάιν ήρθε προς το μέρος μας και ξεκίνησε να μου φωνάζει. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς μου είπε εκείνη τη στιγμή. Φεύγοντας όμως από το καθιστικό για να ανέβει στην κρεβατοκάμαρα θυμάμαι ότι μου είπε: «δεν πάτε να ψοφήσετε και οι δύο». Φυσικά και δεν έδωσα καμία σημασία, γιατί ήξερα ότι δεν ήταν ο εαυτός της και ότι το είπε πάνω στα νεύρα της.
» Την τελευταία φορά που ανέβηκα με τη μικρή στην αγκαλιά μου η Καρολάιν προσπαθούσε να κοιμηθεί. Πήγα λοιπόν και έβαλα την μικρή δίπλα της για να κοιμηθούμε όλοι μαζί.
» Άφησα τη Λυδία, η Καρολάιν άνοιξε τα μάτια της, άρχισε να μου φωνάζει επειδή της έφερα τη μικρή και δεν την άφηνε να κοιμηθεί. Η μικρή ξύπνησε. Τότε η Καρολάιν πάνω στα νεύρα της έπιασε το μωρό με τα δυο της χέρια και το πέταξε με δύναμη μέσα στο λίκνο. Λέγοντας κάτι του στυλ ‘σου είπα ότι δεν την θέλω εδώ’. Πήρα αγκαλιά το μωρό και είπα στην Καρολάιν ‘είσαι με τα καλά σου; Χτυπάς τη μικρή;’ και αυτή μου απάντησε κάτι του στυλ ‘ό,τι γουστάρω θα κάνω, ότι θέλω θα κάνω’.
» Πήρε την μικρή κάτω και κοιμήθηκε στον καναπέ. Το σκεφτόμουν και έλεγα από μέσα μου αν το έκανε αυτό τώρα που είμαι και εγώ μπροστά, αν λείπω, τι θα της κάνει, θα την σκοτώσει; Αυτό δεν μπορούσε να μου φύγει από το μυαλό. Ανέβηκα ακόμη μία φορά στην κρεβατοκάμαρα για να κάνω μία τελευταία προσπάθεια. Ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά. Της είπα να πάρω τη μικρή και να ανέβουμε πάνω και αυτή μου απάντησε ‘Όχι μην φέρεις την μικρή, δεν σας θέλω’.
» Και ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά και της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει επάνω για να κοιμηθεί. Κάποια στιγμή, όπως τιναζόταν, το πρόσωπο της ήταν στο μαξιλάρι, εννοώ δηλαδή ότι το στόμα της και η μύτη της ακουμπούσαν στο μαξιλάρι. Εγώ συνέχισα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολάιν σταμάτησε να κουνιέται.
» Όλο αυτό πρέπει να κράτησε γύρω στα 5 λεπτά, από την ώρα δηλαδή που την αγκάλιασα μέχρι την ώρα που σταμάτησε να κουνιέται. Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω, την κούναγα, αλλά κατάλαβα ότι όλο αυτό που έκανα ήταν μάταιο. Κατέβηκα αμέσως στο σαλόνι να δω αν η μικρή ήταν καλά, είδα ότι κοιμόταν και ανέβηκα πάλι στην κρεβατοκάμαρα. Τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί. Έβαλα τα κλάματα και αμέσως σκέφτηκα την Λυδία που θα μεγαλώσει χωρίς τους γονείς της.
» Τότε λοιπόν σκέφτηκα να κάνω μία τελευταία προσπάθεια μήπως μεγαλώσει τουλάχιστον με τον πατέρα της. Σκέφτηκα να εξαφανίσω το σώμα της, αλλά κάτι τέτοιο μου ήταν αδύνατον να κάνω. Μόνο που την κοίταζα, έκλαιγα. Το επόμενο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να πω ότι κάποιος άλλος το έκανε. Θα έλεγα στην αστυνομία ότι μπήκαν ληστές μέσα στο σπίτι. Βρισκόμουν σε πανικό. Δεν ήξερα τι να κάνω. Σκέφτηκα ότι για να φανεί πιο αληθοφανές και να πιστέψουν ότι μπήκαν αδίστακτοι ληστές, θα έπρεπε να κάνω κακό στο σκύλο. Κανένας δεν θα πίστευε ότι εγώ θα μπορούσα να κάνω κακό στο σκυλί. Με πόνο καρδιάς κρέμασα το λουρί του σκύλου Στα κάγκελα της σκάλας. Δεν θυμάμαι την χρονολογική σειρά».
Ο 32χρονος περιέγραψε αναλυτικά όλες τις ενέργειες που έκανε προκειμένου να σκηνοθετήσει τη ληστεία καταλήγοντας: «ξεκίνησα να δένω την ταινία στα χέρια και στο στόμα μου. Στη συνέχεια, με τον σπάγκο έδεσα τα πόδια μου, τα χέρια μου μαζί με τα πόδια μου και όλο αυτό το έδεσα στις τάβλες του κρεβατιού. Πριν δεθώ, πήρα τη μικρή από τον καναπέ που κοιμόταν και την έβαλα στο κρεβάτι της κρεβατοκάμαρας, δίπλα στην Καρολάιν. Η μικρή κοιμόταν».