“Δεν βγαίνει με τίποτα”! Το πρόγραμμα “διάσωσης” που επέβαλλε η Γερμανία στην Ελλάδα μέσω της ΕΕ δεν οδηγεί πουθενά, Όπως και όλα τα προηηγούμενα. Δεν το λέμε μόνο εμείς οι Έλληνες. Το φωνάζει όλος ο κόσμος και ειδικά όσοι έχουν σχέση και γνώσεις με την παγκόσμια οικονομία.
Ένας απ΄ αυτούς είναι ο J. Bradford DeLong καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϊ και επιστημονικός συνεργάτης στο Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών. Διετέλεσε Αναπληρωτής Βοηθός υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Clinton.
Αρθρογραφώντας στο project syndicate γράφει τα αυτονόητα για όλους τους άλλους πλην των Γερμανών.
Ξεκινώντας το άρθρο του υπενθυμίζει την μεγάλη κρίση του 1930 ,γράφοντας ότι ήλπιζε πως αυτή η κρίση θα είχε δώσει ένα καλό μάθημα σ΄ όσους σήμερα καλούνται να διαχειριστούν την ευρωπαϊκή-ελληνική κρίση, Παραδέχεται ότι έκανε λάθος. Κι όχι μόνο αυτό. Ανησυχεί ότι οι ευρωπαίοι είναι έτοιμοι να επαναλάβουν λάθη του παρελθόντος με πολύ πιο βίαιο τρόπο.
Γράφει:
“Όταν η ελληνική κρίση χρέους ξέσπασε το 2010, πίστευα ότι τα διδάγματα της ιστορίας ήταν τόσο προφανή και ότι ο δρόμος προς μια λύση θα ήταν απλός. Η λογική ήταν σαφής. Αν η Ελλάδα δεν ήταν μέλος της ευρωζώνης, η καλύτερη επιλογή θα ήταν η στάση πληρωμών και η αναδιάρθρωση του χρέους της, με υποτίμηση του νομίσματος της. Όμως, επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ήθελε την Ελλάδα εκτός Ευρωζώνης (που θα ήταν ένα σημαντικό πλήγμα για την Ευρώπη), θα έπρεπε να προσφέρουν αρκετή βοήθεια, υποστήριξη, ελάφρυνση χρέους, καθώς και βοήθεια σχετικά με τις πληρωμές για την αντιστάθμιση τυχόν πλεονεκτήματων που θα μπορούσε να κερδίσει από την έξοδο από τη νομισματική ένωση.
Αντ ‘αυτού, οι πιστωτές της Ελλάδας επέλεξαν “να σφίξουν τις βίδες”. Αποτέλεσμα η Ελλάδα είναι σε πολύ χειρότερη μοίρα σήμερα, σε σχέση με το πως θα ήταν αν είχε εγκαταλείψει το ευρώ το 2010. Η Ισλανδία, η οποία επλήγη από την οικονομική κρίση το 2008, είναι το αντίθετο παράδειγμα. Η Ελλάδα παραμένει βυθισμένη στην κατάθλιψη και η Ισλανδία – η οποία δεν είναι στην ευρωζώνη – έχει ουσιαστικά ανακάμψει.
Για να είμαστε ακριβείς , όπως ο Αμερικανός οικονομολόγος Barry Eichengreen υποστήριξε το 2007, τα τεχνικά θέματα είναι αυτά που κάνουν την έξοδο από την ευρωζώνη δύσκολη, δαπανηρή και επικίνδυνη. Αλλά αυτό είναι μόνο η μία όψη.
Χρησιμοποιώντας την Ισλανδία ως μέτρο σύγκρισης , το κόστος για την Ελλάδα από την έξοδο από την ευρωζώνη ισοδυναμεί με το 75% ενός ετήσιου ΑΕΠ. Είναι δύσκολο για μένα να πιστεύω ότι εάν η Ελλάδα είχε εγκαταλείψει το ευρώ το 2010, η οικονομική επίπτωση θα ανερχόταν σε κάτι παραπάνω από το ένα τέταρτο αυτού . Επιπλέον, φαίνεται εξίσου απίθανο ότι η άμεση επίδραση εξόδου από την ευρωζώνη σήμερα θα είναι μεγαλύτερη από ό, τι τα μακροπρόθεσμα κόστη των μέτρων λόγω της επιμονής των πιστωτών στην Ελλάδα της λιτότητας.
Η επιμονή αυτή αντανακλά την προσήλωση της χάραξης πολιτικής στην ΕΕ – ιδίως στη Γερμανία – σε ένα εννοιολογικό πλαίσιο που τους έχει οδηγήσει με συνέπεια να υποτιμούν τη σοβαρότητα της κατάστασης και να προτείνουν πολιτικές που κάνουν τα πράγματα χειρότερα.
Τον Μάιο του 2010, το ΑΕΠ στην Ελλάδα είχε μειωθεί κατά 4% σε ετήσια βάση. Η ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προέβλεψαν ότι το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης θα οδηγήσε το ελληνικό ΑΕΠ σε πτώση 3% κάτω από τα επίπεδα του 2010, πριν η οικονομία αρχίσει να ανακάμπτει το 2012 ,όπως έλεγαν.
Μέχρι τον Μάρτιο του 2012, ωστόσο, η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Με το ΑΕΠ 12% κάτω από τα επίπεδα του 2010, ένα δεύτερο πρόγραμμα τέθηκε σε εφαρμογή. Μέχρι το τέλος του έτους, το ΑΕΠ είχε μειωθεί στο 17% κάτω από τα επίπεδα του 2010. Το ΑΕΠ στην Ελλάδα είναι πλέον 25% κάτω από τα επίπεδα του 2009. Και ενώ κάποιοι προβλέπουν ανάκαμψη το 2016, δεν μπορώ να αντιληφθώ πώς η όποια ανάλυση των στοιχείων μπορεί να δικαιολογήσει αυτή την πρόβλεψη.
Ο κύριος λόγος που οι προβλέψεις ήταν τόσο λάθος είναι ότι εκείνοι που τις κάνουν έχουν υποτιμήσει χρόνια την επίδραση των κρατικών δαπανών στην οικονομία – ειδικά όταν τα επιτόκια είναι κοντά στο μηδέν. Και όμως η σαφής αποτυχία των μέτρων λιτότητας για την επανεκκίνηση της οικονομίας στην Ελλάδα και την υπόλοιπη ευρωζώνη δεν προκάλεσε την επαναχάραξη πολιτικής.
Αντ ‘αυτού, φαίνεται να επιμένουν ότι όσο πιο βαθιά είναι η κρίση, τόσο πιο επιτυχής θα είναι η ώθηση για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις…
Όπως και στην δεκαετία του 1930 -όπως επισημαίνι ο αμερικανός σχολιαστής Matthew Yglesias- τα κέντρο-αριστερά κόμματα της Ευρώπης αναγνωριζαν ότι η πολιτική που ακολουθείτο δεν δούλευε, αλλά παρ ‘όλα αυτά δεν κατάφεραν να προσφέρουν μια εναλλακτική λύση. Και κάπως έτσι προέκυψε ο Χίτλερ”.
Επικαλούμενος τον ίδιο σχολιαστή ο καθηγητής Οικονομικών του Μπέρκλεϊ αναφέρει ότι η διαφωνία στην πολιτική βάναυσης λιτότητας αφήνεται σε λαϊκιστές όπως η Μαρί Λεπέν στην Γαλλία και ο Πέπε Γκρίλο στην Ιταλία. Όλα αυτά λόγω της αδυναμίας της κεντροαριστεράς να “σκίσει το βίβλιο των κανονισμών”.
Συμπέρασμα;
“Κάποιος θα πίστευε ότι ήμασταν ικανοί να μάθουμε από το παρελθόν, και ότι η Μεγάλη Ύφεση ήταν αρκετά σημαντικό γεγονός στην ιστορία της Ευρώπης για να μην επαναλάβει τα λάθη της. Και όμως, αυτή τη στιγμή, αυτό ακριβώς φαίνεται να συμβαίνει”.