Σε αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στο BB+ προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης S&P, με σταθερό το outlook από ΒΒ με θετικές προοπτικές.
Ο S&P είναι ο δεύτερος από τους τέσσερις μεγάλους οίκους αξιολόγησης, τους οποίους λαμβάνει υπόψη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο οποίος αξιολογεί την Ελλάδα ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, καθώς αντίστοιχη αξιολόγηση είχε κάνει ο DBRS στις 18 Μαρτίου φέτος.
Ο S&P σημειώνει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ο βασικός παράγοντας για την πρόβλεψή του ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα επιβραδυνθεί στο 3,4% το 2022 από 8,3% πέρυσι, ενώ για τον πληθωρισμό σημειώνει ότι φαίνεται πιθανό να επιβραδυνθεί από τον Σεπτέμβριο, όταν τα πολύ υψηλά μηνιαία μεγέθη από το τρίτο τρίμηνο του 2021 θα αρχίσουν να εξομαλύνουν τον δείκτη.
Παρά το πιο έντονο διεθνές περιβάλλον, αναφέρει ο οίκος, η κυβέρνηση, με βάση τις δεσμεύσεις της στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, αναμένεται να κάνει περαιτέρω πρόοδο στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής προσαρμογής, παγιώνοντας την καθοδική τάση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό στο ΑΕΠ.
Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας συνεχίζει να επωφελείται από τα σημαντικά δημοσιονομικά αποθέματα ασφαλείας της κυβέρνησης, χάρη στη διατήρηση των σημαντικών αποθεμάτων ρευστότητας στον ισολογισμό της κυβέρνησης και την ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους. Εκτιμούμε ότι τα τρέχοντα ταμειακά αποθέματα ισοδυναμούν με σχεδόν τριπλάσια κάλυψη του καθαρού δημόσιου δανεισμού τα επόμενα δύο χρόνια. Αυτό, μαζί με τις χαμηλές απαιτήσεις αναχρηματοδότησης, θα βοηθήσει προσφέροντας “ανοσία” στα δημόσια οικονομικά έναντι της αύξησης των επιτοκίων παγκοσμίως, αν και η αύξηση των πραγματικών επιτοκίων ενδέχεται να ασκήσει πίεση στα δημόσια οικονομικά επιβαρύνοντας την ανάπτυξη του ΑΕΠ.
Σε όρους ωρίμανσης και μέσου κόστους τόκων, η Ελλάδα έχει ένα από τα πλέον ευνοϊκά προφίλ χρέους από όλα τα κράτη που αξιολογούμε. Αναμένουμε ότι το εμπορικό τμήμα του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης της Ελλάδας θα αντιπροσωπεύει περίπου το 25% του συνολικού χρέους ή λίγο περισσότερο από το 50% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022. Προβλέπουμε ότι οι δείκτες ακαθάριστου και καθαρού χρέους της Ελλάδας προς το ΑΕΠ της γενικής κυβέρνησης θα συνεχίσουν να έχουν πτωτική τάση κατά την περίοδο 2022-2025, υποβοηθούμενοι από την ανάκαμψη της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ και τη δημοσιονομική εξυγίανση.
Οι αξιολογήσεις μας για την Ελλάδα περιορίζονται από το υψηλό εξωτερικό και δημόσιο χρέος της χώρας.
Για τις τράπεζες
Σύμφωνα με την S&P η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) των τραπεζών είναι το κλειδί για μια ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη, καθώς θα τονώσει την πιστωτική επέκταση η οποία σε καθαρούς όρους εξακολουθεί να συρρικνώνεται. Οι τράπεζες συνέχισαν τις προσπάθειές τους για μείωση του μεγάλου αποθέματος NPEs, παρά τις επιπτώσεις της πανδημίας. Το μερίδιο των NPEs στα συνολικά δάνεια των συστημικά σημαντικών τραπεζών μειώθηκε απότομα στο 10% το 2021 από 31% το 2020. Επιπλέον, η κυβέρνηση αντλεί 12,7 δισεκατομμύρια ευρώ δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα διοχετεύει στον ιδιωτικό τομέα με χαμηλό επιτόκιο μέσω του τραπεζικού συστήματος, κάτι που θα συμβάλει στην αντιμετώπιση του χάσματος μεταξύ της ζήτησης και της προσφοράς πιστώσεων στην οικονομία και θα τονώσει την οικονομική δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια.
ΔΗΛΩΣΗ ΣΤΑΙΚΟΥΡΑ
«O οίκος αξιολόγησης “ S&P Global Ratings” προχώρησε σήμερα στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, κατά μία βαθμίδα.Έτσι γίνεται ο τρίτος οίκος αξιολόγησης, και δεύτερος από τους επιλέξιμους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που τοποθετεί τη χώρα ένα, μόλις, “ σκαλοπάτι” πριν την επενδυτική βαθμίδα», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας για την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τον οίκο αξιολόγησης “ S&P Global Ratings”.
«Πρόκειται δε για την 9η – κατά σειρά – αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία δυόμισι χρόνια, παρά τις διαδοχικές και επάλληλες κρίσεις» επισήμανε και προσέθεσε: «Η παραπάνω θετική εξέλιξη είναι αποτέλεσμα – και, ταυτοχρόνως, επιστέγασμα – της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, της διορατικής εκδοτικής στρατηγικής, των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων, της υλοποίησης διαρθρωτικών αλλαγών, της βελτίωσης της ποιότητας του πλούτου της χώρας μέσω της αύξησης επενδύσεων και εξαγωγών, της μείωσης των “ κόκκινων” δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, της συρρίκνωσης της ανεργίας, της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας».
«Ωστόσο, δεν παραγνωρίζουμε τις μεγάλες προκλήσεις, τους κινδύνους και τα νέα δεδομένα που διαμορφώνουν το τελευταίο διάστημα οι διεθνείς εξελίξεις», συμπλήρωσε ο κ. Σταϊκούρας, σημειώνοντας ότι «γι’ αυτό, συνεχίζουμε με υπευθυνότητα και σύνεση να ενισχύουμε νοικοκυριά και επιχειρήσεις στον βέλτιστο εφικτό βαθμό, ενώ παράλληλα παραμένουμε πιστοί στην κεντρική μας στόχευση για την επίτευξη ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης, τη δημιουργία πολλών, καλών θέσεων εργασίας και την περαιτέρω ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής».
Ο Κ.ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ
Το νέο για την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τον οίκο S&P σχολίασε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, με δύο διαδοχικά tweet του.
«Η αναβάθμιση από την S&P μετά από δύο χρόνια πανδημίας και εν μέσω πολέμου επιβεβαιώνει την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία», έγραψε.
Και συνέχισε:
«Είμαστε μια ανάσα από την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα, μια σφραγίδα αξιοπιστίας που θα αναβαθμίσει τις επενδυτικές και αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας μας. Συνεχίζουμε σταθερά με την ίδια σοβαρότητα, προσήλωση και σκληρή δουλειά για την τελική ευθεία».
Οι επόμενες αξιολογήσεις
Οι επόμενες αξιολογήσεις είναι της Fitch στις 8 Ιουλίου, η διπλή ετυμηγορία από Moody’s και DBRS στις 16 Σεπτεμβρίου, η τρίτη αξιολόγηση της Fitch στις 7 Οκτωβρίου και η τελευταία για το έτος της S&P, στις 21 Οκτωβρίου.