Του Θάνου Τσίρου
Tα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να προχωρούν αυθημερόν στη δέσμευση του ποσού της οφειλής είτε αυτό είναι ήδη κατατεθειμένο στον λογαριασμό είτε πρόκειται να κατατεθεί.
Στο στόχαστρο θα βρεθούν αμέσως μετά τις εκλογές οι οφειλέτες του Δημοσίου, τόσο της εφορίας όσο και των ασφαλιστικών ταμείων.
Κατ’ επιταγή των εφαρμοστικών νόμων του 3ου μνημονίου, τόσο αυτών που ψηφίστηκαν όσο και αυτών που θα πρέπει να κατατεθούν το φθινόπωρο, θα ενεργοποιηθεί σειρά μέτρων με στόχο την αύξηση των εισπράξεων από τη «δεξαμενή» των ληξιπρόθεσμων στην οποία λιμνάζουν περισσότερα από 80 δισεκατομμύρια ευρώ, αν προστεθούν οι οφειλές προς την εφορία αλλά και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Το έργο των φορολογικών αρχών από τη στιγμή που θα αποφασίσουν να προχωρήσουν στην εφαρμογή των νέων νόμων θα είναι σαφώς ευκολότερο σε σχέση με το παρελθόν. Πρώτον, διότι τους παρέχεται η δυνατότητα να δεσμεύουν ποσά απευθείας από τους τραπεζικούς λογαριασμούς με διαδικασίες εξπρές και δεύτερον, διότι οι οφειλέτες δεν έχουν πολλά περιθώρια αντιδράσεων λόγω της επιβολής των capital controls.
Ηλεκτρονική δέσμευση
Σαφές καθίσταται πλέον ότι δεν θα υπάρξει άλλη ρύθμιση για την τακτοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών -πέραν της πάγιας ρύθμισης- ενώ ενεργοποιείται η διάταξη που δίνει τη δυνατότητα στις φορολογικές αρχές να δεσμεύουν ηλεκτρονικά τραπεζικούς λογαριασμούς οφειλετών που χρωστούν περισσότερα από 70.000 ευρώ.
Οι φοροελεγκτικοί μηχανισμοί αλλά και το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών του υπουργείου Εργασίας θα αποκτήσουν πρόσβαση στο λεγόμενο «έμμεσο μητρώο τραπεζικών συναλλαγών», προκειμένου να ελέγχουν τα τραπεζικά διαθέσιμα των οφειλετών αλλά και τις κινήσεις που έκαναν -αναλήψεις και καταθέσεις- σε βάθος 10ετίας.
Με τη μείωση του «ορίου προστασίας» πλέον θα μπορεί να κατασχεθεί τμήμα του μισθού, της σύνταξης ή του επιδόματος άνω των 1.000 ευρώ και όχι άνω των 1.500 ευρώ όπως ίσχυε μέχρι τώρα, ενώ η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων θα συντάξει την απόφαση με τα κριτήρια βάσει των οποίων θα καθορίζεται ποιοι από αυτούς που έχουν ήδη τακτοποιήσει ληξιπρόθεσμες οφειλές μέσω της ρύθμισης των 100 δόσεων θα πρέπει να πιεστούν ώστε να αποπληρώσουν σε λιγότερες δόσεις.
Οσο για τον μακροπρόθεσμο στόχο; Αυτός είναι η δημιουργία ενός ενιαίου φορέα ο οποίος θα παρακολουθεί και θα «κυνηγάει» τους οφειλέτες ανεξαρτήτως της προέλευσης των οφειλών τους.
Οφειλές άνω των 70.000 ευρώ
Το ενδιαφέρον του φοροεισπρακτικού μηχανισμού αναμένεται να επικεντρωθεί κυρίως στους έχοντες μεγάλες οφειλές, ποσά που ξεπερνούν τις 70.000 ευρώ. Διάταξη που επίσης έχει συμπεριληφθεί στον εφαρμοστικό νόμο που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ στις 14 Αυγούστου προβλέπει ότι «ο γενικός γραμματέας Δημοσίων Εσόδων μπορεί να αποστέλλει ηλεκτρονικά στα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας τα στοιχεία των οφειλετών του Δημοσίου με συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ».
Τα ιδρύματα με τη σειρά τους οφείλουν να προχωρούν αυθημερόν στη δέσμευση του ποσού της οφειλής, είτε αυτό είναι ήδη κατατεθειμένο στον λογαριασμό είτε πρόκειται να κατατεθεί με μελλοντικές κινήσεις. Μέσα σε δύο ημέρες μετά τη δέσμευση πρέπει να ενημερώνεται εκ νέου η φορολογική διοίκηση, ώστε μέσα σε προθεσμία πέντε ημερών να προχωρεί και στην κατάσχεση του ποσού.
Για την ενεργοποίηση της αυτόματης διαδικασίας κατασχέσεων θα εκδοθεί απόφαση από τη ΓΓΔΕ, η οποία μάλιστα εξουσιοδοτείται μέσω του νόμου ακόμη και να τροποποιήσει το όριο των 70.000 ευρώ εφόσον το κρίνει απαραίτητο. Για την ταχύτερη εκτέλεση των ηλεκτρονικών κατασχέσεων, θα προχωρήσουν οι διαδικασίες απόκτησης σχετικού λογισμικού.
Ακόμα και το 2005
Μια ακόμη απόφαση θα αφορά τη λειτουργία του λεγόμενου «έμμεσου μητρώου τραπεζικών συναλλαγών». Σήμερα, ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός έχει πρόσβαση μόνο στα υπόλοιπα των τραπεζικών καταθέσεων, ενώ ακόμη και γι’ αυτό απαιτείται χρονοβόρα διαδικασία προκειμένου να σταλούν τα αιτήματα στις τράπεζες. Η απόφαση που θα εκδοθεί -αποτελεί μάλιστα μνημονιακή υποχρέωση του Σεπτεμβρίου- θα ανοίξει τον δρόμο για την παροχή στην εφορία στοιχείων από τις τραπεζικές καταθέσεις σε βάθος 10ετίας.
Οι ελεγκτές θα μπορούν να εντοπίσουν ηλεκτρονικά αναλήψεις και καταθέσεις που πραγματοποιήθηκαν ακόμη και το 2005. Ετσι, θα μπορούν να εντοπίζουν, για παράδειγμα, αν έχουν μεταφερθεί από οφειλέτες μεγάλα ποσά σε άλλους τραπεζικούς λογαριασμούς εντός ή εκτός Ελλάδας. Με αυτό το σύστημα -το οποίο θα λειτουργεί για εξουσιοδοτημένους χρήστες και κατόπιν εισαγγελικής άδειας- θα συνδεθεί σταδιακά και το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών του υπουργείου Εργασίας.
Ο στόχος του να υπάρχει ένας μόνο φορέας για την είσπραξη όλων των οφειλών (και ταμεία και εφορία) έχει μετατεθεί για το 2016, αν και νωρίτερα θα εξεταστεί το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί κοινή τράπεζα πληροφοριών στην οποία θα υπάρχουν όλα τα στοιχεία των οφειλών. Μια τέτοια τράπεζα η οποία θα περιλαμβάνει στοιχεία όχι μόνο για τα χρέη προς το Δημόσιο, αλλά και ακόμη και προς τις τράπεζες, θα κριθεί απαραίτητη ακόμη και για το ζήτημα της διευθέτησης των «κόκκινων» δανείων.
Από 1.000 ευρώ και πάνω
Η διάταξη που επιτρέπει στις αρχές να προχωρούν σε κατάσχεση μισθών και συντάξεων άνω των 1.000 ευρώ (από 1.500 ευρώ που ήταν μέχρι τώρα) ψηφίστηκε ήδη. Πλέον, το χέρι της εφορίας μπορεί να αγγίξει:
1. Το 50% της διαφοράς του μισθού ή της σύνταξης εφόσον αυτή κυμαίνεται από τα 1.000 έως τα 1.500 ευρώ (κάτι που σημαίνει ότι μισθωτός με αποδοχές 1.500 ευρώ θα μπορεί να χάσει το πολύ 250 ευρώ σε μηνιαία βάση).
2. Ολόκληρο το ποσό πάνω από τα 1.500 ευρώ.
Ακατάσχετο είναι το ποσό του τραπεζικού λογαριασμού μέχρι του ορίου των 1.250 ευρώ για έναν μόνο λογαριασμό ανά καταθέτη, ο οποίος θα πρέπει να έχει δηλωθεί στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων μέσω της σχετικής ηλεκτρονικής εφαρμογής. Η εφαρμογή αυτή λειτουργεί εδώ και μήνες, αλλά η συμμετοχή από την πλευρά των μισθωτών και των συνταξιούχων δεν είναι η αναμενόμενη.