Ανάλυση για το πώς μία χώρα φτάνει στο σημείο να μην μπορεί να ανταπεξέλθει στο χρέος της φιλοξενούν οι Financial Times, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της Πορτογαλίας.
Η κυβέρνηση της Λισαβόνας πάσχισε να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα ανόρθωσης της οικονομίας της ώστε να κερδίσει εκ νέου την εμπιστοσύνη των αγορών. Ωστόσο το χρέος της παραμένει στο 130% του ΑΕΠ με αποτέλεσμα παρά τη μείωση του κόστους δανεισμού να συνεχίσει η κυβέρνηση να δαπανά μεγάλα ποσά για να εξυπηρετεί το χρέος της, πολύ μεγαλύτερα από ότι π.χ. για την Παιδεία.
Ανάλογα «κρούσματα» εντοπίζονται και σε άλλες χώρες της νότιας Ευρώπης, σημειώνουν αναλυτές των Financial Times που συνεχίζουν να χαρακτηρίζουν μη βιώσιμο το πορτογαλικό χρέος.
Με αυτόν τον τρόπο οι FT παραδέχονται ότι οι Πορτογάλοι απώλεσαν τεράστιο μέρος του βιοτικού τους επιπέδου και της περιουσίας τους ενώ το χρέος τους παραμένει μη βιώσιμο.
248 χρεοκοπίες σε 107 χώρες
«Σε αντίθεση με τις επιχειρήσεις όταν μιλάμε για χώρες δεν υπάρχει σαφής απάντηση για το επίπεδο πάνω από το οποίο ένα χρέος δεν είναι βιώσιμο» σημειώνει ο Ρόμπιν Γουίγκλεσγουόρθ στους FT.
Εξάλλου υπάρχει και η άποψη ότι οι χώρες δεν χρεοκοπούν, άποψη την οποία συμμερίζεται και ο πρώην πρόεδρος της Citigroup, Γουόλτερ Ρίστο. Την πεποίθηση αυτή τη βασίζει το γεγονός ότι ενώ μία επιχείρηση μπορεί να εξαφανιστεί από το χάρτη όταν φαλιρίσει, μία χώρα συνεχίζει να υπάρχει.
Ωστόσο οι οικονομολόγοι Μάικλ Τομζ και Μαρκ Ράιτ μελέτησαν την ιστορία 176 χωρών από το 1820 μέχρι και το 2013 και μέτρησαν 248 χρεοκοπίες από 107 χώρες που «γονάτισαν υπό το βάρος των χρεών τους και κήρυξαν χρεοστάσιο, ζήτησαν δηλαδή παράταση της εξόφλησης των οφειλομένων λόγω αδυναμίας να τα καταβάλουν».
Οι 107 χώρες ασφαλώς δεν σβήστηκαν από το χάρτη. Αλλά γονάτισαν υπό το βάρος των υποχρεώσεών τους σε ξένους δανειστές. Τα εσωτερικά χρέη μπορούν να αντιμετωπιστούν με το τύπωμα νέου πληθωριστικού χρήματος, όχι όμως τα εξωτερικά.
Ο αρμόδιος οργανισμός για να απαντήσει στο μεγάλο ερώτημα «ποια είναι η κόκκινη γραμμή που αν αν την περάσει κανείς στο χρέος μπλέκει για τα καλά» είναι το ΔΝΤ. Το Ταμείο θεωρεί ότι για τις ανεπτυγμένες χώρες το όριο που το κάθε εξωτερικό χρέος καθίσταται μη εξυπηρετήσιμο είναι το 85% του ΑΕΠ για τις ανεπτυγμένες οικονομίες και το 70% για τις αναπτυσσόμενες.
Σύμφωνα με τους καθηγητές Κάρμεν Ράινχαρτ και Κένεθ Ρόγκοφ οι μέσοι όροι των ποσοστών τους χρέους τα οποία οδήγησαν σε χρεοκοπίες από το 1970 μέχρι και το 2008 είναι μόλις 69,3%.
Αν αναλογιστεί κανείς ωστόσο ότι συνήθως η συντριπτική πλειοψηφία των χρεοκοπιών αφορούσε τις αναδυόμενες οικονομίες, που σύμφωνα με σχετικές εκθέσεις έχουν μέσο όρο δημοσίου χρέους 48%, συμπεραίνει ότι τα καμπανάκια του κινδύνου θα έπρεπε να χτυπούν νωρίτερα.
«Βεβαίως αν στο ποσοστό 48% του δημοσίου χρέους των αναδυόμενων οικονομιών προστεθεί και το εσωτερικό χρέος των κυβερνήσεων φτάνουμε το 151% και από το ποσοστό αυτό εξαρτώνται τα χρέη των τραπεζών και των χωρών» σημειώνουν οι FT.
Αν όμως η αντιμετώπιση του εσωτερικού χρέους δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με το τύπωμα χρήματος, θα πρέπει να ανησυχεί μέχρι και η Ιαπωνία, η οποία αν και ανεπτυγμένη και παραγωγικότατη, αποτελεί την πλέον υπερχρεωμένη χώρα του κόσμου με χρέος 245% του ΑΕΠ της, το οποίο μάλιστα δεν λέει να υποχωρήσει από το σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων του 1990, σημειώνουν οι FT.