Σε επίπεδο υποδομής, το Taxisnet είναι σχεδόν έτοιμο για τις φορολογικές δηλώσεις 2016, αλλά εκκρεμούν όμως νομοθετικές πρωτοβουλίες αναφορικά με τον επαναπροσδιορισμό του χρονοδιαγράμματος εξόφλησης των φόρων εισοδήματος, τακτοποίηση εκκρεμοτήτων που απορρέουν από το σύμφωνο συμβίωσης και
«ακύρωσης» των τεκμηρίων για ανέργους, φοιτητές ή γενικότερα φορολογουμένους με ελάχιστα εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση ή τόκους λίγων ευρώ, οι οποίοι με βάση τις ισχύουσες διατάξεις κινδυνεύουν με τεράστιους φόρους.
Αντιμέτωποι με τον κίνδυνο να φορολογηθούν για εξωπραγματικά ποσά τεκμαρτών εισοδημάτων με συντελεστή φόρου 26% από το πρώτο ευρώ και με προκαταβολή φόρου 75% θα βρεθούν εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι και περιστασιακά απασχολούμενοι πολίτες αν η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών δεν θέσει σε εφαρμογή και για το φορολογικό έτος 2015 τις ευνοϊκές διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 4330/2015 με τις οποίες προβλεπόταν ότι τα τεκμαρτά εισοδήματα αυτών των περιπτώσεων φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών και όχι των ελευθέρων επαγγελματιών. Αν δεν αλλάξει τίποτα στην ισχύουσα νομοθεσία, οι εν λόγω φορολογούμενοι θα υπερφορολογηθούν, καθώς τα φορολογητέα εισοδήματά τους θα προσδιοριστούν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης, επειδή τα δηλωθέντα εισοδήματά τους είναι πολύ χαμηλά.
Σε κάθε τέτοια περίπτωση, το άθροισμα δηλωθέντος εισοδήματος και προστιθέμενης διαφοράς τεκμηρίων θα θεωρηθεί από τις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, που θα εκκαθαρίσουν τη φορολογική δήλωση, ως “εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα”, οπότε θα φορολογηθεί με 26% από το πρώτο ευρώ.
Στην συνέχεια επί του υπέρογκου φόρου που θα προκύψει με βάση τον συντελεστή 26% θα υπολογιστεί επιπλέον και προκαταβολή φόρου εισοδήματος με συντελεστή αυξημένο από το 55% στο 75%. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 4330/2015 εξάλειψαν πέρυσι αυτόν τον κίνδυνο καθώς προέβλεπαν ότι: α) Όταν το ετήσιο δηλωθέν εισόδημα των φορολογουμένων δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ και εφόσον δεν ασκείται επιχειρηματική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται η υποβολή δήλωση έναρξης εργασιών ή εφόσον δεν ασκείται ατομική αγροτική δραστηριότητα, τότε το δηλωθέν εισόδημα και η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών – συνταξιούχων, στην οποία ισχύει αφορολόγητο όριο 9.545 ευρώ. β) Εάν το δηλωθέν εισόδημα της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ, το υπερβάλλον ποσό φορολογείται με την κλίμακα της επιχειρηματικής δραστηριότητας, δηλαδή με 26%. Ουσιαστικά με τις διατάξεις αυτές χορηγήθηκαν πέρυσι φορολογικές ελαφρύνσεις σε περιστασιακά και ευκαιριακά απασχολούμενους, (σε ανέργους, νοικοκυρές, φοιτητές, συμμετέχοντες σε προγράμματα εργασιακής εμπειρίας κ.λπ.).
Οι πολίτες αυτοί συνήθως δεν αποκτούν εισοδήματα πάνω από 6.000 ευρώ το χρόνο από τις περιστασιακές τους απασχολήσεις αλλά επειδή τα τεκμήρια τούς προσδιόριζαν πολύ μεγαλύτερα εισοδήματα κινδύνευαν – αν δεν εφαρμοζόταν οι διατάξεις αυτές – να πληρώσουν υπέρογκους φόρους υπολογισμένους με συντελεστή 26% τόσο επί του δηλωθέντος εισοδήματος όσο και επί των πολύ μεγάλων ποσών της διαφοράς μεταξύ του χαμηλού δηλωθέντος εισοδήματός τους και του υψηλού τεκμαρτού εισοδήματος.
Επιπλέον θα καλούνταν να καταβάλουν και προκαταβολή φόρου εισοδήματος υπολογισμένη τότε με συντελεστή 55% επί του υπέρογκου φόρου που θα προέκυπτε με τον συντελεστή 26%! Ο κίνδυνος αυτός επανέρχεται, λοιπόν, φέτος και μάλιστα η υπερφορολόγηση θα είναι ακόμη μεγαλύτερη καθώς στις φετινές φορολογικές δηλώσεις η προκαταβολή φόρου θα υπολογιστεί με συντελεστή αυξημένο από το 55% στο 75%. Μόνο εφόσον η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών καταθέσει στη Βουλή νομοθετική ρύθμιση με την οποία θα προβλέπεται ότι οι παραπάνω ευνοϊκές ρυθμίσεις θα ισχύσουν και για το φορολογικό έτος 2015, οι περιστασιακά και ευκαιριακά απασχολούμενοι θα γλιτώσουν από αυτόν τον κίνδυνο υπερφορολόγησης. Στο θέμα της εξόφλησης των φόρων, ο Τρύφων Αλεξιάδης έχει προαναγγείλει αλλαγές στις δόσεις (αντί για πρώτη δόση τον Ιούλιο εξετάζεται πρώτη δόση τον Μάιο και ενδεχόμενη αύξηση του αριθμού τους) ώστε να γίνει καλύτερη κατανομή των φορολογικών υποχρεώσεων κατά τη διάρκεια του έτους.