Τους λόγους που ο δείκτης οικονομικού κλίματος διόρθωσε ελαφρώς το μετεκλογικό δίμηνο Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου 2019, μετά το υψηλό 11,8 ετών του Αυγούστου (του πρώτου μήνα μετά τις εκλογές του Ιουλίου) αναλύει στο εβδομαδιαίο δελτίο της “7 Ημέρες Οικονομία” η Eurobank.
Ειδικότερα, όπως σημειώνει, ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα, ένα μέτρο των εκτιμήσεων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων για την τρέχουσα και τη μελλοντική οικονομική τους κατάσταση, έπειτα από το υψηλό 11,8 ετών (108,5 μονάδες δείκτη) του Αυγούστου 2019 -τον πρώτο μήνα μετά τις εθνικές εκλογές του Ιουλίου 2019- κινήθηκε πτωτικά για 2ο συνεχή μήνα τον Οκτώβριο 2019. Διαμορφώθηκε στις 106,7 από τις 107,2 μονάδες δείκτη τον Σεπτέμβριο 2019.
Σύμφωνα με τη Eurobank, η μείωση του δείκτη οικονομικού κλίματος στο μετεκλογικό δίμηνο Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου 2019 έχει τα χαρακτηριστικά ελαφράς διόρθωσης. Παρ’ όλα αυτά, η τιμή του Οκτωβρίου 2019 αποτελεί την 3η υψηλότερη παρατήρηση από τον Μάρτιο 2008. Σημειώνεται ότι οι προβλέψεις των επίσημων φορέων (π.χ. Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Κυβέρνηση, κ.α.) για επιτάχυνση του πραγματικού ρυθμού μεγέθυνσης στην Ελλάδα το 2020 (είτε οριακή είτε υψηλή) σχετίζονται με τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος.
Στους επί μέρους δείκτες εμπιστοσύνης που συνθέτουν τον δείκτη οικονομικού κλίματος τα αποτελέσματα είχαν ως εξής τον Οκτώβριο 2019: στο λιανικό εμπόριο καταγράφηκε η υψηλότερη μηνιαία πτώση (-6,6 μονάδες δείκτη) και ακολούθησαν οι υπηρεσίες (-4,8 μονάδες δείκτη) και οι καταναλωτές (-1,6 μονάδες δείκτη). Στην αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκαν οι δείκτες εμπιστοσύνης στη βιομηχανία (+0,9 μονάδες δείκτη) και τις κατασκευές (+5,8 μονάδες δείκτη).
Παρά τη μηνιαία πτώση που καταγράφηκε τον Οκτώβριο 2019, οι δείκτες εμπιστοσύνης στο λιανικό εμπόριο, τις υπηρεσίες και τους καταναλωτές ακολουθούν ανοδική πορεία από τις αρχές του 2019. Στον κλάδο της βιομηχανίας η βελτίωση είναι σχετικά μικρότερη, ενώ στις κατασκευές, κατά μέσο όρο, σημειώνεται στασιμότητα.
Από τους 5 προαναφερθέντες δείκτες εμπιστοσύνης αυτός που ξεχωρίζει με την επίδοσή του, σύμφωνα με τη Eurobank, είναι ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτή. Από τις -71,8 μονάδες δείκτη τον Μάρτιο 2017 ανήλθε στις -8,4 μονάδες δείκτη τον Οκτώβριο 2019. Η ενίσχυση του δείκτη εμπιστοσύνης καταναλωτή ερμηνεύεται σε έναν βαθμό από την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, με την τελευταία να εξηγείται κυρίως από την άνοδο της απασχόλησης. Η περίοδος ενίσχυσης του δείκτη εμπιστοσύνης καταναλωτή συμπίπτει με την περίοδο συνεχούς αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Ωστόσο, εκτός από την επίδραση του διαθέσιμου εισοδήματος, εξίσου σημαντικός παράγοντας ήταν η αναμενόμενη εκλογική αναμέτρηση του Ιούλιου 2019. Στην περίπτωση της Ελλάδας (και όχι μόνο) ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτή κινείται στην πλειονότητα των περιπτώσεων ανοδικά κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και στη συνέχεια καθοδικά. Τα τελευταία 35 χρόνια έχουν διεξαχθεί συνολικά 15 εκλογικές αναμετρήσεις (2/6/1985, … , 7/8/2019 σε επίπεδο εθνικών εκλογών) και πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, η τιμή που λάμβανε ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτή τον μήνα των εκλογών ήταν υψηλότερη από την αντίστοιχη τιμή 3 και 6 μήνες πριν, δηλαδή καθ’ οδόν προς τις εκλογές καταγραφόταν βελτίωση. Το ακριβώς αντίθετο συνέβαινε στη μετεκλογική περίοδο με τον δείκτη εμπιστοσύνης καταναλωτή να παρουσιάζει χειροτέρευση.
Οι προαναφερθείσες μεταβολές ερμηνεύονται σε έναν βαθμό από την θεωρία των πολιτικών κύκλων (βλέπε Alesina A., Cohen G. D. και Roubini N., 1997, “Political Cycles and the Macroeconomy”, The MIT Press). Ανορθολογικές επιλογές υπό την πίεση του πολιτικού κόστους και μυωπικές προσδοκίες από την πλευρά των καταναλωτών δύναται να οδηγήσουν στα παραπάνω αποτελέσματα.
Στην περίπτωση των πρόσφατων εθνικών εκλογών, όπως αναφέρει η Eurobank, ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτή ενισχύθηκε σωρευτικά κατά 10,7 μονάδες δείκτη την περίοδο Απριλίου-Ιουλίου 2019. Στους 3 πρώτους μήνες μετά τη διεξαγωγή των εκλογών είναι αυξημένος κατά 11,8 μονάδες δείκτη, με τη συγκεκριμένη τιμή να είναι η υψηλότερη που έχει καταγραφεί στο δείγμα των εκλογικών αναμετρήσεων που εξετάζονται. Επιπρόσθετα, οι εκλογές του Ιουλίου 2019 μαζί με αυτές του Οκτωβρίου 1993, Ιανουαρίου 2015 και Σεπτεμβρίου 2015, αποτελούν περιπτώσεις αύξησης του δείκτη εμπιστοσύνης καταναλωτή 3 μήνες μετά τη διεξαγωγή των εκλογών (στις περισσότερες περιπτώσεις καταγράφεται πτώση ή στασιμότητα). Μένει να αποδειχτεί αν το παραπάνω ποιοτικό χαρακτηριστικό διατηρηθεί και στο 6μηνο. Η εμπειρία των προηγούμενων εκλογικών αναμετρήσεων δείχνει προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Εν τω μεταξύ, όπως τονίζει η Eurobank, σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού (ΚΠ), για την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2019, τα καθαρά έσοδα παρουσίασαν υπέρβαση έναντι του στόχου (που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2019) κατά €1.595 εκατ. σε τροποποιημένη ταμειακή βάση. Από την πλευρά των δαπανών καταγράφηκε συγκράτηση έναντι του στόχου κατά €1.723 εκατ. Ως εκ τούτου, το πρωτογενές αποτέλεσμα και το ισοζύγιο ΚΠ ήταν υψηλότερα σε σχέση με τον στόχο κατά €3.007 και €3.318 εκατ. αντίστοιχα.
Πιο συγκεκριμένα για την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2019, τα καθαρά έσοδα ΚΠ διαμορφώθηκαν σε €38.526 εκατ., παρουσιάζοντας υπέρβαση έναντι του στόχου κατά €1.595 εκατ., σε τροποποιημένη ταμειακή βάση.
Η εν λόγω επίδοση οφείλεται: α) στο γεγονός ότι εντός του 2019 εισπράχθηκε ποσό €1.119 εκατ., το οποίο αφορά στο τίμημα (εκτός ΦΠΑ) της επέκτασης της σύμβασης παραχώρησης του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών και αρχικά είχε προϋπολογιστεί να εισπραχθεί τον Δεκέμβριο του 2018 (τα εν λόγω έσοδα δεν επηρεάζουν το δημοσιονομικό αποτέλεσμα βάσει προγράμματος), β) στα αυξημένα έσοδα από ΦΠΑ λοιπών προϊόντων και υπηρεσιών κατά €644 εκατ., εκ των οποίων ποσό €272 εκατ. αφορά σε ΦΠΑ της προαναφερθείσας επέκτασης της σύμβασης παραχώρησης του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών και γ) στην είσπραξη ποσού €644 εκατ. από τα ANFAs τον Μάιο του 2019, ποσό το οποίο δεν είχε προβλεφθεί στον Προϋπολογισμό του 2019.
Ωστόσο, τα έσοδα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) εμφανίστηκαν μειωμένα κατά €793 εκατ. (στα €1.574 εκατ.), γεγονός που βάσει του Υπουργείου Οικονομικών, οφείλεται σε γραφειοκρατικές καθυστερήσεις κατά τη διάρκεια της εκλογικής περιόδου και των επόμενων εβδομάδων. Τέλος, επισημαίνεται ότι ο φόρος εισοδήματος βρέθηκε κοντά στον στόχο και διαμορφώθηκε στα €11.519 εκατ.
Από την πλευρά των δαπανών, καταγράφηκε συγκράτηση έναντι του στόχου της τάξης των €1.723 εκατ. (τροποποιημένη ταμειακή βάση, €38.644 εκατ. σε σύγκριση με τον στόχο των €40.367 εκατ.). Η διαφορά αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο: α) στις μειωμένες πληρωμές για τόκους σε σχέση με τον στόχο κατά €306 εκατ., β) στην υποεκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) κατά €542 εκατ. και γ) στις μικρότερες έναντι του στόχου, πληρωμές οπλικών συστημάτων κατά €232 εκατ.
Βάσει των παραπάνω στοιχείων, σημειώνει η Eurobank, το πρωτογενές αποτέλεσμα για την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2019 διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα ύψους €4.474 εκατ., έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα €1.467 εκατ. (ήτοι υψηλότερο €3.007 εκατ.) και πρωτογενούς πλεονάσματος €2.523 εκατ. σε σχέση με το αντίστοιχο αποτέλεσμα για την ίδια περίοδο το 2018. Τέλος, το ισοζύγιο ΚΠ παρουσίασε έλλειμμα ύψους €119 εκατ. έναντι στόχου για έλλειμμα €3.437 εκατ. (ήτοι χαμηλότερο έλλειμμα κατά €3.318 εκατ.) και έναντι ελλείμματος €1.458 εκατ. για το αντίστοιχο διάστημα του 2018.