Οι λειτουργικές συνθήκες στον τομέα της μεταποίησης στην Ελλάδα βελτιώθηκαν για 22ο συνεχή μήνα τον Μάρτιο 2019, όπως διαπιστώνει η Eurobank, στην ανάλυσή της υπό τον τίτλο “7 ημέρες οικονομία”, μετά τα στοιχεία του δείκτη PMI μεταποίησης της IHS Markit.
Αναλυτικά, ο δείκτης PMI μεταποίησης ενισχύθηκε στις 54,7 μονάδες δείκτη (ΜΔ) τον Μάρτιο 2019, τιμή η οποία αντιστοιχεί σε υψηλό 12 μηνών.
Σε όρους τριμήνου, διαμορφώθηκε στις 54,2 ΜΔ (βλέπε Σχήμα 1Α), ενισχυμένος σε σύγκριση με το 4ο τρίμηνο 2018, ωστόσο μικρότερος σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη θετική συσχέτιση που υπάρχει ανάμεσα στις παρατηρήσεις του δείκτη PMI μεταποίησης και του πραγματικού ετήσιου ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης, η αύξηση του δείκτη PMI μεταποίησης στην Ελλάδα το 1ο τρίμηνο 2019 δύναται να θεωρηθεί ως ένα θετικό σημάδι για τη συνεισφορά του εν λόγω τομέα στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα.
Παρά ταύτα, αναμένουμε και τη δημοσίευση των στοιχείων του δείκτη παραγωγής στη μεταποίηση (ΕΛΣΤΑΤ) έτσι ώστε να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την επίδοση του συγκεκριμένου κλάδου το 1ο τρίμηνο 2019.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ο δείκτης παραγωγής στη μεταποίηση αυξήθηκε σε ετήσια και σε μηνιαία βάση κατά 0,1% και 1,1% αντίστοιχα τον Ιανουάριο 2019.
Ο δείκτης όγκου στο λιανικό εμπόριο κινήθηκε καθοδικά τον Ιανουάριο 2019. Η ετήσια μεταβολή του εν λόγω δείκτη διαμορφώθηκε στο -2,4% (από -0,1% τον Δεκέμβριο 2018) και η αντίστοιχη μηνιαία στο -1,8% (από -1,0%).
Ο δείκτης όγκου στο λιανικό εμπόριο κινήθηκε καθοδικά τον Ιανουάριο 2019. Η ετήσια μεταβολή του εν λόγω δείκτη διαμορφώθηκε στο -2,4% (από -0,1% τον Δεκέμβριο 2018) και η αντίστοιχη μηνιαία στο -1,8% (από -1,0%).
Αρνητικά ήταν τα πρώτα στοιχεία για την πορεία του λιανικού εμπορίου μέσα στο 2019.
Παρά την υψηλή αύξηση του δείκτη εμπιστοσύνης στο λιανικό εμπόριο τον Ιανουάριο 2019 (στοιχεία ΙΟΒΕ), ο αντίστοιχος δείκτης όγκου πωλήσεων (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ), δηλαδή η αξία των πωλήσεων σε σταθερές τιμές, σημείωσε ετήσια πτώση της τάξης του -2,4% τον Ιανουάριο 2019 από -0,1% τον Δεκέμβριο 2018.
Παρά την υψηλή αύξηση του δείκτη εμπιστοσύνης στο λιανικό εμπόριο τον Ιανουάριο 2019 (στοιχεία ΙΟΒΕ), ο αντίστοιχος δείκτης όγκου πωλήσεων (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ), δηλαδή η αξία των πωλήσεων σε σταθερές τιμές, σημείωσε ετήσια πτώση της τάξης του -2,4% τον Ιανουάριο 2019 από -0,1% τον Δεκέμβριο 2018.
Στις επί μέρους κατηγορίες καταστημάτων, οι υψηλότερες ετήσιες μειώσεις καταγράφηκαν στα πολυκαταστήματα (-9,6%), στα φαρμακευτικά και καλλυντικά (-8,0%) και στην ένδυση και υπόδηση (-6,8%).
Ακολούθησαν οι κατηγορίες των τροφίμων, ποτών και καπνού (-3,3%) και των καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων (-1,8%).
Η μηνιαία μεταβολή του δείκτη όγκου λιανικού εμπορίου διαμορφώθηκε στο αρνητικό έδαφος του -1,8% τον Ιανουάριο 2019 από -1,0% τον προηγούμενο μήνα.
Η μηνιαία μεταβολή του δείκτη όγκου λιανικού εμπορίου διαμορφώθηκε στο αρνητικό έδαφος του -1,8% τον Ιανουάριο 2019 από -1,0% τον προηγούμενο μήνα.
Πρωταγωνιστές στην καταγραφή του προαναφερθέντος αποτελέσματος ήταν οι κατηγορίες των καταστημάτων τροφίμων, ποτών και καπνού (-6,7%), των πολυκαταστημάτων (-5,8%), της ένδυσης και υπόδησης (-4,2%) και των καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων (-4,0%).
Τα εν λόγω στοιχεία εγείρουν ερωτηματικά για την πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης το 1ο τρίμηνο 2019.
Σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού (ΚΠ), για την περίοδο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2019, τα καθαρά έσοδα παρουσίασαν υπέρβαση έναντι του στόχου (Προϋπολογισμός 2019) κατά €344 εκατ. σε τροποποιημένη ταμειακή βάση.
Από την πλευρά των δαπανών καταγράφηκε συγκράτηση έναντι του στόχου κατά €566 εκατ.
Ως εκ τούτου, το πρωτογενές αποτέλεσμα και το ισοζύγιο ΚΠ σημείωσαν υπέρβαση σε σχέση με τον στόχο κατά €1.018 και €911 εκατ. αντίστοιχα.
Τα εν λόγω στοιχεία εγείρουν ερωτηματικά για την πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης το 1ο τρίμηνο 2019.
Σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού (ΚΠ), για την περίοδο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2019, τα καθαρά έσοδα παρουσίασαν υπέρβαση έναντι του στόχου (Προϋπολογισμός 2019) κατά €344 εκατ. σε τροποποιημένη ταμειακή βάση.
Από την πλευρά των δαπανών καταγράφηκε συγκράτηση έναντι του στόχου κατά €566 εκατ.
Ως εκ τούτου, το πρωτογενές αποτέλεσμα και το ισοζύγιο ΚΠ σημείωσαν υπέρβαση σε σχέση με τον στόχο κατά €1.018 και €911 εκατ. αντίστοιχα.
Πιο συγκεκριμένα το πρώτο δίμηνο του 2019, τα καθαρά έσοδα ΚΠ διαμορφώθηκαν σε €7.833 εκατ., παρουσιάζοντας υπέρβαση έναντι του στόχου κατά €344 εκατ., σε τροποποιημένη ταμειακή βάση.
Η εν λόγω επίδοση οφείλεται κυρίως στη θετική απόκλιση που εμφάνισαν σε σχέση με τον στόχο τα έσοδα από φόρους και συγκεκριμένα από τον ΦΠΑ (ήτοι κατά +€141 εκατ.) καθώς και τα έσοδα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), ήτοι κατά +€100 εκατ.
Επισημαίνεται ότι συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2018 τα καθαρά έσοδα εμφανίστηκαν σημαντικά μειωμένα κατά €1.085 εκατ.
Από την πλευρά των δαπανών, καταγράφηκε συγκράτηση έναντι του στόχου της τάξης των €566 εκατ. (τροποποιημένη ταμειακή βάση, €8.968 εκατ. σε σύγκριση με τον στόχο των €9.534 εκατ.).
Από την πλευρά των δαπανών, καταγράφηκε συγκράτηση έναντι του στόχου της τάξης των €566 εκατ. (τροποποιημένη ταμειακή βάση, €8.968 εκατ. σε σύγκριση με τον στόχο των €9.534 εκατ.).
Σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών, η εν λόγω διαφορά οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι είχε προβλεφθεί πίστωση ύψους €982 εκατ. προκειμένου να υπάρχει η δυνατότητα πληρωμής, κατά το έτος 2019, των εφάπαξ χρηματικών ποσών του νόμου 4575/2018 σε περίπτωση μη ολοκλήρωσης των πληρωμών εντός του 2018 (εμφανίζεται στις πιστώσεις υπό κατανομή).
Ωστόσο οι πληρωμές που υλοποιήθηκαν τελικά ανήλθαν σε €324 εκατ. (εμφανίζονται στη στήλη της πραγματοποίησης στη γραμμή «Παροχές σε εργαζόμενους»).
Οι δαπάνες του ΠΔΕ παρουσίασαν υστέρηση έναντι του στόχου κατά €110 εκατ. και διαμορφώθηκαν σε €270 εκατ.
Οι δαπάνες του ΠΔΕ παρουσίασαν υστέρηση έναντι του στόχου κατά €110 εκατ. και διαμορφώθηκαν σε €270 εκατ.
Τέλος, επισημαίνεται ότι συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2018 οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού εμφανίστηκαν αυξημένες κατά €1.575 εκατ., γεγονός που οφείλεται κυρίως στις σημαντικά αυξημένες πληρωμές για τόκους κατά €789 εκατ. (ήτοι στα €1.958 εκατ. το πρώτο δίμηνο του 2019 από €1.169 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο του 2018), στις προαναφερθείσες πληρωμές των εφάπαξ χρηματικών ποσών του νόμου 4575/2018 ύψους €324 εκατ., καθώς και στις αυξημένες μεταβιβάσεις κατά €267.
Βάσει των παραπάνω στοιχείων, το πρωτογενές αποτέλεσμα για την περίοδο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2019 διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα ύψους €822 εκατ., έναντι στόχου για πρωτογενές έλλειμμα €196 εκατ. (ήτοι υψηλότερο κατά €1.018 εκατ.), πλην όμως σημαντικά χαμηλότερο κατά €1.873 εκατ. σε σχέση με το αντίστοιχο αποτέλεσμα για την ίδια περίοδο το 2018.
Τέλος, το ισοζύγιο ΚΠ παρουσίασε έλλειμμα ύψους €1.136εκατ. έναντι στόχου για έλλειμμα €2.046 εκατ. (ήτοι χαμηλότερο έλλειμμα κατά €911εκατ.) και έναντι πλεονάσματος €1.526 εκατ. για το αντίστοιχο διάστημα του 2018.