Xρήστος Μπόκας
Ρεκόρ δέσμευσης εγκληματικού προϊόντος που ανήλθε σε 255.368.389 ευρώ πέτυχε η Αρχή για την Καταπολέμηση του «μαύρου» χρήματος το 2015, με την συντριπτική πλειοψηφία των χρημάτων να προέρχονται από υποθέσεις φοροδιαφυγής.
Εκτός αυτών, από τα στοιχεία προκύπτει πως η Αρχή είχε στείλει ήδη από το 2014 στο ΣΔΟΕ 3.566 φακέλους «σχεδόν βέβαιες υποθέσεις φοροδιαφυγής» όπως ο ίδιος αναφέρει, με την αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη να ανέρχεται σε 5,1 δις ευρώ! Επισημαίνει δε το όφελος για τα δημόσια ταμεία που θα είχε η «ανταπόκριση των φορολογικών αρχών στις υποχρεώσεις τους».
Σύμφωνα με την έκθεση πεπραγμένων της προηγούμενης χρονιάς που διαβιβάστηκε στην Βουλή η Αρχή για το 2015 ανέλαβε 5.530 υποθέσεις εκ των οποίων ολοκλήρωσε τον έλεγχο σε 4.608. Στον εισαγγελέα εστάλησαν οι 402 ενώ παράλληλα εκδόθηκαν 403 διατάξεις για την δέσμευση των 255,3 εκατ. ευρώ.
Από το παραπάνω ποσό τα 253.930.541 ευρώ προέρχονται από υποθέσεις φοροδιαφυγής, 24.628 από υποθέσεις διακίνησης ναρκωτικών ενώ 1.413.220 ευρώ από άλλες υποθέσεις.
Να σημειωθεί ότι το 2014 το συνολικό δεσμευθέν ποσό ανήλθε στα 160,9 εκατ. ευρώ εκ των οποίων από τη φοροδιαφυγή μόλις τα 48,4 εκατ. ευρώ!
Ειδικά για την φοροδιαφυγή το 2015 εστάλησαν στον εισαγγελέα 398 υποθέσεις. Όπως δε αναφέρει στην έκθεση ο πρόεδρος της Αρχής και αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γιώργος Παντελής, το δεσμευθέν ποσό «αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο νούμερο εγκληματικού προϊόντος που εντοπίστηκε και δεσμεύτηκε από την Αρχή από τη σύστασή της εως σήμερα» ενώ πιστώνει την επιτυχία στην «αποτελεσματικότητα» και την «αξιοπιστία» του προσωπικού της Αρχής.
Αναφορικά δε με το μείζον πρόβλημα της φοροδιαφυγής αλλά και το εντυπωσιακό ύψος των δεσμευθέντων ποσών επισημαίνει ότι «ο εν λόγω αριθμός (σ.σ. 253,9 εκατ. ευρω) είναι διπλής όψεως, αποκαλύπτοντας μεν το εκτεταμένο εύρος της φοροδιαφυγής στη χώρα μας αλλά την ίδια στιγμή και τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την αντιμετώπισή της, και συγκεκριμένα το μέγεθος της επικουρίας της Αρχής στον εθνικό φοροεισπρακτικό μηχανισμό και τη συστράτευση με τη βασική εθνική επιταγή για την τακτοποίηση των δημόσιων οικονομικών».
Επίσης, η Αρχή διαβίβασε στην Βουλή και τα πεπραγμένα της για το 2014.
Σε εκείνη την χρονιά η Αρχή ανέλαβε 6.288 υποθέσεις, ολοκλήρωσε τον έλεγχο σε 5.564 και έστειλε στον εισαγγελέα 117.
Συνολικά, δέσμευσε ποσά 160.937.720 ευρώ εκ των οποίων:
– 48.468.088 ευρώ από φοροδιαφυγή
– 109.927.074 από άλλα αδικήματα που επιφέρουν ποινή στέρησης ελευθερίας ανω των 6 μηνών
– 2.200.313 ευρώ από εγκληματική οργάνωση
– 77.245 ευρώ από ναρκωτικά
– 80.000 απάτη με υπολογιστή
– 185.000 δωροδοκία αλλοδαπού δημόσιου λειτουργού
Από τις 117 που εστάλησαν στον εισαγγελέα οι 98 αφορούν υποθέσεις φοροδιαφυγής.
«Μαύρο» χρήμα 5,1 δισ. ευρώ
Εντυπωσιακά στοιχεία έχει ο πίνακας με την αδήλωτη φορολογητέα ύλη. Σύμφωνα με την έκθεση σε τραπεζικές καταθέσεις 3.566 προσώπων εντοπίστηκαν 6.080.646.124 ευρώ αλλά και εμβάσματα ύψους 167.455.213 ευρώ. Τα ίδια πρόσωπα όμως δήλωσαν στην εφορία μόλις 948.915.522 ευρώ. Σύμφωνα λοιπόν με την ενημέρωση της Αρχής προς τις αρμόδιες φορολογικές υπηρεσίες τα ποσά που δεν έχουν φορολογηθεί ανέρχονται σε… 5.131.730.602 ευρώ!
Όπως δε αναφέρεται από τον τότε πρόεδρο της αρχής Παναγιώτη Νικολούδη «η Μονάδα μας διαβίβασε στο ΣΔΟΕ και τις ΔΟΥ 3.566 πλήρως επεξεργασμένες πληροφορίες για ισάριθμες, σχεδόν βέβαιες, περιπτώσεις φοροδιαφυγής, στις οποίες προκύπτει καθαρά συνολικό ποσό προς φορολόγηση ύψους πέντε δισεκατομμυρίων εκατόν τριάντα ενός εκατομμυρίων επτακοσίων τριάντα χιλιάδων και εξακοσίων δύο ευρώ» για να προσθέσει με νόημα «Εύκολα γίνεται αντιληπτό πόσο μεγάλη σημασία θα είχε για την οικονομία της χώρας, η ύπαρξη δυνατότητας των αρμόδιων φοροελεγκτικών και φοροεισπρακτικών μηχανισμών ν’ ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να αξιοποιήσουν τις πληροφορίες, που τους διαβιβάζουμε».
Επισημαίνει μάλιστα ότι η Αρχή έχει στην διάθεσή της ακόμη 25.000 ανάλογες πληροφορίες προς επεξεργασία ενώ τονίζει πως «θεωρούμε κατεπείγουσα την ανάγκη για αναδιάρθρωση του φοροελεγκτικού και φοροεισπρακτικού μηχανισμού, δηλαδή των Δ.Ο.Υ και του Σ.Δ.Ο.Ε, ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται στη ροή πληροφοριών που τους παρέχονται από την Αρχή και να τις αξιοποιούν. Προς την ίδια κατεύθυνση θα βοηθούσε σημαντικά η παροχή στο ΣΔΟΕ της αρμοδιότητας και της βεβαίωσης φόρων, σε αντίθεση με τα νυν ισχύοντα, όπου το ΣΔΟΕ μπορεί να κάνει ελέγχους και να διαπιστώνει φοροδιαφυγή αλλά στη συνέχεια παραπέμπει στις Δ.Ο.Υ για τη βεβαίωση των φόρων».