Οι ελληνικές δημόσιες επιχειρήσεις (ΔΕΚΟ) ανταποκρίθηκαν με επιτυχία στις προκλήσεις της πανδημίας, αντιδρώντας γρήγορα και θετικά, εξασφαλίζοντας την επιχειρηματική συνέχεια και την εκπλήρωση της αποστολής τους σε ένα πρωτόγνωρο περιβάλλον.
Αυτή ήταν η κοινή διαπίστωση των ομιλητών στη συζήτηση με θέμα «Αναμόρφωση των δημοσίων επιχειρήσεων με αντίληψη καινοτομίας, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της βιώσιμης ανάπτυξης», στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Στη συζήτηση, που συντόνισε η διευθύνουσα σύμβουλος της ΕΕΣΥΠ (υπερταμείο) Ράνια Αικατερινάρη, συμμετείχαν οι επικεφαλής, της ΔΕΗ Γ. Στάσσης, της ΕΥΔΑΠ Χ. Σαχίνης, του ΟΑΣΑ Ν. Αθανασόπουλος και της ΕΤΑΔ Στ. Βλαστός.
Στην εισαγωγική ομιλία της, η κ. Αικατερινάρη ανέφερε ότι «είμαστε έτοιμοι για το μέλλον. Πολλοί νομίζουν ότι οι επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα υστερούν στην οργάνωση και την υλοποίηση μεγάλων έργων με συναίνεση, αλλά η πανδημία έγινε η αφορμή για να αποδειχθεί ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε και στα δύσκολα». Πρόσθεσε δε, πως «τώρα πρέπει να κάνουμε τα επόμενα βήματα όπως πρέπει, με σχεδιασμό, όραμα, υλοποίηση των προγραμμάτων που διαθέτουν οι εταιρείες που ανήκουν στο χαρτοφυλάκιο της ΕΕΣΥΠ».
Παράλληλα, είπε ότι «η πανδημία δοκίμασε τις αντοχές όλων μας και μας έκανε να αναθεωρήσουμε πολλά πράγματα που έως σήμερα τα θεωρούσαμε δεδομένα. Αυτό αφορά και στην εικόνα που είχαμε για τις ΔΕΚΟ. Στον δημόσιο τομέα, αντέξαμε και συνεχίσαμε να παρέχουμε υπηρεσίες προς τους πολίτες κατά τη διάρκεια του lock down, αναδεικνύοντας πόσο σημαντικό είναι να έχουμε λειτουργικές και ετοιμοπόλεμες δημόσιες επιχειρήσεις, που εξασφαλίζουν την επιχειρησιακή συνέχεια ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες και να κρατούν τη χώρα σε λειτουργία ως προς βασικές υποδομές και υπηρεσίες. Τώρα πρέπει να συνεχίσουμε με το σχέδιο του μετασχηματισμού, που στοχεύει στην ενίσχυση της παραγωγικότητας, στην καλύτερη κατάρτιση των εργαζομένων και ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων, αλλά και στη μετάβαση σε μια ψηφιακή εποχή με υψηλής ποιότητας υπηρεσίες. Ο μετασχηματισμός δεν είναι ποτέ εύκολος. Απαιτεί στρατηγικό όραμα, σκληρή δουλειά και δύσκολες αποφάσεις σε πολλά επίπεδα. Επίσης, απαιτεί διαβούλευση για το τι θέλουμε και πως προχωράμε».
Η κ. Αικατερινάρη ανέφερε ότι «πάνω απ’ όλα απαιτούνται επενδύσεις και πρόσβαση σε χρηματοδότηση, είτε για να καλυφθούν ανάγκες αναδιάρθρωσης είτε για να γίνουν παραγωγικές επενδύσεις. Μιλάμε σήμερα για την ανάγκη ιδιωτικών επενδύσεων, αλλά πλέον και δημοσίων επενδύσεων. Μεταξύ όμως αυτών, υπάρχουν και οι επενδύσεις των δημοσίων επιχειρήσεων, όπως και οι Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα και αυτό είναι μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χάσουμε, γιατί στις δημόσιες επιχειρήσεις έχουμε φτιάξει στοχευμένα επενδυτικά πλάνα για την τριετία και θεωρώ ότι θα μπορέσουμε να τα χρηματοδοτήσουμε και προφανώς να τα ωριμάσουμε. Περαιτέρω ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες όπως το Ταμείο Εγγυοδοσίας ή το Ταμείο Ανάκαμψης θα μας δώσουν επιπλέον εργαλεία και χαμηλότερο κόστος».
Ειδικά για τον ΟΑΣΑ, η διευθύνουσα σύμβουλος του υπερταμείου τόνισε: «Η αύξηση του πληθυσμού των μεγάλων πόλεων είναι μια παγκόσμια τάση, που προκαλεί ευκαιρίες και προκλήσεις. Στον αστικό ιστό αντιμετωπίζει κανείς προκλήσεις, όπως η πρόσβαση όλων των πολιτών στις υπηρεσίες μετακίνησης με όρους ποιότητας. Με βάση αυτήν την απαίτηση, πώς πρέπει να οργανωθεί η θεσμική σχέση μίας δημόσιας επιχείρησης μεταφορών με το κράτος προκειμένου ένας τέτοιος οργανισμός να είναι οικονομικά βιώσιμος, αλλά και ταυτόχρονα να είναι σε θέση να αυξήσει την προστιθέμενη αξία στην οικονομία, στο αστικό περιβάλλον και στην κοινωνία γενικότερα; Αυτό βάζει στην εξίσωση πολλές παραμέτρους που συνδέονται άρρηκτα και με το σχεδιασμό του συγκοινωνιακού έργου και την επιλογή των μέσων για να το εξυπηρετήσουν».
Από την πλευρά τους, οι συμμετέχοντες μετέφεραν τα σχέδια και τις προτεραιότητες των εταιρειών τους στο σύνθετο σημερινό περιβάλλον που παρουσιάζει πολλές προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες.
Εκ μέρους του ΟΑΣΑ, ο Ν. Αθανασόπουλος έκανε λόγο για το disruption που έχει υποστεί ο κλάδος των συγκοινωνιών και μεταφορών λόγω της αλματώδους τεχνολογικής προόδου, αλλά και των στόχων της αειφορίας. Αναφέρθηκε, επίσης, στις νέες τεχνολογικές εφαρμογές και τους τρόπους με τους οποίους οι τεχνολογίες γενικότερα μπορούν να διαφοροποιήσουν το μεταφορικό έργο του ΟΑΣΑ, με σημαντικές θετικές επιπτώσεις στις παρεχόμενες προς τους πολίτες υπηρεσίες.
Σχετικά με την ΕΤΑΔ, που είναι ο φορέας ο οποίος στοχεύει να γίνει ο εθνικός φορέας αξιοποίησης της ανεκμετάλλευτης δημόσιας περιουσίας δημιουργώντας προστιθέμενη αξία και έσοδα για το Δημόσιο, η κ. Αικατερινάρη τόνισε ότι με τη μεταβίβαση στην ΕΤΑΔ ενός μεγάλου μέρους της ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, για πρώτη φορά υπάρχει φορέας ο οποίος έχει στην κυριότητά του έναν τόσο μεγάλο αριθμό περιουσιακών στοιχείων. Εξήγησε, επίσης, ότι η δημόσια ακίνητη περιουσία αναγνωρίζεται διεθνώς ως ένα αναξιοποίητο «χρυσωρυχείο», κυρίως διότι διαχρονικά δεν υπήρχε ενιαίος τρόπος διαχείρισής της. «Τόσο στην Ελλάδα, αλλά και σε χώρες του εξωτερικού, η δημόσια ιδιοκτησία εκφραζόταν κατακερματισμένα μέσα από διαφορετικούς φορείς και οργανισμούς. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα καταρχήν μόνο ένα μέρος της να είναι σαφώς καταγεγραμμένο. ‘Αρα να ξέρουμε τι έχουμε. Τι ανήκει στο κράτος και τι μπορεί να αξιοποιηθεί. Αυτό ισχύει και για την περίπτωσή μας», είπε.
Ο Στ. Βλαστός από την ΕΤΑΔ, τόνισε ότι υπάρχει αδρανής περιουσία, η οποία θα μπορούσε να κινητοποιηθεί προκειμένου να συνεισφέρει στην οικονομική ανάπτυξη και ότι με τη μεταβίβαση στην ΕΤΑΔ ενός μεγάλου μέρους της ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, για πρώτη φορά υπάρχει φορέας ο οποίος έχει στην κυριότητά του έναν τόσο μεγάλο αριθμό περιουσιακών στοιχείων. Στη συνέχεια, ανέλυσε τα βασικά στοιχεία της στρατηγικής αξιοποίησης αυτής της περιουσίας και τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να βοηθήσει η τεχνολογία για να αποτυπωθεί και να αξιοποιηθεί καλύτερα και με διαφάνεια αυτή η περιουσία.
Αναφερόμενη στην ΕΥΔΑΠ, η κ. Αικατερινάρη είπε ότι η επιχείρηση προσεγγίζει τη χρήση των υδάτινων πόρων, αλλά και την επεξεργασία των λυμάτων με μια ενιαία στρατηγική αειφορίας ώστε να αποδοθούν πίσω στο περιβάλλον καθαρά. Η εταιρεία μπορεί, επίσης, να συμβάλει σημαντικά και στον περιορισμό των ρύπων και του αποτυπώματος άνθρακα. Και στην περίπτωση των εταιρειών ύδρευσης, η τεχνολογία εμφανίζεται απαραίτητη προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο που σχετίζονται με την διαχείριση του φυσικού πόρου. Ενδεικτικά, ο IWA (International Water Association) έχει ξεκινήσει το πρόγραμμα του «ψηφιακού νερού» (digital water), το οποίο μεταξύ άλλων έχει ως στόχο να εντοπίσει τις τεχνολογίες εκείνες που θα επιτρέψουν τον μετασχηματισμό των εταιρειών ύδατος προς ένα διαφορετικό μοντέλο.
Ενώ, ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ, Χ. Σαχίνης, αναφέρθηκε αναλυτικά στις αντίστοιχες πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει η επιχείρηση. Η ΕΥΔΑΠ, είπε ο κ. Σαχίνης, έχει την τεχνογνωσία αλλά και το σχέδιο για να διαμορφώσει μια εταιρεία που θα αξιοποιεί τη νέα τεχνολογία, εκπληρώνοντας την αποστολή της που είναι η παροχή καθαρού νερού στους καταναλωτές, αλλά και η «επιστροφή» καθαρού νερού στη φύση. «Είμαστε εταιρεία βιώσιμης ανάπτυξης και στόχος μας είναι να αξιοποιήσουμε περισσότερο την τεχνολογία προς όφελος των καταναλωτών, του περιβάλλοντος, του κοινωνικού συνόλου», κατέληξε.
Τέλος, αναφερόμενη στη ΔΕΗ, η κ. Αικατερινάρη παρατήρησε ότι η πιο παλιά και μεγάλη δημόσια επιχείρηση, σήμερα καλείται να αλλάξει γρήγορα και με μεγάλες ανατροπές στο παραδοσιακό της μοντέλο που στηριζόταν στις παραδοσιακές μορφές ενέργειας. «Σήμερα, τόσο η περιβαλλοντική ευαισθησία των πολιτών όσο και οι ευρωπαϊκές πολιτικές επιβάλλουν να απαλλαγούμε από αυτές σταδιακά», πρόσθεσε.
Εκ μέρους της ΔΕΗ, ο Γ. Στάσσης ανέπτυξε το ολοκληρωμένο πλάνο που θέτει σε εφαρμογή η επιχείρηση για να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα τις μεγάλες κατηγορίες προκλήσεων αλλά και τις νέες ευκαιρίες. Αναφέρθηκε, επίσης, στις εναλλακτικές μορφές ενέργειας που θα στηρίξουν την ενεργειακή επάρκεια της χώρας στο μέλλον, μετά τον λιγνίτη.