Οι τεχνοκράτες της ευρωζώνης θα ακούσουν για πρώτη φορά τον νέο πρόεδρο του ΣΟΕ, Μιχάλη Αργυρού, που θα εκπροσωπήσει τη χώρα, να δίνει τις βασικές κατευθύνσεις οικονομικής πολιτικής της νέας κυβέρνησης.
Κατά την τοποθέτησή του θεωρείται πιθανό να ανακινήσει και το θέμα της μερικής αποπληρωμής του ΔΝΤ που είχε ξεκινήσει από την προηγούμενη κυβέρνηση και «πάγωσε» λόγω των εκλογών, αλλά και της δημοσιονομικής τρύπας που διαπίστωναν για τότε οι θεσμοί για το 2019.
Από τότε, βέβαια, έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι και τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγκάστηκε να αναθεωρήσει την έκθεσή της για την τρίτη αξιολόγηση μετά τις πρώτες επαφές με τη νέα κυβέρνηση και την επανεξέταση των δημοσιονομικών στοιχείων.
Το θέμα της πρόωρης αποπληρωμής των 3,8 δισ. από τα 8,9 δισ. που χρωστά η Ελλάδα στο ΔΝΤ θα συζητηθεί και στο άτυπο Eurogroup της Φινλανδίας, όπου επίσης η Ελλάδα θα είναι ένα από τα θέματα της ατζέντας. Εκεί ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, στην πρεμιέρα του στη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης θα έχει και αυτός την ευκαιρία να εξηγήσει την οικονομική πολιτική της νέας ελληνικής κυβέρνησης για το 2020 αλλά και τα χρόνια που θα ακολουθήσουν, ειδικά στα θέματα της μείωσης της φορολογικής επιβάρυνσης, της επιτάχυνσης επενδύσεων και πρόωρης προώθησης των μεταρρυθμίσεων που θα βελτιώνουν το επιχειρηματικό περιβάλλον και τη λειτουργία του Δημοσίου.
Στο θέμα αυτό τόσο οι υπουργοί Οικονομικών όσο και οι εκπρόσωποι των θεσμών, που θα είναι παρόντες, θα θέσουν τη συνέχεια της ενισχυμένης εποπτείας που έχει ως συνέπεια την τέταρτη αξιολόγηση. Είναι δεδομένο ότι η σύνοδος των υπουργών Οικονομικών θα ανοίξει το δρόμο για την επόμενη αξιολόγηση της οικονομίας, η οποία θα ακολουθήσει την «περπατημένη».
Με άλλα λόγια, σε πρώτη φάση θα φτάσουν στην Ελλάδα από τις 16 Σεπτεμβρίου τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών και στη συνέχεια, από τις 23 Σεπτεμβρίου, θα ξεκινήσει η ουσιαστική αξιολόγηση, που θα έχει πολλές πρωτοτυπίες. Τόσο ο επικεφαλής της ομάδας της Ε.Ε. Ντέκλαν Κοστέλο όσο και ο επικεφαλής της ομάδας του ESM αν έρθουν στην Ελλάδα θα είναι για να προετοιμάσουν τους αντικαταστάτες αφού και οι δύο αποχωρούν από τις αξιολογήσεις για την Ελλάδα.
Η 4η αξιολόγηση θα έχει τρία βασικά κεφάλαια στα οποία θα εξεταστεί η Ελλάδα.
Το πρώτο είναι ο προϋπολογισμός του 2020, ο οποίος θα αποτελέσει το βαρόμετρο της οικονομικής πολιτικής της νέας κυβέρνησης. Ο επόμενος προϋπολογισμός, εκτός από τα μέτρα ελάφρυνσης, θα πρέπει να επιτυγχάνει για άλλη μια χρονιά πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Επίσης θα πρέπει να κερδίζει και το στοίχημα της ανάπτυξης. Θα πρέπει δηλαδή να έχει στόχο ρυθμό ανάπτυξης σίγουρα υψηλότερο από το 2,1% του ΑΕΠ που προβλέπουν για την Ελλάδα οι διεθνείς οργανισμοί.
Το δεύτερο πολύ σημαντικό κεφάλαιο θα είναι οι μεταρρυθμίσεις που έχουν αναληφθεί από το τέλος του τρίτου προγράμματος αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη. Μία από τις μεγαλύτερες θα είναι η αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων και η στήριξη των εμπορικών τραπεζών.
Η κυβέρνηση θα έχει μπροστά της να προχωρήσει και να υλοποιήσει το στρατηγικό σχέδιο για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων, που έχει εκπονήσει το ΤΧΣ, ώστε να μειωθούν με μια κίνηση τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κατά 20-25 δισ. ευρώ.
Επίσης θα πρέπει να επεξεργαστούν και να εφαρμόσουν από την 1/1/2020 ένα συνολικά καινούργιο νομοθετικό πλαίσιο για το οικογενειακό πτωχευτικό δίκαιο που θα αντικαταστήσει τον ημιτελή «νέο νόμο Κατσέλη». Παράλληλα βέβαια θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν και τις περίπου 100.000 αιτήσεις του παλιού νόμου Κατσέλη που εκκρεμούν στα δικαστήρια.
Στις μεταρρυθμίσεις που έχουν μείνει ημιτελείς περιλαμβάνονται:
– Η προσαρμογή των αντικειμενικών τιμών στις εμπορικές.
– Ο μηδενισμός των ληξιπρόθεσμών οφειλών του Δημοσίου στους ιδιώτες.
– Η ολοκλήρωση των αλλαγών που έχουν ξεκινήσει από το 2017 στο Δημόσιο και δεν έχουν ολοκληρωθεί.
– Η διάσωση της ΔΕΗ και η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας.
– Η περαιτέρω απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών.
– Η προώθηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων. Στο θέμα αυτό έχει δοθεί ήδη μεγάλη έμφαση με την προώθηση της εμβληματικής επένδυσης του Ελληνικού, αλλά και αυτές του ΔΑΑ «Ελευθέριος Βενιζέλος», της ΔΕΠΑ και των ΕΛ.ΠΕ., αλλά όλα θα κριθούν από το αποτέλεσμα και όχι από τις προθέσεις.