Την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην ύφεση το 2015 (-1,4% του ΑΕΠ), μετά από μία περίοδο υψηλής αβεβαιότητας που κορυφώθηκε με το κλείσιμο των τραπεζών και την εισαγωγή των περιορισμών κεφαλαίων, επισημαίνει η οικονομική έκθεση της Επιτροπής για την Ελλάδα, που έχει τίτλο «H αβεβαιότητα ανατρέπει την ανάκαμψη της οικονομίας».
Η Επιτροπή έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα στις Βρυξέλλες τις “φθινοπωρινές προβλέψεις” της για τις οικονομίες των χωρών της ΕΕ την περίοδο 2015-2017.
Στις προβλέψεις της για την ελληνική οικονομία, η Επιτροπή προβλέπει ότι οι αρνητικές επιπτώσεις από το κλίμα αβεβαιότητας που δημιουργήθηκε το 2015 θα διαρκέσουν και το 2016, καθώς η οικονομική ύφεση θα διαμορφωθεί στο 1,3% του ΑΕΠ. Προβλέπει, ωστόσο, ότι η εφαρμογή του νέου προγράμματος, θα ανακτήσει την εμπιστοσύνη και τις επενδύσεις στην ελληνική οικονομία, επαναφέροντάς την σε ρυθμούς ανάπτυξης το 2017 και στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος κάτω από το όριο του 3% του ΑΕΠ.
Ειδικότερα, η έκθεση της Επιτροπής τονίζει ότι η ελληνική οικονομία είχε θετική πορεία το 2014, ωστόσο η ανεπιτυχής ολοκλήρωση του δεύτερου προγράμματος, το δημοψήφισμα του περασμένου Ιουλίου, το κλείσιμο των τραπεζών και οι περιορισμοί κεφαλαίων αύξησαν την αβεβαιότητα και επιδείνωσαν την προοπτική της ανάπτυξης. Παρά την αβεβαιότητα, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1% το πρώτο εξάμηνο του 2015. Αυτό το μη αναμενόμενο αποτέλεσμα οφείλεται στο ότι οι καταναλωτικές δαπάνες αυξήθηκαν υπό το φόβο ότι θα χαθούν οι καταθέσεις. Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 1,4% του ΑΕΠ το 2015.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αναμένεται εντός του 2016 που θα στηριχτεί από την ανάκτηση της εμπιστοσύνης, τη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που αναμένεται στο τέλος του 2015 και την επιστροφή των επενδύσεων, αλλά και των ιδιωτικοποιήσεων. Παρόλα αυτά, η οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 1,3% του ΑΕΠ το 2016 λόγω των αρνητικών επιδράσεων του 2015. Το 2017 η ανάπτυξη θα επιταχυνθεί και θα φτάσει το 2,7% του ΑΕΠ, καθώς η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα ενισχύσει τη ζήτηση.
Εξάλλου, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η πτωτική τάση της ανεργίας (μετά την κορυφωσή της το 2013) θα ανακοπεί το 2015 (25,7%) και το 2016 (25,8%) και θα ξαναρχίσει να μειώνεται σταδιακά από το 2017 (24,4%) και μετά.
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι θετική επίδραση στην ανάπτυξη θα μπορούσε να προέλθει από το δημόσιο τομέα και τη διευθέτηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, καθώς και με την πλήρη απορρόφηση των πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία μέχρι το τέλος του χρόνου. Αντιθέτως, μια αποτυχία στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, εντός του συμφωνημένου χρονοδιαγράμματος, ή η ελλιπής εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του προγράμματος θα υπονόμευαν τις προοπτικές της ανάπτυξης.
Εξάλλου, η Επιτροπή τονίζει ότι η παρατεταμένη αβεβαιότητα είχε αρνητική επίδραση στα δημόσια οικονομικά το πρώτο εξάμηνο του 2015, ειδικότερα στα έσοδα που οδήγησαν σε αναθεώρηση των δημοσιονομικών στόχων. Τα δημοσιονομικά μέτρα που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος, τα οποία άρχισαν να εφαρμόζονται ήδη από τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2015 αναμένεται να οδηγήσουν σε βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης κατά 1% του ΑΕΠ το δεύτερο εξάμηνο του 2015 και σταδιακά έως 4% του ΑΕΠ έως το 2017.
Καταλήγοντας, η έκθεση της Επιτροπής επισημαίνει ότι το δημόσιο χρέος αναμένεται να κορυφωθεί το 2016 (199,7% του ΑΕΠ) και να φτάσει το 2017 στο 195,6% του ΑΕΠ με πτωτική πορεία.