Την αξιολόγηση της επί της ελληνικής πρότασης για νέο πακέτο διάσωσης από τον ESM έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Κομισιόν, μία ημέρα μετά τη δημοσιοποίηση της επικαιροποιημένης έκθεσης του ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος.
Συγκεκριμένα, μία ημέρα αφότου το ΔΝΤ δημοσίευσε την τελευταία του αξιολόγηση για την Ελλάδα αναφέροντας ότι η χώρα θα μπορούσε να απαιτήσει εκτεταμένη ελάφρυνση του χρέους επί τον πλείστον από τους πιστωτές της στην Ευρωζώνη.
Η αξιολόγηση της Επιτροπής κάνει λόγο για αναδιαμόρφωση του χρέους- αλλά όχι για διαγραφή του– και υπό την προϋπόθεση περίπτωση η Ελλάδα να υλοποιήσει τα μεταρρυθμιστικά μέτρα που απαιτούν οι πιστωτές.
Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, που συντάχθηκε σε συνεργασία με την ΕΚΤ στις 10 Ιουλίου, η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έχει επιδεινωθεί σημαντικά σε σχέση με την έκθεση του Απριλίου του 2014, όταν εκτιμάτο ότι θα ανέλθει στο 125% του ΑΕΠ το 2020 και 112% μέχρι το 2022.
Με βάση τις νέες εκτιμήσεις της Επιτροπής, ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να ανέλθει στο 165% το 2020, στο 150% το 2022 και στο 111% το 2030 με βάση το κυρίαρχο σενάριο. Στο αντίξοο σενάριο, οι προβλέψεις κάνουν λόγο για 187% το 2020, 176% το 2022 και 142% το 2030.
Σημειώνεται πάντως ότι το ΔΝΤ κάνει λόγο για “εκτόξευση” του χρέους ακόμα και στο 200% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, ο υψηλός λόγος χρέους προς ΑΕΠ και οι υψηλές χρηματοδοτικές ανάγκες προκαλούν σοβαρές ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Οι ανησυχίες μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω ενός μεγάλης κλίμακας αξιόπιστου προγράμματος μεταρρυθμίσεων, πολύ ισχυρή ιδιοκτησία των ελληνικών αρχών σε ένα τέτοιο πρόγραμμα και, μετά την αποκατάσταση των δανειακών συμβάσεων, μέτρα περιορισμού του χρέους που θα πρέπει να δοθούν μόνο όταν εκπληρωθούν οι δεσμεύσεις μεταρρυθμίσεων από τις ελληνικές αρχές.
Μία σημαντική αναμόρφωση (reprofiling), μέσω μιας μεγάλης επέκτασης των ωριμάνσεων σε παλιά και νέα δάνεια, η μείωση των επιτοκίων και η χρηματοδότηση με επιτόκια που παραπέμπουν σε αξιολόγηση ΑΑΑ θα διασκεδάσουν αυτές τις ανησυχίες από πλευράς χρηματοδοτικών απαιτήσεων, αν και αφήνουν την Ελλάδα με πολύ υψηλό δείκτη χρέους προς ΑΕΠ για μεγάλη χρονική περίοδο.
Η Κομισιόν προβλέπει πλέον βαθιά ύφεση το 2015, μεταξύ 2% και 4%, έναντι προβλέψεων για οριακή ανάπτυξη 0,5% φέτος. Προβλέπει επίσης πτώση του ΑΕΠ και το 2016, μεταξύ 0,5% και 1,75% με την ανάπτυξη να επιστρέφει εντός του 2017, υπό την προϋπόθεση ότι θα αποκατασταθεί σύντομα η πολιτική σταθερότητα και υπάρξει σταδιακή ελάφρυνση των διοικητικών μέτρων στον τραπεζικό τομέα (σ.σ. τραπεζική αργία). Η μακροχρόνια ανάπτυξη εκτιμάται στο 1,8% στο βασικό σενάριο και στο 1,5% στο αντίξοο σενάριο.
Πρωτογενές πλεόνασμα
Οι εκτιμήσεις για το πρωτογενές πλεόνασμα έχουν επίσης υποβαθμιστεί. Όπως σημειώνει η έκθεση το δημοσιονομικό πρόγραμμα εκτροχιάστηκε απ’ το β’ εξάμηνο του 2014. Οι πολιτικές αβεβαιότητες και οι πολιτικοί ελιγμοί στο α’ εξάμηνο του 2015 οδήγησαν σε ισχυρή συρρίκνωση της οικονομικής ανάπτυξης και ως εκ τούτου πιο αδύναμα πρωτογενή πλεονάσματα. Επιπρόσθεται η επιβολή των capital controls και η έλλειψη ρευστότητας αναμένεται να πιέσουν περαιτέρω τις προβλέψεις για τους δημοσιονομικούς στόχους. Πλέον αναμένεται πρωτογενές έλλειμμα 0-1% το 2015, τονίζει η Κομισιόν, πλεόνασμα 0,5% – 1% το 2016 και 2-2,25% το 2017, προτού κινηθεί στο 3,5% από το 2018 και μετά.
Αποκρατικοποιήσεις
Τα έσοδα απ’ τις αποκρατικοποιήσεις, σύμφωνα με την Κομισιόν, αναμένεται να είναι μικρότερα. Το βασικό σενάριο αναφέρει ότι μέχρι το 2022 μπορούν να γίνουν αποκρατικοποιήσεις ύψους 10 δισ ευρώ. Στο αντίξοο σενάριο το ποσό υποχωρεί στα 4 δισ ευρώ.
Χρηματοδοτικές ανάγκες τραπεζών
Οι χρηματοδοτικές ανάγκες του τραπεζικού τομέα έχουν αυξηθεί σημαντικά. Η κεφαλαιακή κατάσταση βρίσεκται υπό πίεση λόγω της χειροτέρευσυσης της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων που συνδέονται με την πιο αδύναμη μακροοικονομική εξέλιξη, την πολιτική αβεβαιότητα, την καθυστέρηση στη διαδικασία αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ο σημαντικό αντικτυπο των capital controls στην οικονομική δραστηριότητα αλλά και την κουλτούρα πληρωμών.
Σύμφωνα με την Κομισιόν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα χρειαστεί 25 δισ ευρώ με βάση την προκαταρκτική εκτίμηση (78 δισ ευρώ).