Ασφυκτικά είναι πλέον τα χρονικά περιθώρια για την οριστικοποίηση του σχεδιασμού που αφορά το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς και τη μείωση των «κόκκινων» δανείων στις ελληνικές τράπεζες.
Η κυβέρνηση, αν και δεν έχει πλέον κανένα περιθώριο καθυστέρησης, για ακόμη μια φορά παίζει επικοινωνιακά παιχνίδια με προεκλογικό χρώμα αδιαφορώντας για τη ζημιά που μπορεί να προκαλέσουν.
Ο λόγος για την κατάσταση του τραπεζικού συστήματος, το νέο καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας και της συζήτησης που έχει ανοίξει για το ενδεχόμενο μίας νέας ανακεφαλαιοποίησης, το κόστος της οποίας θα πληρώσουν οι καθημερινοί άνθρωποι.
Στο Μαξίμου πραγματοποιείται σήμερα μια πολύ κρίσιμη σύσκεψη καθώς εκεί θα βρεθούν οι επικεφαλής των τραπεζών προκειμένου να βρουν λύση.
Όλες οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι διαφορές της κυβέρνησης με τις τράπεζες παραμένουν αγεφύρωτες σε ό,τι αφορά το πώς θα προστατεύονται οι πρώτες κατοικίες μετά τις 28 Φεβρουαρίου και το τέλος του νόμου Κατσέλη.
Η κυβέρνηση εξετάζει τη διεύρυνση του πλαισίου προστασίας της πρώτης κατοικίας, κάτι που οι τράπεζες απορρίπτουν καθώς εκτιμούν ότι θα πλήξει την κεφαλαιακή τους επάρκεια και θα ανατρέψει τα σχέδια για τιτλοποιήσεις δανείων.
Τις τελευταίες ημέρες έχουν έρθει πολλά σενάρια στο φως, από τη θέσπιση ορίου προστασίας τις 250 χιλιάδες ευρώ (που πιάνει τους πάντες μιας και το 80% των ακινήτων είναι αξίας έως 100 χιλ. ευρώ), μέχρι και κούρεμα δανείου και μάλιστα χωρίς εισοδηματικά κριτήρια.
Όλες οι πληροφορίες κάνουν λόγο για σφοδρή σύγκρουση δύο γραμμών, με τον Αλέκο Φλαμπουράρη να επιλέγει τη λύση που θα δώσει πόντους στην προεκλογική μάχη και τον Γιάννη Δραγασάκη να προειδοποιεί για τον κίνδυνο να πληγούν οι τράπεζες.
Όπως αναφέρει σε δημοσίευμα του το ΒΗΜΑ, οι «σχέσεις» της κυβέρνησης τόσο με τις τράπεζες όσο και με τους θεσμούς δεν περνούν την καλύτερη φάση τους. Υπάρχει φόβος τόσο εντός των τειχών όσο και εκτός, πως η κυβέρνηση θα κινηθεί μονομερώς στο θέμα του διαδόχου σχήματος του νόμου Κατσέλη.
Κοινώς θα προτάξει το πολιτικό της μέλλον έναντι της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και αδιαφορώντας για τις προειδοποιήσεις θα νομοθετήσει ένα νέο σχήμα προστασίας της πρώτης κατοικίας, το οποίο θα ηχεί θετικά στα αυτιά του πολιτικού της ακροατηρίου στον δρόμο για τις κάλπες.
Ρήξη Δραγασάκη-Φλαμπουράρη
Οι συζητήσεις, για το διάδοχο αυτό σχήμα, ξεκίνησαν μάλλον στο παρά πέντε. Η πρώτη κρούση στους τραπεζίτες από τον Αλέκο Φλαμπουράρη, αρχές Δεκεμβρίου του 2018 και εν όψει της εκπνοής του νόμου Κατσέλη στις 31, έβαζε στο τραπέζι μια πρόταση προστασίας πρώτης κατοικίας έως και 250.000 ευρώ. Απορρίφθηκε από τους τραπεζίτες. Οι θεσμοί, ούτε καν να το ακούσουν.
Παραμονές Πρωτοχρονιάς, 28 Δεκεμβρίου για την ακρίβεια, μαζεύτηκαν οι εκπρόσωποι των τραπεζών στο Μέγαρο Μαξίμου και ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας «έδειξε κατανόηση» στο μέγεθος του προβλήματος των κόκκινων δανείων, όπως ανέφεραν πηγές.
Αφησε να εννοηθεί τότε, ότι η κυβέρνηση προκειμένου να μην προκύψουν νέοι κλυδωνισμοί θα συμβιβαζόταν με ένα όριο σαφώς χαμηλότερο, πιο κοντά στα 100.000 ευρώ που πρότειναν οι τραπεζίτες, παρά στα 250.000 του Φλαμπουράρη.
Δεδομένου ότι ο χρόνος πίεζε, συμφωνήθηκε αρχικά μια παράταση δύο μηνών στον νόμο Κατσέλη με τα ισχύοντα όρια (έως και 280.000 ευρώ) έως τις 28 Φεβρουαρίου.
Μετά από αυτή τη σύσκεψη προέκυψε η δημοσκοπική κατάρρευση λόγω Μακεδονικού και οι δεύτερες σκέψεις αναφορικά με το καθεστώς για την πρώτη κατοικία
Ετσι η κυβέρνηση παίζει πλέον πιο δυνατά το σενάρια να είναι το όριο ακόμη και πάνω από 220 χιλ. ευρώ και να εντάξει στο νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας και τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια μικρομεσαίων με ενέχυρο πρώτες κατοικίες.
Παίζει επικίνδυνα παιχνίδια με τις τράπεζες και με… τη φωτιά επιλέγοντας για άλλη μια φορά τον λαϊκισμό και τη σπίλωση. Καθόλου τυχαία δεν είναι δημοσιεύματα για τις ευθύνες των τραπεζών στην κρίση ή ότι ενώ οι τραπεζίτες είναι ανάλγητοι και θέλουν τα ακίνητα του κόσμου, η κυβέρνηση είναι εδώ για να τους προστατέψει.
Στις προτάσεις που έστειλε τις προηγούμενες ημέρες στις τράπεζες, πληροφορίες αναφέρουν πως προτάσσει σενάρια «κουρέματος» οφειλών με συνοπτικές διαδικασίες κατά την ένταξη των δανειοληπτών στην ηλεκτρονική πλατφόρμα κόντρα στην γραμμή των τραπεζών να υπάρχει προέλεγχος.
Το σχήμα που προτάθηκε από την κυβέρνηση, σύμφωνα με τραπεζική πηγή καλύπτει το 90% των στεγαστικών δανείων. Αν σε όλα αυτά τα δάνεια απλωθεί ένα νέο δίχτυ προστασίας, χωρίς να ξεχωρίζει η ήρα από το σιτάρι των πραγματικά αδυνάμων από τους συστηματικά μπαταχτσήδες, οι τράπεζες μένουν με ένα βουνό κόκκινων δανείων χωρίς εξασφάλιση τα οποία πωλούνται σήμερα με τιμές «2 και 3 ευρώ στα 100».
Όπως λέει το «Βήμα», αν αυτό είναι το τελικό σενάριο, «πάμε στα βράχια» διαμηνύουν τραπεζικές πηγές εκδηλώνοντας ανησυχία και για το χρόνο που θα απαιτηθεί πριν ενεργοποιηθεί το σχήμα ή τα σχήματα δραστικής μείωσης των κόκκινων δανείων.
Σ’ αυτό το σκηνικό εντάσσεται και η ρήξη στις σχέσεις Φλαμπουράρη – Δραγασάκη, αλλά και η αδυναμία της κυβέρνησης να πάρει αποφάσεις που θα βελτιώσουν το κλίμα και δεν θα φέρουν μια ανυπολόγιστη καταστροφή.
Συγκεκριμένα, αν έχουν δίκιο οι τράπεζες τότε μια νέα ανακεφαλαιοποίηση θα είναι αναπόφευκτη, μια νέα τραπεζική κρίση προ των πυλών και τα capital controls θα μείνουν εσαεί.
Τι θα γίνει με τα Capital Controls
Το σενάριο αυτό ανέδειξε η γερμανική εφημερίδα Ηandelsblatt. Και μάλιστα ανέφερε ότι αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για την κυβέρνηση στο δρόμο προς τις εκλογές
Σύμφωνα την Ηandelsblatt ο Αλέξης Τσίπρας καλείται να βρει τη λύση σε ένα δύσκολο και επικίνδυνο δίλημμα. Την άρση των περιορισμών στα capital controls τα οποία επέβαλε η ίδια η πολιτική του, κάτι που ζητούν αρκετές επιχειρήσεις στην Ελλάδα.
«Τα capital controls ήταν η ζώνη ασφαλείας που έσωσε τις ελληνικές τράπεζες από την καταστροφή το καλοκαίρι του 2015. Τη νύχτα 27-28 Ιουνίου, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έκλεισε την κάνουλα των χρημάτων στους Έλληνες. Οι τράπεζες έκλεισαν για τρεις εβδομάδες, στα ΑΤΜ υπήρχαν διαθέσιμα μόνο 60 ευρώ την ημέρα» αναφέρει χαρακτηριστικά η γερμανική εφημερίδα.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα το 2015 ο πρωθυπουργός Τσίπρας και ο υπουργός Οικονομικών του, Γιάνης Βαρουφάκης, αναγκάστηκαν να επιβάλουν περιορισμούς στην ανάληψη χρημάτων καθώς λόγω της καταστροφικής τους πολιτικής οδήγησαν τη χώρα στα πρόθυρα της χρεωκοπίας.
«Φοβούμενοι την επιστροφή στη δραχμή οι Έλληνες πολίτες απέσυραν μαζικά τις καταθέσεις τους», υπογραμμίζει η εφημερίδα. Σύμφωνα με την Ηandelsblatt, καθώς η Ελλάδα ολοκλήρωσε τυπικά τα προγράμματα στήριξης ο Αλέξης Τσίπρας θα μπορούσε να άρει τους περιορισμούς με σκοπό να κερδίσει πόντους κατά την προεκλογική περίοδο. Θα ήταν μια κίνηση που ταιριάζει στο αφήγημά του. Ότι οδήγησε τη χώρα στην κανονικότητα. Ωστόσο οι τράπεζες προειδοποιούν για βιαστικά βήματα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην επανάληψη του 2015.
«Οι μεγάλες συναλλαγές πρέπει να εγκρίνονται κατά περίπτωση από τις τράπεζες και από το Υπουργείο Οικονομικών – μια γραφειοκρατική και χρονοβόρα διαδικασία. Συνεπώς, οι επιχιρήσεις επιθυμούν περαιτέρω χαλάρωση των ελέγχων. Ωστόσο, οι τράπεζες ανησυχούν ότι πολλοί Έλληνες θα μεταφέρουν τα κεφάλαιά τους στο εξωτερικό εάν αρθούν οι περιορισμοί».
Όπως υπενθυμίζει το δημοσίευμα, κατά τη διάρκεια των ετών της κρίσης, οι τράπεζες έχασαν σχεδόν το ήμισυ των καταθέσεων τους. Οι καταθέσεις μειώθηκαν από 237,5 δισ. ευρώ σε μόλις 122,2 δισ. ευρώ από το 2009 έως τα μέσα του 2015. Σήμερα, αυξήθηκαν και πάλι σε 134,5 δισ. ευρώ. Αλλά τραπεζικοί κύκλοι εκτιμούν ότι οι Έλληνες εξακολουθούν έχουν περίπου 28 δισεκατομμύρια ευρώ σε μετρητά σε θυρίδες, λόγω του φόβου για το μέλλον των τραπεζών.
«Στην πραγματικότητα, οι τράπεζες εξακολουθούν να απέχουν από το κανονικό. Ως αποτέλεσμα της οκταετούς ύφεσης, τα πιστωτικά ιδρύματα είναι αντιμέτωπα με με τεράστιους κινδύνους.
Σχεδόν το 47% όλων των χορηγηθέντων δανείων δεν εξυπηρετούνται. Πρόκειται για αξιώσεις σχεδόν 85 δις ευρώ. Από το ποσό αυτό, 27 δισεκατομμύρια είναι στεγαστικά δάνεια} αναφέρει η εφημερίδα και συνεχίζει.
Το σενάριο του Bail – in
«Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης έχει ήδη κρούσει τον κώδωνα του για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες μέρες, ότι οι τράπεζες, οι οποίες έχουν ήδη ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές κατά τα έτη της κρίσης, ενδέχεται να χρειαστούν νέα κεφάλαια.
Από που θα βρεθούν τα χρήματα είναι τελείως ασαφές. Το να πληρώσουν οι μέτοχοι των τραπεζών είναι ένα αμφισβητήσιμο σενάριο.
Οι μετοχές των τραπεζών έχουν ήδη χάσει το 80% της αξίας τους από την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση στο τέλος του 2015.(…) Είναι επίσης απίθανο οι να χορηγήσουν νέες ενισχύσεις στην Ελλάδα οι Ευρωπαίοι εταίροι της.
Στη χειρότερη περίπτωση, θα μπορούσε να γίνει ένα bail – in.
Θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν τα χρήματα όσων διαθέτουν όπως αναφέρει το Liiavitos.gr καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ. Σε ένα τέτοιο σενάριο φρίκης, είναι κατανοητό ότι οι τράπεζες δεν θέλουν να ακούσουν τίποτα για άρση των περιορισμών στα capital controls».