Το κλίμα για την Ελλάδα βελτιώνεται διαρκώς, εξηγεί ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, Μιχάλης Ψαλιδόπουλος στο “ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ”
«Η Ελλάδα δεν αποτελεί πλέον θέμα ανησυχίας και συζήτησης, πέραν της καθιερωμένης, για το Εκτελεστικό Συμβούλιο. Τα μακροοικονομικά της έχουν σταθεροποιηθεί και οι προοπτικές είναι ευοίωνες, ενώ βέβαια προβλήματα παραμένουν, π.χ. η ανεργία είναι υψηλή και το τραπεζικό σύστημα σε αναδιάταξη. Αλλες χώρες είναι πλέον στο επίκεντρο της παγκόσμιας προσοχής, και λόγω της έκθεσης του Ταμείου σε αυτές και λόγω γενικότερων προκλήσεων. Συνεπώς, θα έλεγα ότι το κλίμα βελτιώνεται διαρκώς», σημειώνει στο «ΒΗΜΑ».
Τονίζει πως η ενισχυμένη εποπτεία παραμένει, αλλά και αυτή θα ατονήσει στο μέτρο που θα αποπληρώσουμε κι άλλο μέρος των δανείων μας, βαδίζοντας προς τον μηδενισμό τους. Υποστηρίζει ότι εάν ξεκινήσει μια μεγάλη επένδυση, η οικονομία θα λάβει μεγάλη ώθηση και μια χιονοστιβάδα επενδύσεων ίσως κάνει εφικτό έναν ρυθμό ανάπτυξης της τάξεως του 4%. Για την προοπτική της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων είπε ότι τίποτε δεν είναι απίθανο όταν κάποιος έχει επιχειρήματα και επιμονή στο προφανές.
Σε σχέση με το κλείσιμο του γραφείου του ΔΝΤ στην Ελλάδα τόνισε: «Το κλείσιμο σηματοδοτεί το πέρασμα της ελληνικής οικονομίας από μια (παρατεταμένη) έκτακτη κατάσταση σε μια πιο φυσιολογική. Εξοικονομούνται κάποια λίγα χρήματα και η σχέση μας με το Ταμείο συνεχίζεται σε άλλο επίπεδο. Η ενισχυμένη εποπτεία παραμένει, αλλά και αυτή θα ατονήσει στο μέτρο που θα αποπληρώσουμε κι άλλο μέρος των δανείων μας, βαδίζοντας προς τον μηδενισμό τους. Με το ΔΝΤ όμως δεν θα τελειώσουμε ποτέ. Είμαστε μέλος του από τη γένεσή του και έχουμε δικαιώματα (και υποχρεώσεις) ως χώρα-μέλος σε έναν θεσμό της παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης».
Για τη μείωση των πλεονασμάτων ανέφερε: «Τίποτα δεν είναι απίθανο όταν κάποιος έχει επιχειρήματα και επιμονή στο προφανές. Δυσκολίες θα υπάρξουν. Το συγκεκριμένο ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων έχει ενσωματωθεί στην ανάλυση βιωσιμότητας χρέους του ΕΜΣ, του 2018. Εκεί είχαν ενσωματωθεί και υψηλότερα επιτόκια βέβαια, εκείνα που ίσχυαν τότε, τώρα ως γνωστόν έχουν πέσει. Μια αναθεώρηση της ανάλυσης είναι επίκαιρη. Τα υψηλά πλεονάσματα στερούν δημοσιονομικό χώρο για τις ποικίλες πρωτοβουλίες που πρέπει να πάρει η ελληνική πολιτική ώστε να ενταθεί η ανάπτυξη και να μειωθεί η ανεργία. Τέλος, υπάρχει και το επιχείρημα της διεύρυνσης των περιφερειακών ανισοτήτων στην ΕΕ όταν σε όμορες χώρες ισχύουν άλλες ηπιότερες κλίμακες φορολογίας λόγω του ότι δεν έχουν υποχρέωση υψηλών πλεονασμάτων. Το αντεπιχείρημα ότι η μείωση πρέπει να περάσει από κοινοβούλια και να εξηγηθεί σε βουλευτές εκεί είναι σεβαστό αλλά ασθενές μπροστά στην οικονομική σημασία του αιτήματος. Οι εταίροι πιστεύω ότι θα το κατανοήσουν».
Τέλος, ερωτηθείς για την ανάπτυξη του 4% και πόσο εφικτός είναι ο στόχος σχολίασε: «Οι πρόσφατες εκτιμήσεις για το 2020 είναι για χαμηλότερο ποσοστό. Στη θεωρία της ανάπτυξης είχε διατυπωθεί προ δεκαετιών η θεωρία του “μεγάλου σπρωξίματος” (big push theory) στην οικονομία. Αν ξεκινήσει μια μεγάλη επένδυση, η οικονομία θα λάβει μεγάλη ώθηση και μια χιονοστιβάδα επενδύσεων ίσως κάνει ένα 4% εφικτό».
Πηγη: ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ