Σταθερά πολύ υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης παρέμεινε το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο πλαίσιο της εποπτείας της για το β΄ τρίμηνο της τρέχουσας χρονιάς.
Ειδικότερα τα κόκκινα δάνεια στη χώρα μας ανέρχονται στο 14,84% επί του συνόλου των δανείων, όταν ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη υποχώρησε στο 2,32% (από 2,54% το προηγούμενο τρίμηνο) ποσοστό από που συνιστά το χαμηλότερο επίπεδο από το β΄ τρίμηνο του 2015, όταν για πρώτη φορά η ΕΚΤ έδωσε στη δημοσιότητα για πρώτη φορά τα στατιστικά για τις τράπεζες που βρίσκονται υπό την εποπτεία της. Σε απόλυτα νούμερα, το συνολικό ύψος των δανείων αυτών υποχώρησε στα 422 δισ. ευρώ, από 455 δισ. ευρώ το α΄ τρίμηνο του 2021.
Στον αντίποδα το χαμηλότερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων 0,68% καταγράφηκε στο Λουξεμβούργο, ενώ η δεύτερη χώρα με το υψηλότερο ποσοστό λίγο υψηλότερα από το 8% ήταν η Κύπρος. Στο ενημερωτικό της δελτίο η ΕΚΤ αναφέρει ότι οι διαχειριστής περιουσιακών στοιχείων σημείωσαν το χαμηλότερο μέσο όρο NPLs μόλις 0,22%, ενώ στις μη παραδοσιακές τράπεζες καταγράφηκε το μεγαλύτερο (4,16%).
Τράπεζες
Αναφορικά με την εικόνα των τραπεζών αυτή σημείωσε ελαφρά βελτίωση. Ο μέσος όρος του Δείκτης Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) σημείωσε ήπια άνοδο φθάνοντας στ 15,60%, ενώ ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας διαμορφώθηκε στο 19,41%.
Και σε αυτή την κατηγορία η Ελλάδα παρουσιάζει τη χειρότερη εικόνα, καθώς ο μέσος όρος του CET1 για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες διαμορφώθηκε στο 12,66% ποσοστό που είναι το χαμηλότερο εντός της Ευρωζώνης, με το υψηλότερο επίπεδο να καταγράφεται στην Εσθονία (29,26%).
Επιστροφή ιδίων κεφαλαίων
Αναφορικά με την επιστροφή ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών της Ευρωζώνης, ένας δείκτης που αντανακλά την οικονομική «υγεία» μιας επιχείρησης, ο μέσος όρος υποχώρησε στο 6,92% το β΄ τρίμηνο, από 7,21% το α΄ τρίμηνο του 2021, ενώ σε ετήσια βάση αυξήθηκε οριακά κατά 0,1%.
Σε σχέση με το α΄ τρίμηνο και τα 123 δισ. δολάρια λειτουργικών εσόδων, το β΄ τρίμηνο το συνολικό ποσό διαμορφώθηκε στα 118 δισ. δολάρια, ωστόσο όπως επισημαίνει η ΕΚΤ στο δελτίο της παραμένουν σημαντικά υψηλότερα από τα επίπεδα του 2020.