Γράφει ο Γιώργος Κουτρουμάνης, Πρώην Υπουργός Εργασίας
Πολλές φορές μιλάμε για την ασυνέπεια των πολιτών στις οικονομικές υποχρεώσεις τους.
Για όσους καθυστερούν ή δεν πληρώνουν τους φόρους, τις εισφορές κ.λπ.
Ήταν και είναι ένα μεγάλο πρόβλημα το γεγονός ότι οι συνεπείς σε αυτή τη χώρα, πάντοτε καλούνται να πληρώσουν περισσότερα για να καλυφθεί το έλλειμμα που δημιουργεί η ασυνέπεια ενός μεγάλου μέρους οφειλετών και φοροφυγάδων.
Την ίδια στιγμή, όμως, ξεχνάμε την ασυνέπεια του ίδιου του κράτους στις υποχρεώσεις του.
Και δεν μιλάμε για το Δημόσιο μόνο ως κακό παράδειγμα που ενθαρρύνει με την πρακτική του τους κακοπληρωτές. Μιλάμε κυρίως για τις περιπτώσεις που το Δημόσιο δεν πληρώνει δεδουλευμένα σε εργαζόμενους, οφειλές προς τρίτους, συντάξεις και απαιτεί από όλους αυτούς να πληρώσουν φόρους εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ, τέλη κυκλοφορίας κ.λπ.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα με τους υποψήφιους συνταξιούχους.
Υπήρχαν πάντοτε καθυστερήσεις για ολοκλήρωση των διαδικασιών στην απονομή των συντάξεων και των εφάπαξ βοηθημάτων. Όμως τα τελευταία 2-3 χρόνια το πρόβλημα έχει πάρει δραματικές διαστάσεις. Ο χρόνος αναμονής από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της συνταξιοδοτικής απόφασης έχει σχεδόν διπλασιαστεί και φθάνει σε πολλές περιπτώσεις τα δύο με τρία χρόνια, ανάλογα με το Ταμείο και την περίπτωση. Μεγαλύτερες είναι οι καθυστερήσεις που παρατηρούνται για την απονομή σύνταξης με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης που σε αρκετές περιπτώσεις ξεπερνούν τα τρία χρόνια.
Με δεδομένο ότι το περίπου 60% των εργαζομένων έχουν ασφάλιση σε περισσότερα του ενός Ταμεία, το πρόβλημα είναι μεγάλο για χιλιάδες υποψήφιους συνταξιούχους που παραμένουν χωρίς εισόδημα για χρόνια.
Ήδη στο σύνολο των Ταμείων βρίσκονται σε εκκρεμότητα πάνω από 350.000 αιτήσεις που αφορούν κύριες και επικουρικές συντάξεις και εφάπαξ βοηθήματα. Ειδικά για το εφάπαξ όσοι έχουν αποχωρήσει από 1/9/2013 και μετά, δηλαδή πάνω από δύο χρόνια, κανένας δεν έχει πάρει το εφάπαξ. Η βασική αιτία για το γεγονός αυτό, είναι ότι δεν έχει εκδοθεί ακόμη ο «μαθηματικός τύπος» για τον υπολογισμό που θα πρέπει να εφαρμοστεί από την ίδια ημερομηνία.
Παράλληλα, ενώ από 1/1/2015 θα έπρεπε να εφαρμοστεί ο νέος τρόπος υπολογισμού για τις κύριες συντάξεις με βάση τον νόμο 3863/2010, η σχετική εγκύκλιος δεν εκδόθηκε ποτέ, ενώ η κυβέρνηση που δεν ήθελε να εφαρμόσει τις σχετικές διατάξεις, υποχρεώθηκε να περάσει νέα διάταξη με την οποία ο νέος τρόπος ισχύει πλέον από 1/9/2015 και που ουσιαστικά δεν… εφαρμόζεται, αφού και πάλι η προβλεπόμενη εγκύκλιος δεν έχει εκδοθεί.
Το αποτέλεσμα είναι να μην έχει εκδοθεί καμιά απόφαση συνταξιοδότησης οριστική για όσους έχουν υποβάλει αίτηση μετά την 1/1/2015, ενώ είναι τυχεροί οι λίγοι συνταξιούχοι που έχουν πάρει προσωρινή σύνταξη.
Σε όλα λοιπόν τα γνωστά προβλήματα των Ταμείων, που είναι η μεγάλη μείωση του προσωπικού, η απουσία ολοκληρωμένης μηχανογράφησης και η σημαντική αύξηση του αριθμού των αιτήσεων για συνταξιοδότηση, έρχονται να προστεθούν και οι μεγάλες καθυστερήσεις από την πλευρά των κυβερνητικών παραγόντων, στην έκδοση των κανονιστικών πράξεων για την εφαρμογή των νόμων.
Με τον νόμο 3996/2011 θεσμοθετήθηκε η υποχρέωση των Ταμείων να καταβάλουν προσωρινή σύνταξη το 80% στους δικαιούχους εντός 45 ημερών, όταν υπάρχει ένα ταμείο ασφάλισης και σε δυόμισι το πολύ μήνες, όταν υπάρχει διαδοχική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερα Ταμεία.
Στις αρχές ξεκίνησε φιλόδοξα η εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου και πολλοί υποψήφιοι συνταξιούχοι ανακουφίστηκαν, όταν είδαν να κατατίθεται στους λογαριασμούς τους η πρώτη σύνταξη.
Και ενώ, με δεδομένα τα προβλήματα που προαναφέρθηκαν, θα περιμέναμε σταδιακά η προσωρινή σύνταξη να αποτελεί κανόνα, έχουμε φθάσει στο σημείο να αποτελεί εξαίρεση, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι συνταξιούχοι να περιμένουν μέχρι και τρία χρόνια για να πάρουν την πρώτη τους σύνταξη.
Με όλα αυτά, έχει λοιπόν διαμορφωθεί μια νέα κοινωνική ομάδα, που δηλώνει ως ιδιότητα εκείνη του υποψήφιου συνταξιούχου και την οποία ιδιότητα τη διατηρεί για όλο και μεγαλύτερη χρονική περίοδο.
Τώρα, πώς ζει ένας άνθρωπος αυτά τα χρόνια του υποψήφιου συνταξιούχου, η καρδιά του το ξέρει.
Πώς όμως, αλήθεια, μπορεί να περιμένει η πολιτεία να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους αυτοί οι άνθρωποι και όσοι άλλοι βρίσκονται σε παρόμοιες καταστάσεις, με ευθύνη του ίδιου του κράτους;