«Ο Αλέξης Τσίπρας είναι απόφοιτος Πολυκλαδικού Λυκείου, επιτυχών μέσω Πανελληνίων Εξετάσεων στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ» και, άρα, «κάτι παραπάνω ξέρει από τη δημόσια και δωρεάν παιδεία σε αντίθεση με την ψευδο-ελίτ που ευθύνεται για την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας», έγραφε προ διετίας ένα ελεγχόμενο από την Κουμουνδούρου ιστολόγιο σε ένα μοναδικά «δοξαστικό» κείμενο για τον ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μάλλον εκτίθεται αναδρομικά με την απόφασή του να στείλει τα παιδιά του σε δύο από τα πλέον ακριβά ιδιωτικά εκπαιδευτήρια της Αθήνας.
Με φρασεολογία η οποία παρέπεμπε ευθέως στο ύφος που χρησιμοποιούν μέσα ενημέρωσης που λειτουργούν σε καθεστώτα με έντονο το στοιχείο της προσωπολατρίας του αρχηγού, αναφερόταν ότι «η δημόσια παιδεία υπήρξε ένα “προνόμιο” που δόθηκε απλόχερα στον ίδιο (σ.σ.: τον κ. Τσίπρα) και σε εκατομμύρια Ελλήνων και είναι απόλυτα φυσικό να θέλει να το χαρούν και μέσω αυτού να προκόψουν και οι επόμενες γενιές».
Επαινούνταν, ταυτόχρονα, η απόφαση του τότε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και εν δυνάμει πρωθυπουργού να μη φοιτήσει ούτε ως μαθητής ούτε ως φοιτητής σε εγχώριο ή ξένο ιδιωτικό εκπαιδευτήριο, εκεί «που δεν έχει στο επίκεντρο τον άνθρωπο αλλά τα κέρδη και γαλουχούνται οι θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού που μισούν καθετί δημόσιο, καθετί που ανήκει στον λαό και ως εκ τούτου και τη δημόσια εκπαίδευση, η οποία είναι κατάκτηση».
Δύο χρόνια μετά και με το πρώτο σχολικό κουδούνι να βρίσκει, προχθές Παρασκευή, τη δημόσια εκπαίδευση αποτελματωμένη από την πολλαπλή μνημονιακή επέλαση, το εν λόγω φιλοσυριζαϊκό ιστολόγιο απέφυγε και την παραμικρή αναφορά στη ζοφερή κατάσταση που βιώνει η πολύπαθη παιδεία στην έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς. Από παράλειψη άραγε; Ή μήπως, όπερ και το πιθανότερο, από πρόδηλη αμηχανία επειδή, μαζί με την επισήμανση των χιλιάδων κενών θέσεων στα σχολεία, στην επικαιρότητα κυριαρχούσε η συζήτηση που άναψε γύρω από τη φοίτηση σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια των νεαρών βλαστών της οικογένειας του μέχρι πρότινος πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα;
Σύμφωνα, άλλωστε, με το πρόσφατο κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας ανήκει, πλέον, στους έχοντες υψηλά εισοδήματα, που δικαιολογημένα, κατά τους «συντρόφους» του που συνέταξαν το πρόγραμμα, θα πληρώσουν, για λόγους… «κοινωνικής δικαιοσύνης», τον ΦΠΑ, ο οποίος για πρώτη φορά καθιερώνεται στα ιδιωτικά σχολεία και μάλιστα με τον ανώτατο δυνατό συντελεστή του 23%. Είναι, προφανώς, αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε γονέα -και γιατί όχι και του κ. Τσίπρα;- να αναζητεί την καλύτερη εκπαίδευση για τα παιδιά του, ακόμη κι αν χρειάζεται αυτά να διασχίσουν τη μισή Αθήνα για να μετακινηθούν από την Ανω Κυψέλη, όπου βρίσκεται η οικία του πρωθυπουργικού ζεύγους, στο κέντρο της πρωτεύουσας, όπου εδρεύουν τα κορυφαίας ποιότητας ιδιωτικά εκπαιδευτήρια στα οποία φοιτούν οι γόνοι της αθηναϊκής «high society» (υψηλής κοινωνίας).
Τίθεται, ωστόσο, ζήτημα ηθικής τάξης, κάτι που το «ΘΕΜΑ» είχε επισημάνει και όταν πριν από μερικά χρόνια είχε ανακύψει θέμα με την εγγραφή στο νηπιαγωγείο της Ραφήνας των παιδιών του τότε πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, που αν και ήταν δημόσιο είχε ανακαινιστεί πλήρως για να φοιτήσουν, όταν άλλα δημόσια σχολεία αντιμετώπιζαν τεράστιες ελλείψεις. Στο ρεπορτάζ επισημαινόταν το κατά πόσο μπορεί να αποτελούν εξαίρεση από τον γενικότερο κανόνα οι ασκούντες εξουσία και τα μέλη των οικογενειών τους.
Γι’ αυτό και δικαιολογημένα προκαλεί πολλές συζητήσεις το γεγονός ότι σε μια εποχή κατά την οποία οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες δημιουργούν ισχυρό κύμα επιστροφής στα δημόσια σχολεία, η οικογένεια του τέως πρωθυπουργού, αγνοώντας τη δύναμη του παραδείγματος, έκανε την αντίθετη επιλογή, προτιμώντας την ιδιωτική εκπαίδευση για τα δύο τέκνα της.
Ενα τέτοιο γεγονός δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο όταν έπεται της ισοπεδωτικής επέλασης σε όλο το εύρος της εκπαίδευσης από τον τέως υπουργό Παιδείας Αριστείδη Μπαλτά, ο οποίος θεωρούσε «ρετσινιά» την αριστεία και με αυτή τη λογική προχώρησε στην κατάργηση των εξετάσεων για την εισαγωγή μαθητών στα πρότυπα και πειραματικά σχολεία, με αποτέλεσμα οι γονείς που επιθυμούν να δώσουν μια υψηλότερης στάθμης εκπαίδευση στα παιδιά τους να επαφίενται στην τύχη της κληρωτίδας ή να καταφεύγουν -εφόσον έχουν την οικονομική δυνατότητα- στην ιδιωτική εκπαίδευση.
Επανειλημμένα, εξάλλου, από συνδικαλιστικά και πολιτικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχει κατά το παρελθόν αναδειχτεί και επικριθεί με σφοδρότητα -και ονομαστικά!- το φαινόμενο της φοίτησης σε ιδιωτικά σχολεία γόνων πολιτικών από άλλες παρατάξεις που προβαλλόταν ως δείγμα της απόστασης που χωρίζει τις συγκεκριμένες οικογένειες από «τα παιδιά του ελληνικού λαού (που) δεν έχουν τη δυνατότητα και την οικονομική άνεση να απολαύσουν τέτοιες πολυτέλειες».
Οσοι, μάλιστα, έστελναν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία χαρακτηρίζονταν συλλήβδην «πολέμιοι της δημόσιας δωρεάν παιδείας», που «θεωρούν την εκπαίδευση προνόμιο για λίγους, πεδίο της προετοιμασίας των ελίτ του αύριο, χώρο δημιουργίας των αυριανών διαδρομιστών, εκείνων των κύκλων που θα διαχειριστούν το φθηνό εργατικό δυναμικό».
Πόσο παράταιρα, αλήθεια, ηχούν όλα αυτά στα αυτιά όλων μας μετά το αποκαλυπτικό επτάμηνο της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ; Να το αντιλαμβάνονται, άραγε, και οι ίδιοι, καθώς διεκδικούν εκ νέου την ψήφο μας; Εκτός και αν θεωρούν ότι οι επιλογές της πρωθυπουργικής οικογένειας υπακούουν στη δικαιολογία που προέβαλε ο Λένιν για την προτίμησή του να ταξιδεύει πρώτη θέση. Είχε, κατά το αντίστοιχο ιστορικό ανάλεκτο, ισχυριστεί ότι ο ίδιος μαχόταν για να καταργήσει τις χειρότερες θέσεις έτσι ώστε να μπορούν να ταξιδεύουν όλοι στις καλύτερες.
Οπότε -παραβλέποντας πως ο αρχηγός της Οκτωβριανής Επανάστασης όταν ανέλαβε τα ηνία της Σοβιετικής Ενωσης άρχισε απλώς να ταξιδεύει με το προσωπικό του τρένο- δεν αποκλείεται να μας πουν ότι κατάργησαν τα πρότυπα σχολεία επειδή θέλουν να γίνουν όλα τα σχολεία τόσο καλά και ποιοτικά όσο εκείνα που φοιτούν οι βλαστοί της πρωθυπουργικής οικογένειας.
Σχολή Χιλλ: Σχολείο για παιδιά βασιλιάδων και εφοπλιστών
Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να κόπτεται υπέρ της δημόσιας εκπαίδευσης, όμως ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε για τα παιδιά του τα σχολεία από όπου πέρασαν τα τέκνα της οικογένειας Μητσοτάκη, γνωστών τζακιών της Αθήνας και άλλων αριστοκρατικών γόνων
Ο Αλέξης Τσίπρας, όπως είναι φυσικό για έναν πολιτικό που υπερηφανεύεται για την αριστερή του ιδεολογία, δηλώνει φανατικός υπέρμαχος της δημόσιας εκπαίδευσης, οπότε η αποστροφή του «η παιδεία είναι αδιαπραγμάτευτο δημόσιο αγαθό» ακούγεται απολύτως ταιριαστή και αυτονόητη. Αυτές τις ημέρες και ενώ έχει ήδη γίνει ο αγιασμός για τη νέα σχολική χρονιά, ο ίδιος υπόσχεται ότι θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι του ώστε να αναπληρωθούν οι 25.000 κενές θέσεις διδασκόντων στη δημόσια εκπαίδευση.
Ενόσω όμως η προεκλογική περίοδος και οι συναφείς υποσχέσεις οδεύουν προς την κορύφωσή τους, οι αίθουσες σε πολλά σχολεία της χώρας εξακολουθούν να παραμένουν άδειες από δασκάλους και καθηγητές. Παρ’ όλα αυτά ο ίδιος δεν έχει κανέναν λόγο να ανησυχεί για την εκπαίδευση των δικών του παιδιών. Εκεί όπου θα φοιτήσουν δεν υπάρχουν κενά, οι τάξεις είναι καθαρές, πλήρως εξοπλισμένες, πολυτελείς και ευχάριστες και οι δεξαμενές του σχολικού κτιρίου γεμάτες πετρέλαιο για τον χειμώνα. Τα σχολεία που έχει επιλέξει ο κ. Τσίπρας για τα παιδιά του είναι βεβαίως ιδιωτικά, με δίδακτρα που του κοστίζουν τουλάχιστον 16.000 ευρώ τον χρόνο – ποσό απαγορευτικό για τον οικογενειακό προϋπολογισμό του μέσου Ελληνα. Ο μεγαλύτερος από τους δύο γιους του ξεκίνησε τη μαθητεία του στο νηπιαγωγείο της περιώνυμης Σχολής Χιλλ στην Πλάκα, του παλαιότερου εκπαιδευτικού ιδρύματος στην Ελλάδα, με αδιάλειπτη λειτουργία από το 1831 έως σήμερα. Θεωρείται σχολείο για τα τέκνα της αθηναϊκής ελίτ, για τους λίγους και εκλεκτούς, μιας και προκειμένου να γίνει δεκτό οποιοδήποτε παιδί απαιτείται η έγκριση της σχετικής αίτησης από τη διεύθυνση της σχολής. Οπως είναι ευνόητο και με δεδομένο ότι οι θέσεις των μαθητών είναι αντικειμενικά περιορισμένες και ποτέ δεν φτάνουν για να καλύψουν τη μεγάλη ζήτηση, οι γονείς που κάθε χρόνο υποβάλλουν αιτήσεις εγγραφής ανέρχονται σε εκατοντάδες.Τη Σχολή Χιλλ επιλέγουν συνήθως τα παλιά καλά τζάκια της Αθήνας, γνωστοί επιχειρηματίες, μεγαλοαστικές οικογένειες και επώνυμοι από όλους τους διακεκριμένους κλάδους της ελληνικής κοινωνίας. Εξυπακούεται ότι για τους κύκλους αυτούς κατά κανόνα συνιστά ένα πρόβλημα σχεδόν αμελητέο το γεγονός ότι τα δίδακτρα της σχολής απαιτούν γενναία οικονομική κατάθεση: κυμαίνονται μεταξύ 8.000 και 11.000 ευρώ ανά μαθητή και κατ’ έτος.
Ο αγιασμός και ο ΦΠΑ
Οπως σε όλα τα σχολεία της χώρας, δημόσια και ιδιωτικά, την Παρασκευή στη Σχολή Χιλλ τελέστηκε ο καθιερωμένος αγιασμός για την έναρξη της σχολικής χρονιάς. Οπως πάντα, δηλαδή όπως γίνεται ανελλιπώς τα τελευταία 45 χρόνια, χοροστάτησε ο πατήρ Δημήτριος, ο οποίος, μόλις ολοκλήρωσε την τελετή του αγιασμού, μετέφερε στους παρισταμένους, μαθητές και γονείς, τους χαιρετισμούς και τις ευχές του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου (παρεμπιπτόντως, η κατοικία του ιεράρχη βρίσκεται ακριβώς πίσω από το κτίριο της Σχολής Χιλλ). Ομως, ο πατήρ Δημήτριος δεν περιορίστηκε στα ιερατικά του καθήκοντα, αλλά αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την παρουσία της συζύγου του τέως πρωθυπουργού, κυρίας Μπέτυς Μπαζιάνα, για να τοποθετηθεί επί της ουσίας. Και η ουσία για την ιδιωτική εκπαίδευση είναι η αύξηση του ΦΠΑ στο 23%. «Εδώ είναι ένα ιδιωτικό σχολείο», είπε ο πατέρας Δημήτριος τονίζοντας ότι «τόσο για τα δημόσια όσο και για τα ιδιωτικά, η ηγεσία πρέπει να γνωρίζει ότι από εδώ, από τα σχολεία, βγαίνουν οι αυριανοί ηγέτες».
Το αρχαιότερο σχολείο της Ελλάδας
Με μια ιστορική διαδρομή που αγγίζει τους δύο αιώνες, η Σχολή Χιλλ αποτελεί ορόσημο για την εκπαίδευση στην Ελλάδα – και ίσως ένα φαινόμενο από μόνη της για την ελληνική κοινωνία. Σήμερα, 184 χρόνια μετά την ίδρυσή της, η σχολή αυτοπροσδιορίζεται ως ελληνικό, ιδιωτικό σχολείο, που αποτελείται από νηπιαγωγείο και δημοτικό. Στα ενημερωτικά σημειώματα για το τι καθιστά ιδιαίτερη τη φοίτηση στη Σχολή Χιλλ, υπογραμμίζεται ο χαρακτήρας της: «Ενα δημοκρατικό, ανοιχτό, φιλικό, πειραματικό σχολείο». Απασχολεί 70 συνεργάτες ως εκπαιδευτικό προσωπικό και κάθε μέρα φιλοξενεί στους χώρους της 280 μαθητές, από το προνήπιο έως την έκτη τάξη του δημοτικού. Λειτουργεί πάντα στο ίδιο σημείο, στη συμβολή των οδών Θουκυδίδου και Ναυάρχου Νικοδήμου, από το 1833, από τότε δηλαδή που η Πλάκα ταυτιζόταν μεν λίγο πολύ με την Αθήνα, αλλά δεν είχε καν αναδειχθεί ακόμη σε πρωτεύουσα του νεοϊδρυθέντος ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Στον θυρεό της, πάνω από την ταινία με το ρητό «αιέν αριστεύειν», εικονίζεται ένα ανοιχτό βιβλίο, όπου αναφέρεται με μεγάλα ψηφία το 1831 ως έτος ίδρυσης, ενώ ως στέψη είναι γραμμένες με κεφαλαία γράμματα οι λέξεις «Σχολή Χιλλ». Η πλήρης και επίσημη ονομασία της είναι «Hill Memorial School», προς τιμήν του Αμερικανού ιεραπόστολου Τζον Χιλ. Μαζί με τη σύζυγό του, Φάνι-Φράνσις Μάλιγκαν, είχαν την έμπνευση και πήραν την πρωτοβουλία να δημιουργήσουν έναν εκπαιδευτικό οργανισμό. Προφανώς επρόκειτο για φιλάνθρωπους, ταγμένους σε ένα διαφωτιστικού τύπου ιδεώδες, οι οποίοι με ανιδιοτέλεια, ενίοτε και αυτοθυσία, προσπαθούσαν να προσφέρουν το αγαθό της γνώσης σε μια κοινωνία που αναζητούσε την ταυτότητά της και βρισκόταν στην αρχή μιας σύνθετης διαδικασίας πολιτισμικής μετάλλαξης.
Τα «εκπαιδευτικά καταστήματα του κ. Χίλλου» ήταν κάτι πολύ περισσότερο από σχολεία, καθώς, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ορολογία της εποχής, περιελάμβαναν «σχολείον κορασίδων», «σχολείον απόρων παίδων» και «διδασκαλείον θηλέων». Σε αυτές τις δραστηριότητες το 1835 προστέθηκε η λειτουργία του πρώτου νηπιαγωγείου στην Ελλάδα, ενώ λίγα χρόνια αργότερα δημιουργήθηκε και το οικοτροφείο.
Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον αρχείο της Σχολής Χιλλ, με πάμπολλα ανεκτίμητα κειμήλια από ολόκληρη την ιστορική πορεία του ιδρύματος, σώζεται μια επιστολή που χρονολογείται από το 1882 και είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Τζον Χιλ. Μέσα από αυτό το κείμενο πληροφορείται κανείς ότι ο αιδεσιμότατος που πέθανε εκείνη τη χρονιά σε ηλικία 92 ετών, «θα πρέπει να θεωρείται εξίσου Ελληνας όσο και Αμερικανός». Ο Χιλ είχε έρθει στην Ελλάδα για πρώτη φορά το 1830 και αμέσως ίδρυσε τη σχολή, καταρχάς για παιδιά αμφότερων των φύλων.
Εν συνεχεία, όμως, καθώς ο βασιλιάς Οθωνας αποφάσισε να παράσχει δημόσια παιδεία στα άρρενα ελληνόπουλα, στον Χιλ και τη σύζυγό του ανατέθηκε η εκπαίδευση των κορασίδων. Μολονότι ήταν ιερωμένος της δυτικής Εκκλησίας, ο Τζον Χιλ δεν θέλησε να χρησιμοποιήσει το σχολείο του ως κατηχητικό. Αντιθέτως, ανέθεσε τη διδαχή των Θρησκευτικών, σύμφωνα με το ορθόδοξο δόγμα, σε Ελληνες θεολόγους ή ιερείς. Παρά το πνεύμα ανεξιθρησκείας και σεβασμού στην κυρίαρχη πίστη της ελληνικής κοινωνίας, ο Χιλ δεν κατάφερε να αποφύγει την πολεμική. Το 1842, μια ομάδα σκληροπυρηνικών ξεκίνησε μια εκστρατεία συκοφάντησής του, κατηγορώντας τη σχολή για προπαγάνδα και προσηλυτισμό, κάτι που προκάλεσε μια προσωρινή διακοπή λειτουργίας της. Μάλιστα, τα επεισόδια που έγιναν εναντίον του Χιλ έμειναν στην ιστορία με το όνομά του ως «Χίλλεια».
Για την προσφορά του στην ελληνική παιδεία, ο Τζον Χιλ κλήθηκε πολλές φορές στο παλάτι για να παρασημοφορηθεί από τον βασιλέα, μια τιμή που μονίμως αρνιόταν με τη μέγιστη δυνατή ευγένεια. Προτίμησε να φιλοξενεί και να περιθάλπει στο σπίτι του οποιονδήποτε του ζητούσε βοήθεια, ενώ φυσικά δίδασκε δωρεάν εκατοντάδες κορίτσια κάθε χρόνο. Κατά την αρχική φάση της λειτουργίας της η Σχολή Χιλλ στεγάστηκε σε έναν τουρκικό πύργο, στη συνοικία των Αέρηδων, ενώ από το 1834 μεταφέρθηκε σε ένα νέο κτίριο, ειδικά σχεδιασμένο ως εκπαιδευτήριο και οικοτροφείο, το οποίο κατεδαφίστηκε ύστερα από περίπου έναν αιώνα λειτουργίας, προκειμένου στη θέση του να ανεγερθεί το σύγχρονο σχολείο, αυτό που έως σήμερα αποτελεί την έδρα της Σχολής Χιλλ. Επί της ουσίας, η σχολή παρέμεινε μια οικογενειακή υπόθεση, καθώς η διεύθυνσή της περνούσε από τα χέρια του ενός απογόνου του αιδεσιμότατου Τζον Χιλ στον επόμενο, με αποτέλεσμα ακόμη και σήμερα να διοικείται από μέλη της πέμπτης και έκτης γενιάς της οικογένειας Χιλ. Οι επώνυμοι μαθητές της Σχολής Χιλλ είναι αμέτρητοι, κάποιοι εκ των οποίων υπήρξαν συμμαθητές μιας από τις πιο εμβληματικές μορφές του ελληνικού θεάτρου, της Κατίνας Παξινού.
Στην «Αγκάλη»
Σε απόσταση μόλις μερικών τετραγώνων από τη Σχολή Χιλλ, επί της οδού Στράτωνος στην Πλάκα, βρίσκεται ο ιδιωτικός παιδικός σταθμός «Αγκάλη», ένας από τους πρότυπους -αλλά και πλέον ακριβούς- στην Αθήνα, με δίδακτρα ύψους 7.000 ευρώ τον χρόνο. Από τη φιλόξενη «Αγκάλη» έχουν περάσει εφοπλιστές, η μισή οικογένεια Καραμανλή (του εφοπλιστικού κλάδου) και πλήθος άλλων αριστοκρατικών γόνων. Σε αυτόν τον παιδικό σταθμό, λοιπόν, συνεχίζει για δεύτερη χρονιά ο μικρότερος γιος του κ. Τσίπρα και της κυρίας Μπαζιάνα.
Πιθανόν ως γονείς να διερεύνησαν τις διαθέσιμες δυνατότητες για τη βέλτιστη προπαρασκευή του γιου τους πριν από το νηπιαγωγείο και κατέληξαν στον συγκεκριμένο παιδικό σταθμό. Σε αυτό ίσως να συνέτεινε το γεγονός ότι η οικογένεια Τσίπρα κατοικεί στην Κυψέλη, δηλαδή πλησίον του κέντρου της πρωτεύουσας, σε μια περιοχή όπου οι επιλογές παιδικών σταθμών υψηλών προδιαγραφών, όπως η «Αγκάλη», δεν είναι πολλές.
Και πάλι, όπως ισχύει και για τη Σχολή Χιλλ, τον συγκεκριμένο φορέα επιλέγουν όσοι έχουν ικανοποιητική οικονομική επιφάνεια. Αυτό που κάνει ξεχωριστή και περιζήτητη την «Αγκάλη» είναι η φιλελεύθερη παιδαγωγική και παιδοκεντρική αντίληψη που διαπνέει τη φροντίδα των νηπίων. Σε καθεστώς όπου οποιαδήποτε μορφή καταπίεσης είναι μια έννοια άγνωστη και απαγορευμένη, τα παιδιά ενθαρρύνονται στην ελεύθερη έκφρασή τους, την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον των εκπαιδευτών και των συνομηλίκων τους. Με λίγα λόγια, η «Αγκάλη», βάσει αρχών, δεν λειτουργεί σαν το κλασικό «πάρκινγκ», απλώς για τη διευκόλυνση των γονέων, αλλά ως κέντρο δημιουργικής ανάπτυξης για τα παιδιά που φιλοξενεί, φροντίζοντας να γεμίζει τον χρόνο τους με ποικίλες δραστηριότητες, απολύτως προσαρμοσμένες στην τρυφερή τους ηλικία. Βέβαια, ένας εξ επαγγέλματος πολιτικός όπως ο κ. Τσίπρας, αντί της «Αγκάλης» θα μπορούσε να είχε επιλέξει τον δημόσιο και δωρεάν παιδικό σταθμό της Βουλής. Εκείνος, όμως, προτίμησε τον ακριβό ιδιωτικό. Προφανώς κάτι παραπάνω θα ξέρει.
Τη Σχολή Χιλλ, όπου πάει νηπιαγωγείο ο μεγάλος γιος του Τσίπρα, επιλέγουν συνήθως τα παλιά καλά τζάκια της Αθήνας, γνωστοί επιχειρηματίες και μεγαλοαστικές οικογένειες. Τα δίδακτρα κυμαίνονται μεταξύ 8.000 και 11.000 ευρώ ανά μαθητή κατ’ έτος
Ο μικρότερος γιος του Αλέξη Τσίπρα θα πάει για δεύτερη χρονιά παιδικό σταθμό στην «Αγκάλη». Από εκεί έχουν περάσει εφοπλιστές και πλήθος άλλων αριστοκρατικών γόνων