Τίνα Μανδηλαρά
Η σχετικότητα του χρόνου μπορεί να μην ήταν κάτι που απασχόλησε τον Αϊνστάιν, ωστόσο καίει τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο: θα ήθελε παραπάνω χρόνο για τις διαπραγματεύσεις, αλλά προσδοκά σύντομο χρόνο όσον αφορά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης που αποτελεί για εκείνον ύψιστη προτεραιότητα.
Ωστόσο, σε αυτά τα περιορισμένα χρονικά περιθώρια που ξεπερνούν ακόμα και τα παράδοξα του Ζήνωνα υπάρχει και η παραδοξότητα του χρόνου που διέπει τις κινήσεις των υπόλοιπων μελών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. Γιατί πώς αλήθεια μπορεί κάποιος να προχωράει σε διαπραγματεύσεις επικαλούμενος το εναλλακτικό μεταρρυθμιστικό πλάνο όταν οι υπόλοιποι υπουργοί απλώς αργοπορούν; Εκτός από την ελλειμματική αντίληψη του επείγοντος, οι περισσότεροι υπουργοί δεν δείχνουν να αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα της κατάστασης ή την αναγκαιότητα του συντονισμού για την επίτευξη του τελικού στόχου.
Ολοι μιλούν για νούμερα, για βαρύτερη φορολόγηση, για το Ασφαλιστικό και τα κόκκινα δάνεια, αγνοώντας προφανώς ότι αυτό που επικαλείται ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είναι ένα συνολικότερο πλάνο που θα μεταρρυθμίσει την οικονομία σε βάθος χρόνου. Αυτό είχε στο μυαλό του και όταν ανέλαβε το πόστο αλλά και όταν δέχτηκε να συνεχίσει, ύστερα από παραίνεση του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα, τις διαπραγματεύσεις ως επικεφαλής αμέσως μετά τις εκλογές. Τότε ανάμεσα στις προϋποθέσεις που είχε θέσει είναι να υπάρχει ολική επισκόπηση του κυβερνητικού έργου και συντονισμός των υπουργών αλλά και να κατατίθεται ένα πλήρες report -κατά τα βρετανικά πρότυπα- από τον εκάστοτε υπουργό για το έργο που έχει παραγάγει. Κάτι τέτοιο θα βοηθούσε και τον ίδιο να ενορχηστρώσει μια ολοκληρωμένη στρατηγική διαπραγμάτευσης, που θα συνέβαλε στο να πειστούν οι δανειστές για την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να αλλάξει τις δομές και να έχει θεσμικά καλύτερα αποτελέσματα.
«Ακόμα και το νεοφιλελεύθερο ΔΝΤ θα μπορούσε να μετατοπιστεί αν έβλεπε ότι υπήρχαν συντονισμός, συναρμογή και συνεννόηση ανάμεσα στους υπουργούς και την ομάδα διαπραγμάτευσης», ομολογεί άνθρωπος κοντά στον υπουργείο Οικονομικών. Σε αντίθεση με τη συντονισμένη εικόνα που δίνει πλέον η ομάδα του ΥΠΟΙΚ, το Υπουργικό Συμβούλιο δεν φαίνεται να είναι διόλου σε θέση να καταθέσει ένα οργανωμένο, συλλογικό πλάνο δράσης. Μοναδική μέριμνα είναι τα επικοινωνιακά πυροτεχνήματα, ο συναγωνισμός σε εκφώνηση απερίσκεπτων δηλώσεων και τα τηλεοπτικά πάνελ. Για έναν Ελληνοβρετανό γεννημένο στο ευρωπαϊκό Ρότερνταμ, όμως, όπως ο Τσακαλώτος, είναι φυσικό κάτι τέτοιο να φαντάζει το λιγότερο παράδοξο, καθώς όχι μόνο δεν βοηθάει να συγκροτηθεί πολιτική στρατηγική αλλά εντείνει και το γενικότερο κλίμα παρανόησης. Και αν σε όλα αυτά προσθέσει κανείς τις απονενοημένες κινήσεις του Μαξίμου που παραλίγο να τινάξουν τις διαπραγματεύσεις στον αέρα -δηλώσεις Καμμένου, WikiLeaks, γκάφες και «καουμπόικες» κινήσεις- τότε δεν είναι να απορεί κανείς για το τι πραγματικά μπορεί να επιτύχουν ο Τσακαλώτος με τον Χουλιαράκη στις κλειστές αίθουσες του «Hilton». Μια σειρά από γκάφες που έχουν σημειωθεί τον τελευταίο καιρό, άλλωστε, οδήγησαν πίσω στο Μαξίμου, ως καίριο μεσάζοντα, σύμβουλο και επιλυτή κρίσεων τον Θόδωρο Μιχόπουλο.
Ο πόλεμος από τα παπαγαλάκια του Μαξίμου
Ανέκαθεν ο Τσακαλώτος πίστευε ότι τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς στρατηγική και τακτική και ότι η διαπραγμάτευση δεν συνιστά μόνο χάραξη του οικονομικού πλάνου αλλά συνολικότερη πολιτική.
«Αυτό που πρέπει να δούμε είναι η συνολικότερη εικόνα, το θέμα του Brexit, το Προσφυγικό και η μεταστροφή των σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ», επαναλάμβανε στον Τσίπρα όλο το περασμένο διάστημα. Προτεραιότητα ήταν ασφαλώς η αξιολόγηση, αλλά θεωρούσε πως αυτό δεν μπορεί να γίνει αν δεν αξιοποιηθούν η θετική πλέον υποδοχή του ΣΥΡΙΖΑ από τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές και το πρωτεύον θέμα του Προσφυγικού. Στην προσπάθειά του μάλιστα να μετατοπιστούν όσοι ήταν εχθρικά διακείμενοι προς την Ελλάδα σε επίπεδο ΔΝΤ, έκανε πολλή δουλειά με τις πρεσβείες των αντίστοιχων χωρών στην Ελλάδα με σειρά συναντήσεων.
Γι’ αυτό και στην πορεία παρατήρησε ότι στρατηγικά οι χώρες αυτές είχαν μετατοπιστεί από το «στάδιο της αδιαφορίας σε αυτό της θετικής εκτίμησης και τώρα δεν είναι αδιάφορες». Δεδομένης μάλιστα της κρισιμότητας του Προσφυγικού, ο υπουργός Οικονομικών πόνταρε πολιτικά και στο γεγονός ότι οι πρώην σύμμαχοι του Σόιμπλε -τα πρώην κομμουνιστικά κράτη- είχαν πλέον στραφεί εναντίον του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, καθώς δεν διακατέχονταν ποτέ από το ευρωπαϊκό πνεύμα και δεν αντιλαμβάνονταν το ντόμινο που θα επέφερε η διάσπαση του ευρωπαϊκού οράματος. Σε αυτή λοιπόν την κρίσιμη στιγμή ο Τσακαλώτος θεώρησε ότι έπρεπε να αξιοποιηθεί η θέση της Ελλάδας. Τι έκαναν, όμως, ακριβώς την ίδια στιγμή το Μαξίμου, το υπουργείο Εξωτερικών, το Αμύνης ακόμα και του Πολιτισμού; Απλώς τίναζαν στον αέρα οποιαδήποτε σοβαρή και στιβαρή θέση. Διάφορα παπαγαλάκια έσπευδαν να βγάλουν πληροφορίες την ώρα που τα πράγματα, όσον αφορά στη διαπραγμάτευση, ήταν οριακά και οι δημοσιογράφοι αναπαρήγαγαν συζητήσεις εν είδει παράξενης «αποκλειστικότητας». Επιπλέον οι δηλώσεις από πλευράς ΑΝ.ΕΛ. για Κούγκι σίγουρα δεν βοηθούσαν να αποκατασταθεί το κλίμα, όσο συμβιβαστικός και αν ακουγόταν στο σημείο αυτό ο Αλέξης Τσίπρας.
Οι επικοινωνιακές κορόνες, οι τσακωμοί με τον μετριοπαθή Μουζάλα, οι διάφορες «αποκλειστικότητες» για τον ΦΠΑ και για έξτρα μέτρα που έβγαιναν από το «Hilton» πιο γρήγορα και από τα παιδιά που έφερναν τους καφέδες, πήγαιναν αρκετά μέτρα πίσω τα βήματα προόδου που έτσι κι αλλιώς δύσκολα επιτυγχάνονταν. Επιπλέον ο Τσακαλώτος, που φάνταζε όλο και πιο μόνος στον γενικότερο ορυμαγδό, βρέθηκε ένα πρωινό προ τετελεσμένου γεγονότος.
Πηγές κοντά στο υπουργικό περιβάλλον της οδού Νίκης αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι ο υπουργός Οικονομικών έπρεπε να αντιμετωπίσει την οργή της Λαγκάρντ για το ζήτημα των WikiLeaks και τις απανωτές ανακοινώσεις χωρίς να έχει καν ιδέα για το θέμα των υποκλοπών. Είναι εντελώς παράδοξο τη μια μέρα να διαπραγματεύεται με ανθρώπους των οποίων οι συνομιλίες αποκαλύπτεται ότι είναι προϊόν υποκλοπής και να πρέπει να τους μεταπείσει για το αγαθό των προθέσεών του. Ολος ο χειρισμός μέσω ανακοίνωσης, διαρροής και non paper από το Μαξίμου ερήμην του υπουργού Οικονομικών το μόνο που επέφερε είναι αλλαγή του καλού σχετικά κλίματος και δημιουργία σοβαρής ρήξης ανάμεσα στην κυβέρνηση και το ΔΝΤ. Αντί να αποκαλυφθεί, λοιπόν, η βαθιά ρήξη ανάμεσα σε εταίρους και ΔΝΤ, το μόνο που έγινε ήταν οι δυο τους να συνασπιστούν απέναντι στην Ελλάδα καλύπτοντας όπως μπορούν τις διαφορές τους. Ετσι, οι Ευρωπαίοι έπαψαν έτσι αντιδρούν στα επιπλέον μέτρα που επιτακτικά ακόμα ζητούν ο Τόμσεν, η Λαγκάρντ και η Βελκουλέσκου. Η προχειρότητα αλλά και η ανικανότητα χειρισμών κάποιων από το Μαξίμου, που ακόμα ονειρεύονται ρήξεις χωρίς να έχουν πάρει το καλοκαιρινό μάθημα, δεν ενοχλούν απλώς τον υπουργό Οικονομικών αλλά αποτελούν και σοβαρούς κινδύνους για το έργο της κυβέρνησης.
Μπρος Μαξίμου, πίσω οι «53+»
Σε αυτό το πλαίσιο και ακριβώς επειδή ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν αρέσκεται σε επικοινωνιακές κορόνες, προτιμώντας να παραμένει σιωπηλός κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων, πολλοί υπουργοί δυσανασχετούσαν από τις συστάσεις που τους γίνονταν να μην κάνουν δηλώσεις την ώρα των διαπραγματεύσεων. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση των δηλώσεων συγκεκριμένων υπουργών όπως ο Γιώργος Κατρούγκαλος την περασμένη βδομάδα, την ώρα που στο εσωτερικό του «Hilton» προσπαθούσαν ακόμα να λύσουν το θέμα toυ νέου πακέτου μέτρων που θα έπρεπε να ληφθούν. Προτού ακόμα φύγουν όλα τα μέρη που εμπλέκονταν στις συζητήσεις, ο υπουργός Εργασίας είχε προλάβει να πανηγυρίσει on camera λέγοντας ότι «έκλεισε η συμφωνία για το Ασφαλιστικό και μένει απλώς να αποσαφηνιστεί πώς θα εξοικονομηθούν ακόμα 70 εκατ. ευρώ!». Δηλώσεις που προφανώς πυροδότησαν άλλον ένα κύκλο σεναρίων παρά καθησύχασαν τον κόσμο δημιουργώντας νέο πρόβλημα στη διαπραγματευτική ομάδα. Σε αντίθεση, πάντως, με την αδυναμία συνεννόησης ανάμεσα στους διάφορους υπουργούς, η ομάδα διαπραγμάτευσης που πρόσκειται στον Τσακαλώτο φαίνεται να έχει κάνει ιδιαίτερη δουλειά: μεγάλο βάρος σηκώνουν ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου και δεξί χέρι του υπουργού Σπύρος Παπακωνσταντίνου αλλά και η Ελενα Παπαδοπούλου, η οποία διαχειρίζεται το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου, όπως και οι Μαριάνθη Αναστασάτου και η Ειρήνη Ανδριοπούλου.
Κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών επιμένουν ότι σπουδαίο ρόλο στην ευόδωση ενός στοιχειώδους κλίματος συνεννόησης ανάμεσα στην κυβέρνηση και στο υπουργείο έχει διαδραματίσει «ένας σπουδαίος επιστήμων και καθαρός άνθρωπος», όπως λέγεται για το πρόσωπό του -σε αντίθεση με άλλους- ο Δημήτρης Παπαγιαννάκος, για τον οποίο λένε πως «τίποτα δεν θα γινόταν χωρίς την ενεργό παρέμβασή του». Οι φήμες μάλιστα θέλουν τον γενικό γραμματέα συντονισμού της κυβέρνησης να αποκτά ακόμα πιο καίριο λόγο στον επικείμενο ανασχηματισμό, που λέγεται ότι θα ακολουθήσει όποτε και αν κλείσει η αξιολόγηση, και να αναβαθμίζεται. Είχε δείξει ήδη σημαντικά δείγματα γραφής ως επιστημονικός συνεργάτης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ συμμετέχοντας στην Επιτροπή Προγράμματος και στην Επιτροπή Μελετών και Τεκμηρίωσης και έτσι πήρε τη θέση του Χριστόφορου Βερναδάκη κατά τον πρόσφατο ανασχηματισμό. Ο «φιλόσοφος», όπως είναι ο τίτλος του, αφού είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας, φαίνεται να ανταποκρίνεται με επάρκεια στα τεχνοκρατικά ζητήματα, κάτι από το οποίο πασιφανώς πάσχουν τα περισσότερα στελέχη της κυβέρνησης.
Οι φήμες περί δήθεν παραίτησης
Η διαφορά ταχυτήτων και η ανάγκη προσαρμογής στους εντατικούς ρυθμούς των διαπραγματεύσεων προφανώς έχει ενοχλήσει πολλά κυβερνητικά στελέχη που δεν βλέπουν με καλό μάτι τις πιέσεις της διαπραγματευτικής ομάδας για καλύτερο αποτέλεσμα στο παρουσιαζόμενο έργο. Ετσι, σταδιακά άρχισαν να κυκλοφορούν οι φήμες περί δήθεν παραίτησης Τσακαλώτου, στο πλαίσιο της νέας μόδας της επιτελεστικής δημοσιογραφίας που επιβάλλεται μέσα από τη διασπορά ειδήσεων. Με τη λογική της προεξοφλούμενης παραίτησης -λόγω κούρασης- αμέσως μόλις κλείσει η αξιολόγηση, διαμορφώνουν μια συνθήκη και ένα κλίμα ώστε η ενδεχόμενη απουσία του Τσακαλώτου να μην προκαλεί σοκ. Δεδομένου ότι προκρίνεται ως ένας από τους ελάχιστους σταθερούς συντελεστές στην κυβέρνηση, ο μοναδικός τρόπος να εκτοπιστεί η δυναμική που έχει το όνομά του είναι να τεθεί εκποδών μέσα από φήμες. Ωστόσο θα ήταν παράδοξο αν όλα τα μέτωπα κλείσουν και επιτευχθεί η αξιολόγηση, να απομακρυνθεί ο υπουργός που κατάφερε να ολοκληρώσει έναν κύκλο. Πηγές, πάντως, στο υπουργείο αποκλείουν το ενδεχόμενο να έχει ζητήσει ο ίδιος ο Τσακαλώτος την απομάκρυνσή του, όπως φημολογείται. Εφόσον η ομάδα Τσακαλώτου – Χουλιαράκη έχει δείξει ήδη να συνεργάζεται άψογα σε επίπεδο συνεννόησης, ποιος θα ήταν ο λόγος αλλαγής μιας συνταγής που έχει αποτελέσματα; Τη «συμπληρωματική δουλειά» στις φήμες περί δήθεν απομάκρυνσης κάνουν τα σενάρια που θέλουν τον υπουργό Οικονομικών να απομακρύνεται εξαιτίας της αντιπολιτευόμενης συμπόρευσής του με τους «53+». Κύκλοι, ωστόσο, από το υπουργείο Οικονομικών θέλουν τον Τσακαλώτο να μη συναινεί στην τελευταία παρέμβαση της ομάδας εν μέσω διαπραγματεύσεων.
Η αντιπολίτευση στο Μαξίμου είναι πάντα θεμιτή -ειδικά όσον αφορά το θέμα του βολονταρισμού-, καθώς ο Τσακαλώτος ποτέ δεν συναίνεσε στη λογική των άνωθεν εντολών, αλλά όχι στην πιο κρίσιμη φάση και λίγο πριν από την επικείμενη ψηφοφορία των νέων μέτρων. Πόσο άκαιρο είναι να μιλάει κανείς για κινηματικές διαδικασίες όταν προσπαθεί να πείσει τους σοσιαλιστές ηγέτες της Ευρώπης για πολιτική ρεαλισμού στο ευρωπαϊκό πλαίσιο; Και πόσο πολιτικό μπορεί να είναι μέλη της κυβέρνησης να αποθεώνουν τις εξεγέρσεις στη Γαλλία, τη στιγμή που κάποια άλλα προσφεύγουν για βοήθεια και για υποστήριξη στον Σαπέν και τον Ολάντ; Κορόνες του τύπου «στον παγκοσμιοποιημένο αυτόν καμβά, για να αφουγκραστεί κανείς τις αγωνίες, τους φόβους και τις επιδιώξεις ενός κινήματος αρκεί να βολιδοσκοπήσει τον εαυτό του και τους οικείους του», που γράφουν οι «53+» στο τελευταίο τους κείμενο, το μόνο που κάνουν είναι να δυναμιτίζουν το μπαρουτοκαπνισμένο περιβάλλον στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Κι είναι τουλάχιστον αστείο να μιλάνε ως εξωκυβερνητικοί τη στιγμή που κατέχουν καίριες θέσεις στην κυβέρνηση. Οπως γράφουν οι «53+»: «Είναι ίδιες οι ανάγκες που μας σπρώχνουν στους δρόμους και τις πλατείες, ανεξάρτητα από το μήκος και το πλάτος στο οποίο κινητοποιούμαστε.
Είναι, εν πολλοίς, ίδια και τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας. Τέλος, είναι ίδιος ο αντίπαλος. Αποκλείεται να μην τον αναγνωρίσετε. Συνήθως στο ένα χέρι κρατά ένα μαστίγιο και στο άλλο ένα καρότο», τη στιγμή που προτίθενται να ψηφίσουν τα επικείμενα μέτρα. Η σχιζοφρενική κατάσταση που επικρατεί στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται από το ότι επικαλούνται τη ριζοσπαστικότητα αγνοώντας τις βασικές προϋποθέσεις και χωρίς καμία διάθεση αξιολόγησης, κάτι που προφανώς βρίσκει αντίθετο τον πραγματιστή και ρεαλιστή μαρξιστή Τσακαλώτο. Και όσο και αν κάποιοι σπεύδουν να τον χρίσουν ποδηγέτη του κινήματος των «53+», ο ίδιος δεν παραβρέθηκε σε κάποια από τις τελευταίες κλειστές συνεδριάσεις, προτιμώντας απλώς να υποδεικνύει κατευθείαν τα μαρξιστικά κείμενα προς διάφορους ναυτιλλομένους. Και όπως είχε απαντήσει στον Γαβριήλ Σακελλαρίδη και στην απόφασή του να αντιταχθεί στον ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να μοιραζόμαστε «την αισιοδοξία της βούλησης και την απαισιοδοξία της γνώσης» αλλά ο ένας προτίμησε να δοκιμάσει το στοίχημα του να παραγάγει πολιτική σε αντίξοες συνθήκες και ο άλλος να υποχωρήσει. Μένει να διαπιστωθεί αν αυτός που έμεινε θα το καταφέρει όταν από γνώση και από βούληση φαίνονται να πάσχουν αρκετοί στο ίδιο το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ.