Καθισμένοι στο γνωστό ταβερνείο όπου συναντιούνται τα δύο τελευταία χρόνια στην Αίγινα, ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Οικονομικών, δηλαδή ο Αλέξης και ο Γιάνης, ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης, θα μπορούσαν να μοιάζουν με δύο άνδρες που τσουγκρίζουν ποτήρια μπίρας στο όνομα της φιλίας τους.
Μόνο που δεν ήταν μόνοι. Συνοδεύονταν -όλοι καθισμένοι έξω και αψηφώντας το κρύο του Απρίλη- από την ξανθιά σύζυγο του Γιάνη Βαρουφάκη, Δανάη Στράτου. Η δεύτερη συνοδός είναι απούσα και οι λόγοι προφανείς: είναι μητέρα δύο ανήλικων τέκνων με οικογενειακές υποχρεώσεις.
Ωστόσο η εν λόγω συνοδός -που τυγχάνει να είναι η κυρία πρωθυπουργού- δεν έμεινε στο σπίτι μόνο και μόνο επειδή δεν μπορούσε να αφήσει μόνα τους τα παιδιά της. Παρά, δηλαδή, τη στενή φιλική σχέση του Τσίπρα με τον Βαρουφάκη, η Μπέτυ δεν συνέβαλε ποτέ στη διαμόρφωση της συνενοχής που δημιουργούν οι κοινές έξοδοι ανάμεσα σε ζευγάρια. Δεν είναι τυχαίο ότι στα ταξίδια στην Αίγινα το ζεύγος Τσίπρα – Μπαζιάνα δεν φιλοξενούνταν στο σπίτι των Γιάνη Βαρουφάκη – Δανάης Στράτου και προτιμούσε το κατάλυμα της πατρικής φιγούρας του ζευγαριού, Αλέκου Φλαμπουράρη, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα. Το λουσάτο περιτύλιγμα της οικίας Στράτου -ουσιαστικά Μομφεράτου- προφανώς δεν ήταν για τα γούστα του πρωθυπουργικού ζεύγους. Είχε μάλιστα φροντίσει να διαχωρίσει την προσωπική της θέση από αυτή του ζεύγους Βαρουφάκη-Στράτου. Είθισται άλλωστε οι παρέες της να μην περιλαμβάνουν προβεβλημένα μέλη ή στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως να είναι φίλες που γνώρισε μέσα από τα κοινά παιδικά πάρτυ και τις συναναστροφές που είχε μαζί τους.
Σε αντίθεση με τη σύζυγο Βαρουφάκη η οποία ανέκαθεν είχε ιδιαίτερη εξοικείωση με τις κοσμικότητες, η συμβία του Αλέξη Τσίπρα το απέφευγε, και όταν αναγκαζόταν να το κάνει το έβλεπε σαν αγγαρεία. Αλλά τα δύο ζεύγη δεν είχαν καν κοινούς κώδικες: η παράταιρη και πρόσκαιρη προσχώρηση του Τσίπρα στις αρχές του κοσμοπολιτισμού -από τη λίμνη Κόμο έως τις εξόδους με τον Γιάνη- δεν βρήκε ούτε στιγμή συνένοχο την Μπέτυ Μπαζιάνα. Ουδέποτε επισκέφτηκε τη λίμνη Κόμο, δεν συνόδεψε τον σύντροφό της σε κοσμικότητες -ούτε καν στη γιορτή του Προέδρου της Δημοκρατίας- και η επίσημη ενδυμασία της εξαντλήθηκε στον καθωσπρεπισμό του little black dress (ούτε περιττά στολίδια, ούτε κοσμήματα). Επιπλέον δεν της άρεσαν ποτέ οι διακηρύξεις και τα πολλά λόγια.
«Η Μπέτυ ήταν πάντα το ανδρικό μυαλό της οικογένειας: ηλεκτρολόγος μηχανικός και άνθρωπος της πράξης», λένε άνθρωποι που γνωρίζουν καλά το ζευγάρι. «Δεν πετούσε ποτέ στα σύννεφα και έβλεπε με καχυποψία ανθρώπους υπερφίαλους που αναλώνονται σε μεγάλα λόγια», επισημαίνει με νόημα άνθρωπος που γνωρίζει το πρωθυπουργικό ζεύγος. Ακόμη και τώρα που το αλγεινό μνημόνιο προσγειώθηκε κάπως απότομα στην οδό Αρμονίας στην Ανω Κυψέλη, η Μπέτυ προσπαθεί να είναι ρεαλίστρια επισημαίνοντας τις δυσκολίες. Απλώς ποντάρει στην αποφασιστικότητα του άνδρα της – και αυτό που λέει στις κοινές παρέες είναι ότι «ο Αλέξης είναι αποφασισμένος να αλλάξει πολλά πράγματα και δεν θα το πιστεύει κανείς: θα είναι ο πρώτος που θα πολεμήσει τη διαπλοκή – δεν το έχει κάνει κανείς μέχρι τώρα».
Εμμέσως πλην σαφώς ρίχνει το φταίξιμο στον απολίτικο Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος λειτούργησε απερίσκεπτα στις διαπραγματεύσεις. Και η αλήθεια είναι ότι η Μπέτυ δεν υπήρξε ποτέ μεγάλη φαν του -με τον τρόπο που υπήρξε ο Αλέξης-, διαβλέποντας στοιχεία έντονου τυχοδιωκτισμού στο πρόσωπο του παράφορου οικονομολόγου. Ασπαζόταν μεν το δίκαιο των θεωριών του, αλλά όχι την παράφορη συμπεριφορά του και τις δημόσιες εκφράσεις της. Εξάλλου δεν παραβρέθηκε σε καμία από αυτές και απέφευγε πάντα να δίνει εξηγήσεις γιατί στην Αίγινα δεν ήθελε πολλές συναναστροφές. Τότε οι περισσότεροι απέδιδαν την απουσία της στην ανάγκη της να βρίσκεται δίπλα στα παιδιά της και στις διαφορετικές παρέες της, αλλά στους οικείους ήταν φανερό ότι οι διαφορές είχαν κυρίως να κάνουν με το πολιτικό χάσμα και τη διαφορά χαρακτήρα. Ο Τσίπρας βρήκε στο πρόσωπο του Βαρουφάκη τον πολύτιμο μέντορα ενώ η Μπέτυ τον νάρκισσο οικονομολόγο με τις ωραίες ιδέες και την απροσμέτρητη ευφυΐα.
Σημείο καμπής η λίμνη Κόμο
Η έντονη ανάγκη για δημοσιότητα ήταν από τα πράγματα που είχαν ενοχλήσει την Μπέτυ Μπαζιάνα από νωρίς -την ίδια στιγμή που το ζεύγος Τσίπρα απέφευγε τα φώτα της δημοσιότητας και την ώρα που οι διαπραγματεύσεις ήταν στο σημείο μηδέν το ζεύγος Βαρουφάκη – Στράτου έκοβε βόλτες στη λίμνη Κόμο. Ολοι όσοι γνωρίζουν πράγματα και καταστάσεις λένε ότι αυτό ήταν το πιο κρίσιμο σημείο για την Μπέτυ: όχι μόνο την ενόχλησε, αλλά και άρχισε πια να αντιλαμβάνεται ότι ο υπουργός Οικονομικών βλάπτει σοβαρά την εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ. Οχι τυχαία στο ταξίδι στο Παρίσι υπήρχε ένα ψυχρό σχετικά κλίμα ανάμεσα στην Μπέτυ Μπαζιάνα και τη Δανάη Στράτου: μπορεί οι δύο γυναίκες να ταξίδεψαν με το ίδιο αεροπλάνο για την Πόλη του Φωτός, ωστόσο δεν μοιράστηκαν διπλανές θέσεις, ούτε καν κοινές βόλτες για ψώνια.
Η Μπέτυ προτίμησε την παραμονή στο ξενοδοχείο την ίδια στιγμή που η κοσμική Δανάη ανέβαζε φωτογραφίες από το λαμπερό Παρίσι στο Instagram. Κι αν η σύζυγος Βαρουφάκη διατράνωνε την παρουσία της στο πλευρό του ανδρός της, η σύντροφος Τσίπρα προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μη γίνει αντιληπτή από κανέναν. Ακόμη και ένα κοινό δείπνο που είχε προγραμματιστεί για αργά το βράδυ ανάμεσα στα δύο ζευγάρια ακυρώθηκε – και οι πληροφορίες λένε ότι ο λόγος δεν ήταν μόνο η έκτακτη παρουσία του Βαρουφάκη στον ΟΟΣΑ. Μετά την παρουσία στο Κόμο, κανένα δείπνο και καμία συνεύρεση δεν ήταν ικανή να καλύψει την αμηχανία που είχε προκαλέσει στην οικία Τσίπρα η υπερβολική δημοσιότητα του Βαρουφάκη και της Στράτου. Το απόγειο της δυσφορίας και το τελειωτικό χτύπημα ήταν βέβαια το «Paris Match»: εκεί ήταν που το επιτελείο Τσίπρα -και όχι μόνο η Μπέτυ Μπαζιάνα- κατάλαβε ότι ο ανεξέλεγκτος Βαρουφάκης δεν χαλιναγωγείται εύκολα. Του συνέστησαν να μειώσει τις συνεντεύξεις και τις δημόσιες εμφανίσεις στα media, αλλά εκείνος, γνωρίζοντας ότι η πραγματική του δύναμη δεν ήταν η κυβέρνηση αλλά ο κόσμος, στρεφόταν σε αυτόν με συνεχώς μεγαλύτερη ένταση κόβοντας σταδιακά τους δεσμούς με την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η παραφορά του Βαρουφάκη, που τόσο γοητευτική και τόσο απαραίτητη είχε κάποτε φανεί στον άλλοτε διστακτικό Τσίπρα, τώρα έμοιαζε να απειλεί να ρίξει το κυβερνητικό άρμα, καθώς και αυτό των διαπραγματεύσεων, σε τοίχο. Οι ταχύτητες προφανώς δεν ελέγχονται όταν ξεπερνούν την ένδειξη του κοντέρ – και σε έναν άνθρωπο που δεν του αρέσει καθόλου να παίζει παράδοξα ή ριψοκίνδυνα όπως η Μπέτυ αυτό έμοιαζε με ύψιστο αμάρτημα. Αντίθετα, στον σύντροφό της κάτι τέτοιο είχε λειτουργήσει μέχρι τότε θετικά: του είχε αναστείλει τις φοβίες για τα διεθνή σαλόνια, τον είχε κάνει να εξοικειωθεί σύντομα με την εξουσία και τον είχε φέρει κοντά σε ανθρώπους που κάποτε έβλεπε μόνο ως εικόνα στην τηλεόραση ή στις πορείες ως παντοδύναμους εχθρούς.
Βέλη στο κενό
Γι’ αυτό και η γοητεία που άσκησε ο Βαρουφάκης στον Τσίπρα -ως πολύτιμος μέντορας και ικανός καθοδηγητής- δεν έγινε ποτέ αντιληπτή με τον ίδιο τρόπο από την Μπαζιάνα. Αντιλαμβανόταν τον θαυμασμό αλλά δεν παρασυρόταν από αυτόν. Για τον Τσίπρα, όμως, που έμενε εγκλωβισμένος ανάμεσα στον Νίκο Παππά και τον επιφυλακτικό Γιάννη Δραγασάκη ο Βαρουφάκης ήταν η δύναμη που χρειαζόταν για να βγει μπροστά. Επιπλέον ο Τσίπρας τον χρειαζόταν ακριβώς επειδή δεν προερχόταν από τον σκληρό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ, στον οποίο, σημειωτέον, από τότε δεν έτρεφε ιδιαίτερη εμπιστοσύνη. Τα βέλη που έριχναν τα συντρόφια στον Παππά και σε όσους δεν είχαν θητεύσει από νωρίς στα κρυφά σχολειά του αριστερισμού ήταν απανωτά -ωστόσο αντί να φοβίσουν τον Τσίπρα τον όπλισαν με ακόμη παραπάνω πείσμα-, όπως περίπου και τώρα.
Ο θυμός τον έκανε πάντα να νικάει τον φόβο – συναισθήματα που, σε αντίθεση με τον σύντροφό της, δεν έτρεφε η Μπέτυ Μπαζιάνα. Ωστόσο για τον Τσίπρα, ο οποίος καλούνταν να μεταμορφωθεί εν μια νυκτί από κινηματικός καθοδηγητής του κόμματος του 3% σε Ευρωπαίο -και όχι μόνο Ελληνα ηγέτη-, ένας Βαρουφάκης ήταν παραπάνω από απαραίτητος. Του έμαθε πώς να στέκεται ανάμεσα στους δυνατούς χωρίς να φοβάται, τον μετάλλαξε σε ηγέτη, τον παρέσυρε. Του έριξε και το σύνθημα «Πάμε να αλλάξουμε την Ευρώπη» τη στιγμή που όλοι στον ΣΥΡΙΖΑ αναρωτιούσαν αν ποτέ ο Τσίπρας μπορεί πραγματικά να αλλάξει το ίδιο του το κόμμα. Ωστόσο, οι συνθηματικές κινήσεις δεν συνοδεύονταν από τον απαραίτητο ρεαλισμό και ενίοτε οδηγούσαν σε βερμπαλισμούς που δεν ήταν αρεστοί ακόμη και σε ανθρώπους πολύ κοντά στον Τσίπρα.
Η επιφυλακτικότητα απέναντι στον Βαρουφάκη που είχε εκφράσει η Μπέτυ Μπαζιάνα σταδιακά μετατράπηκε σε αντιπάθεια – συναινούντος του Παππά που δεν άντεχε ποτέ την υπέρμετρη αλαζονεία και του Δραγασάκη ο οποίος έβλεπε πάντα με ύποπτο μάτι τις ρηξικέλευθες θεωρίες του ροκ σταρ οικονομολόγου. Ηρθε και η υπόθεση Παναρίτη και απείλησε να βάλει φωτιά το Μαξίμου – σε αυτό προστέθηκε και η υπόθεση Θεοχαράκη για να εντείνει ακόμη περισσότερο τις διαφορές. Πολλές από τις αντιφάσεις του Βαρουφάκη είχαν αρχίσει να προκαλούν γερό πονοκέφαλο στην ηγεσία, με τους υπόλοιπους να προειδοποιούν και τον Τσίπρα να προσπαθεί να βρει διέξοδο. Δεν ήθελε να σπάσει το ανατρεπτικό δίδυμο που στη φαντασίωση του κόσμου είχε πάρει διαστάσεις λατρείας: οι άνδρες χωρίς γραβάτα και χωρίς φόβο, οι πολιτικοί που φέρνουν νέο αέρα, που διεκδικούν με αξιώσεις το «Οχι», ήταν οι βάσεις μιας πεποίθησης που χάριζε μεγάλα ποσοστά στον ίδιο και στο κόμμα. Μέχρι που η ανάγκη για επιστροφή στον ρεαλισμό -και κυρίως η ανάγκη να σωθεί η ίδια η χώρα μετά τα απανωτά ατοπήματα του υπουργού Οικονομικών- έκαναν τον Τσίπρα να σκέφτεται πλέον την πολιτική καρατόμησή του. Η ψυχρότητα που είχε δημιουργηθεί ανάμεσα στους δύο άνδρες ήταν προφανής και οι κοινές εμφανίσεις και οι αμοιβαίες επισκέψεις τους ανάμεσα σε Μαξίμου και πλατεία Συντάγματος είχαν μειωθεί προ πολλού.
Δύο διαφορετικοί κόσμοι
Ο επικοινωνιακός περίπατος στους δρόμους του Παγκρατίου δεν ήταν παρά ευχάριστο διάλειμμα για τα μάτια του κόσμου και όλοι ήξεραν ότι όταν οι κάμερες θα έφευγαν οι δύο πρώην φίλοι θα τραβούσαν διαφορετικές κατευθύνσεις: ο Γιάνης θα πήγαινε στους Αμπελόκηπους για να βρει την αστή καλλιτέχνιδα Στράτου και ο Αλέξης στην Ανω Κυψέλη για να συναντήσει τη ρεαλίστρια ηλεκτρολόγο μηχανικό σύντροφό του. Δύο διαφορετικοί κόσμοι, δύο διαφορετικές καταγωγές, δύο διαφορετικά περιβάλλοντα. Το χάσμα ήταν ευνόητο ότι πολύ γρήγορα θα οδηγούσε στην άβυσσο και στο χάος μιας πραγματικότητας που αποκάλυπτε τη διαφορά της πολιτικής από την επικοινωνιακή τέχνη (μην ξεχνάμε ότι η Μπαζιάνα και ο Τσίπρας είναι στην πολιτική από μικροί).
Αλλά ποτέ οι καθαρόαιμοι αριστεροί τύπου Μπέτυ με καταγωγή από αγωνιστική οικογένεια της Καρδίτσας δεν έβλεπαν με καλό μάτι τους νεοφερμένους και φιλόδοξους τύπου Βαρουφάκη – και είναι αυτή που είχε επιστήσει την προσοχή στον άνδρα της στις αλλότριες σειρήνες. Το αστείο που ξεστόμισε ο Τσίπρας για την επαναστατική σύντροφο η οποία δεν δέχεται μνημόνια και υποχωρήσεις μάλλον έχει να κάνει με τον εγκρατή χαρακτήρα της Μπέτυς. Αυτή είναι που δεν δεχόταν οτιδήποτε δεν μοιάζει να έχει πολιτική σταθερά- και γι’ αυτήν εκπρόσωπος αυτής της συμπεριφοράς ήταν άνθρωποι σαν τον Γιάνη Βαρουφάκη.
Το περιστατικό με τον καθρέφτη
Δεν ήταν και λίγα τα περιστατικά με πρωταγωνιστή τον Βαρουφάκη που μαρτυρούσαν έναν αλλόκοτο ναρκισσισμό: όχι τόσο τα στενά μπλουζάκια ή τα κόκκινα σιρίτια στο σακάκι, αλλά η παράδοξη ανάγκη του υπουργού να ξεχωρίζει ήταν αυτό που ενοχλούσε την Μπέτυ Μπαζιάνα. Το περιστατικό από κάποια εκδήλωση σημαντικής εικαστικού, πολύ γνωστής στα πολιτιστικά δρώμενα, που είχε ως καλεσμένους τον Γιάνη Βαρουφάκη και τη Δανάη Στράτου, κυκλοφορεί στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ πια ως εσωτερικό ανέκδοτο: οι χορευτικές φιγούρες του Βαρουφάκη, ο οποίος αυτοθαυμαζόταν μπροστά στον καθρέφτη με το ποτό στο χέρι, δεν έμειναν ασχολίαστες και συνιστούσαν ειρωνικό σχολιασμό που συνόδευε τις πειστικές, κατά τα άλλα, για τους αριστερούς θεωρίες του. Αν αναλογιστεί κανείς ότι το ζεύγος Τσίπρα – Μπαζιάνα δύσκολα θα βρεθεί να χορεύει, ούτε καν σε γάμους, τότε καταλαβαίνει τη δυσαναλογία που πρέπει να προκάλεσε η εικόνα.
Είναι γνωστό ότι ακόμη και στον γάμο της Ζωής Κωνσταντοπούλου, όπου όλοι βρέθηκαν πολύ σύντομα να χορεύουν στην πίστα, αυτοί που αντιστάθηκαν ήταν η Μπαζιάνα και ο Τσίπρας – μήπως κάτι ήξεραν; Για τον Τσίπρα βέβαια τέτοιες λεπτομέρειες αναφορικά με τον Βαρουφάκη δεν μπορούσαν να είναι παρά αντικείμενο κακεντρεχούς συζήτησης και υπάγονταν μόνο σε επίπεδο κουτσομπολιού – για την πιο υποψιασμένη, όμως, Μπαζιάνα δεν μπορούσαν παρά να αποτελούν μικρές ενδείξεις για έναν παράφορο -αν όχι επικίνδυνο- χαρακτήρα. Και παρότι φρόντιζε επιμελώς να μη μιλάει δημόσια για τις παρεκβάσεις και τις παρεκτροπές του υπουργού, οι φίλοι ήξεραν ότι οι δύο κόσμοι είχαν πια διχαστεί. Και ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να επισημάνει πάντα τα κακώς κείμενα -και από τους λίγους που ο πρωθυπουργός εμπιστεύεται πραγματικά- ήταν η Μπέτυ Μπαζιάνα. Δεν μιλάμε για απλή σύντροφο αλλά για έναν συνοδοιπόρο ζωής, για έναν άνθρωπο που ξέρει κάθε πέτρα που μπορεί να σηκώσει κανείς στις παρυφές του ΣΥΡΙΖΑ και που γνωρίζει καλά την τάση του συντρόφου της να παρασύρεται από οποιαδήποτε φωνή μπορεί να τον απομακρύνει από την κομματική καμαρίλα.
Τώρα που το κόμμα μοιάζει κατά κάποιον τρόπο να αποσυντίθεται, όλοι μένουν να αναρωτιούνται αν την επόμενη φορά που θα επιβεβαιωθεί το ένστικτο της Μπαζιάνα θα είναι για κάτι τόσο τραγικό για τον ίδιο τον πρωθυπουργό και τον ΣΥΡΙΖΑ. Αρκεί άλλωστε να βάλει κανείς δίπλα-δίπλα δύο φωτογραφίες της Μπέτυς Μπαζιάνα και της Δανάης Στράτου για να συνειδητοποιήσει ότι οι διαφορές δεν έγκεινται μόνο στο διαφορετικό μαλλί, τα διαφορετικά πιστεύω και τη διαφορετική ιδιοσυγκρασία.