Ποιο κόμμα θα κάνει Κυβέρνηση μετά τις εκλογές 2015;
Σίγουρα το ενδιαφέρον για το ποιο κόμμα θα έλθει πρώτο την Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου είναι μεγάλο. Αδιαμφισβήτητα όμως μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η Δευτέρα 21η Σεπτεμβρίου καθώς θα ξεκινήσουν οι συζητήσεις για την κυβέρνηση που θα σχηματιστεί.
Τα πιθανά σενάρια της «επόμενης μέρας»:
Πρώτον, το σενάριο της αυτοδυναμίας ενός κόμματος θα πρέπει να αποκλειστεί. Είτε πρώτο κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ είτε η Ν.Δ. για να εκλέξουν 151 βουλευτές θα πρέπει να λάβουν ποσοστό 38% και η αναντιπροσώπευτη ψήφος να είναι 6%, κάτι που θεωρείται απίθανο. Με τα σημερινά δεδομένα αναλυτές, κομματικά επιτελεία και δημοσκόποι συμφωνούν ότι τα δύο κόμματα θα κινηθούν στην περιοχή του 30% με την οροφή για το πρώτο κόμμα -και υπό την προϋπόθεση να συντρέξουν γι” αυτό οι καλύτερες των συνθηκών- να τοποθετείται στο 32%.
Όμως ακόμη κι αν το επόμενο επταήμερο υπάρξουν δραματικές εξελίξεις και θεαματικές ανατροπές και το πρώτο κόμμα καταφέρει να εξασφαλίσει τη δεδηλωμένη ακόμη και σ” αυτή την περίπτωση θεωρείται σίγουρο ότι η κυβέρνηση που θα σχηματισθεί θα είναι συμμαχική καθώς είναι σχεδόν αδύνατο να κυβερνηθεί ο τόπος από ένα μόνον κόμμα αφού τα μέτρα και οι εφαρμοστικοί νόμοι του μνημονίου απαιτούν ευρύτερες συναινέσεις όχι μόνον για να ψηφιστούν, αλλά κυρίως για να εφαρμοστούν. Ακόμη κι αν ένα κόμμα κατάφερνε να εκλέξει 151 βουλευτές πιθανολογείται, και βασίμως, ότι πολύ γρήγορα θα έχανε τη δεδηλωμένη ένεκα των διαφωνιών και των αντιδράσεων που θα ανέκυπταν στο εσωτερικό του στην πορεία υλοποίησης του τρίτου μνημονίου.
Δεύτερον, η περίπτωση του Μεγάλου Συνασπισμού, του σχηματισμού δηλαδή κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ -Ν.Δ. είναι εξαιρετικά δύσκολη. Παρότι η Ν.Δ., δια στόματος Βαγγέλη Μεϊμαράκη, την προτείνει και οι εγχώριες οικονομικο-κοινωνικές ελίτ, αλλά και οι πολίτες, στις δημοσκοπήσεις, φαίνεται να την προτιμούν, ενώ στο παρασκήνιο, λέγεται ότι, την προωθούν και οι εταίροι-δανειστές μας αλλά και οι Αμερικανοί εν τούτοις συναντά ισχυρές αντιστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Το επιπλέον πρόβλημα που υπάρχει είναι ότι αξιωματική αντιπολίτευση, σε περίπτωση Μεγάλου Συνασπισμού, θα ήταν η Χρυσή Αυγή, αφού το κόμμα του Νικ. Μιχαλολιάκου είναι αυτό που, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες να είναι τρίτο κόμμα. Θα ήταν λάθος τη λαϊκή δυσαρέσκεια από τα επώδυνα μέτρα, που θα ληφθούν από τη νέα κυβέρνηση, να την εισπράττουν και να την κεφαλαιοποιούν πολιτικά είτε οι ναζιστές της Χ.Α. είτε δυνάμεις, όπως το ΚΚΕ και η ΛΑΕ που είναι αντίθετες στο μνημόνιο, το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όσο ισχυρή είναι η άποψη που υποστηρίζει το σενάριο του Μεγάλου Συνασπισμού εξίσου ισχυρή είναι και η αντίθετή της.
Το βασικό, και μάλλον ορθό, επιχείρημα όσων υποστηρίζουν ότι το δεύτερο κόμμα πρέπει να παραμείνει εκτός κυβερνήσεως είναι ότι η αξιωματική αντιπολίτευση πρέπει με την πολιτική και τη συμπεριφορά της να συγκρατεί και να ενσωματώνει σε μια εναλλακτική κυβερνητική στρατηγική τη λαϊκή δυσαρέσκεια και να μην αφεθεί αυτό στα ακραία και αντιευρωπαϊκά κόμματα και ταυτόχρονα να προετοιμάζεται να διαδεχθεί στις επόμενες εκλογές, όταν αυτές γίνουν, την κυβέρνηση.
Τρίτον, εφόσον το ποσοστό, αθροιστικά, των δύο πρώτων κομμάτων είναι κάτω από το 60% και η μεταξύ τους διαφορά είναι οριακή, είναι πολύ πιθανό να αναπτυχθούν ισχυρές πιέσεις, και από το εσωτερικό και από το εξωτερικό, για να υπάρξει οπωσδήποτε μεγάλος συνασπισμός. Στην περίπτωση αυτή μια πιθανή λύση θα ήταν να συμφωνήσουν τα δύο κόμματα σε ένα τρίτο πρόσωπο για πρωθυπουργό, ο οποίος θα σχημάτιζε ένα είδος οικουμενικής κυβέρνησης με πολιτικά πρόσωπα και τεχνοκράτες, η οποία, για τουλάχιστον ένα χρόνο, θα είχε την ανοχή των δύο μεγάλων κομμάτων και την υποστήριξη στα μέτρα που περιλαμβάνονται στο μνημόνιο που ψηφίστηκε από πέντε κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ, Ν.Δ., ΑΝΕΛ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι) στη Βουλή. Εάν αυτό το, δύσκολο είναι η αλήθεια, σενάριο ευοδωθεί εξυπακούεται πως ούτε ο Τσίπρας ούτε ο Μεϊμαράκης θα συμμετέχουν στην κυβέρνηση, ενώ πιθανότατα θα παραμείνουν και πρόσωπα της υπηρεσιακής, όπως οι Χουλιαράκης, Χριστοδουλάκης, Μουζάλας κ.α.
Τέταρτον, εφόσον πρώτο κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ δεν καταφέρουν να μπουν στη Βουλή ανοίγει ο δρόμος για μια κυβέρνηση με το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ. Και τούτο πειδή το πιθανότερο είναι πως τα «κουκιά» δεν θα επαρκούν να σχηματισθεί κυβέρνηση από δύο κόμματα. Η εκδοχή που μέχρι πρότινος ο Αλ. Τσίπρας απέρριπτε θα καταστεί αναπόφευκτος εάν δεν θέλει να συγκυβερνήσει με τη Ν.Δ. ή να οδηγηθεί η χώρα εκ νέου σε εκλογές. Σημειώνουμε πως τις τελευταίες ημέρες ο Αλ. Τσίπρας απέκλεισε κατηγορηματικά τη διενέργεια νέων εκλογών οπότε το σενάριο συγκυβέρνησης με τον Στ. Θεοδωράκη και τη Φώφη Γεννηματά είναι το πιθανότερο να συμβεί εφόσον είναι ο Τσίπρας αυτός που θα λάβει εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως.
Και το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να θέσουν θέμα να υπάρχει άλλος πρωθυπουργός από τον Αλ. Τσίπρα και μάλλον θα επιλέξουν τα κόμματά τους να συμμετέχουν κανονικά στην κυβέρνηση με πολιτικά στελέχη τους και όχι ορίζοντας εξωκομματικές προσωπικότητες. Βέβαιον επίσης θεωρείται πως η Φώφη Γεννηματά θα θελήσει να είναι, ίσως και με την ιδιότητα του αντιπροέδρου, στην κυβέρνηση, ενώ δεν είναι σίγουρο ότι το ίδιο θα πράξει και ο Στ. Θεοδωράκης αν και οι πληροφορίες από το στενό του περιβάλλον δεν το αποκλείουν. Η κυβέρνηση αυτή θα επιδιωχθεί και από τα τρία κόμματα να λάβει το χαρακτηρισμό «κυβέρνησης με προοδευτικό πρόσημο» καθώς μετά τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ προς το κέντρο της πολιτικής ζωής μέσω αυτής θα εκφράζεται πρωτίστως ο κόσμος της Κεντροαριστεράς.
Πέμπτον, εφόσον οι ΑΝΕΛ καταφέρουν να μπουν στη Βουλή και πρώτο κόμμα αναδειχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ τα πράγματα περιπλέκονται. Ο Τσίπρας σαφώς επιθυμεί τη συμμετοχή του Π. Καμμένου στη νέα κυβέρνηση όχι μόνον γιατί έτσι θα δώσει την εντύπωση της κυβερνητικής συνέχειας, αλλα και επειδή θα μεταφέρει το πρόβλημα του σχηματισμού κυβέρνησης στα άλλα κόμματα (Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ) που αντιδρούν στην προοπτική να συγκυβερνήσουν με τους ΑΝΕΛ. Ενδεχομένως, θα επιχειρήσει να παίξει με τις μεταξύ τους αντιθέσεις ώστε να είναι αυτός που θα εξέλθει τελικά νικητής από τις διαπραγματεύσεις που θα γίνουν.
Εάν τα τρία μικρά κόμματα (ΑΝΕΛ, Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ) υποχωρήσουν από τις ενστάσεις που εγείρουν για κοινή τους συνεύρεση σε ένα κυβερνητικό σχήμα αναμφίβολα ο Τσίπρας ως «γεφυροποιός» εξέρχεται νικητής, ενώ η κυβέρνηση που θα σχηματισθεί θα δίνει την εντύπωση μιας μίνι οικουμενικής αφού σ” αυτήν θα συμμετέχουν κόμματα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ), της σοσιαλδημοκρατίας (ΠΑΣΟΚ), των Φιλελευθέρων (Ποτάμι) και της Κεντροδεξιάς. Βεβαίως, ένα τέτοιο σχήμα στην πορεία θα δημιουργήσει προβλήματα στην κυβερνητική συνοχή καθώς θα υπάρχουν δυσκολίες στην επίτευξη κοινού βηματισμού. Σε κάθε πάντως περίπτωση θα είναι και το άλλοθι που χρειάζεται ο Τσίπρας για δικαιολογήσει και να ολοκληρώσει τη στροφή του προς το κέντρο της πολιτικής ζωής.
Έκτον, εφόσον πρώτο κόμμα αναδειχθεί η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν συμφωνήσει, όπερ και το πιθανότερο, στο σχηματισμό κυβέρνησης Μεγάλου Συνασπισμού ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης θα κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση με το Ποτάμι και τον ΣΥΡΙΖΑ. Κατά ορισμένους αυτή είναι και η πιό «φυσιολογική» κυβέρνηση, υπό την έννοια ότι θα αντιμετωπίσει τα μικρότερα προβλήματα κυβερνητικής συνοχής.
Και τα τρία κόμματα υπερασπίζονται χωρίς αμφιθυμία το μνημόνιο, θεωρούν ως εκ των ων ουκ άνευ την παραμονή της χώρας στο ευρώ, τάσσονται ανεπιφύλακτα υπέρ της ενίσχυσης του ιδιωτικού, έναντι του δημοσίου, χαρακτήρα της οικονομίας και φυσικά επειδή είχαν βρεθεί στο ίδιο μετερίζι στο δημοψήφισμα, υπερασπιζόμενα το «ναι», ενώ Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ έχουν αναπτύξει και ένα είδος «συγγενικού δεσμού» αφού για τρία χρόνια (από τον Νοέμβριο του 2011 με την κυβέρνηση Παπαδήμου μέχρι και τον Ιανουάριο του 2015 με την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου) κυβέρνησαν μαζί τη χώρα. Περίπτωση στην κυβερνητική παρέα των τριών (Μεϊμαράκης, Θεοδωράκης, Γεννηματά) να προστεθεί και ο Πάνος Καμμένος, εφόσον το κόμμα του εισέλθει στη Βουλή, δεν υπάρχει ειδικά μετά την προσωπική επίθεση που εχει εξαπολύσει, τις τελευταίες ημέρες, ο αρχηγός των ΑΝΕΛ κατά του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και το ανοιχτό και «καυτό» μέτωπο που διατηρεί με τον Στ. Θεοδωράκη και κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ.
Άλλες κυβερνητικές διασταυρώσεις δεν φαίνονται να υπάρχουν στον ορίζοντα καθώς ΚΚΕ, ΛΑΕ και Χ.Α. τίθενται λόγω θέσεων, αλλά και με δική τους βούληση, εκτός κυβερνητικού κάδρου, ενώ στην (λίαν πιθανή όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις) περίπτωση που το κόμμα του Βασίλη Λεβέντη, η Ένωση Κεντρώων, μπει στη Βουλή είναι μάλλον απίθανο να του προταθεί τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και από τη Ν.Δ. να συμμετάσχει στην κυβέρνηση, παρότι ο ίδιος θα δηλώνει πρόθυμος. Να σημειώσουμε πως αφ” ης στιγμής η προοπτική αυτοδυναμίας κάποιου κόμματος έχει, εκ των πραγμάτων, αποκλειστεί, η ψήφος των πολιτών σε σημαντικό βαθμό αναμένεται να επηρεαστεί από το είδος των μετεκλογικών κυβερνητικών συνεργασιών που πιθανολογείται ότι θα γίνουν.
Αν σε πρώτη ανάγνωση αυτό ωφελεί εκλογικά τους μικρούς πιθανούς κυβερνητικούς εταίρους των δύο μεγάλων κομμάτων (περισσότερο το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι που εμφανίζονται να είναι μπαλαντέρ σε όλα τα σενάρια είτε με πρώτον τον ΣΥΡΙΖΑ είτε με τη Ν.Δ. και λιγότερο τους ΑΝΕΛ που παίζουν μόνο στο ένα από τα δύο σενάρια της κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ), δεν αποκλείεται να λειτουργήσει ως παγίδα γι” αυτά. Οι ψηφοφόροι, με την εικόνα ισοπαλίας που εμφανίζουν τα δύο μεγάλα κόμματα, ενδέχεται τελικά να επιλέξουν να δώσουν την ψήφο τους στον ΣΥΡΙΖΑ ή στη Ν.Δ. ανάλογα με το ποιόν προτιμούν να έλθει πρώτο κόμμα.