Υπό τον τίτλο: «For the worker is working when the fat cat’s about» από το Worker’s Song των Dropkick Murphys, ο Βουλευτής Β΄ Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Κυρίτσης, με άρθρο του στην ιστοσελίδα της κίνησης των «53+» commonality.gr, αποδομεί το αφήγημα Τσίπρα και κυρίως την προσπάθεια να αλλάξει η ατζέντα του δημόσιου διαλόγου και από την υπερφορολόγηση εργαζομένων και επιχειρήσεων να μπουν στο κάδρο ο εκλογικός νόμος και η Συνταγματική Αναθεώρηση.
Ειδικά για την τελευταία το στέλεχος της ομάδας των «53» γράφει πως «Τα προβλήματα της καθημερινότητας είναι τόσο μεγάλα που καμία θεσμική τομή, ιδίως στη σφαίρα της “υψηλής πολιτικής”, δεν μπορεί να τα επηρεάσει ή έστω να τα διασκεδάσει. Πρωτοβουλίες όπως η συνταγματική αναθεώρηση είναι άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε».
Και για να μην έχει κανείς καμία αμφιβολία συνεχίζει γράφοντας «Μια χαρούλα είναι το Σύνταγμα, τηρουμένων των αναλογιών και συσχετισμό για προοδευτική αναθεώρηση δεν έχουμε, κινδυνεύουμε να πάμε προς τα πίσω και μάλιστα σε καταστάσεις προ του 1986 ή να κληθούμε να συνταγματοποιήσουμε νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες»
Όσο για τον «οδικό χάρτη» Τσίπρα ο Γ. Κυρίτσης είναι κάτι παραπάνω από σαφής: «η αντικατάσταση της ανάλυσης με τα εργαλεία της Αριστεράς από μια θολή αναπτυξολογία» είναι ένας εκ των βασικών λόγων «για τους οποίους η αξιοπιστία της κυβέρνησης έχει μειωθεί» γράφει χαρακτηριστικά.
«Η αφήγηση πρώτα να μεγαλώσει η πίτα και μετά να διανεμηθεί είναι τόσο νεοφιλελεύθερη αντίληψη –τρικλ ντάουν εκονομικς‒ που έχει καταγγελθεί ακόμα και από το ΔΝΤ» γράφει και καταλήγει:
«Η ιταμή απαίτηση των δανειστών για αμνήστευση των μη Ελλήνων στελεχών του ΤΑΙΠΕΔ έπρεπε να έχει καταγγελθεί με έμφαση και σε υψηλό επίπεδο ως αποικιακού τύπου επιβολή ετεροδικίας σε κράτος-μέλος. Θα είχε ενδιαφέρον να ακούσουμε την απάντηση των θεσμών, λίγες εβδομάδες πριν το βρετανικό δημοψήφισμα» αφήνοντας σαφέστατες αιχμές και για τον τρόπο που το οικονομικό επιτελείο έκλεισε την πρώτη αξιολόγηση.
Ολόκληρο το άρθρο του Γ. Κυρίτση
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε κατορθώσει να παραμείνει στην εξουσία, τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα και για τις λαϊκές τάξεις στην Ελλάδα και για τις δυνάμεις της Αριστεράς σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα πράγματα πηγαίνουν καλά ή τουλάχιστον όσο καλά θα μπορούσαν να πηγαίνουν. Υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες, αλλά υπάρχουν και υποκειμενικές αδυναμίες τις οποίες δεν μπορούμε να παραγνωρίζουμε. Η Ελλάδα είναι χώρα με μικρό στρατηγικό βάθος, αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να παραχωρεί έδαφος επί μακρόν για να κερδίσει χρόνο – δεν είναι Ρωσία με Ναπολέοντα ούτε ΕΣΣΔ στον Β΄ ΠΠ. Αυτό η κυβέρνηση πρέπει να το έχει στο μυαλό της.
Η συγκυρία του 2015 δεν έχει καμία σχέση με αυτή του 2016. Επιγραμματικά και ενδεικτικά μπορεί να αναφέρει κανείς ότι: Ενώ πέρυσι η διαπραγμάτευση μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών για καθαρά πολιτικούς λόγους επιδιωκόταν από τους δανειστές να αποτύχει, φέτος ήδη εδώ και δύο μήνες, ο πιο «σκληρός παίκτης» δηλ. ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έχει καθησυχάσει δημοσίως ότι «δεν προβλέπεται ελληνική κρίση». Η αλλαγή στάσης έχει να κάνει με το ότι, ενώ πέρυσι έπρεπε «να γδάρουν τον ΣΥΡΙΖΑ και να ανεμίζουν το τομάρι του στους Podemos», φέτος οι ίδιοι έκριναν ότι δεν υπάρχει περιθώριο αποσταθεροποίησης στην ευρωζώνη. Το προσφυγικό, το Brexit, η κατάσταση στη Γαλλία, οι ισπανικές εκλογές, η διάσταση με το ΔΝΤ δημιούργησαν μια νέα συνθήκη, έστω προσωρινή, την οποία η Αθήνα θα μπορούσε να έχει διαβάσει πιο δυναμικά και να μη σκέφτεται υπό το σοκ της περυσινής εξέλιξης. Παραδείγματος χάριν, η ιταμή απαίτηση των δανειστών για αμνήστευση των μη Ελλήνων στελεχών του ΤΑΙΠΕΔ έπρεπε να έχει καταγγελθεί με έμφαση και σε υψηλό επίπεδο ως αποικιακού τύπου επιβολή ετεροδικίας σε κράτος-μέλος. Θα είχε ενδιαφέρον να ακούσουμε την απάντηση των θεσμών, λίγες εβδομάδες πριν το βρετανικό δημοψήφισμα.
Επίσης, ενώ πέρυσι η νέα τότε κυβέρνηση είχε μια πρωτοφανή λαϊκή υποστήριξη, φέτος η αξιοπιστία της έχει τρωθεί με αποτέλεσμα ακόμα και οι επιτυχίες της – που αναμφισβήτητα υπάρχουν‒ να μην αναγνωρίζονται ως τέτοιες, ιδίως από τις κοινωνικές τάξεις και τα κοινωνικά στρώματα που θέλει να εκφράσει. Οι λόγοι για τους οποίους η αξιοπιστία της κυβέρνησης έχει μειωθεί είναι η αποτυχία της να αντισταθεί στην επικοινωνιακή υπεροπλία του αντίπαλου μπλοκ, η ενοχική στάση και συμπεριφορά των στελεχών της αλλά και του κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ, η απουσία αφήγησης που να αφορά τις κοινωνικές της αναφορές και η αντικατάσταση της ανάλυσης με τα εργαλεία της Αριστεράς από μια θολή αναπτυξολογία που συγκινεί μόνον όσους εκ των αντιπάλων της έχουν πειστεί ότι η παρούσα κυβέρνηση θα παραμείνει επί μακρόν.
Το είδος της ανάπτυξης που υποχρεώνεται σήμερα η κυβέρνηση να επιδιώξει, εάν δεν συνοδευτεί από παράπλευρα άμεσα οφέλη για τα λαϊκά στρώματα, είναι δώρον άδωρο. Η αφήγηση πρώτα να μεγαλώσει η πίττα και μετά να διανεμηθεί είναι τόσο νεοφιλελεύθερη αντίληψη –τρικλ ντάουν εκονομικς‒ που έχει καταγγελθεί ακόμα και από το ΔΝΤ. Το αίτημα της αναδιανομής σε μια χώρα με τόσο μαύρο συσσωρευμένο πλούτο, δεν μπορεί παρά να είναι σημαία για μια κυβέρνηση της Αριστεράς
Τα προβλήματα της καθημερινότητας είναι τόσο μεγάλα που καμία θεσμική τομή, ιδίως στη σφαίρα της «υψηλής πολιτικής», δεν μπορεί να τα επηρεάσει ή έστω να τα διασκεδάσει. Πρωτοβουλίες όπως η συνταγματική αναθεώρηση είναι άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Μια χαρούλα είναι το Σύνταγμα, τηρουμένων των αναλογιών και συσχετισμό για προοδευτική αναθεώρηση δεν έχουμε, κινδυνεύουμε να πάμε προς τα πίσω και μάλιστα σε καταστάσεις προ του 1986 ή να κληθούμε να συνταγματοποιήσουμε νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες. Αν ρωτήσει κανείς έναν εργαζόμενο στη σημερινή εργασιακή ζούγκλα αν θέλει αναθεώρηση του Συντάγματος θα σου πει «νταξει, οκ, αλλά προτιμάω να λειτουργήσει αποτελεσματικά η Επιθεώρηση Εργασίας».
Επί χρόνια ο συριζαϊκός διάλογος περιστρεφόταν γύρω από την εμπειρία της Λατινικής Αμερικής με την ιδιαιτερότητα μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν αντιπολίτευση να αντλεί έμπνευση από αριστερές δυνάμεις που ήταν στην κυβέρνηση. Σήμερα που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κυβέρνηση δεν φαίνεται να βγάζει τα δύο βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από την κυβερνητική εμπειρία στη Βενεζουέλα, τη Βραζιλία και την Αργεντινή, κυρίως τις δύο πρώτες: 1. Οι κυβερνήσεις της Αριστεράς πολεμιούνται από το σύστημα αστική αντιπολίτευση-coprorate media, με το πρόσχημα της διαφθοράς και με όχημα τη μεσαία τάξη, αφού η υποστήριξη από λαϊκά στρώματα αδρανοποιηθεί λόγω πολιτικών λιτότητας. 2. Οι αριστερές κυβερνήσεις συγκροτούν από τις λαϊκές τάξεις ένα «στρατό φτωχών» έτοιμο να υπερασπιστεί τις κατακτήσεις του και την κυβέρνηση που τους βοήθησε να τις επιτύχουν έναντι των ελίτ. Να μην υποτιμάμε, λοιπόν, τις δυνατότητες του αστικού μπλοκ. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί πού μπορεί να φτάσει μια διαχρονική ελίτ όταν έχει μείνει ενάμιση χρόνο με την κουτάλα στο χέρι.
Να τα σκεφτόμαστε αυτά, καθώς η ανηφόρα είναι μπροστά μας και όχι πίσω μας.
*Dropkick Murphys – Worker’s Song
Ο Γιώργος Κυρίτσης είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στη Β΄ Αθηνών».