Σε νέο σκάνδαλο εξελίσσεται η υπόθεση των χρεών που έχουν τα κανάλια στο ελληνικό δημόσιο.
Μάλιστα σε ένα σκάνδαλο που θα έχει ονοματεπώνυμο και θα ανοίξει νέο κύκλο διώξεων.Η υπόθεση τελικά φαίνεται πως είναι εξαιρετικά περίπλοκη.
Την Πέμπτη η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι οι τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας πρέπει να πληρώσουν το ποσό των 24 εκατ. ευρώ ως “ενοίκιο” για τη χρήση των αναλογικών συχνοτήτων από το 2010 ως και το 2013, ποσό που δεν είχε εισπραχθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Κύκλοι της προηγούμενης κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου, μόλις βγήκε στον αέρα το θέμα, άρχισαν να διαρρέουν προς πάσα κατεύθυνση ότι οι καναλάρχες δεν έχουν κανένα απολύτως χρέος.
Το μεγάλο ερωτηματικό που γεννάται είναι γιατί την υπεράσπιση των καναλαρχών ανέλαβαν από την πρώτη κιόλας στιγμή άνθρωποι της προηγούμενης κυβέρνησης και μάλιστα, – όπως είναι σε θέση να γνωρίζει πολύ καλά το tribune μιας και ήρθαν σε επαφή μαζί μας-, αυτοί που βρίσκονταν στις αρμόδιες θέσεις;
Τι διαμηνύουν οι άνθρωποι κλειδιά της προηγούμενης κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου;
‘Ο,τι τα κανάλια δεν χρωστούν ούτε σεντς γιατί τα χρέη τους προς το Δημόσιο λόγω χρήσης των συχνοτήτων, έχουν συμψηφιστεί για την προβολή των πολιτικών κομμάτων στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Ωραία διαπλοκή. Ποιος έκανε λοιπόν –αν έκανε- αυτή τη συμφωνία για συμψηφισμό. Και για την προβολή ποιών πολιτικών κομμάτων δόθηκαν χρήματα αυτά;
Κάτι βρωμάει στην όλη υπόθεση και πρέπει να ξεκαθαρίσει άμεσα. Κυρίως γιατί πλέον υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η προηγούμενη κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου χρησιμοποίησε προς ίδια οφέλη χρήματα του ελληνικού δημοσίου.
Δεν τα ζήτησε από τα κανάλια για να προβάλλονται τα κόμματα που την στήριζαν. Γιατί κανένα άλλο κόμμα δεν γνωρίζει ότι για την προβολή του στις εκλογές πληρώθηκαν τα κανάλια με «συμψηφισμό» από αυτά που χρωστούσαν.
Και για να γίνουμε ποιο σαφείς αναφέρουμε ότι πράγματι υπάρχει νομοθετική διάταξη που προβλέπει ότι τα ποσά που πρέπει να καταβάλουν τα κανάλια μπορούν να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Τύπου και Μ.Μ.Ε..
Δεν υπάρχει, όμως, διάταξη που να προβλέπει συμψηφισμούς για τις οφειλές αυτές και μάλιστα -για το ηθικόν του ζητήματος- για προβολή κομμάτων προεκλογικά.
Έκαναν πράγματι οι Υπουργοί Οικονομικών και Τύπου τέτοιου είδους συμψηφισμούς και ποιοι είναι αυτοί;
Γιατί αν και όποιοι έκαναν τέτοια συμφωνία είναι πολιτικά «λαμόγια» και βεβαίως θα πρέπει να διερευνηθούν εκτός από τις πολιτικές και ποινικές ευθύνες.
Όσον αφορά τους καναλάρχες (Ένωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας) αυτοί έστειλαν το απόγευμα της Παρασκευής επιστολή προς τον υπουργό Επικρατείας κ. Νίκο Παππά υποστηρίζοντας ότι και τα συνεταιράκια τους Σαμαράς – Βενιζέλος, δηλαδή ότι:
«Για τις εκλογικές αναμετρήσεις των ετών 2012 (δύο φορές βουλευτικές εκλογές), 2014 (ευρωεκλογές) και 2015 (βουλευτικές εκλογές) το ελληνικό δημόσιο, που χρηματοδότησε μέσω του airtime των τηλεοπτικών επιχειρήσεων την προβολή των προεκλογικών μηνυμάτων των κομμάτων, για αυτή την δωρεάν παροχή του, οφείλει προς τις τηλεοπτικές επιχειρήσεις το ισόποσο των 24.170.850 ευρώ (κατά την αναλογία που οι ως άνω υπουργικές αποφάσεις επιμέριζαν ανά τηλεοπτική επιχείρηση την αξία του airtime της).
Το ποσόν αυτό πρέπει να επιστραφεί αυτούσιο και τοις μετρητοίς και από τους χρόνους που έγινε η χρήση του airtime τους. Προφανώς θα συμφωνείτε ότι η μη επιστροφή του ποσού αυτού θα σημαίνει αφενός μεν ότι ένα σύγχρονο κράτος προβαίνει σε δήμευση περιουσίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων και αφετέρου ότι δεν σέβεται τις υποχρεώσεις του προς τους (ακούσιους) δανειστές του».
Ολόκληρη η επιστολή
«Οι τηλεοπτικές επιχειρήσεις μέλη της Ένωσης μας, με έκπληξη πληροφορήθηκαν ότι με σειρά υπουργικών αποφάσεών σας, που εκδόθηκαν χθες, 2 Απρίλιου 2014, επιβλήθηκαν στις επιχειρήσεις μέλη της Ένωσης μας, αναδρομικά, τέλη χρήσεως συχνοτήτων για τα έτη 2011 έως και 2014, συνολικού ύψους 24.150.633,93 ευρώ.
Τα ποσά αυτά προέκυψαν μετά από υπολογισμό του ανταλλάγματος χρήσεως συχνοτήτων με ποσοστό 2% επί των ακαθαρίστων εσόδων των επιχειρήσεων αυτών, ενώ δεν έπρεπε να επιβληθούν καθόλου.
Τούτο δε διότι:
Από της ψηφίσεως του ν. 3023/2002 (ΦΕΚ Α 146/25.6.2002) «Χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων από το Κράτος. Έσοδα και δαπάνες, προβολή, δημοσιότητα και έλεγχος των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων και των υποψήφιων βουλευτών», προβλέφθηκε με τα άρθρα 10 και 30 η «προβολή προεκλογικών μηνυμάτων των κομμάτων από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα», με υποχρέωση μετάδοσης από τα τελευταία των διαφημιστικών τους μηνυμάτων.
Εκλογικές αναμετρήσεις περιόδου 2002 – 2010. Σε εκτέλεση των προβλέψεων του ως άνω νόμου, εκδόθηκαν, ανά εκλογική αναμέτρηση (βουλευτικές εκλογές και ευρωεκλογές), εφεξής, οι προβλεπόμενες υπουργικές αποφάσεις για την κατανομή αλλά και την αποτίμηση του διατιθέμενου airtime προς τα κόμματα.
Για τις ως άνω εκλογικές αναμετρήσεις (πρώτη την του 2004 έως και αυτήν του 2009) και για το διατεθέν από τους τηλεοπτικούς σταθμούς airtime άνευ χρέωσης προς τα κόμματα συνολικής αξίας 28.200.000 ευρώ, προκειμένου να αναληφθεί από το Κράτος η οικονομική αποζημίωση των τηλεοπτικών σταθμών (για την δωρεάν παροχή του Κράτους προς τα κόμματα της χρηματοδότησης των δαπανών της κάλυψης της προεκλογικής περιόδου), αποφασίσθηκε η μείωση των τελών χρήσεως συχνοτήτων από 2% σε 1%, για κάθε εκλογική αναμέτρηση.
Έτσι, εκδόθηκαν για τον σκοπό αυτόν, οι ακόλουθες υπουργικές αποφάσεις με το αντίστοιχο περιεχόμενο:
2004 Εκλογές (Βουλευτικές), Ρύθμιση: ΚΥΑ (Οικονομίας και Οικονομικών και Τύπου και ΜΜΕ) 2848/Ε/10.2.2004, Δημοσίευση: ΦΕΚ Β 287/10.2.2004, Αρμόδιοι Υπουργοί: Ν. Χριστοδουλάκης και Χρ. Πρωτόπαπας, Περιεχόμενο: Περίοδος 1.1.2003 – 31.12.2003 το ετήσιο αντάλλαγμα ορίζεται από 2% σε 1%.
2004 Εκλογές (Ευρωβουλευτικές), Ρύθμιση: ΚΥΑ (Οικονομίας και Οικονομικών και Επικρατείας) 23964/20.12.2004, Δημοσίευση: ΦΕΚ Β 267/1.3.2005, Αρμόδιοι Υπουργοί: Γ. Αλογοσκούφης και Θ. Ρουσόπουλος, Περιεχόμενο: Περίοδος 1.1.2004 – 31.12.2004 το ετήσιο αντάλλαγμα ορίζεται από 2% σε 1%.
2007 Εκλογές (Βουλευτικές), Ρύθμιση: ΚΥΑ (Οικονομίας και Οικονομικών και Επικρατείας) 20827/21.8.2007, Δημοσίευση: ΦΕΚ Β 1672/23.8.2007, Αρμόδιοι Υπουργοί: Γ. Αλογοσκούφης και Θ. Ρουσόπουλος, Περιεχόμενο: Περίοδος 1.1.2007 – 31.12.2007 το ετήσιο αντάλλαγμα ορίζεται από 2% σε 1%.
2009 Εκλογές (Ευρωβουλευτικές), Ρύθμιση: ΚΥΑ (Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών) 21067-662/24.4.2009, Δημοσίευση: ΦΕΚ Β 767/27.4.2009, Αρμόδιοι Υπουργοί: Π. Παυλόπουλος και Ι. Παπαθανασίου, Περιεχόμενο: Περίοδος 1.1.2009 – 31.12.2009 το ετήσιο αντάλλαγμα ορίζεται από 2% σε 1%.
2009 Εκλογές (Βουλευτικές), Ρύθμιση: ΚΥΑ (Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών) 20825/4.9.2009, Δημοσίευση: ΦΕΚ Β 1914/8.9.2009, Αρμόδιοι Υπουργοί: Π. Παυλόπουλος και Ι. Παπαθανασίου, Περιεχόμενο: Περίοδος 1.1.2009 – 31.12.2009 το ετήσιο αντάλλαγμα ορίζεται από 1% σε 0,1%.
2009 Ψηφιακή Μετάβαση, Ρύθμιση: ΚΥΑ (Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών) 20827/4.9.2009, Δημοσίευση: ΦΕΚ Β 1914/8.9.2009, Αρμόδιοι Υπουργοί: Π. Παυλόπουλος και Ι. Παπαθανασίου, Περιεχόμενο: Περίοδος 1.1.2010 – 31.12.2010 το ετήσιο αντάλλαγμα ορίζεται από 2% σε 0,1%.
Εκλογικές αναμετρήσεις περιόδου 2010 – 2015. Σε εκτέλεση των προβλέψεων του ίδιου ως άνω νόμου, εκδόθηκαν, ανά εκλογική αναμέτρηση (βουλευτικές εκλογές και ευρωεκλογές), εφεξής, οι προβλεπόμενες υπουργικές αποφάσεις για την κατανομή αλλά και την αποτίμηση του διατιθέμενου airtime προς τα κόμματα.
Ως αποτέλεσμα αυτών αποφασίσθηκε:
2012 Εκλογές (Βουλευτικές α), ποσόν διαφημιστικής δαπάνης για τα κόμματα: 6.170.850 ευρώ.
2012 Εκλογές (Βουλευτικές β), ποσόν διαφημιστικής δαπάνης για τα κόμματα: 6.000.000 ευρώ.
2014 Εκλογές (Ευρωβουλευτικές), ποσόν διαφημιστικής δαπάνης για τα κόμματα: 6.000.000 ευρώ.
2015 Εκλογές (Βουλευτικές), ποσόν διαφημιστικής δαπάνης για τα κόμματα: 6.000.000 ευρώ.
Ήτοι συνολικό ποσόν διαφημιστικής δαπάνης για τα κόμματα: 24.170.850 ευρώ.
Οι κοστολογημένες αυτές παροχές σε airtime (ήτοι διαφημιστικά spots), που προβλέφθηκαν για δωρεάν παροχή από το Κράτος προς τα κόμματα αλλά δεν πληρώθηκαν στο ισόποσο προς τους τηλεοπτικούς σταθμούς, επ’ ουδενί δεν πρέπει να θεωρηθεί σπονδή των τηλεοπτικών σταθμών προς τις δημοκρατικές αρχές που ορίζει το σύνταγμα. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί υπακούουν στις συνταγματικές επιταγές, για σεβασμό του δημοκρατικού πολιτεύματος και της αρχής της αναλογικής ισότητας στην ενημέρωση, με άλλους τρόπους: Αφενός μεν με την εκ του νόμου υποχρέωση προβολής των κομματικών θέσεων με βάση την αναλογική ισότητα καθημερινώς στα δελτία ειδήσεων και τις ενημερωτικές εκπομπές, καθημερινά ελεγχόμενοι σε αυτό από το ΕΣΡ. Αφετέρου δε – και καθ’ υπερβολήν – με την υποχρεωτική, σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, παροχή προς τα κόμματα άνω των 250 ωρών από κάθε σταθμό, χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα, για διοργάνωση συζητήσεων και στρογγυλών τραπεζιών για την προβολή του προεκλογικού τους λόγου.
Παρά τα παραπάνω, για τα έτη 2011 και εφεξής, δεν εξεδόθησαν οι αντίστοιχες υπουργικές αποφάσεις για μείωση των τελών χρήσεως συχνοτήτων από 2% σε 1% σε κάθε εκλογική αναμέτρηση.
Τούτο όμως έγινε διότι, από το έτος 2011 και μετά, η χώρα ακολουθώντας την ευρωπαϊκή νομοθεσία, αποφάσισε και υποχρέωσε τους τηλεοπτικούς σταθμούς να προβούν σε μετατροπή του συστήματος μετάδοσης από αναλογικό σε ψηφιακό και να μην κατέχουν συχνότητες. Στόχος ήταν να απελευθερωθεί το μείζον μέρος του φάσματος συχνοτήτων, ώστε να χρησιμοποιηθεί από την κινητή τηλεφωνία (ψηφιακό μέρισμα) μετά από διαγωνισμό για την παραχώρηση του. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί υποχρεώθηκαν να κάνουν παράλληλη λειτουργία αναλογικού και ψηφιακού συστήματος μετάδοσης (δύο επενδύσεις, δύο λειτουργικά κόστη), μεταβαίνοντας σταδιακά στην πλήρη ψηφιακή μετάδοση. Κάθε μετάβαση ανά σημείο της επικράτειας των τηλεοπτικών σταθμών από την αναλογική στην ψηφιακή εκπομπή, σήμαινε επιστροφή της αναλογικής συχνότητας προς το Δημόσιο, όπως πιστοποιείται από τις ανά σημείο μετάβασης δηλώσεις των σταθμών προς το ΕΣΡ και αντίστοιχες πιστοποιήσεις της ΕΕΤΤ.
Από του έτους 2012 και εφεξής, με το ν. 4070/2012 (ΦΕΚ Α 82/10.4.2012), άρθρο 80, παρ. 1, περ. στ., όλες οι συχνότητες εκπομπής τηλεοπτικού σήματος, αφαιρέθηκαν από τους μέχρι τότε τηλεοπτικούς σταθμούς (εφεξής: παρόχους περιεχομένου) και ανατέθηκε η χρήση τους στους παρόχους δικτύου. Με την ίδια διάταξη νόμου ρητά καταργήθηκε η εκ του νόμου προβλεπόμενη υποχρέωση των «τηλεοπτικών σταθμών» να καταβάλουν προς το δημόσιο οιουδήποτε ύψους αντάλλαγμα για τη χρήση συχνοτήτων. Η υποχρέωση αυτή, μετά τη δημοσίευση του άνω νόμου βαρύνει τους εφεξής χρησιμοποιούντες τις συχνότητες, ήτοι τους παρόχους δικτύου. Η εκ μέρους των παρόχων δικτύου (τηλεφωνίας ή τηλεόρασης) καταβολή ανταλλάγματος για την εκ μέρους τους χρήση των συχνοτήτων προβλέφθηκε νομικά και υλοποιήθηκε δια της καταβολής ανταλλάγματος όπως προβλέφθηκε σε πλειοδοτικούς διαγωνισμούς. Η δε ΕΕΤΤ, όταν καθόρισε την τιμολογιακή πολιτική των παρόχων δικτύου προς τους πελάτες τους παρόχους περιεχομένου, έχει λάβει υπόψη ότι οι πάροχοι δικτύου αποσβένουν την εκ μέρους τους καταβολή τελών χρήσεως συχνοτήτων με «μετακύλιση» του κόστους αυτού στις χρεώσεις παροχής υπηρεσιών που τιμολογούν προς τους πελάτες τους παρόχους περιεχομένου.
Κύριε Υπουργέ,
Σε συνέχεια των ανωτέρω πρέπει να λάβετε υπόψη ότι:
Κακώς εκδόθηκαν πράξεις υπολογισμού τελών χρήσης συχνοτήτων για το έτος 2012 και πέραν, δεδομένου ότι από το έτος αυτό οι τηλεοπτικοί σταθμοί μέλη μας δεν είχαν την χρήση των συχνοτήτων που είχαν παραδοθεί στους παρόχους δικτύου.
Για τις εκλογικές αναμετρήσεις των ετών 2012 (δύο φορές βουλευτικές εκλογές), 2014 (ευρωεκλογές) και 2015 (βουλευτικές εκλογές) το ελληνικό δημόσιο, που χρηματοδότησε μέσω του airtime των τηλεοπτικών επιχειρήσεων την προβολή των προεκλογικών μηνυμάτων των κομμάτων, για αυτή την δωρεάν παροχή του, οφείλει προς τις τηλεοπτικές επιχειρήσεις το ισόποσο των 24.170.850 ευρώ (κατά την αναλογία που οι ως άνω υπουργικές αποφάσεις επιμέριζαν ανά τηλεοπτική επιχείρηση την αξία του airtime της). Το ποσόν αυτό πρέπει να επιστραφεί αυτούσιο και τοις μετρητοίς και από τους χρόνους που έγινε η χρήση του airtime τους. Προφανώς θα συμφωνείτε ότι η μη επιστροφή του ποσού αυτού θα σημαίνει αφενός μεν ότι ένα σύγχρονο κράτος προβαίνει σε δήμευση περιουσίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων και αφετέρου ότι δεν σέβεται τις υποχρεώσεις του προς τους (ακούσιους) δανειστές του».